Από το ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΤΩΝ ΚΕΡΙΩΝ
ΤΟΥ SHERKO BEKAS
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΚΟΥΡΔΙΚΑ: ΧΙΒΑ ΠΑΝΑΧΙ
Με νέο ένδυμα του ποιήματος
Σε απόχρωση των δακρύων
Γυαλίζει η αναμονή
Γυαλίζουν οι καημοί
Ένα ένδυμα σε απόχρωση της παρθενίας του βοριά
Ένα ένδυμα με απόχρωση της θλίψης του άνθους
Η εποχή της ξεριζωμού
Που αργό ντύνει την εσπέρα των ερωτευμένων
Το ύψος των ξενιτεμένων
Με το νέο ένδυμα
Εκείνα που μόνο η λεπτοκαμωμένη φαντασία γνωρίζει
Που τα έραψα σε υγρά δωμάτια
Με την συντροφιά του γέρου Φανούρη
Με νέο ένδυμα του ποιήματος
Με τη θλίψη των δακρύων
Μαζί με την όαση
Χέρι χέρι με το φθινόπωρο
Όπως ο άνεμος που εκδιώχθηκε
Χτυπιέται ανόητα στα βράχια
Ορισμένες φορές με μπερδεύουν με έναν φοβισμένο ανοιξιάτικο άνεμο
Που μοιάζει με ένα κοριτσάκι από τη «Χαλάπτσα»1
Οι καημοί των άνεμων
Παίζουν τα φλάουτα της μοναξιάς
Κουβαλάω στο στήθος μου την πληγή του Κιρκούκ
Συνεχώς γύρω μου φυτρώνει ένα κομμένο κεφάλι
Προχωράω
Mε μια τούφα των μαλλιών στο χέρι
εκείνης της γυναίκας που αποκεφαλίστηκε
Από Ένα σπαθί
Με ένα φιτβάς2
Στην Τάβιλια3 καθώς χάρισαν το κεφάλι της σε ένα τζαμί
Φεύγω
Ένα νέο ταξίδι
Ξυπόλυτοι καημοί
Όλοι πάνω στις πλάτες της όαση
Ξαφνική φυγή
Στην εποχή της αντάρας
Στις αποσκευές της κρύβει πολλά
Κρύβει τα σκοτωμένα μάτια της βροχής
Ταξίδι
Ταξίδι προς τις χώρες της στάχτης
Στην πατρίδα των ήρεμων δρόμων
Των γεμάτων με κόσμο
Τα τραγούδια πεθαμένα
τα κρασιά χυμένα
οι πηγές φαρμακωμένες
Γεμάτος ο δρόμος από τα κόκαλα του ήλιου
Από το νέο ένδυμα του ποιήματος
Έχουμε μια συγγένεια
Με εκείνο του πουλάκι που έχει χάσει το πιτσουνάκι του
Διχασμένος ο ουρανός
Με το ένδυμα της μουσικής
Με το Ταμπούρι4 και το Μπαλαμπάν
Καθώς γίνομαι χορός
Με τα φωνήεντα της φωτιάς
Παρατηρώντας το καραβάνι των νεκρών
Στο κατώφλι γης και ουρανού
Φεύγω πάλι με τη μαύρη τσάντα μου
Ψάχνω τις τσέπες μου
Η απελπισία μου απελπισία ερωτευμένου πουλιού
Μου γκρινιάζει να κάτσω με το αυγό του νέου ποιήματος
Με το βλέμμα της σελήνης από πάνω μας
Από πίσω μου τρέχει η ψυχή της μάνας μου
Την μπερδεύω καμία φορά με ένα ασπρόμαυρο Τούτακ5 Πηγαινοέρχεται σε ατελείωτους δρόμους του πόνου
Χωρίς να μπορέσει να κάνει κάτι
Φεύγω για μια καυτή χώρα
Γυρεύω τα οστά
Μικρά θρύψαλα των κορμιών
Γυρεύω τον εαυτό μου
Δεν πάω πολύ μακριά
Χώνομαι προς τα βαθιά
Βλέπω τον θάνατο
Τον κοιτάω στα μάτια
Στο κάτω κόσμο ψάχνω
Εκείνες τις πηγές που τυφλώθηκαν
Ψάχνω για λογαριασμό όλων
Για μια συνάντηση με δαιμονικά πλάσματα
Κοιτάω τον Θεό από κάτω
Βουβά πλάσματα πολλά
Όμως τους λέω τραγούδια
Σε ένα χαρτί μια κρυφή πηγή
Να εκραγείς της είπα
Δεν πηγαίνω μακριά
Κοντά στον δικό μου θάνατο
Σε μια αρχαία ιστορία
Καθώς ο μόνος ρόλος που έπαιζα
Κατέληγε στην κόλαση
Διάλυση, εξόντωση
Πηγαίνω σαν ένας τρελαμένος άνεμος
Της ερήμου
Που θα καταλήξω άραγε;
Υπάρχει το πουθενά
Να βρω αυτόν τον Θεό
Μισοζώντανοι οι εξαφανισμένοι
Κάπου εκεί βρίσκομαι
Σε καπνισμένα μέρη
Εκεί αναμιγμένες με τη μυρωδιά του θανάτου
Οι κραυγές αυτού του χαμένου θεού
Τον γυρεύω
Πώς μας εγκατέλειψες;
Ούτε το ονειρεμένο πουλί της ποίησης
Ούτε η μάγισσα του ανέμου
Έμαθαν για εκείνους τους θανάτους
Ούτε ένας ούτε εκατό ούτε χίλιοι
Κρατήσου από τα μαλλιά μου
Είμαι μια γυναίκα από τη «Ζίανα»6 Ονομάζομαι «Καλέ»{ξανθιά θέα}
Ξέρω για την τύχη εκείνων που ψάχνεις
Τα «Καλουίκ»7του «Χίραν»8της κόλασης
Είναι όλα στο στήθος μου
Η διήγηση των ποταμών δεν αρκεί
Η θλίψη του χώματος και των καμένων δέντρων είναι λίγη
Είμαι οι φωνές των τάφων
Η μυρωδιά των πτωμάτων
Το χρώμα του σκότους
Μοίραζα το κορμί μου στον θάνατο
Οι πληγές του είναι εδώ
Έρχομαι από τις στάχτες της παρθενίας μου
Από χιλιάδες πεταλούδες
Από εκατοντάδες μικρές πηγές
Από τις σκιές της ζωής
Μόνο μερικοί επέστρεψαν
Από κει έρχομαι
Σας βρήκα στο χώμα του ουρανού
Η ελπίδα κομματιασμένη
Να πλαγιάζετε ο έρωτας με δηλητήριο
Το τραγούδι που έμεινε
Μονάχα η εξόντωση, μικρά στήθη
Μέσα στο αίμα οι φίλες μου
Κοίτα να δεις τις ψυχές τους
Πονάνε και κλαίνε
Βραχιόλια και μικρά κοσμήματα
Γρατζουνάνε την γη για βοήθεια
Κοίτα: οστά μικρά και μεγάλα χέρια
Κάτω από τον μαύρο ήλιο
Κρατήσου από τα μαλλιά μου
Ή από την μεγάλη Θεά της θλίψης
Ή ακολούθησε την καμένη μου φωνή
Στο «Τουπίζάβ»9 τον πρώτο σταθμό στην έξοχη
Θάφτηκαν τα όνειρά μας
Σε μια καλοκαιρία
Απών εκείνος ο μέγας Θεός
Στα προπύλαια της Βαγδάτης
Σταγόνες από απελπισμένες ερωτήσεις
Το πρώτο αστυνομικό τμήμα στην κόλαση
Ένα κρυφό χαρτί από μυστικές εικόνες
Πνίγουν το βλέμμα μας
Ο κόσμος ανήμπορος
Ο δρόμος ανήμπορος
Τα ύδατα ανήμπορα
Όλοι δήλωσαν ανήμποροι
Πραγματοποιείται το μεγάλο ταξίδι
Οι ανάσες του χιονιού αγκάλιασαν το καραβάνι των πτωμάτων
Το τελευταίο βλέμμα του φεγγαριού
Ποιος θα ερωτευτεί ξανά;
Ας δανειστούμε ένα αθώο χαμόγελο από την κούνια
Για το δρόμο προς την κόλαση
Θλιβερό είναι ακόμη το φως είχε καλυμμένο τα μάτια του
Τα τραγούδια κρυφτήκανε στα όπλα
Ακούστηκε πυρ... πυρ...
Η ελευθερία υπό κράτηση
Σε ένα σεντούκι
Άλλα σεντούκια, το ένα πάνω από το άλλο
Σκοντάφτει στα μονοπάτια του θανάτου
Απαγορεύεται να χαράζει η αυγή
Έρχονται μερικοί άντρες
Έχουν την αγριάδα του «Χατζάζτ»10 στα χέρια
Μια ομάδα αντρών βαρβαρικής καταγωγής
Το μυαλό τους μαύρο μίσος
Με ιστορία από σπαθί και αίμα
Πάνω στους μιναρέδες από κεφάλια
Φωνάζουν τον Αλλάχ
Σταματάει ο χρόνος
Το ρολόι αυτοκτονεί, σκεπάζεται με τα μικρά λεπτά της σκόνης
Μια ομάδα γυναικών
Μια ομάδα ομορφιάς
Μια ομάδα γυναικών παρακαλεί τον Θεό
Οι γυναίκες διαλυμένες από φόβο
Η μία έκλαιγε στην αγκαλιά της άλλης
Άλλη χώρια
Μαζί μετά
Κρατάνε το κεφάλι της μιας καθώς την τρώει ένας σκοτεινός άντρας
Τρέχει αίμα... γεμίζει το χώμα
Μαχαίρια πολλά ανακατεμένα με παρακάλια των αγίων
Των αγγέλων... όλοι γέμισαν αίμα
Το πρόσωπο όλων πήρε το κόκκινο χρώμα της ντροπής
(Κι εδώ νομοθετούν για παρθενιά)
Χτυπάμε την πόρτα της συνείδησης του πολιτισμένου κόσμου
Ελάτε, αυτό το κορίτσι δεν έζησε ούτε όσο ζει μια πεταλούδα
Τι να διηγηθώ;
Όλες εκείνες οι χαμένες φωνές
Στο γέλιο των φρουρών
Πες μου πώς να περιγράψω τον πόνο
Εκείνο το κορίτσι που το έτρωγαν τα σκουλήκια
Μετά από χιλιάδες βιασμούς
Κι εμείς από την πείνα τρώγαμε τα σκουλήκια του πτώματός της
Μια μέρα που θα μιλήσει το χώμα
Πείτε του να κάνει διαγωνισμό πόνου
Είμαι σίγουρος ότι καμία γη δεν μπορεί να μας ξεπεράσει
Τόσες ιστορίες
Πεζά, ποιήματα, κρεμάστηκαν τα έπη πια
Είμαι σίγουρος ότι αν δεν μας αδικήσουν
Θα πάρουμε το Νόμπελ της εξόντωσης
Για τους ανυπεράσπιστους καιρούς
Εμείς οι Κούρδοι θα το κερδίσουμε
Για τα χρόνια του ΑΝΦΑΛ11
Το Νομπέλ της εξόντωσης για μας
1Μια από τις αρχαίες πόλεις στο Κουρδιστάν του Ιράκ που βομβαρδίστηκε από το καθεστώς Σαντάμ 18.3.1988
2 Σύμφωνα με τον ισλαμικό νόμο οι εκπρόσωποι της θρησκείας, οι Μουφτήδες, με ένα διάταγμα που λέγεται φετβας απαντάνε σε όσους δεν συμφωνούν μαζί τους με ωμή βία και εξόντωση
3 Ταβίλα μια κωμόπολη στην Κιρκούκ στο Κουρδιστάν του Ιράκ
4 Ταμπούρι και Μπάλαμπαν: δύο παραδοσιακά κουρδικά όργανα
5 Ένα ονειρεμένο πουλί στην κουρδική μυθολογία
6 Ένα μέρος στα νότια του Ιράκ με φοβερή ζέστη που χρησιμοποιήθηκε για την ομαδική ταφή των Κούρδων από το καθεστώς Σαντάμ
7 Το ίδιο με την περιγραφή 4
8 Το ίδιο με την περιγραφή 4 και 5
9 Μέρος στο Ιράκ που χρησιμοποιήθηκε για το γεγονός που έμεινε γνωστό ως Ανφάλ, σχέδιο εξόντωσης του κουρδικού πληθυσμού
10 Γνωστός σφαγέας στην εποχή της επέκτασης του ΙΣΛΑΜ, το 1000μ.Χ.
11 ΑΝΦΑΛ είναι ένα κεφάλαιο στο ιερό βιβλίο Κοράνι των μουσουλμάνων. Η εξουσία του Σαντάμ θεώρησε τους Κούρδους άπιστους, γι' αυτό με βάση τη βία σε αυτό το κεφάλαιο έκαναν την επιχείρηση εξόντωσης των Κούρδων .
Ταξιδεύουμε με τον Sherko Βekas στο Κουρδιστάν στην Μεσοποταμία, περνώντας από τα ψηλά βουνά και τα ποτάμια και τ' ανθισμένα μέρη που έγιναν στάχτη, μας θυμίζει ιστορίες και τραγικές στιγμές του Κουρδικού λαού.
Οι πολιτισμένοι παίρνουν πετρέλαια κι έτσι κλείνουν τα μάτια τους στην εξόντωση, όμως ο ποιητής - στοχαστής Βekas απαγγέλλει από τα μεγάφωνα του κόσμου τον πόνο, την ομορφιά της ελευθερίας, την λαχτάρα για μια ανάσα πάνω στη γη με έντονο χρώμα αξιοπρέπειας. Το καθεστώς του Μπαθ στην εξόντωση του Κουρδικού πληθυσμού, τις γυναίκες τις ξεχώρισε από τους άντρες. Βιάστηκαν όλες και τις μικρότερες ηλικίες τις χάρισε ο Σαντάμ στα Αραβικά κράτη ως δούλες (δεκαετία του 1980)
Ο Sherko Βekas γεννήθηκε στις 2 Μαΐου 1940 στην πόλη Solaimania. Γιος του εθνικού ποιητή των Κούρδων Faiaq Βekas, στην διάρκεια της εξόντωσης χάνει συγγενείς και φίλους. Ως εξόριστος έζησε μέχρι το 1992, οπότε επέστρεψε στο Κουρδιστάν. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα Γαλλικά, Αγγλικά, Ιταλικά, Σουηδικά, Νορβηγικά, Περσικά, Αραβικά, Ρωσικά. Έχει βραβευτεί με την χρυσή πένα του Τοχολόσκη της Σουηδίας και το χρυσό κλειδί της Φλωρεντίας. Πολυγραφότατος κούρδος ποιητής. Οι δυτικοί τον έχουν χαρακτηρίσει ως αυτοκράτορα της ποίησης.
Κάποια από τα έργα του είναι: Το φεγγάρι της ποίησης, Η ζωή βρέχει, Μάτι και το φίδι και το σταυρό και η Εφημερίδα της ζωής ενός ποιητή, Τραγούδια για την καρέκλα .
Το νεκροταφείο των κεριών το οποίο έχει γραφτεί για τις γυναίκες της επιχείρησης του Ανφάλ με επίκεντρο της ομαδικής εξόντωσής τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου