Σήμερα ονειρεύτηκα ένα ποίημα. Ξεκίνησε με μια γλυκιά ασιάτισσα που στοίβαζε μικροσκοπικά πέταλα λουλουδιών στο δάχτυλό της φτιάχνοντας μια κυρτή σταγόνα, ένα όρθιο λευκό λυχνάρι με στίγματα από ύπερους. Αυτό το εύθραυστο οικοδόμημα ήταν η αιτία για το ποίημά της, το ‘χούι’ που το γεννούσε. Το ξαναέφτιαξε δυο-τρεις φορές, γιατί χωρίς αυτό δεν μπορούσε να μιλήσει. Η φωνή της, αργή και τραγουδιστή.
Δεν θυμάμαι λέξη από το ποίημα, εκτός του ότι ήταν απίστευτα λυρικό. Και δεν ήταν ένα ποίημα για μένα – δεν ήταν καν δική μου κοπέλα στο όνειρο, τραγουδούσε για κάποιον άλλο. Εγώ ήμουν μαγεμένος θεατής της – ή καλύτερα, της τέχνης της. Μέσα στον ύπνο επαναλάμβανα κάποιους στίχους, ελπίζοντας να τους θυμάμαι όταν ξυπνήσω. Αποτύπωνα το συναίσθημα που μου γεννούσε με κάποιες λέξεις-κλειδιά. Μάταια.
Το τωρινό συναίσθημα είναι μακρινή ηχώ ενός κρότου που σιώπησε. Σαν την εικόνα του ονείρου, που προσπάθησα να φτιάξω.
Δευτέρα 3 Μαΐου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου