Και τώρα πώς θα ζήσουμε δίχως τα παραμύθια
και τους μύθους ; Τους μύθους που ναι μεν δεν στήσαμε μόνοι μας,
αλλά που όταν τους πρωτακούσαμε, είπαμε «α, τι ωραία! Εδώ θα βολευτούμε». Και βολευτήκαμε. Κτίσαμε τεράστιες πολυκατοικίες και στους ορόφους στοιβάξαμε αδιακρίτως φαιδρές προσδοκίες, αδικαιολόγητες αλαζονείες, μίση και κακίες, κυρίως όμως τον μοσχοβολημένο ατομισμό του καθενός μας. Κι έτσι, με τα πάσης φύσεως κεκτημένα παραμάσχαλα, πληρώνοντας όχι πάντα τα κοινόχρηστα, αλλά υβρίζοντας σχεδόν πάντα τον διαχειριστή που όφειλε να φροντίζει ακόμη και για τα δικά μας σκουπίδια, φτάσαμε ως εδώ. Ανάμεικτος κόσμος. Χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την αντινομία μύθου και λογικής, με μια εξωπραγματική συνείδηση του περιβάλλοντος χώρου – στην προκειμένη περίπτωση της πατρίδας μας – όπου στο τέλος της μέρας, ο καλός ο μύλος οφείλει να έχει αλέσει τα πάντα. Μόνο που τίποτα δεν άντεξε τούτος ο μύλος. Και ξέρασε τα πάντα. Ανθρώπους, ζωές, συναισθήματα, δουλειές, αβάντες, ήσυχες καθημερινότητες… Τώρα καλούμαστε να βγούμε από το μύθο και να ψηλαφίσουμε τους λερούς τοίχους του διαμερίσματος. Πώς θα τους καθαρίσουμε , άραγε; Με τι είδους καθαριστικά ; Κι αν τα καθαριστικά εξαφανίσουν από τις επιφάνειες ένα ολόκληρο παρελθόν, τι είδους πλάσματα καινούργια θα είμαστε εμείς ;
Ο Ζακ Ατταλί έγραφε στο τελευταίο τεύχος του γαλλικού περιοδικού «Εξπρες» ότι το ίδιο το κράτος είναι μυθομανές. Ο Ατταλί αναφερόταν στην προσπάθεια του κρατικού συστήματος να πείσει τον πολίτη ότι μπορεί να διαχειριστεί το δημόσιο χρέος, τα τεράστια ελλείμματα, ότι μπορεί να συνεχίσει να πληρώνει συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα και ότι εν πάση περιπτώσει δύναται(!) να υλοποιεί μια από τις βασικές αρχές, αυτήν της ανταποδοτικότητας. Ο Ζακ Ατταλί – είναι η δουλειά του αυτή – επιχειρεί συγκρίσεις ανάμεσα σε γεγονότα που αφορούν την Ελλάδα και τη Γαλλία, αν και σε διαφορετικό επίπεδο, αλλά που και στις δύο περιπτώσεις περιβάλλονται από το μύθο. Αναφέρεται, λοιπόν, στις μεθόδους που οι εκάστοτε κυβερνήσεις καταφεύγουν για να εκμαιεύσουν ψήφους, δίδοντας παράτολμες ή μάλλον κενές περιεχομένου υποσχέσεις. Στο φαύλο κύκλο των νομοθετημάτων που ποτέ δεν εφαρμόζονται, είτε γιατί προσκρούουν στο κοινό περί δικαίου αίσθημα, είτε γιατί ένας στόλος γραφειοκρατών υπαλλήλων αρνείται να εφαρμόσει το νόμο. Και τέλος στην προσβλητική για τον πολίτη τακτική που περιλαμβάνει τα ανταποδοτικά τέλη, τη στιγμή που οι κυβερνώντες εκ των προτέρων γνωρίζουν ότι ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος.
Μια ατέρμονη διαδρομή μέσα από έξυπνα εικονογραφημένους μύθους : αυτή ήταν ως χθες η ζωή μας. Αλλά δεν είναι μόνον ο μύθος που τον αφήσαμε να μας καλύψει σαν ηφαιστειακή στάχτη. Είναι ότι αποδεχτήκαμε το ψέμα. Το ψέμα του πολιτικού, του κυβερνήτη, του βουλευτή, του παράγοντα και του παραγοντίσκου. Το δικό μας ψέμα. Ένας καλός ψεύτης αποφεύγει τις λεπτομέρειες , λέει μια παλιά εβραϊκή παροιμία. Λίγο αργά για δάκρυα Στέλλα, ας σπεύσουμε να απαντήσουμε. Σήμερα, υπερισχύει η σπαρακτική κραυγή για τους χαμένους παραδείσους. Ακολουθεί η βιαστική αποτίμηση των απολεσθέντων και τέλος η στροφή προς την απογυμνωμένη δουλειά που ως πρόσφατα αποτελούσε απόλυτο μέγεθος της ευζωίας του ανθρώπου, αλλά που σήμερα είναι μάλλον σχετικό. Και οι ιδεολογίες , πού χάθηκαν οι ιδεολογίες; Ο ευρωπαϊκός σοσιαλισμός δεν ήταν τελικά ….αθάνατος; Στις «Χειμερινές Σημειώσεις», ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι γράφει ότι οι σοσιαλιστές ( αναφέρεται στους Γάλλους του αιώνα του) προσπαθούν να πείσουν το λαό πως η κοινωνία της αδελφοσύνης που υπόσχονται θα είναι ικανή να προσφέρει εγγυήσεις για την επιβίωσή του. Θα τον ταΐσουν , θα τον ποτίσουν και θα του εξασφαλίσουν εργασία και το μόνο που θα του ζητήσουν για αντάλλαγμα θα είναι μια στάλα από την προσωπική του ελευθερία, κι αυτό για το κοινό καλό. Υπήρξε ποτέ τέτοιος συσχετισμός δυνάμεων ;
θα κατηγορηθώ ως αιθεροβάμων. Πολλές φορές, τέτοιες στιγμές πρωτόγνωρες, θυμάμαι τη φράση του Ανταμ Σμίθ στον «Πλούτο των Εθνών» … δεν είναι από τη γενναιοδωρία του κρεοπώλη, του ζυθοποιού ή του φούρναρη που περιμένουμε το δείπνο μας, αλλά από τη σχέση τους με το δικό τους συμφέρον. Σωστά, αλλά μπορεί να ναι μόνον αυτό ; Θέλω να πιστεύω ότι η παρούσα κρίση αφήνει περιθώρια για μεγάλες αναθεωρήσεις ως προς την αδελφοσύνη πρώτον, δεύτερον ως προς την ανάγκη περιορισμού της ιδιοτέλειας και τρίτον ως προς τον πραγματισμό της οικονομίας. Ο Ανταμ Σμιθ που για πολλούς οικονομολόγους θεωρείται καμένο χαρτί, ήταν υπέρμαχος μιας πλουραλιστικής θεσμικής δομής και υπέρμαχος των κοινωνικών αξιών που υπερβαίνουν το κέρδος, αλλά δεν αγνοούσε τον πραγματισμό της οικονομίας…
Αλλιώς θα εμπλακούμε σε νέους μύθους!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου