ποια φυλακη το άνισο μυαλο μου κυνηγά;
στο δρόμο, πέρα στις σπηλιες, μάγισσες κοροϊδεύουν
δένω ένα κόμπο στο φτερο κι η νύχτα κλαίει, γελα
πάνω στου πύργου την κορφη παντιέρες ταξιδεύουν
μετράω το χρόνο δυο οργιες, τη προσμονη χιλιάδες
στο μεροβίγλι κούρνιασε κατάφωτο θεριό
κραυγάζει ο πόθος σα πουλι στις ονειροκορφάδες
φκιάχνω στολη από σίδερο, κι όπλο από νερο
παγώνει ο ίσκιος στο χορο κι η θάλασσα σωπαίνει
δώσε μου εκείνο το φιλι κι αντικρυστα στο φως
έλα και άκου σαν παιδι τη μέρα ν'ανασαίνει
φίλα με, μα μη φοβηθεις, δεν κλέβει ο βυθος
φκιάχνω και στέμμα από φωτια, μικρο, σαν δαχτυλίδι
φεγγαροπαίδι, πού πεσε μια νύχτα στο γυαλο
όταν ξεφύγω, και χυθω στ'απέραντο ταξίδι
να το φορας,
σαν της καρδιας
τ'απαύγασμα
να σκίζει τον καιρο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου