Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

Εκεί όπου ευημερούν χωρίς επιδοτήσεις



Οι κάτοικοι της Μονόβρυσης Σερρών έχουν στραφεί με μεγάλη επιτυχία στις ανθοκαλλιέργειες

Είναι ίσως το πλουσιότερο χωριό του Νομού Σερρών. Το 99% των κατοίκων του ασχολείται με την καλλιέργεια λουλουδιών και κανένας δεν επιδοτείται. Είναι η Μονόβρυση, ένα χωριό που έφτιαξαν το 1922 πρόσφυγες από την Προύσα, στο οποίο, ελλείψει μεγάλων κλήρων, κατέστη μονόδρομος ο εντοπισμός καλλιεργειών που θα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν σε μικρή έκταση. Επειτα από κάποια χρόνια έρευνας και πειραματισμού οι Μικρασιάτες καταστάλαξαν στα λουλούδια και συγκρότησαν μια μικρή «αυτοκρατορία», κάνοντας εμπόριο από τα Γρεβενά ως την Ορεστιάδα.

«Αν το χωριό μας ήταν η Ελλάδα, δεν θα υπήρχε σήμερα ανεργία» λέει ο σαραντάχρονος ανθοκαλλιεργητής κ. Β. Χατζηασλάνης, γέννημα-θρέμμα της Μονόβρυσης, ο οποίος δεν συμμετέχει στις κινητοποιήσεις. Οι περίπου 800 κάτοικοι του χωριού καλλιεργούν στα θερμοκήπιά τους εκατοντάδες είδη ανθέων, τα οποία διοχετεύουν στην εσωτερική αγορά. Από τις αρχές Μαρτίου ως το τέλος Ιουλίου γυρνούν κάθε ημέρα τα παζάρια της Βόρειας Ελλάδας, όπου πωλούν τα προϊόντα τους. Το ωράριο είναι σκληρό: «Το Σάββατο πηγαίνω στη λαϊκή της Κοζάνης. Για να είμαι εκεί στις πέντε το πρωί, προκειμένου να στήσω, φεύγω στη μία το βράδυ της Παρασκευής για να προλάβω να φτάσω εγκαίρως και να ξεφορτώσω. Σπίτι γυρνάω συνήθως στις οκτώ το βράδυ» σημειώνει.

Οπως επισημαίνει, υπό φυσιολογικές συνθήκες- και πλην απροόπτων- το κέρδος που απομένει στους παραγωγούς κυμαίνεται μεταξύ 30% και 60%. «Σίγουρα κάνουμε πολύ τζίρο στο χωριό» τονίζει ο κ. Χατζηασλάνης, όμως συμπληρώνει ότι τα προβλήματά τους διογκώνονται όλο και περισσότερα καθώς σε αρκετές περιοχές, παρ΄ ότι πληρούν τα προβλεπόμενα από τον νόμο, οι ανθοκαλλιεργητές της Μονόβρυσης εκδιώκονται ευθέως ή πλαγίως από λαϊκές αγορές, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται έντονα προβλήματα οικονομικής βιωσιμότητας. «Υποτίθεται ότι έχουμε ελεύθερη αγορά. Ερχεται ο Κινέζος και διακινεί τα προϊόντα του παντούκαι εγώ στη χώρα μου δεν μπορώ να πουλήσω τα δικά μου. Σε αρκετές πόλεις μάς διώχνουνδιότι μεσολαβούν στους τοπικούς άρχοντες τα συμφέροντα της περιοχής. Οταν έχω τόσα έξοδα και δεν με αφήνουν να δουλέψω, αισθάνομαι πολύ άσχημα» συμπληρώνει.

Ο πατέρας του, ο κ. Μ. Χατζηασλάνης, πουλάει τα λουλούδια του θερμοκηπίου του στη λαϊκή της Κοζάνης από τη δεκαετία του 1970, ενώ έχει ασχοληθεί με τα κοινοτικά από πολλές θέσεις για έξι ολόκληρες τετραετίες.

Το 2000 πρωτοστάτησε μαζί με τον γιο του στην ίδρυση πολιτιστικού συλλόγου στο χωριό για την προβολή τόσο της παραγωγής τους όσο και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. «Δεν καθόμαστε ούτε ημέρα, αφού όλοι βρισκόμαστε στα θερμοκήπια. Οταν έχεις λουλούδιαείναι σαν να έχεις παιδί. Ολη μας η προσπάθεια στηρίζεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία και δεν παίρνουμε ούτε επιδοτήσεις ούτε αποζημιώσεις. Είμαστε εργάτες και εργοδότες του εαυτού μας» καταλήγει.
πηγη:βημα

Δεν υπάρχουν σχόλια: