Βαδίζοντας στους δρόμους της Βαρσοβίας, ο επισκέπτης κάνει ένα ταξίδι ιστορικής μνήμης σε όσα γεγονότα συγκλόνισαν την ήπειρό μας τους τελευταίους αιώνες.Μια πόλη και ένας λαός που αντιστάθηκαν σε κατακτητές και ολοκληρωτισμούς και πολέμησαν μέχρι το τέλος δίνοντας φωτεινό παράδειγμα πάθους για την ελευθερία και την ανεξαρτησία στους λαούς όλου του πλανήτη
Οι Πολωνοί είναι υπερήφανοι για την πρωτεύουσά τους και το ίδιο πρέπει να είμαστε και όλοι εμείς οι Ευρωπαίοι, που στα χώματα της ηπείρου αυτής υπάρχει μια τέτοια πόλη.
Δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε διαφορετικά από το να ξεκινήσουμε από την ιστορία της πόλης, που μπορεί να μην πηγαίνει τόσο βαθιά στο χρόνο, είναι όμως πλήρης από σημαντικά γεγονότα.
Η «γοργόνα του Βιστούλα», όπως λένε οι Πολωνοί τη Βαρσοβία, άρχισε να χτίζεται το 1281 στις όχθες του ποταμού που διασχίζει τη χώρα.
Εκείνη την εποχή οι δούκες της Μαζοβίας εκτίμησαν την περιοχή ως σημαντικό εμπορικό κέντρο, 400 χλμ. από τις όχθες της Βαλτικής. Τότε ήταν και η μεγάλη εποχή του πολωνολιθουανικού βασιλείου, που εκτεινόταν ώς τα βάθη της Ρωσίας.
Το 1596 ο βασιλιάς Ζίγκμουντ Βάζα μετέφερε την πρωτεύουσα του βασιλείου του από την Κρακοβία στη Βαρσοβία. Το 17ο αιώνα οι Σουηδοί την κατέλαβαν και την κατέστρεψαν ολοσχερώς. Ηταν η πρώτη φορά που η Βαρσοβία γινόταν στάχτη.
Δεν θα ήταν όμως και η τελευταία. Ο βασιλιάς Γιαν Σομπιέσκι -που με τα στρατεύματά του κατατρόπωσε τους Τούρκους στα τείχη της Βιέννης- συνέβαλε όσο κανείς άλλος στην άνθηση και την αναγέννησή της.
Διάσημοι αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες από όλη την Ευρώπη έφτασαν στη Βαρσοβία και σ' ένα όργιο αναγεννησιακού μπαρόκ λάμπρυναν με τα έργα τους την πρωτεύουσα της Πολωνίας.
Ο πιο γνωστός από αυτούς, ο Ιταλός αρχιτέκτονας Καναλέτο, ο οποίος έχτισε σχεδόν τα περισσότερα από τα κτήρια της σημερινής Παλιάς Πόλης. Το 18ο αιώνα, η Πολωνία μοιράστηκε ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις Ρωσία, Αυστρία και Πρωσία και έσβησε από το χάρτη.
Η πατρίδα του μουσουργού Σοπέν και της νομπελίστριας Μαρίας Κιουρί έγινε η δυτικότερη μεγαλούπολη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Ακολούθησαν σκληρά χρόνια κατοχής και προσπάθειας εκρωσισμού των Πολωνών. Η πολωνική γλώσσα απαγορεύτηκε και οι Ρώσοι επιχείρησαν να προσηλυτίσουν τους Πολωνούς στην ορθόδοξη θρησκεία.
Ο έντονος θρησκευτικός εθνικισμός και καθολικισμός των Πολωνών, που μέχρι σήμερα υπάρχει, έχει τις ρίζες του σε αυτή την εποχή. Η Καθολική Εκκλησία έγινε το σύμβολο αντίστασης και το αποκούμπι των Πολωνών και μέσω αυτής διατήρησαν την εθνική τους ταυτότητα. Μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, το 1918, η Βαρσοβία έγινε και πάλι η πρωτεύουσα της αναγεννημένης Πολωνίας.
Οι καλές μέρες δεν κράτησαν όμως για πολύ. Τον Σεπτέμβριο του 1939 τα «Στούκας» και τα κανόνια των ναζί χτύπησαν για άλλη μια φορά το κέντρο της πόλης. Τα μαύρα χρόνια της γερμανικής κατοχής είχαν μόλις ξεκινήσει. Οι Πολωνοί, ωστόσο, δεν το έβαλαν ούτε αυτή τη φορά κάτω.
Με επίκεντρο τη Βαρσοβία ξεκίνησαν έναν αντιστασιακό αγώνα χωρίς προηγούμενο σε ολόκληρο τον κόσμο. Η απάνθρωπη ρατσιστική πολιτική του ναζισμού αποτυπώθηκε με όλη της τη σκληρότητα στην πολωνική πρωτεύουσα.
Εδώ, εκατοντάδες χιλιάδες Πολωνοεβραίοι κλείστηκαν αναγκαστικά σε μερικές δεκάδες τετραγωνικά μέτρα, ζώντας κάτω από τις πιο απάνθρωπες και άθλιες συνθήκες. Η ταινία του Ρομάν Πολάνσκι «Ο πιανίστας» δείχνει με μεγάλο ρεαλισμό την αληθινή ιστορία του γκέτο της Βαρσοβίας.
Εδώ όμως σημειώθηκε και κάτι άλλο μοναδικό.
Η πρώτη και μεγαλύτερη εξέγερση των Εβραίων κατά του ναζισμού, που κατέληξε σε ολοκαύτωμα. Επειτα από μέρες ηρωικής αντίστασης το γκέτο ισοπεδώθηκε και στην κυριολεξία μόνο μια χούφτα Εβραίοι κατάφεραν να μείνουν ζωντανοί.
Ομως, λίγο καιρό αργότερα -τον Αύγουστο του 1944- η Βαρσοβία έγραψε άλλη μια λαμπρή σελίδα ιστορίας στην αντίσταση των λαών κατά του φασισμού. Πρόκειται για τη μεγάλη εξέγερση της πόλης της Βαρσοβίας, που συγκλόνισε όλη την Ευρώπη. Παρ' ότι τα σοβιετικά στρατεύματα βρίσκονταν μόνο λίγα χιλιόμετρα ανατολικότερα του Βιστούλα, τελικά άφησαν τους Πολωνούς αβοήθητους. Η ηρωική πολωνική εξέγερση κράτησε σαράντα μέρες, στις οποίες οι Πολωνοί κατάφεραν να απελευθερώσουν μεγάλο μέρος της πρωτεύουσάς τους. Ηθελαν, όταν θα έμπαιναν τα σοβιετικά τανκς στην πόλη τους, να είναι αυτοί τα αφεντικά και όχι να τους παρουσιαστούν οι Ρώσοι ως απελευθερωτές.
Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, πιστό στη φιλοβρετανική κυβέρνηση του Λονδίνου, δεν επιθυμούσε να απελευθερωθεί από τους ναζί και να καταληφθεί από τους Σοβιετικούς.
Προτίμησε να γίνει στάχτη, παρά να ζήσει κάτω από την μπότα ενός νέου κατακτητή, που αυτή τη φορά δεν λεγόταν Χίτλερ, αλλά Στάλιν.
Τελικά οι Πολωνοί δεν τα κατάφεραν.
Η χώρα τους και η Βαρσοβία ακολούθησαν τη μοίρα των υπόλοιπων κρατών της ανατολικής Ευρώπης, που κατέληξαν δορυφόροι της Σοβιετικής Ενωσης. Αλλα σαράντα χρόνια ολοκληρωτισμού βρίσκονταν μπροστά τους. Το αποτέλεσμα της εξέγερσης του '44 ήταν οι Γερμανοί να ισοπεδώσουν ολόκληρη τη Βαρσοβία και 200.000 Πολωνοί να χάσουν τη ζωή τους. Οσοι έμειναν ζωντανοί εκτοπίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Αυτό που προξενεί εντύπωση στον σημερινό επισκέπτη είναι ότι σε ολόκληρη την πόλη βλέπει μικρά μνημεία στους τοίχους των σπιτιών, όπου οι κάτοικοι ανάβουν καθημερινά κεριά και τοποθετούν λουλούδια. Πρόκειται για σημεία όπου έγιναν μαζικές εκτελέσεις Πολωνών από τους ναζί. Και τα μνημεία αυτά είναι αμέτρητα.
Κοντά τους -ειδικά στην Παλιά Πόλη- μικρές πλακέτες θυμίζουν τα σημεία όπου υπήρχαν οδοφράγματα και δόθηκαν σκληρές μάχες. Εκεί αναγράφεται το όνομα του κάθε οδοφράγματος και ποιο συγκεκριμένο τάγμα αντιστασιακών πολέμησε. Στα βόρεια της Παλιάς Πόλης υπάρχει το μεγάλο Μνημείο της Εξέγερσης στο σημείο ακριβώς που οι τελευταίοι μαχητές δραπέτευσαν μέσω των υπονόμων.
Τα τελευταία χρόνια στη γειτονιά Βόλα, στην οδό Γκιζμπόφσκια, λειτουργεί το θαυμάσιο Μουσείο της Εξέγερσης, στο οποίο ο επισκέπτης μπορεί να δει την ιστορία της, με οπτικοακουστικά ντοκουμέντα, μια ιστορία που επί σαράντα χρόνια θέλησαν να βυθίσουν στο σκοτάδι οι Σοβιετικοί και οι σύντροφοί τους που κυβερνούσαν την Πολωνία.
Βγαίνοντας από τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, που χτίστηκε τη δεκαετία του '70, ο επισκέπτης θα εντυπωσιαστεί από το Παλάτι του Πολιτισμού και Τεχνών, το οποίο χτίστηκε το 1952 από τους Σοβιετικούς.
Εχει ύψος 230 μέτρα και είναι κλασικό παράδειγμα σταλινικής αρχιτεκτονικής. Ενα κτήριο που στην κυριολεξία μισούν οι κάτοικοι της Βαρσοβίας, μιας και τους θυμίζει τη σταλινική περίοδο, ωστόσο εντυπωσιάζει τον Δυτικό τουρίστα.
Στο σημείο αυτό γίνεται εμφανής η αντίθεση της Βαρσοβίας ως μιας πόλης του πρώην ανατολικού μπλοκ από τη μια και από την άλλη ως σύγχρονης πρωτεύουσας, που με ραγδαίους ρυθμούς προσπαθεί να βρει το βηματισμό της και να γίνει μια μεγαλούπολη της Δύσης.
Δίπλα από το σταλινικό παλάτι, τα τελευταία χρόνια ξεφυτρώνουν καθημερινά υπερμοντέρνοι ουρανοξύστες. Πριν από λίγα χρόνια ξεφύτρωσε και ένας άλλος, πιο ροκ, πύργος. Το «Hard Rock» της Βαρσοβίας προσπαθεί με την τεράστια ηλεκτρική κιθάρα του να πιάσει το ύψος του σταλινικού παλατιού και δείχνει το δρόμο σε κάθε φίλο της ροκ, για ένα κοκτέιλ, αλλά και συναυλίες τοπικών ροκ συγκροτημάτων, που είναι πολλά. Η είσοδος είναι πάντα δωρεάν.
Από τη λεωφόρο Γιεροζολίμσκι θα φθάσει ο επισκέπτης στη γωνία με τη λεωφόρο Μαρσακόφσκα, ένα σημείο που θυμίζει έντονα πολλές άλλες πόλεις του πρώην ανατολικού μπλοκ, με τις τεράστιες απρόσωπες πολυκατοικίες του.
Εκεί όμως βρίσκεται το ξενοδοχείο «Πολόνια», ένα από τα ελάχιστα κτήρια της πόλης που δεν ανατίναξαν οι ναζί και που μετά τον πόλεμο -στα σημερινά του δωμάτια- φιλοξενούσε τις διπλωματικές αποστολές στη Βαρσοβία, προτού χτιστούν οι πρεσβείες. Στο μπαρ του μια βότκα -πολωνική φυσικά- θα σας καλωσορίσει στην πολωνική πρωτεύουσα. Απολαύστε το πλήθος στο δρόμο να φεύγει και να έρχεται. Να συναντιέται και να αποχαιρετιέται, με τραγούδια του Σινάτρα. Ο μπάρμαν μπορεί να σας βοηθήσει να βρείτε ποια από τις δεκάδες πολωνικές βότκες που σερβίρει είναι αυτή που σας ταιριάζει. Αλλωστε οι πολωνικές βότκες θεωρούνται από τις κορυφαίες στον κόσμο. Λίγο πιο κάτω βρίσκεται το τεράστιο κτήριο όπου στεγαζόταν το Κομμουνιστικό Κόμμα. Σήμερα φιλοξενεί γραφεία πολυεθνικών εταιρειών και καταστήματα πολυτελείας.
Τα μέσα μαζικής μεταφοράς είναι πολύ οργανωμένα στην πόλη και ειδικότερα το τραμ, που είναι πολύ εξυπηρετικό και για τους τουρίστες. Εισιτήρια μπορείτε να προμηθευτείτε από τους οδηγούς, αρκεί να μάθετε τα πιο στοιχειώδη πολωνικά. Στ' αγγλικά θα συνεννοηθείτε μόνο με τους νέους της Βαρσοβίας, οι οποίοι πραγματικά διψάνε για επαφή με ξένους. Ανοιχτοί και πολύ ευγενικοί, θα λύσουν κάθε απορία σας. Σε λίγα λεπτά με το τραμ μπορεί να βρεθεί κάποιος στο ομορφότερο κομμάτι της Βαρσοβίας, που είναι η Παλιά Πόλη -«Στάρε Μιάστο» και η λίγο νεότερη -«Νόβε Μιάστο».
Για να καταλήξει όμως κάποιος εκεί, μπορεί να περπατήσει και τη «Βασιλική οδό», η οποία ξεκινά από τη Νόβι Σβιάτ, με κτήρια του προπερασμένου αιώνα.
Μεγάλο μέρος της εμπορικής κίνησης στη σημερινή Βαρσοβία, αλλά και πολλά μοντέρνα εστιατόρια και μπαρ βρίσκονται σε αυτόν το δρόμο. Στον αριθμό 25 υπάρχει μια μικρή στοά που οδηγεί σε μια αυλή.
Εκεί βρισκόταν επί κομμουνιστικού καθεστώτος το κρατικό κατάστημα που πουλούσε δυτικά προϊόντα με δυτικό συνάλλαγμα. Πελάτες του ήταν οι ξένοι διπλωμάτες και οι προνομιούχοι του κόμματος. Τώρα στους χώρους του έχουν ανοίξει πολλά μικρά εναλλακτικά μπαράκια, ίσως τα ομορφότερα της πόλης. Εκεί θα βρείτε τους φοιτητές και τους φίλους τους όλες τις ώρες της ημέρας και της νύχτας.
Τα ποτά για τα ελληνικά στάνταρ είναι πολύ φθηνά. Ενδεικτικά, η μπίρα κοστίζει περίπου 4 ζλότι (1 ευρώ). Βγαίνοντας, το πιο ωραίο κομμάτι της Βαρσοβίας ξεκινά.
Λίγο πιο πάνω, ο βασικός άξονας της «Βασιλικής οδού», η Κρακόβσκιε Πσεντμιέσκιε. Η οδός αυτή είναι γεμάτη αναγγενησιακά μπαρόκ κτήρια, ίσως τα πιο ωραία της Βαρσοβίας. Εχει ανακαινιστεί πλήρως τα τελευταία χρόνια με χρήματα της Ε.Ε. και έχει γίνει ένας από τους πιο όμορφους πεζόδρομους της Ευρώπης.
Εδώ βρίσκονται οι μεγάλες εκκλησίες, εδώ το Προεδρικό Μέγαρο, εδώ και το πολύ όμορφο κτήριο του Πανεπιστημίου με τις σχολές του.
Τις καθημερινές είναι γεμάτη φοιτητές, τα Σαββατοκύριακα με τουρίστες και ντόπιους που απολαμβάνουν τη βόλτα τους. Στο μέσον της Κρακόβσκιε, το πιο πολυτελές και όμορφο ξενοδοχείο της πόλης. Το «Μπρίστολ», ένα από τα λίγα κτήρια του 19ου αιώνα που έμειναν όρθια. Αριστοκρατικό στο στυλ, το ίδιο και στις τιμές. Οι Πολωνοί πάνε ακριβώς στην απέναντι γωνία. Εκεί βρίσκεται το εστιατόριο «Kucharzy», στις κουζίνες του πρώην ξενοδοχείου «Ευρώπη», που έκλεισε πριν από λίγα χρόνια. Ναι, το εστιατόριο σερβίρει γαλλική και ιαπωνική κουζίνα στους πελάτες του, στις πρώην κουζίνες του ξενοδοχείου. Ενας στρατός από σερβιτόρους και μάγειρες θα φτιάξει μπροστά σας το πιάτο που παραγγείλατε και μάλιστα σε πολύ καλές τιμές. Αψογο σέρβις, αν και πολλούς θα τους παραξενέψει ο χώρος. Ο πιανίστας, κάτι που συνηθίζουν πολλά εστιατόρια της Βαρσοβίας, μπορεί να σας φανεί από άλλες εποχές. Ισως να είναι κι έτσι.
Στο τέρμα της οδού Κρακόβσκιε, η μεγάλη πλατεία με τη Στήλη του βασιλιά Ζίγκμουντ, που στο ένα χέρι του κρατά το σταυρό και στο άλλο το ξίφος. Απέναντι ακριβώς, το πρώην βασιλικό παλάτι, το οποίο καταστράφηκε ολοσχερώς από τους ναζί, αλλά χτίστηκε από την αρχή τη δεκαετία του '50, κυρίως με χρήματα που μάζεψαν οι ομογενείς Πολωνοί των ΗΠΑ.
Μπροστά μας, η Παλιά Πόλη, ο πυρήνας της μεσαιωνικής Βαρσοβίας. Είναι όμως αυτή μια παλιά πόλη ή μια ψευδαίσθηση; Στην ουσία πρόκειται για ψευδαίσθηση, αλλά και ένα θαυμαστό έργο των Πολωνών, στην προσπάθεια ανοικοδόμησης της χώρας τους μετά τον πόλεμο.
Η μεσαιωνική πόλη ισοπεδώθηκε και αυτή από τις μάχες της εξέγερσης το 1944. Τίποτε δεν έμεινε όρθιο. Ομως οι Πολωνοί είχαν φυλάξει καλά τα αρχιτεκτονικά σχέδια του Ιταλού Καναλέτο και μέσα στη δεκαετία του 1950 κατάφεραν να στήσουν ξανά με κάθε λεπτομέρεια τη μεσαιωνική τους πόλη.
Ο δρόμος θα μας οδηγήσει μπροστά από τον καθεδρικό ναό του Αγίου Ιωάννη, στην οδό Σβιετογιάνσκα, τον παλαιότερο ναό της πόλης, γοτθικού ρυθμού, που σε έναν τοίχο του βρίσκεται εντοιχισμένη η ερπύστρια ενός γερμανικού τανκ, που κατέστρεψαν στο σημείο αυτό οι Πολωνοί μαχητές.
Μπροστά του φωτογραφίζονται με υπερηφάνεια τα ζευγάρια των νεόνυμφων Πολωνών, προτού πάνε στην εκκλησία.
Λίγο πιο πάνω βρίσκεται η πλατεία της Αγοράς/Ρίνεκ, που θυμίζει έντονα τις μεσαιωνικές πόλεις της Τοσκάνης. Το καλοκαίρι, τα εστιατόρια και μπαρ της περιοχής γεμίζουν την πλατεία με τα τραπέζια τους και ο κόσμος απολαμβάνει, σε ένα περιβάλλον που θυμίζει τόσο Μεσόγειο όσο και Κεντρική Ευρώπη, την παραδοσιακή πολωνική μπίρα και το φαγητό του. Ενα πολύ καλό καφέ μπαρ πάνω ακριβώς στη Ρίνεκ είναι το «Metal Bar». Οχι ότι έχει σχέση με την ομώνυμη μουσική. Απλώς είναι εξ ολοκλήρου κατασκευασμένο από μέταλλο. Το καλοκαίρι βγάζει και τραπέζια στην πλατεία. Ακριβώς δίπλα του υπάρχει μια έκπληξη για τους φίλους της τζαζ, που ίσως θα ξέρουν ότι η σκηνή της Πολωνίας είναι πολύ προχωρημένη. Εδώ βρίσκεται το μπαρ-εστιατόριο «Jazzowana».
Εχει τα πάντα. Από το πρωί ανοιχτό για καφέ, το μεσημέρι για μπίρες, το βράδυ για γεύμα με συνοδεία ζωντανής τζαζ, από ντόπια και ξένα συγκροτήματα. Με θέα την πιο ωραία πλατεία της πόλης.
Πάνω στην πλατεία και στους γύρω δρόμους βρίσκονται πολλά εστιατόρια που σερβίρουν πολωνική κουζίνα, δηλαδή ένα μίγμα εδεσμάτων με ρίζες από τη Γερμανία, τη Ρωσία και το εβραϊκό παρελθόν της Πολωνίας.
Κορυφαία σπεσιαλιτέ, τα «πιερότζι», δηλαδή τα σλαβικά ραβιόλι, με γέμιση από διάφορες γεύσεις. Σε κάποια από τα εστιατόρια θα δείτε ολόκληρες οικογένειες ντόπιων να τρώνε τα πιερότζι τους, όπως θα κάναμε εμείς σε μια ταβέρνα. Εκεί να μπείτε, τα υπόλοιπα να τα αποφύγετε. Εχει και η Βαρσοβία τις τουριστικές παγίδες της.
Πιο πάνω συναντά κανείς τα τείχη Μπαρμπακάν, όπου ήταν και η είσοδος της μεσαιωνικής Βαρσοβίας. Λίγα μέτρα πιο μακριά βρίσκεται το πολύ καλό εβραϊκό εστιατόριο «Pod Samonsen». Δεν είναι εύκολο να βρει πια κανείς στην Ευρώπη την κουζίνα των Εβραίων που ζούσαν εδώ για αιώνες.
Ενα μίγμα κεντροευρωπαϊκής κουζίνας με αρώματα Μέσης Ανατολής. Αρνί, κυπρίνος, σολομός, ρέγγες, όλα αυτά συνοδευόμενα από βότκα. Το σέρβις έχει μείνει στην εποχή του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά δεν πειράζει. Είναι μέρος της ατμόσφαιρας.
Από το εστιατόριο αυτό ξεκινά και η Νέα Πόλη, στην ουσία επέκταση της Παλαιάς, με πολύ όμορφα κτήρια των 17ου και 18ου αιώνων, πολλές γκαλερί και καφέ.
Βορειότερα της Νέας Πόλης ξεκινούσε την εποχή της γερμανικής κατοχής το γκέτο της Βαρσοβίας. Σήμερα κανείς δεν μπορεί να δει κάτι από αυτό, παρά μόνο ένα ελάχιστο τμήμα του, που έχει διατηρηθεί στην αυθεντική μορφή του, σε ένα δρομάκι παράλληλα της λεωφόρου Μαρσακόφσκα.
Το κλίμα στο μικρό αυτό δρόμο είναι έντονα καταθλιπτικό, όποια εποχή του χρόνου και αν περάσει κανείς, θυμίζοντας πολύ ρεαλιστικά τις άθλιες συνθήκες που επικρατούσαν στο γκέτο. Σήμερα ένα μικρό καφέ σερβίρει εβραϊκές σπεσιαλιτέ, και δίπλα του ένας νέος καλλιτέχνης πουλά τις δημιουργίες του από φυσητό γυαλί. Αυτό είναι ό,τι απέμεινε από ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια της ευρωπαϊκής ιστορίας.
Στην πλατεία Ραντούς ο επισκέπτης συναντά το εβραϊκό ιστορικό κέντρο, ενώ στη γωνία του, που σήμερα βρίσκεται ένας ουρανοξύστης πολυεθνικής εταιρείας, ήταν η μεγάλη εβραϊκή συναγωγή της πόλης, η οποία και αυτή ανατινάχθηκε. Ακριβώς απέναντι βρισκόταν η κεντρική είσοδος του εβραϊκού γκέτο.
Η Βαρσοβία είναι μια πόλη με πάρα πολλά πάρκα και πράσινο. Ενα από τα πιο όμορφα είναι το Πάρκο Μαζιένσκι, όπου βρίσκεται το μέγαρο Μπελβεντέρε. Εκεί βρίσκεται ένα από τα πιο πολυτελή εστιατόρια της πρωτεύουσας. Το εστιατόριο «Μπελβεντέρε» θεωρείται το καλύτερο και ακριβότερο της πόλης. Για ειδικές βραδιές ό,τι πρέπει. Η αίθουσά του μέσα στο θερμοκήπιο του ανακτόρου και η κουζίνα του υψηλή πολωνική με πολλά γαλλικά στοιχεία.
Νότια της πόλης, το ανάκτορο Βιλάνοβ, «οι Βερσαλλίες της Βαρσοβίας». Παίρνοντας ένα ταξί από το κέντρο και πληρώνοντας περίπου 7 ευρώ θα βρεθείτε εκεί σ' ένα τέταρτο.
Στους χώρους του βρίσκεται και το πολύ ενδιαφέρον Μουσείο της Αφίσας. Ναι, καλά διαβάσατε. Ενα ολόκληρο μουσείο αφιερωμένο στην ιστορία της αφίσας, αφού η Πολωνία έχει πολύ μακρά παράδοση στη γραφιστική, ειδικά στα χρόνια του Μεσοπολέμου.
Η Βαρσοβία δεν ζει όμως μόνο στο παρελθόν. Είναι μια πόλη ιδιαίτερα νεανική, με έντονη καλλιτεχνική κίνηση, αλλά και νυχτερινή ζωή για όλα τα γούστα.
Τα τελευταία χρόνια μεγάλο μέρος της εναλλακτικής καλλιτεχνικής κίνησης και της διασκέδασης έχει μεταφερθεί στο προάστιο της Πράγας, που βρίσκεται στην ανατολική όχθη του ποταμού Βιστούλα.
Εκεί τα περισσότερα κτήρια είναι αυθεντικά προπολεμικά, αφού δεν καταστράφηκαν στη διάρκεια του πολέμου, τα περισσότερα όμως βρίσκονται υπό κατάρρευση, καθώς το κομμουνιστικό καθεστώς είχε υποβαθμίσει την περιοχή.
Η πρωτεύουσα της Πολωνίας, που πατά τα πόδια της και ζει δίπλα στον Βιστούλα, θα σας δείξει όλα τα πρόσωπά της.
Το μοντέρνο, το νεανικό, το πρώην σοβιετικό, τη Βαρσοβία της Αντίστασης, τη Βαρσοβία του Μεσαίωνα, την πόλη των κάστρων, των ανακτόρων, των εκκλησιών -που είναι γεμάτες όλες τις ώρες της ημέρας-, τη Βαρσοβία που ξεσαλώνει στα κλαμπ και σε μοντέρνα εστιατόρια και τη Βαρσοβία που κάηκε και από τις στάχτες της αναγεννήθηκε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου