(Ἡ συνάντηση συναισθημάτων καὶ ἀξιῶν σὲ καιροὺς ἔντονης ἀμφισβήτησης)
Γράφει ὁ π.Δανιὴλ Σάπικας
Μία φορὰ κι ἕνα καιρό, συγκεντρώθηκαν σὲ κάποιο μέρος τῆς γῆς ὅλα τὰ συναισθήματα κι οἱ ἀξίες τοῦ ἄνθρωπου.
Ἡ Τρέλα, ἀφοῦ συστήθηκε τρεῖς φορὲς στὴν Ἀνία, τῆς πρότεινε νὰ παίξουν κρυφτό. Τὸ ἐνδιαφέρον σήκωσε τὸ φρύδι καὶ περίμενε νὰ ἀκούσει, ἐνῶ ἡ Περιέργεια χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ κρατηθεῖ ρώτησε: "Τί εἶναι τὸ κρυφτό;"
Ὁ Ἐνθουσιασμὸς ἄρχισε νὰ χορεύει παρέα μὲ τὴν Εὐφορία κι ἡ Χαρὰ ἄρχισε νὰ πηδάει πάνω κάτω γιὰ νὰ καταφέρει νὰ πείσει τὸ Δίλλημα καὶ τὴν Ἀπάθεια - τὴν ὁποία δὲ τὴν ἐνδιαφέρε ποτὲ τίποτα - νὰ παίξουν κι αὐτοί. Ἀλλὰ ὑπῆρχαν πολλοὶ ποὺ δὲν ἤθελαν νὰ παίξουν. Ἡ Ἀλήθεια δὲν ἤθελε νὰ παίξει γιατί ἤξερε ὅτι, οὕτως ἢ ἄλλως κάποια στιγμὴ θὰ τὴν ἀποκάλυπταν. Ἡ Ὑπεροψία ἔβρισκε τὸ παιχνίδι χαζὸ κι ὁ Ἄνανδρος δὲν ἤθελε νὰ ρισκάρει.
«Ἕνα, δυό, τρία» ἄρχισε νὰ μετράει ἡ Τρέλα. Ἡ πρώτη ποὺ κρύφτηκε ἦταν ἡ Τεμπελιά. Μιᾶς καὶ βαριόταν, κρύφτηκε στὸν πρῶτο βράχο ποὺ συνάντησε.
Ἡ Πίστη, πέταξε στοὺς οὐρανοὺς κι ἡ Ζήλια κρύφτηκε στὴ σκιὰ τοῦ θριάμβου, ὁ ὁποῖος μὲ τὴ δύναμή του κατάφερε νὰ σκαρφαλώσει στὸ πιὸ ψηλὸ δέντρο. Ἡ Γενναιοδωρία δὲ μποροῦσε νὰ κρυφτεῖ γιατί κάθε μέρος ποὺ ἔβρισκε τῆς φαινόταν ὑπέροχο μέρος γιὰ νὰ κρυφτεῖ κάποιος ἄλλος φίλος της, ὁπότε τὸ ἄφηνε ἐλεύθερο. Κι ἔτσι, ἢ Γενναιοδωρία, κρύφτηκε σὲ μιὰ ἡλιαχτίδα. Ὁ Ἐγωισμός, ἀντιθέτως, βρῆκε ἀμέσως κρυψώνα: ἕνα καλὰ κρυμμένο καὶ βολικὸ μέρος μόνο γι' αὐτόν. Τὸ Ψέμα πῆγε καὶ κρύφτηκε στὸν πάτο τοῦ ὠκεανοῦ. Τὸ Πάθος καὶ ὁ Πόθος κρύφτηκαν μέσα σὲ ἕνα ἡφαίστειο. Ὁ ἔρωτας δὲν εἶχε βρεῖ ἀκόμη κάπου νὰ κρυφτεῖ. Ἔβρισκε ὅλες τὶς κρυψῶνες πιασμένες, ὥσπου βρῆκε ἕνα θάμνο ἀπὸ τριαντάφυλλα καὶ κρύφτηκε ἐκεῖ.
«1000» μέτρησε ἡ Τρέλα κι ἄρχισε νὰ ψάχνει.
Τὴν πρώτη ποὺ βρῆκε ἦταν ἡ Τεμπελιά, ἀφοῦ δὲν εἶχε κρυφτεῖ καὶ πολὺ μακριά.
Μετὰ βρῆκε τὴν Πίστη, ποὺ μίλαγε στὸν οὐρανὸ μὲ τὸ Θεὸ γιὰ θεολογία.
Ἔνιωσε τὸ «ρυθμὸ» τοῦ Πόθου καὶ τοῦ Πάθους στὸ βάθος τοῦ ἡφαιστείου κι ἀφοῦ βρῆκε τὴ Ζήλια, δὲν ἦταν καθόλου δύσκολο νὰ βρεῖ καὶ τὸ Θρίαμβο.
Βρῆκε πολὺ εὔκολα τὸ Δίλημμα, ποὺ δὲν εἶχε ἀκόμη ἀποφασίσει ποὺ νὰ κρυφτεῖ.
Σιγὰ - σιγά, τοὺς βρῆκε ὅλους ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἔρωτα.
Ἡ Τρέλα ἔψαχνε παντοῦ, πίσω ἀπὸ κάθε δένδρο, κάτω ἀπὸ κάθε πέτρα, σὲ κάθε κορφὴ βουνοῦ, μὰ τίποτα. Ὅταν ἦταν σχεδὸν ἕτοιμη νὰ τὰ παρατήσει, βρῆκε ἕνα θάμνο ἀπὸ τριαντάφυλλα κι ἄρχισε νὰ τὸν κουνάει νευρικὰ ὥσπου ἄκουσε ἕνα βογγητὸ πόνου.
Ἦταν ὁ Ἔρωτας ποὺ τ' ἀγκάθια ἀπὸ τὰ τριαντάφυλλα, τοῦ εἶχαν πληγώσει τὰ μάτια . Ἡ Τρέλα δὲν ἤξερε πῶς νὰ ἐπανορθώσει! Ἔκλαιγε, ζήταγε συγνώμη καὶ στὸ τέλος, ὑποσχέθηκε νὰ γίνει ὁ ὁδηγὸς τοῦ Ἔρωτα.
Ἔτσι ἀπὸ τότε, ὁ Ἔρωτας εἶναι πάντα τυφλὸς κι ἡ Τρέλα πάντα τὸν συνοδεύει. Καὶ ζῆσαν αὐτοὶ καλὰ καὶ ἐμεῖς καλύτερα!
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου