Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2011

Θα υπάρχουν, άραγε, του χρόνου νεκροθάφτες;


Πόσοι άνθρωποι πέθαναν πέρσι από το κρύο στη χώρα μας; Πόσοι θα πεθάνουνε φέτος, και πόσοι του χρόνου; Δεν ρωτάμε επειδή μας αρέσει να παίζουμε με τα νούμερα, αλλά για να έχουμε να συγκρίνουμε ανάμεσα στους πόσους θα έχουμε θάψει στο χρόνο που πέρασε, και στους πόσους θα θάψουμε στο χρόνο που θα ‘ρθει.


Ήδη οι τιμές των καυσίμων τραβάνε την ανηφόρα, κι αυτό γιατί το επάγγελμα είναι φαίνεται κλειστό, κι οι βενζινάδες, σαν δε ντρέπονται, κληροδοτούνε τις άδειες στα παιδιά τους. Μπορεί όμως και να συμβαίνει γιατί τα μαγαζιά είναι κρατικά, χωρίς τον άγιο ανταγωνισμό που ρίχνει τις τιμές. Απ’ ότι ακούω καθημερινά, άλλος λόγος αποκλείεται να συντρέχει. Του χρόνου τα πράγματα θα είναι σίγουρα χειρότερα.


Με την εξίσωση των τιμών του πετρελαίου κίνησης με αυτές του πετρελαίου θέρμανσης οι νεκροθάφτες θα χρειαστεί να δουλέψουνε υπερωρίες. Εκτός κι αν τύχει η κλιματική αλλαγή και μας συμπονέσει, κι αντίς να φέρει χιόνια το καταχείμωνο, φέρει τα χελιδόνια. Όμως είτε με, είτε χωρίς κλιματική αλλαγή, οι φονιάδες θα παραμένουνε φονιάδες, άσχετα αν το προμελετημένο έγκλημα, λόγω ανωτέρας βίας μπορεί και να μην έχει προλάβει να συντελεστεί.


«Τι συμβαίνει» αναρωτιέται ο George Monbiot στον Guardian (28/12), «και 25,000 με 30,000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο, μόνο από το κρύο, τα τελευταία χρόνια στην Αγγλία, όντες υπερδιπλάσιοι ανά κάτοικο κι απ’ αυτή ακόμα τη Σιβηρία;». Μια είναι η απάντηση: Η ανισότητα!


Ως πτωχός που δεν μπορεί να εξασφαλίσει επαρκή θέρμανση (fuel poor), θεωρείται εκείνος ο οποίος πρέπει να διαθέτει για το σκοπό αυτό το 10% του εισοδήματός του. Έτσι, με βάση το μέτρο αυτό, περίπου το 18% του πληθυσμού εμπίπτει στην κατηγορία των αντίστοιχων φτωχών. Ανάμεσα δε στο 2003 και 2008 ο αριθμός των νοικοκυριών που δεν μπορεί να ζεσταθεί έχει αυξηθεί από τα 2 στα 4.5 εκατ.


Αν αναλογιστούμε πόσο είναι με τα σημερινά δεδομένα το αντίστοιχο νούμερο στα μέρη μας, θα καταλήξουμε ότι θα πρέπει να συμπεριλάβει τα 2/3 του πληθυσμού, δεδομένου ότι τα έξοδα θέρμανσης κατά μέσο όρο, σπάνια κατεβαίνουν κάτω από τα 100 ευρώ το μήνα και το μέσο εισόδημα σπάνια ξεπερνά τα 1000 ευρώ, επίσης το μήνα. Και η κατάσταση θα χειροτερεύει όσο τα εισοδήματα θα ληστεύονται, όσο οι τιμές και οι φόροι θα αυξάνονται, κι όσο οι φονιάδες θα κυκλοφορούν ακόμα λυτοί.


Κι αν κάποιοι είχαν κατά νου, να βρούνε καταφύγιο στα αερόθερμα και τα κλιματιστικά, θα πρέπει να τη βγάλουν κι αυτή την ιδέα απ’ το μυαλό τους. Οι αυξήσεις ρεύματος του 11% στα φτωχά σπίτια, και οι ισόποσες μειώσεις στα πλούσια, (τουτέστιν, με τους φτωχούς να επιδοτούν τους πλούσιους ως ένδειξη δικαιοσύνης και αλληλεγγύης) κλείνουν και τον τελευταίο δρόμο διαφυγής. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση: αυτοί οι άνθρωποι θέλουν πάση θυσία να μας ξεπαστρέψουν.


Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στην Αγγλία, μάς πληροφορεί ο Monbiot και τον φαντάζομαι κι αυτόν ν’ αφρίζει και να λυσσά γι αυτή την αντιστροφή των μέτρων και των σταθμών, σταθμών, με τα οποία αιώνες τώρα μάθαμε να ζυγιάζουμε και να μετράμε τον κόσμο, και την οποία, εν μια νυκτί, μια ημιμαθής και επηρμένη παγκόσμια τσογλανοπαρέα, επιχειρεί να μάς επιβάλει να ενστερνιστούμε.


Δεν υπάρχουν σχόλια: