Μοιάζει να έχει γίνει ο κωδικός της ζωής μας: Κρίση. Την ακούμε «αναφανδόν και κατ’ εξακολούθησιν» πάνω από έτος! Και σαν να μην έφτανε αυτό, και κρίση... αξιών και μέλλουσα... κρίση (το 2012 οι διάφορες Κασσάνδρες δεν τοποθετούν το τέλος του κόσμου;). Το θέμα όμως άναψε σαν πινακίδα από Νέον «Μετά τον σεισμό». Είναι Σαββατοκύριακο και με απόλαυση διαβάζω τον αγαπημένο μου συγγραφέα. Χαρούκι Μουρακάμι. «Μετά τον σεισμό» ο τίτλος, δεν ξέρω γιατί όμως κάθε φορά επιμένω να διαβάζω «μετά την κρίση».
Ενδεχομένως επειδή του πάει η... κρίση, όλοι του οι ήρωες «μετά μια κρίση», αιφνίδια και απρόσμενη κιόλας, φτάνουν στο τέλος της γης, ως το κουκούτσι της ζωής, του εαυτού τους και του κόσμου. Ενδεχομένως και να μου πάει κι εμένα η... κρίση!
Επειτα από κάθε κρίση έβγαινα πιο δυνατή, πιο καθαρή, πιο... κοντά τον άγνωστο εαυτό μου, έτσι ώστε έφτασε η εποχή που να ακούω «κρίση» και να τη θεωρώ κάτι σαν... καβαφικό σκαλί, όπα λέω από μέσα μου, αλλάζουμε επίπεδο, ας ζοριστούμε, νικάμε την εντροπία, τώρα! Εξάλλου ένα δεν γίνεται να χαθεί «μετά την κρίση», την όποια κρίση. Ο εαυτός μας. Αυτό που είμαστε, κι αυτό που... είναι.
Τα «έχω» έρχονται και παρέρχονται (όπως τα «θέλω»). «Ολοι μας ανεξαιρέτως πλάσματα περιορισμένης διάρκειας: τελικά όλοι θα νικηθούμε» όπως γράφει ο Μουρακάμι. Αλλά όπως είπε τόσο εύστοχα ο Ερνεστ Χέμινγουεϊ, το αληθινό μεγαλείο της ζωής μας δεν βρίσκεται στον τρόπο που κερδίζουμε, αλλά στον τρόπο που χάνουμε. «Μπορεί να χάσω, αλλά δεν θέλω να το βάλω στα πόδια» θα πει ο πιο δειλός, πάντα φιλήσυχος, ήρωάς του.
Κάπως έτσι βγήκε το θέμα μας: Ο,τι αξίζει και θα διασωθεί. Τα περιττά, μπελάς κι ομίχλη! «Μετά την Κρίση» συσκέφθηκαν μαζί μας, είκοσι πέντε συγγραφείς. Με απώτερο σκοπό εκείνο το πανάρχαιο «να έχεις ή να είσαι» του Εριχ Φρομ. Τριάντα χρόνια μετά, τόσο ερώτημα φλέγον.
Οι συγγραφείς είναι οι: Μάρω Βαμβουνάκη, Μαρία Βλαντή, Νίκος Βλαντής, Γιάννης Ευθυμιάδης, Ρούλα Κακλαμανάκη, Γιάννης Καλπούζος, Βασίλης Καραγιώργος, Δημήτρης Καρύδας, Νένα Κοκκινάκη, Πέρσα Κουμούτση, Μαρία Λαμπαδαρίδου - Πόθου, Λευτέρης Πανούσης, Παπαμιχάλης, Τίτσα Πιπίνου, Γιάννης Πλαχούρης, Ζωή Σαμαρά, Μαργαρίτης Σαμαράς, Χρύσα Σπυροπούλου, Αλέξης Σταμάτης, Εύα Στάμου, Ρίτσα Φράγκου - Κικίλια, Ιουστίνη Φραγκούλη, Αγγελος Χαριάτης, Ελένη Χωρεάνθη, Λίτσα Ψαραύτη.
*Οι πίνακες που συνοδεύουν εικονογραφικά το αφιέρωμα είναι του Σαλβαδόρ Νταλί.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΠΟΥΖΟΣ: Μη θαρρείς πως είναι εχθρός... η κρίσηΒγήκε από το στενό και πλησίαζε. Με σκυφτό το κεφάλι. Σα να τον βοηθούσε το βάρος του στο περπάτημα. Με τα χέρια στις τσέπες του παντελονιού του. Ή κρύωνε ή τα έκρυβε. Συνηθισμένη φιγούρα σε ασυνήθιστη ώρα. Έφθασε στο πάρκο και κοντοστάθηκε. Κάτι έψαχνε. Ή κάτι φοβόταν. Κοίταζε γύρω του. Ίσως κάτι έχασε. Ή τα έχασε όλα. Ή έχασε εκείνο το ένα που ήταν όλη του η ζωή. | |
ΑΛΕΞΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ: Εκπτωση των πέντε δακτύλωνΤο μαγαζί με τα ρούχα. Δεν το ‘χει ξανακάνει εκεί. Ποτέ τόσο κοντά στο σπίτι. Διασχίζει τον δρόμο ήρεμα. Κατευθύνεται στο παράρτημα με τα γυναικεία εσώρουχα. Στέκεται λίγο, ότι δήθεν κοιτάζει, ύστερα παίρνει ένα τυχαίο στα κρυφά, ξεκολλάει γρήγορα την ασφάλεια και το βάζει βαθιά στην τσέπη του παντελονιού της. Το κάνει συχνά - «έκπτωση των πέντε δακτύλων» το ονομάζει. | |
ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ - ΠΟΘΟΥ: Κάτω στο ποτάμι με τα άσπρα νεράΩρες τώρα περπατάει μονάχη της. Μπορεί και μέρες. Κάτι ζητά. Μα το ξέχασε. Δεν κοιμάται. Δεν τρώει. Διψά μόνο. Μια δίψα που της ξεριζώνει τα σωθικά. Κι αν τύχει και βρεθεί κοντά σε πηγή, το νερό γίνεται στάχτη. Μόνο το ποτάμι που περνά δίπλα της έχει άσπρα καθαρά νερά. Όμως δεν μπορεί να το φτάσει. Όσο κι αν προσπαθεί, το ποτάμι γλιστρά και φεύγει, απομακρύνεται. Και ονειρεύεται μια μέρα να μπει ολόκληρη στα άσπρα καθαρά νερά, να την πάρουν μαζί τους. | |
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΥΔΑΣ: Six feet underΤελείωσε η κρίση, το γράφουν και οι εφημερίδες. Εντάξει, δε το πολυπιστεύω ότι τελείωσε γιατί στις πιο μέσα σελίδες έχουν άλλο ένα θέμα για μια αυτοκτονία ενός ακόμη νεόπτωχου. Αυτός τουλάχιστον αναχώρησε με στυλ. Βούτηξε από την ταράτσα και σημάδεψε την οροφή του λεωφορείου που περνούσε από κάτω. | |
ΙΟΥΣΤΙΝΗ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ: Συντριβήτωσαν οι αγορές του κόσμουΠώς να το ξεστομίσει, πες μου πώς; Πώς να την αντικρίσει την καλομαθημένη του Πένυ, που την παραίτησε από τη δουλειά της για να του μεγαλώσει τα παιδιά; Που της έφτιαξε ολόκληρο μέγαρο στην Ερυθραία με κήπους και πισίνα εξαγοράζοντας τη μοναξιά της με ανέσεις; | |
ΕΥΑ ΣΤΑΜΟΥ: Πώς γράφεται η ηδονή;Η άνοιξη έχει μπει πρόωρα, μ’ έχει αιφνιδιάσει. Κοιμάμαι πολύ και νιώθω διαρκώς άτονη και κουρασμένη. Είναι η μόνη εποχή του χρόνου που ξαπλώνω τα μεσημέρια. Ενας ύπνος γεμάτος παράξενα, πολύχρωμα όνειρα, που συνήθως συνοδεύεται από έντονες κρίσεις υπογλυκαιμίας, με τυραννάει για ώρες. Δυσκολεύομαι να ξυπνήσω, δυσκολεύομαι και να διακρίνω τ’ όνειρο από την πραγματικότητα. | |
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΛΗΣ: Τα απαραίτηταΤο ασανσέρ χαλασμένο και παρατημένο έτσι εδώ και καιρό. Άρχισαν να ανεβαίνουν τους ορόφους με στάση σε κάθε πλατύσκαλο. Όχι για ανάσες. Για μια αγκαλιά. Για ένα έστω φιλί. Δόση μέχρι τον επόμενο όροφο. Γέλαγαν και οι δύο στην σκέψη μιας πόρτας που μπορεί να άνοιγε ξαφνικά. | |
ΖΩΗ ΣΑΜΑΡΑ: Εξόριστοι στο παρόνΗμέρα Κρίσεως. Θα είμαστε εκ δεξιών ή εξ ευωνύμων του Κυρίου; Συνωστισμός. Πόσο δεξιά να πάει ο φτωχός; Ή μήπως πτωχός; Τω πνεύματι; | |
ΛΙΤΣΑ ΨΑΡΑΥΤΗ: Για ένα γεροντάκι...Μα, να το πάθω εγώ σ’ αυτή την ηλικία, με δύο παιδιά και τρία εγγόνια; Δεν το χωρούσε ο νους μου. Εφταιγε και η Μερόπη, η παλιά μου συνάδελφος στο υπουργείο Εξωτερικών. Ημασταν φίλες, τα γραφεία μας αντικριστά. Ηταν καλό κορίτσι, χαρούμενη, αισιόδοξη, έξω καρδιά, πατούσε γερά στη γη. Αντίθετα εγώ ήμουνα κλεισμένη στον εαυτό μου, ονειροπολούσα τον περισσότερο καιρό και πετούσα στα σύννεφα. | |
ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ: Το πολυτιμότερο δώροΗ κυρία Περσεφόνη έκανε νόημα στη νύφη της να καθίσει πλάι της κι ακούμπησε αδύναμα το χέρι στο γόνατό της. Η Ερασμία, κάθισε δίπλα της ακουμπώντας τρυφερά το χέρι στα μαλλιά της πεθερά της. Εκείνη της έριξε ένα ικετευτικό βλέμμα και πήρε βαθιά ανάσα ανακούφισης. Έμειναν για λίγο σιωπηλές, κάθε μια για λογαριασμό δικό της. Στην πραγματικότητα επικοινωνούσαν σιωπηρά μεταξύ τους. | |
ΜΑΡΙΑ ΒΛΑΝΤΗ: Λαβύρινθος«Καλησπέρα, από ‘δώ παρακαλώ, ευχαριστώ!» | |
ΜΑΡΩ ΒΑΜΒΟΥΝΑΚΗ: Παραμύθι εύκολης ζωήςΠιστεύω πως οι πόνοι της ψυχής είναι η ψυχή. Γιατί η ψυχή που γιατρεύεται από τους πόνους της, πεθαίνει. | |
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΛΑΧΟΥΡΗΣ: Μετά από την κρίση, είναι ο αέρας που σκορπίζει τα χαρτιάΑπό τα πρώτα του βήματα ο αιώνας μας πορεύεται ήδη μια βαθειά, πολύμορφη και διαρκή κρίση. Μικρά και μεγάλα αδιέξοδα, σάλος και μπέρδεμα και ρήγματα που διακόπτουν βίαια μια εξέλιξη σε πολλούς τομείς δράσης -εσωτερικής και εξωτερικής - απαιτώντας λύσεις, οι οποίες δεν σημαίνουν απαραίτητα επιστροφή στα κεκτημένα. Η «έξοδος» άλλοτε βγάζει μπροστά και άλλοτε σε χειρότερα. | |
ΡΟΥΛΑ ΚΑΚΛΑΜΑΝΑΚΗ: Ω! Κρίση ΑγίαΗ κρίση; Ποια κρίση; Του Θεού μήπως; Αυτή που ανακουφίζει τη συνείδηση και της επιτρέπει να προσδοκά τον παράδεισο; Εκείνη που απειλεί με αδικία υποσχόμενη μια ελάχιστη Δικαιοσύνη στην τυχερή περίπτωση; | |
ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΣΑΜΑΡΑΣ: Το ποτάμιΤο φως της ημέρας είχε απομακρυνθεί εδώ και αρκετή ώρα από την άχρωμη κωμόπολη και το φεγγάρι ελάχιστα ξεπρόβαλε· προτίμησε να σταθεί απόμακρα, κρυμμένο πίσω από τα σκοτεινά σύννεφα που είχαν σκεπάσει από το πρωί τους ανθρώπους. | |
ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ: 2009 μ.Κ.Θα πέφτουν τ’ αστέρια των ενοχών μου και θα γκρεμίζονται φεγγάρια μες στην πλήξη ποιος απ’ τους δυο μας πρώτος θα ανοίξει την αγκαλιά απ’ τα κρυμμένα τα χαρτιά του; | |
BΑΣΙΛΗΣ ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΟΣ: Περιμένοντας τον ΚριτήEχει περάσει περισσότερο από μία ώρα. Θαρρείς μ’ αφήνουν επίτηδες να περιμένω τόσο, για να έχω το χρόνο να το ξανασκεφτώ. Μάλλον γι’ αυτόν το λόγο έχουν βάλει απέναντί μου τούτη τη γλοιώδη ανθρώπινη φιγούρα. Ο κλητήρας κάθεται στο μικρό γραφείο του, τρίβοντας κάθε τόσο τα παχουλά του χέρια και χαμογελώντας, σε μια προσπάθεια να σκεπάσει τα χασμουρητά του. Σκέψου να του είχαν δώσει ένα πιο αναπαυτικό κάθισμα, σαν τη μαλακή δερμάτινη πολυθρόνα στην οποία κάθομαι άβολα εγώ - θα τον είχε πάρει σίγουρα ο ύπνος! | |
ΝΕΝΑ ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ: Προφητικό παραμύθιΚαιρό τώρα κατασκευάζει το παραμύθι του. Ένα παραμύθι μακρόσυρτο, πλασμένο με αναμνήσεις, διαβάσματα και πολλή φαντασία. Προορισμένο να το διηγηθεί στον ίδιο του τον εαυτό. | |
ΝΙΚΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ: Μετά τον κατακλυσμό«Ανάβλυσε λίμνη, - Aφρισε, κύλησε πάνω στη γέφυρα και πάνω από τα δάση μαύρα πανιά και όργανα, - αστραπές και βροντή, - ανεβείτε και βροντείστε - Νερά και λύπες, ανεβείτε και ανυψώστε τους Κατακλυσμούς. | |
ΧΡΥΣΑ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ: Η καταδίωξη της καλής μάγισσας ή ο πάτος του πηγαδιούΟλοι επιθυμούν να υπάρχουν, να αναπνέουν, ανεξαρτήτως υποχρεώσεων, καθηκόντων, αμοιβαιότητας. Ολοι αποσιωπούμε τα λάθη μας, τα κρύβουμε κάτω από το χαλί και με περισσή αφέλεια, ως να μη συμβαίνει τίποτε, βαδίζουμε από τη μία κρίση στην άλλη, πέφτουμε από τον έναν πάτο στον άλλο, χωρίς σημάδια ανάκαμψης και αναγέννησης. Φαίνεται ότι δεν διαθέτουμε τις δυνάμεις εκείνες που θα μας βοηθήσουν να βγούμε από το τέλμα και την παρακμή, από την ισοπέδωση στη δημιουργία και την «ανάσταση». | |
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ: Crisis cafeΣτο crisis cafe -απέναντι από τον Οργανισμό μη εργαζομένων- ο καφές σερβίρεται αμερικάνικα, δηλαδή όσο πίνεις σου βάζουν. Παλιότερα, το μαγαζί ονομάζονταν New Boston cafe, ωστόσο μετά την κρίση και τις ατέλειωτες ουρές ανέργων, η αφεντικίνα του σοφίστηκε να το βαfτίσει crisis cafe - κι έπιασε... | |
ΡΙΤΣΑ ΦΡΑΓΚΟΥ - ΚΙΚΙΛΙΑ: Μετά την κρίση... ξύπνησαΓια να είμαι ειλικρινής, εδώ που τα λέμε, ποτέ μου δεν φαντάστηκα πως θα λάβαινα μέρος σ’ ένα τέτοιο event. Αλλά τι το θες; Λίγο η ηλικία, λίγο η ματαιοδοξία, λίγο όλα τα εις -ία, το αποφάσισα. Και γιατί όχι, παρακαλώ; Και νέα ήμουν, και τα γράμματάκια μου τα ήξερα, και τα αγόρια εκλιπαρούσαν ένα μου βλέμμα, και καντάδες μου έκαναν τα βράδια: | |
ΠΕΡΣΑ ΚΟΥΜΟΥΤΣΗ: Μετά την κρίση... ενός μυθιστορηματικού ήρωα...Το φως της ημέρας σκοτεινιάζει ξαφνικά, γίνεται θολό και αδύναμο, οι λαμπερές ακτίνες του ήλιου εγκλωβίζονται πίσω από ένα πυκνό σύννεφο ομίχλης που εμφανίζεται από το πουθενά, συνήθως από το πουθενά. | |
ΑΓΓΕΛΟΣ ΧΑΡΙΑΤΗΣ: Η χαμένη ταυτότηταΕγιναν όλα τόσο ξαφνικά. Ο ήρωάς μας, που θα μπορούσε να είναι ένας σαν κι εμάς, ήταν στην κουζίνα του όταν συνέβη. Για την ακρίβεια έφτιαχνε τον πρωινό του καφέ με τη γεύση του ύπνου ακόμη στο στόμα του, όταν χτύπησε το σταθερό του τηλέφωνο. | |
ΤΙΤΣΑ ΠΙΠΙΝΟΥ: Το πιο πολύτιμο δώροΠάει καιρός από τότε. Ηταν πάλι τέτοιες μέρες εορτών. Βρισκόμασταν στο Λονδίνο που ήταν τόσο εντυπωσιακά στολισμένο -δρόμοι, κτίρια, πλατείες, δέντρα, βιτρίνες- που δεν μπορούσε παρά να σε παρασύρει στην εορταστική του ατμόσφαιρα. Αυτοσχέδιες ορχήστρες στις εξόδους του underground και κόσμος ξεχυμένος στους δρόμους φορτωμένος πολύχρωμα πακέτα και τσάντες με δώρα. Κι όμως ούτε καν το προσέχαμε. Τόση χαρά και φασαρία μας ενοχλούσε. |
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου