Περπατώντας κυρίως ως μεσόκοπος συρμός, λόγος και ρόλος περιπλέκονται. Τι ήταν εκείνο που έκρυβε τα λόγια μου, δεν ξέρω. Είχε όμως ξυπνήσει μέσα μου η μπόρα, μία συνηθισμένη βουτιά σε καθετί ασυνήθιστο. Και αυτό γέμιζε τις στιγμές μου με ευχολόγια. «Στην υγειά σου», μου φώναξε ο πρώτος που με είδε πρωί – πρωί, μόλις που είχα ξυπνήσει. Η πρώτη γεύση είναι πάντα η ομορφότερη, και με ιερότητα της φέρθηκα κρατώντας την αναπνοή μου, όταν κατέβασα την πρώτη ρουφηξιά καφέ. Μεσημέριασε και πάλι υποσχέθηκα μέσα μου πως δεν θα ξανακαθίσω να απολαύσω τον ήλιο, άλλωστε τον ήλιο τον ήξερα. Ήθελα τόσο όμως να ταξινομήσω μέσα μου γιατί έβρισκα πάντα ένα λόγο να ξυπνάω το πρωί, να κοιτάζω το ρολόι μου και να πηγαίνω στη δουλειά μου, να φτιάχνω τόσα πράγματα με τα χέρια μου και να μαθαίνω να ξεχνώ τις κοπιαστικές μου ώρες σ’ ένα καφενείο στην άκρη του χωριού. Κι όμως, κάθε σπιθαμή εκείνου του τόπου την ήξερα καλά και γι’ αυτό ίσως δεν ήθελα να την αποχωριστώ. Ήμουν σίγουρος πως δίχως αυτήν δεν θα ήμουν ο ίδιος.
Φόρεσα τότε τα καλά μου και πήγα άλλη μια φορά να κουρδίσω το ρολόι του τοίχου. Η ώρα κόντευε δύο και ακόμα δεν είχα πιει τον πρώτο μου καφέ. Τώρα ήταν η ώρα να βάλω σε τάξη τις σκέψεις μου. Έπρεπε να αποφασίσω πως από δω και πέρα θα στοιχειοθετώ τις στιγμές μου. Όταν έφτασα εκεί, χαιρέτησα ακόμα και το ψυχοπαίδι του μαγαζάτορα, ένα παιδαρέλι δώδεκα χρονών που κουβαλούσε τα νερά στους πελάτες, αυτούς που τον πείραζαν με κάθε ευκαιρία. Κοίταξα προσεχτικά τα πρόσωπά τους και δεν ήξερα αν ήθελα να τους ξέρω ή αν εκείνοι βαρέθηκαν να με βλέπουν. Κι έκλεισα τα μάτια μου πίνοντας την πρώτη μου γουλιά καφέ. Η γουλιά εκείνη ήταν ότι καλύτερο μου είχε δώσει εκείνος ο τόπος. Έτσι, αποφάσισα να φύγω. Η φυγή θα με λύτρωνε. Άκουσα μόνο ένα χλιαρό βουητό κλείνοντας την πόρτα πίσω μου. Τόσα χρόνια μετά δεν ήθελα να μάθω τι ακούστηκε για τη φυγή μου. Είχε ο καιρός αποφασίσει. Οι άλλοι δεν με ένοιαξαν τότε. Τώρα, θα άλλαζα μία στιγμή μόνο και φεύγοντας θα τους έσφιγγα το χέρι. Κυρίως επειδή ήταν άνθρωποι. Κυρίως επειδή ήταν εκεί. Μαζί μου. Χώρια και μαζί μου.
(Χρίστος Ξένος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου