Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010
Βράδια δίχως βλέφαρα
Θα ήταν ήδη περασμένες 3π.μ όταν χτύπησε το τηλέφωνο και άκουσα την φωνή σου με ήχους απόγνωσης να μου λέει ότι, και αυτό το βράδυ δεν μπορούσες να κοιμηθείς. Ήταν το δέκατο συνεχόμενο.
Μου ζήτησες με τόνο παρακλητικό, σαν παιδί φοβισμένο, που ψάχνει μια αγκαλιά να σιγάσει την αγωνία του, ένα χάδι να γλυκάνει την οδύνη του, αν μπορούσα και αν ήθελα να έρθω από το σπίτι σου. Ποτέ δεν επέβαλες. Ποτέ δεν μεθόδευες καταστάσεις και κυρίως ποτέ δεν έπαιζες θέατρο για να σου ρίξουν μια ματιά. Όταν ζητούσες κάτι είχες αξιοπρέπεια και πάνω απ΄ όλα ήσουν ολόκληρη εκεί. Παρόν. Συνειδητή. Δεν εξυπηρετούσες άλλες κρυφές σου ανάγκες.
Δεν μπορούσα να σου αρνηθώ. Μας συνέδεαν τόσα από παιδιά. Η άρνηση θα ήταν προδοσία την παιδικής μου μνήμης. Λήθη καρδιάς.
Ντύθηκα, πήρα το αυτοκίνητο και ήρθα. Δεν ήταν και άλλωστε τόσο μακριά. Δυο τετράγωνα παρακάτω. Πάρκαρα αν και δύσκολα μια και η πόλη ακόμη κοιμόταν και όλα τα αμάξια ήταν στις θέσεις τους.
Απαλά χτύπησα το κουδούνι. Τι θόρυβο που κάνει η ησυχία. Νομίζεις ότι σε ακούει ολάκερη η κτίση. Ο παραμικρός θόρυβος, η παραμικρή λέξη μεγεθύνεται απίστευτα. Ίσως γι αυτό να την διαλέγουν οι έμπειροι ως την καταλληλότερη ώρα για προσευχή. Ένα δάκρυ γίνεται βροχή, ένα αχχ.. αγέρας, ένα φιλί βροντή, ένα Κύριε ελέησον παράθυρο στο Αλλιώς της ζωής. Αισθάνεσαι πως στο παραμικρό σου θόρυβο θα ξυπνήσουν όλοι να σου συμπαρασταθούν. Σαν καμπάνα που μέσα στα μεσάνυκτα σε καλή για αγρυπνία.
Πόσο σπίτια αγρυπνούν την ώρα που η πόλη κοιμάται; Πόσα μάτια μένουν ανοιχτά για διάφορους λόγους. Άλλα από χαρά άλλα από έγνοιες, άλλα από αρρώστιες, άλλα από το βάσανο του έρωτα άλλα ίσως αναζητώντας το έσχατο νόημα της ζωής.
Τα δικά σου αλήθεια από τι; Πάντως ένα ήταν σίγουρο ότι όταν μου άνοιξες την πόρτα κατάλαβα ότι τα πράγματα δεν ήταν καθόλου απλά.
Το πρόσωπο σου είχε χαθεί μέσα στους λογισμούς. Βασανισμένο στις σκέψεις. Ήταν παρόν μόνο ως σάρκα. Το πνεύμα του, η ψυχή ενός προσώπου που το χαριτώνει και το γεμίζει εκφράσεις, κινήσεις, ζωτικότητα, ήταν σε αναμονή και προσμονή της χαμένης ελπίδας σου. Όταν θα την εύρισκες αυτομάτως και όλα αυτά θα επέστρεφαν.
-Λες παπά Λίβυε να έχω μάτι. Να με έχουν γλωσσοφάει. Να είναι ο σατανάς; Κάνε κάτι, διάβασε μου μια ευχή.
- Εγώ να σου διαβάσω όσες ευχές θέλεις, αλλά πλέον ξέρεις και ξέρω. Δεν είμαστε άγνωστοι.
Ο ύπνος μετακόμισε και η ζωή σου γέμισε εφιάλτες, το σώμα σου κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο νωχελικό, βαρύ και ασήκωτο γιατί υπάρχει μέσα σου μια άρνηση, ένα πείσμα, μια πάλη μα πιο πολύ ένα μίσος στον εαυτό σου. Η αϋπνία δεν είναι τίποτε άλλο, παρά οι εσώτερες κραυγές της ψυχή σου. Το σώμα φέρνει τα μηνύματα.
-Ναι…. Ίσως…. Δεν ξέρω πια τι να πω. Το μόνο που γνωρίζω είναι ότι υποφέρω. Και δεν το αντέχω άλλο αυτό το μαρτύριο. Νιώθω εδώ και πολύ καιρό οτι χάνομαι. Η ζωή μου σέρνεται. Δεν κυλά τίποτε μέσα μου, έξω μου, όλα νιώθω ότι έχουν γίνει στάσιμα δίχως κίνηση. Μοιάζουν νεκρά.
-Κοίτα και την προηγούμενη φορά που είχαμε συναντηθεί το μόνο που μου έλεγες και ξανάλεγες ήταν ότι πονάει τακτικά το κεφάλι σου, ότι δεν μπορείς να κοιμηθείς. Ότι όταν και για όσο κλείσεις τα βλέφαρα σου βλέπεις εφιαλτικά όνειρα, ότι δεν μπορείς να χωνέψεις τα φαγητά και γενικά η ψυχή και το σώμα σου είναι σε μια φοβερή ένταση.
Σε παρακάλεσα πολλές φορές να ανοίξεις την καρδιά σου. Να μιλήσεις με τον εαυτό σου. Να πεις αλήθειες που θες να κρύψεις. Να κουβεντιάσουμε αυτά τα βαθύτερα σκοτεινά σημειώματα που κρατάς επτασφράγιστο μυστικό στο υπόγειο της συνείδησης σου. Προφανώς δεν είσαι ακόμη έτοιμη. Το καταλαβαίνω και το σέβομαι.
Ευχή θα σου διαβάσω αφού το θές αλλά όχι για να γίνεις καλά, αλλά για να ανοίξει ο χώρος της καρδιάς σου. Να σπάσει το απόστημα. Να ξεράσεις όλα αυτά που ο εσωτερικός εαυτός σου, το βαθύτερο είναι σου δεν μπορεί, δεν αντέχει να χωνέψει, να θάψει, για αυτό και διαμαρτύρεται μέσα από το σώμα σου. Προσπάθησε να καταλάβεις, να νοιώσεις τι θέλει να σου πει.
-Όχι σε παρακαλώ. Δεν μπορώ. Θέλω απλά να απαλλαγώ. Δεν θέλω τίποτε να μάθω και τίποτε να καταλάβω. Ζητώ μονάχα να κοιμηθώ μερικές ωρίτσες.
- Προσπάθησε να καταλάβεις ότι έτσι τίποτε δεν κάνεις. Και σήμερα να κοιμηθείς αύριο και πάλι θα είσαι το ίδιο. Όσο δεν αφήνεις να μιλήσει το παιδί που κάποτε του είπαν «εσύ δεν θα μιλάς… δεν κάνει…..». Άστο επιτέλους να μιλήσει.
Εάν θέλεις πραγματικά να σε βοηθήσω προσπάθησε να αισθανθείς όχι απλά να κατανοήσεις με τον νου, αλλά με όλη σου την ύπαρξη, ότι αυτό που περνάς είναι μια υπαρξιακή κρίση, που σημαίνει κακή σχέση ή η "μη σχέση" με τον αληθινό μας εαυτό, με αυτό που αληθινά θέλει η ψυχή μας. Τα έχω περάσει γι’ αυτό τολμάω και σου λέω δύο κουβέντες.
Μέσα μας ζει ο αληθινός μας εαυτός και, όσο υπομονή και αν κάνει, κάποια στιγμή διαμαρτύρεται. Και είναι επικίνδυνο αυτό. Οδηγεί σε αρρώστιες, ψυχολογικά μπερδέματα που είναι μετά δυσεπίλυτα.
Θα μου πεις τι να κάνω; Μην κοροϊδεύεσαι: Προσπάθησε να "ακούσεις" αυτή τη φωνούλα μέσα σου που κάτι προσπαθεί να σου πει. Διαμαρτύρεται και την αγνοείς, προσπαθείς να την "βουλώσεις". Αλλά δεν βουλώνεται. Η θα κάνεις διάλογο μαζί της ή θα συνεχίσεις να υποφέρεις. Και αν ακόμα σου ζητάει πράγματα που σου φαίνονται "μακρινά" και ανέφικτα, ξέρει εκείνη, για να τα ζητάει πάει να πει ότι μπορούν να γίνουν. Κάνε μια προσπάθεια. Τη ζωή μας την κάνουμε εμείς, έχουμε το αυτεξούσιο. Μπορούμε να την αλλάξουμε. Θέλει αγώνα, αλλά εαυτό είναι η ζωή, πίστη και αγώνας.
π.Λίβυος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου