Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Το ταξίδι του θανάτου,αφορμη τούτο το κείμενο του Επισκόπου Ναυπάκτου π.Ιερόθεου η κοίμηση του δούλου του θεού Γεωργίου...

Ο θάνατος είναι το φοβερώτερο μυστήριο που απασχολούσε ανέκαθεν το πνεύμα του ανθρώπου. Είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, αλλά και αιτία της αμαρτίας. Η θνητότητα, την οποία φέρουμε μέσα μας από την γέννηση, καθορίζει την πορεία της ζωής μας. Αν προσέξη κανείς τις αντιδράσεις του, θα διαπιστώση ότι όλες ξεκινούν από το πρόβλημα του θανάτου. Οι ανασφάλειες, ο φόβος, η φιλαυτία, από την οποία γεννιούνται η φιλοδοξία, η φιλοκτημοσύνη και η φιληδονία, και πολλά άλλα πάθη, έχουν την προέλευσή τους στην βίωση του θανάτου.

Ο θάνατος χωρίζει αγαπημένα πρόσωπα, διασπά την κοινωνία και ενότητα των οικογενειών, των αγαπημένων και σκορπίζει απελπισία και απόγνωση. Η αγάπη συνδέεται στενά με τον θάνατο. Αγαπά κανείς για να υπερβή το άγχος και την οδύνη του θανάτου που βιώνει στην ύπαρξή του, αλλά και όταν αγαπά και τότε αισθάνεται το πλησίασμα του θανάτου, ο οποίος κάποτε θα γίνη αιτία να σταματήση αυτή η αγάπη. Όποιος βλέπει τον έρωτα, την αγάπη έξω από την βίωση του θανάτου, τον αντιμετωπίζει εσφαλμένα, συναισθηματικά, γιατί η αγάπη συνδέεται με τον πόνο. Πόνο για την εύρεση της αγάπης, και πόνο για τον φόβο της στέρησης.

Έτσι, ο άνθρωπος ο οποίος σκέπτεται τον θάνατο εκφράζει μια αληθινότητα. Κανένα γεγονός δεν είναι τόσο βέβαιο όσο ο θάνατος. Ένας μεγάλος φιλόσοφος του νοήματος του όντος ο Χάϊντεγκερ, θα πη ότι το υπάρχειν είναι "υπάρχειν - προς - θάνατον". Πραγματικά, "αυθεντικής υπάρχειν συμαίνει παραδοχή του υπάρχειν προς θάνατον".

Ο Χριστιανισμός, που είναι η αληθινή φιλοσοφία, είναι μελέτη θανάτου. Οι άγιοι αντιμετώπισαν σωστά το μεγάλο αυτό πρόβλημα, που,βασανίζει τον άνθρωπο. Οι ασκητές της ερήμου είναι οι αληθινοί μελετητές του θανάτου. Όμως, αυτή η μελέτη γινόταν με την βίωση της Χάριτος του Θεού, και δεν σκορπούσε απελπισία και απόγνωση, αλλά ελευθερία, άνεση, αγάπη, ελπίδα, έξοδο από τα περιοριστικά όρια των αισθήσεων και των αισθητών. Γι’ αυτό και ήταν αληθινοί άνθρωποι και κατ’ εξοχήν κοινωνικοί.

Οι άγιοι Πατέρες έδωσαν βαρύτητα στην μνήμη του θανάτου. Την θεώρησαν σαν το πλέον αποτελεσματικό μέσον για την απόκτηση του φόβου του Θεού, από τον οποίο γεννάται η μετάνοια. Γι’ αυτό επαινούν αυτόν που θυμάται την έξοδο από τον βίο αυτόν. "Μακάριος ο μνημονεύων της εξόδου αυτού, της εκ τούδε του βίου".* Η διαρκής μνήμη του θανάτου είναι "χρηστός παιδαγωγός και του σώματος και της ψυχής".* Η έννοια του θανάτου, που μελετάται από τον Χριστιανό, είναι παρεκτική σωτηριώδους λύπης.* Η εναργής μνήμη του θανάτου είναι περιεκτική πολλών αρετών. Αυτός που θυμάται τον θάνατο εξασκεί πολλές αρετές. Η μνήμη του θανάτου γίνεται "΄γεννήτρια πένθους, προτροπή εγκρατώς έχειν εκ πάντων, υπόμνησις γεένης, μήτηρ ευχής και δακρύων, φυλακή καρδίας, απροσπάθεια του πηλού, ως πηλίνης, ...κάθαρσις λογισμών εμπαθών εκ καρδίας, περιεκτική πολλών εντολών δεσποτικών".*

Έτσι, οι άγιοι Πατέρες είναι βέβαιοι ότι μέσα από την μελέτη του θανάτου περνά κανείς στην σωτηρία. Όπως είναι αδύνατον γι’ αυτόν που πεινάει να μην έχη την μνήμη του άρτου, έτσι είναι αδύνατον γι’ αυτόν που ενδιαφέρεται για την σωτηρία του "μνημονεύειν εξόδου και κρίσεως".*

Η σύσταση των Πατέρων είναι να έχουμε αδιάλειπτη μνήμη θανάτου, που θα μας συνοδεύη και στον ύπνο και στην εγρήγορση. "Μνήμη Θεού συγκοιμηθήτω σοι, και συναναστήτω σοι".* Η προτροπή τους είναι να θυμόμαστε τον θάνατο. "Και μνημονεύωμεν του θανάτου αεί".*

Βέβαια, αυτή η μνήμη έχει στενή σχέση με την ενθύμηση όλων όσων θα ακολουθήσουν μετά τον θάνατο. Δεν πρόκειται για την αίσθηση ότι θα έλθη καιρός που θα πεθάνουμε, αλλά για γνώση ότι αυτή η στιγμή της εξόδου είναι καθοριστική για το αιώνιο μέλλον. Δεν πρόκειται, δηλαδή, μόνον για το γεγονός ότι θα στερηθή κανείς την παρούσα ζωή και τα αγαπητά του πρόσωπα, όπως το αισθάνονται οι φιλόσαρκοι, αλλά για γνώση ότι ακολουθεί κρίση και δικαστήριο, από το οποίο εξαρτάται η μελλοντική ζωή. Αυτό είναι το φοβερό γεγονός.

Η μνήμη του θανάτου βιώνεται με δύο τρόπους, όπως βλέπουμε στα έργα των αγίων Πατέρων.

Ο πρώτος είναι η λογική μνήμη ότι έρχεται το τέλος της βιολογικής ζωής, και ακολουθεί η κρίση. Είναι σημαντική και αυτή η μνήμη, αφού λυτρώνει τον άνθρωπο από την προσκόλληση στα γήϊνα, τον ελευθερώνει από την προσπάθεια, δηλαδή την υποδούλωση στα υλικά και αισθητά.

Ο δεύτερος τρόπος είναι η χαρισματική μνήμη ή μάλλον η υπαρξιακή αίσθηση του θανάτου. Πρόκειται για μεγάλο πνευματικό χάρισμα, το οποίο είναι αφ’ ενός μεν καρπός της εμπειρίας του Θεού, αφ’ ετέρου δε δύναμη τρομερή, που παρακινεί τον άνθρωπο σε διάπυρη προσευχή, σε ακράτητο στεναγμό, σε διαρκή αγώνα τηρήσεως των εντολών του Χριστού για να μεταμορφωθή όλος ο εσωτερικός κόσμος.

Ο αείμνηστος Αρχιμ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ με καταπληκτική ευχέρεια περιγράφει αυτόν τον δεύτερο τρόπο μνήμης θανάτου, που είναι ένα μεγάλο και ιδιαίτερο πνευματικό χάρισμα, το οποίο δίνει ο Θεός. Κατά παράδοξο τρόπο, εμπνεόμενος κανείς από την θεία Χάρη, βλέπει την εσωτερική ερήμωσή του, την αιωνία λήθη, την έλλειψη νοήματος για την ζωή. Βλέπει τον θάνατο μέσα του και γύρω του. Όλους τους ανθρώπους τους αισθάνεται θνητούς, όλη η κτίση πεθαίνει μαζί του. Σε αυτήν την κατάσταση αναπτύσσεται φλογερή και πύρινη προσευχή στον άναρχο και αθάνατο Θεό. Παραλληλα βιώνεται μια οδυνηρή αναζήτηση του ζωντανού Θεού.*

Δεν πρέπει να θεωρηθή ότι μια τέτοια βίωση του θανάτου είναι τρομακτική και σκοτώνει το πνεύμα του ανθρώπου ή ότι του στερεί τις απαραίτητες ζωτικές ενέργειες και δυνάμεις για να συνεχίζη την ζωή του. Μπορεί και αυτό να συμβή, αν ο άνθρωπος το αντιμετωπίζει χωρίς την Χάρη του Θεού. Αλλά, αν μελετά τον θάνατο με πνευματική έμπνευση, δηλαδή με την ελπίδα στον Θεό, τότε ζωογονείται ακόμη περισσότερο. Δυνατές ενέργειες εισέρχονται μέσα στον ψυχοσωματικό ργανισμό του, αναπτύσσεται η ελπίδα για την αιώνια ζωή, για την υπέρβαση του θανάτου. Καλλιεργείται στην ύπαρξή του η απάθεια καί, γενικά, γίνεται ο πλέον κοινωνικός και αυθεντικός άνθρωπος. Και ξέρουμε πολύ καλά ότι σήμερα η κοινωνία μας πάσχει από αυθεντικούς ανθρώπους.

Οι Χριστιανοί ζουν σε ένα συγκεκριμένο χώρο και χρόνο, αλλά "άλλου αιώνος εισιν, υιοί Αδάμ του επουρανίου, γέννημα καινόν, τέκνα Πνεύματος αγίου, αδελφοί Χριστού φωτεινοί όμοιοι τω πατρί αυτών Αδάμ, τω πνευματικώ και φωτεινώ, εκείνης της πόλεως, εκείνου του γένους, εκείνης της δυνάμεως". Και γι’ αυτό, έχοντας τον Κύριο μαζί τους, κατά τον καιρό της εξόδου, "εν μεγάλη χαρά έρχονται προς τους άνω, και δέχονται αυτούς οι του Κυρίου εκεί ευτρεπήσαντες αυτοίς οίκους και παραδείσους και ενδύματα ολολαμπρά και πολυτελή".*

Η πραγματική πατρίδα είναι ο ουρανός. Και γι’ αυτό νικούν τον θάνατο με την δύναμη του Χριστού, ο οποίος τον νίκησε προηγουμένως, και διακατέχονται από ελπίδα, γιατί από τον πρόσκαιρο τόπο, από την εξορία, πηγαίνουν στην αληθινή πατρίδα.

Έτσι, εν Χριστώ γίνεται υπέρβαση του θανάτου.. Όσοι ενώνονται με τον Χριστό δεν φοβούνται τον θάνατο, αλλά τον θεωρούν μετάβαση στην ζωή. Αυτό το βλέπουμε σε δισεκατομμύρια αγίους, μάρτυρας, οσίους, εγγάμους, που έφυγαν με χαρά και ελπίδα προς τον Χριστό.

Είναι χαρακτηριστικό το τέλος της αγίας Γοργονίας, της αδελφής του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, όπως το περιέγραψε ο ίδιος στον επιτάφιο που εξεφώνησε. Ποθούσε την ανάλυσή της (τόν θάνατο) λόγω της μεγάλης παρρησίας που είχε προς τον καλούντα. Είχε αναπτυχθή μέσα στην καρδιά της έρωτας προς τον ερώμενο, "προσθήσω δ’ ότι και τον εραστήν".

Είχε πληροφορηθή την ημέρα της κοιμήσεώς της και όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος, όταν ήλθε η καθορισμένη ημέρα, ετοιμάσθηκε για τον θάνατο και την εκδημία, "καί πληροί τον περί ταύτα νόμον δια της κατακλίσεως". Όταν κατάλαβε ότι έρχεται η ώρα της εξόδου της ψυχής από το σώμα, κατακλίθηκε στο κρεββάτι και περίμενε τον θάνατο. Κοιμήθηκε, αφού προηγουμένως συμβούλευσε τον άνδρα, τα παιδιά και τους φίλους της, και ομίλησε λαμπρώς για τα όσα συμβαίνουν στον ουρανό και έκανε την τελευταία ημέρα "πανηγήρεως ημέρα". Η ημέρα της εξόδου της ψυχής έγινε γι’ αυτήν ημέρα πανηγυριού. Και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, μιλώντας για τον θάνατό της, λέγει ότι η αδελφή του "λύεται" ή μάλλον καλύτερα "προσλαμβάνεται ή αφίπταται ή μετοικίζεται ή μικρόν προαποδημεί του σώματος".

Στο τέλος του επιταφίου αυτού ο άγιος Γρηγόριος μας παραθέτει και μια λεπτομέρεια, η οποία, όμως, είναι εκφραστική και δηλωτική της υπερβάσεως του θανάτου.

Στο δωμάτιο, όπου βρισκόταν η αγία Γοργονία, την ώρα που πλησίαζε να φύγη από τον κόσμο αυτόν, επικρατούσε "σιγή βαθεία και τελετή τις θανάτου". Είναι ωραιότατος αυτός ο χαρακτηρισμός της ώρας του θανάτου. Πρόκειται για τελετή. Κάτι ψέλλιζε η αγία. Ο πατέρας της πλησίασε για να ακούση τί ακριβώς έλεγε. Και διασώζει την πληροφορία ότι έψελνε τα εξόδια ρήματα, την νεκρώσιμη ακολουθία. "Ψαλμωδία το υπολαλούμενον ήν, και ψαλμωδίας τα εξόδια ρήματα". Ο τρόπος κοιμήσεώς της ήταν, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, "μαρτυρία της παρρησίας", με την οποία γινόταν η έξοδός της.*

Έτσι φεύγουν από τον κόσμο αυτόν οι άγιοι, όσοι έχουν παρρησία στον Θεό. Φεύγουν με την ελπίδα της αναστάσεως, με την βεβαιότητα ότι θα συναντήσουν τον εράσμιο Νυμφίο. Η ώρα της κοιμήσεως κρύβει ένα μυστήριο, γι’ αυτό και η ένταση τότε είναι μεγάλη. Επικρατούν ανάμεικτα αισθήματα. Μετάνοια, προσευχή, φόβος, ελπίδα, αναμονή συναντήσεως. Γι’ αυτό όχι μόνον αυτός που πεθαίνει πρέπει να προσεύχεται, αλλά και όσοι βρίσκονται γύρω του πρέπει να τον συνοδεύουν με τις προσευχές τους. Αυτήν την ιερή ώρα πρέπει να την αντιμετωπίζουμε με ιερό δέος και έμπνευση πνευματική.

Αξιώθηκα από τον Θεό να βρεθώ σε όλη την διαδικασία της κοιμήσεως ενός αγίου ανθρώπου, του αειμνήστου Γέροντός μου Μητροπολίτου Εδέσσης Καλλινίκου. Όλη του η ζωή ήταν περίοδος προετοιμασίας για τον θάνατο. Συνεχώς τον θυμόταν και τον απασχολούσε. Είχε έντονη μνήμη θανάτου και αυτό επιβεβαιώνεται από πολλά περιστατικά.

Όμως, από την ημέρα που εκδηλώθηκε η ασθένειά του μέχρι την ημέρα που κοιμήθηκε, επτά ολόκληρους μήνες, έζησα την διδαδικασία της τελετής του θανάτου ενός αγίου ανθρώπου. Επτά μήνες βρισκόταν, κατά κάποια αναλογία, στον κήπο της Γεθσημανή. Συνεχώς προσευχόταν για την συνάντηση με το ουράνιο κριτήριο. Ζούσε με ένταση πνευματική, διαρκή νήψη, αδιάλειπτη προσευχή. Έκανε τελεία υπακοή στο θέλημα του Θεού. Αξιώθηκε θείων εμπειριών. Όλα αυτά τα κατέγραψα σε βιβλίο που εξέδωσα για να τιμήσω την μνήμη του. Το γεγονός είναι ότι είδα πώς κοιμούνται τα "παλληκάρια" του Χριστού. Γνώρισα ένδοξη κοίμηση ενός αγνού και αγίου ανθρώπου. Βίωσα τί θα πη υπέρβαση του θανάτου.

"Μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες απ’ άρτι" (Αποκ. ιδ’, 13).

Μακάριοι, όσοι έζησαν με την βίωση της μνήμης του θανάτου. Μακάριοι, όσοι αισθάνθηκαν τον εγκάρδιο πόθο και έρωτα προς τον Νυμφίο Χριστό. Μακάριοι, όσοι πληροφορήθηκαν και γνώρισαν καλά ότι είναι άνθρωποι "άλλου αιώνος", άλλης πατρίδας, άλλου πολιτεύματος. Μακάριοι, όσοι ελκύσθηκαν από τον ερώμενον και τον εραστήν. Μακάριοι, όσοι υπερέβησαν τον θάνατο από την ζωή αυτή. Μακάριοι, όσοι κοιμήθηκαν με την ελπίδα της αναστάσεως. Μακάριοι, όσοι έφυγαν από τον κόσμο αυτόν, ομολογούντες "προσδοκώ ανάστασιν νεκρών". Μακάριοι, όσοι μπορούν να επαναλάβουν το ψαλμικό: "εν ειρήνη επί το αυτό κοιμηθήσομαι και υπνώσω". Μακάριοι, όσοι έζησαν ως νεκροί για την αμαρτία, και όσοι πέθαναν αναστημένοι από την αμαρτία. Μακάριοι, όσοι εξέρχονται από τον κόσμο αυτόν με την βεβαιότητα ότι πορεύονται στους πατέρας, στον λαό του Θεού.

"Μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες απ’ άρτι".

Μακαρίζω τους ανθρώπους αυτούς που γνώρισαν την δύναμη της ζωής. Νοσταλγώ την μελέτη του θανάτου, που έζησαν, και συγκινούμαι μπροστά στον εγκάρδιο πόθο τους για τον ουρανό.. Και ζητώ τις ευχές τους για να με αγγίξη αυτός ο πόθος, τον οποίο υποψιάζομαι, για να κοιμηθώ εν ειρήνη και μετανοία. Είναι η πιο μεγάλη μου επιθυμία.

Ο αείμνηστος Αρχιμ. Σωφρόνιος σε μια προσευχή που συνέταξε, μεταξύ των άλλων συμπεριλάμβανε και δύο αιτήματα: Το ένα να παρατείνη ο Θεός τις ημέρες της ζωής του, έως ότου προσφέρει σε Αυτόν μετάνοια αληθινή. Το δεύτερο, όταν θα αποφασίση ο Θεός να τον παραλάβη να του προγνωρίση το τέλος, ώστε να προετοιμασθή για την συνάντησή Του.

"Χάρισαί μοι, Κύριε, του γνώναι την αλήθειάν Σου προ του απελθείν με εκ της ζωής ταύτης. Παράτεινον τας ημέρας μου, έως αν προσφέρω Σοι μετάνοιαν αληθινήν. Μη αναγάγης με εν ημίσει ημερών μου, και όταν ευδοκήσης θείναι πέρας τη ζωή μου, προγνώρισόν μοι τον θάνατόν μου, ίνα η ψυχή μου ετοιμασθή προς συνάντησίν Σου.

Εν εκείνη τη ημέρα τη μεγάλη και ιερά δι’ εμέ, γενού μετ’ εμού Κύριε, και απόδος μοι την αγαλλίασιν του Σωτηρίου Σου. Καθάρισόν με από παντός αμαρτήματος φανερού ή κρυφίου, από πάσης ανομίας κεκρυμμένης εν εμοί, και αξίωσόν με προσφέρειν Σοι καλήν απολογίαν ενώπιον του φοβερού Βήματός Σου. Αμήν."*

Αυτά τα δύο αιτήματα είναι οι πιο προσφιλείς δεήσεις μου.

Παρακαλώ τον αναγνώστη να προσευχηθή για μένα στον Θεό για την εκπλήρωσή τους.

Αδιάλειπτη ας είναι η προσευχή μας:

"Τον υπόλοιπον χρόνον της ζωής ημών εν
ειρήνη και μετανοία εκτελέσαι παρά του
Κυρίου αιτησώμεθα".

"Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών ανώ-
δυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά και καλήν
απολογίαν την επί του φοβερού Βήματος
του Χριστού αιτησώμεθα".

Διάπυρη ας είναι η κραυγή:

"Π α ρ ά σ χ ο υ Κ ύ ρ ι ε"

Δεν υπάρχουν σχόλια: