Ο άγιος Απόστολος Θωμάς, ο λεγόμενος επίσης Δίδυμος, γεννήθηκε στην Ιουδαία από γονείς φτωχούς. Ήδη από νεαρή ηλικία αγαπούσε την ανάγνωση και τη μελέτη της Γραφής.
Η γνώση αυτή του λόγου του Θεού και η καλή προαίρεσή του, του επέτρεψαν να αναγνωρίσει δίχως δισταγμούς ότι ο Χριστός ήταν ο Μεσσίας που είχαν προαναγγείλει οι Προφήτες, αμέσως μόλις Εκείνος του παρουσιάστηκε και τον κάλεσε να Τον ακολουθήσει. Άφησε τη βάρκα και τα δίχτυα του και έγινε ένας από τους δώδεκα Μαθητές του Κυρίου.
Όταν ο Σωτήρας του κόσμου έχοντας νικήσει το θάνατο αναστήθηκε από τον τάφο, παρουσιάστηκε στους μαθητές Του που ήταν συγκεντρωμένοι στο υπερώο, με κλειστές τις πόρτες, για το φόβο των Ιουδαίων. Ο Θωμάς δεν ήταν τότε μαζί τους και, όταν οι υπόλοιποι μαθητές του διηγήθηκαν ότι είδαν τον αναστάντα Κύριο, δε θέλησε να τους πιστεύσει. Με άφατη μακροθυμία, ο Κύριος, εμφανίστηκε ξανά, μία εβδομάδα αργότερα, ενώπιον των μαθητών, και κάλεσε τον Θωμά να διαπιστώσει ότι είχε αναστηθεί σωματικά, λέγοντάς του να θέσει τον δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων και να ψηλαφίσει την πλευρά που είχε τρωθεί από τη λόγχη. Επανόρθωσε έτσι την ολιγοπιστία του Θωμά και μας δίδαξε ότι και εμείς καλούμαστε να θέσουμε τον δάκτυλο – όχι σωματικά, αλλά πνευματικά – στην πλευρά Του, για να ποτισθούμε από την αναβλύζουσα Χάρη (Ιω. 20, 19-29). Γι΄ αυτό το λόγο, η Εκκλησία όχι μόνο δεν καταδικάζει τον Θωμά, αλλά τιμά την “μακαρία αυτού απιστία” την πρώτη Κυριακή μετά την Κυριακή του Πάσχα.
Ο Θωμάς βρισκόταν μαζί με τους άλλους Αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής και του ανατέθηκε να κηρύξει τον λόγο του Θεού στις μακρινές περιοχές των Μήδων και των Πάρθων (σημερινό Ιράν) και στην Ινδία. Βρισκόταν τότε στα Ιιεροσόλυμα ένας άνθρωπος, ονόματι Αμβανής, ο οποίος έψαχνε να βρει αρχιτέκτονα ικανό να κτίσει το ανάκτορο του βασιλιά των Ινδιών, ένα ανάκτορο που να ξεπερνά σε μεγαλοπρέπεια, πλούτο και ομορφιά όλα εκείνα των προκατόχων του. Τότε ο Θωμάς παρουσιάστηκε ως σκλάβος έμπειρος στην οικοδομική τέχνη, ταξίδεψε στην Ινδία, παρουσιάστηκε στον βασιλιά Γουνδιαφόρο και έλαβε την εντολή και το απαραίτητο χρυσάφι ώστε να του χτίσει ένα ανάκτορο. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του Αγίου Θωμά, ο Γουνδιαφόρος αναγκάστηκε να φύγει από την πόλη. Κατά την διάρκεια της απουσίας του, η οποία διήρκεσε τρία χρόνια, ο άγιος Θωμάς λάμβανε με εντολή του βασιλιά χρυσάφι το οποίο έπρεπε να χρησιμοποιήσει για την ανέγερση του ανακτόρου. Αντί αυτού όμως, εκείνοις ανέπτυξε μεγάλη ιεραποστολική δράση στην περιοχή και το χρυσάφι το μοίραζε στους φτωχούς.Η δράση αυτή του Αποστόλου Θωμά, έφτασε στα αυτιά του Γουνδιαφόρου, ο οποίος κάλεσε τον άγιο να απολογηθεί για τις πράξεις του και εκείνος του είπε ότι πράγματι του έκτισε ένα παλάτι, με την μόνη διαφορά ότι το παλάτι αυτό είναι στον ουρανό, εννοώντας ότι οι καλές πράξεις που έγιναν με το χρυσάφι του Γουνδιαφόρου, του εξασφάλισαν μια θέση στην Ουράνια Βασιλεία του Ιησού Χριστού. Ο βασιλιάς θεωρώντας ότι ο Θωμάς τον κοροϊδεύει διέταξε να τον φυλακίσουν και να τον υποβάλλουν σε βασανιστήρια. Το ίδιο βράδυ, όμως, ο αδελφός του βασιλιά, που ήταν βαριά άρρωστος, είδε σε οπτασία έναν άγγελο, ο οποίος του έδειξε ένα περίφημο ανάκτορο στην αιώνια βασιλεία των δικαίων. Όταν συνήλθε, διηγήθηκε στον αδελφό του όσα είδε, λέγοντάς του πόσο πιο υπέροχο απ΄ όλα τα επίγεια κτίσματα ήταν το ανάκτορο που του είχε κτίσει ο Θωμάς στον ουρανό. Ο βασιλιάς εξεπλάγη, μετανόησε, έδωσε εντολή να βγάλουν τον Απόστολο από τη φυλακή και ζήτησε, όπως κι ο αδελφός του, να βαπτιστεί. Το παράδειγμα του Γουνδιαφόρου ακολούθησαν πολλοί και βαπτίσθηκαν και αυτοί Χριστιανοί.Ο άγιος Θωμάς πήγε κατόπιν σε άλλο βασίλειο και με την ενίσχυση του Αγίου Πνεύματος κατόρθωσε να ελκύσει στην ευσέβεια τη σύζυγο του βασιλιά Τέρτια, το γιο της Αζάνη και τις δύο κόρες της, Μυγδονία και Μαρκία, οι οποίοι βαπτίστηκαν. Ο ασκητικός τόπος ζωής, ξένος κι ακατανόητος για τον ηγεμόνα, κίνησε την οργή και τη μανία του. Διέταξε να συλλάβουν τον Θωμά και να τον οδηγήσουν έξω από την πόλη Μαϊλαπούρ (προάστιο του σημερινού Μαδράς), όπου και τον θανάτωσαν τρυπώντας τον με λόγχες.
Το σώμα του έθαψαν οι Χριστιανοί της περιοχής και στον τάφο του γίνονταν πολλά θαύματα. Από τον 3ο αιώνα, μαρτυρείται το προσκύνημα στον τάφο του Αποστόλου στην Έδεσαα της Συρίας (σημερινή Ούρφα της Νοτιοανατολικής Τουρκίας), της οποίας ήταν πολιούχος. Αλλά κατά μία παράδοση που αναφέρεται από τον άγιο Εφραίμ τον Σύρο (ο οποίος, μετά την κατάληψη της πόλης της Νίσιβης από τους Πέρσες το 363, έφυγε για την Έδεσσα όπου έζησε τα τελευταία 10 χρόνια της ζωής του διδάσκοντας στην περιβόητη Σχολή των Περσών και συντάσσοντας τα περισσότερα από τα θαυμαστά έργα του), φαίνεται ότι ήταν το τίμιο λείψανο του Αποστόλου Θωμά που είχε διακομισθεί στην Έδεσσα από έναν έμπορο το 232. Το ιερό λείψανο του αγίου παρέμεινε εκεί έως ότου ο γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1204 το λείψανο μεταφέρθηκε στην Ρώμη, μαζί με τα λείψανα άλλων αγίων που είχαν συγκεντρωθεί στην Βασιλεύουσα.
Η μνήμη του Αποστόλου Θωμά τιμάται στις 6 Οκτωβρίου.
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΟΥ ΘΩΜΑ:
Ως θείος Απόστολος, θεολογίας κρουνούς, ενθέως εξήντλησας, εκ λογχονύκτου πλευράς, Χριστού του Θεού ημών· όθεν της ευσεβείας, κατασπείρας τον λόγον, έλαψας, εν Ινδία, ως ακτίς ουρανία, Θωμά των Αποστόλων το θείον αγλάϊσμα.
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου