Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2009
Η Γέννηση του Χριστού - Φωτίου Κόντογλου
Μυστήριο ξένον, λέγει ο Υμνωδός, τη Γέννηση του Χριστού, το να γεννηθή σαν άνθρωπος, όχι κανένας προφήτης, όχι κανένας άγγελος, αλλά ο ίδιος ο Θεός! Ο άνθρωπος, θα μπορούσε να φθάσει σε μία τέτοια πίστη; Οι φιλόσοφοι κ' οι άλλοι τετραπέρατοι σπουδασμένοι ήτανε δυνατό να παραδεχθούνε ένα τέτοιο πράγμα; Από την κρισάρα της λογικής τους δεν μπορούσε να περάσει ή παραμικρή ψευτιά, όχι ένα τέτοιο τερατολόγημα! Ο Πυθαγόρας, ο Εμπεδοκλής κι άλλοι τέτοιοι θαυματουργοί, που ήτανε και σπουδαίοι φιλόσοφοι, δε μπορέσανε να τους κάνουνε να πιστέψουνε κάποια πράγματα πολύ πιστευτά, και θα πιστεύανε ένα τέτοιο τερατολόγημα; Γι' αυτό ο Χριστός γεννήθηκε ανάμεσα σε απλούς ανθρώπους, ανάμεσα σε απονήρευτους τσοπάνηδες, μέσα σε μία σπηλιά, μέσα στο παχνί, που τρώγανε τα βόδια.
Κανένας δεν τον πήρε είδηση, μέσα σε εκείνον τον απέραντο κόσμο, που εξουσιάζανε οι Ρωμαίοι, για τούτο είχε πει ο προφήτης Γεδεών, πως θα κατέβαινε ήσυχα στον κόσμο, όπως κατεβαίνει η δροσιά απάνω στο μπουμπούκι του λουλουδιού, «ώς υετός έπί πόκον». Ανάμεσα σε τόσες μυριάδες νεογέννητα παιδιά, ποιός να πάρει είδηση το πιο πτωχό από τα πτωχά, εκείνο που γεννήθηκε όχι σε καλύβι, όχι σε στρούγκα, αλλά σε μια σπηλιά; Και κείνη ξένη, γιατί την είχανε οι τσομπαναρέοι να σταλιάζουνε τα πρόβατά τους.
Το «υπερεξαίσιον και φρυκτόν μυστήριο» της Γεννήσεως του Χριστού έγινε τον καιρό που βασίλευε ένας μοναχά αυτοκράτορας απάνω στη γη, ο Αύγουστος, ο ανιψιός του Καίσαρα, ύστερα από μεγάλη ταραχή και αιματοχυσία; ανάμεσα στον Αντώνιο από τη μια μεριά, και στον Βρούτο και στον Κάσσιο από την άλλη. Τότε γεννήθηκε κι o ένας και μοναχός πνευματικός βασιλιάς, ο Χριστός. Κι' αυτό το λέγει ή ποιήτρια Κασσιανή στο δοξαστικό που σύνθεσε, και που το ψέλνουνε κατά τον Εσπερινό των Χριστουγέννων: «Αυγούστου μοναρχήσαντος έπί τής γής, ή πολυαρχία τών άνθρώπων έπαύσατο. Καί Σου ένανθρωπήσαντος έκ τής άγνής ή πολυθεία τών είδώλων κατήργηται. `Υπό μίαν βασιλείαν έγκόσμιον αί πόλεις γεγένηνται. Καί είς μίαν δεσποτείαν Θεότητος τά εθνη έπίστευσαν... ».
Τη Γέννηση του Χριστού την προφητέψανε οι Προφήτες. Πρώτος απ’ όλους την προφήτεψε ο πατριάρχης Ιακώβ, τη μέρα που ευλόγησε τους δώδεκα υιούς του, κ' είπε στον Ιούδα «δεν θα λείψει άρχοντας από τον Ιούδα μήτε βασιλιάς από το αίμα του, ως που να έλθει εκείνος, για τον όποίον είναι γραμμένο να βασιλεύει απάν' απ’ όλους, κι αυτόν τον περιμένουμε όλα τα έθνη». Ως τον καιρό που γεννήθηκε ο Χριστός, οι Ιουδαίοι, το γένος του Ιούδα, είχανε άρχοντες, δηλαδή κριτές και αρχιερείς, που ήτανε κ' οι πολιτικοί άρχοντές τους. Αλλά τότε για πρώτη φορά έγινε άρχοντας της Ιουδαίας ο Ηρώδης, που ήτανε εθνικός κ' έβαλε αρχιερέα τον Ανάνιλον «αλλογενή», ενώ οι αρχιερείς είχανε πάντα μητέρα Ιουδαία.
Τελευταίος Ιουδαίος αρχιερεύς στάθηκε ο Υρκανός. Κ' οι άλλοι προφήτες προφητέψανε τη Γέννηση του Χριστού, προπάντων ο Ησαίας. Τη Γέννηση του Χριστού τη λένε οι υμνωδοί «τό πρό αίώνων άπόκρυφον καί Αγγέλοις άγνωστον μυστήριον», κατά τα λόγια του Παύλου που γράφει: «'Εμοί τώ έλαχιστοτέρω πάντων τών άγίων εδόθη ή χάρις αυτή έν τοίς έθνεσιν ευαγγελίσασθαι τόν άνεξιχνίαστον πλούτον του Χριστού καί φωτίσαι πάντας τiς ή οικονομία του μυστηρίου τον αποκεκρυμμένου από των αιώνων εν τω Θεώ τω τα, πάντα κτίσαντι δια 'Ιησού Χριστού, ίνα γνωρισθεί νυν ταις άρχαίς και ταίς έξουσίαις εν τοις έπουρανίοις δια τής εκκλησίας ή πολυποίκιλος σοφία τον Θεού» ('Εφεσ. Γ')
Ο απόστολος Παύλος λέγει, πως αυτό το μυστήριο δεν το γνωρίζανε καθαρά και με σαφήνεια ούτε οι Άγγελοι, γι' αυτό ο αρχάγγελος Γαβριήλ με τρόμο το είπε στην Παναγία. Και στους Κολασσαείς γράφοντας ο θεόγλωσσος Παύλος, λέγει: «Το μυστήριον το αποκεκρυμμένον από των αιώνων και από των γενεών, νυνί εφανερώθη τοις αγίοις αυτού, οις ηθέλησε ο Θεός γνωρίσαι τις ο πλούτος, της δόξης του μυστηρίου τούτου εν τοις έθνεσιν, ος εστί Χριστός εν ημίν η έλπίς της δόξης». Λέγει, πώς φανερώθηκε αυτό το μυστήριο στους αγίους, που θέλησε ο Θεός να το μάθουνε, κι' αυτοί θα το διδάσκανε στα έθνη; στους ειδωλολάτρες, που προσκυνούσανε; για θεούς πέτρες και ζώα και διάφορα άλλα κτίσματα.
Εξακόσια χρόνια προ Χριστού ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ είδε στο όνειρό του, πως βρέθηκε μπροστά του ένα θεόρατο φοβερό άγαλμα, καμωμένο από χρυσάφι, ασήμι, χάλκωμα, σίδερο και σεντέφι. Κι' άξαφνα ένας βράχος ξεκόλλησε από ένα βουνό και χτύπησε το άγαλμα και τόκανε σκόνη. Και σηκώθηκε ένας δυνατός άνεμος και σκόρπισε τη σκόνη, και δεν απόμεινε τίποτα. Ο βράχος όμως που τσάκισε το άγαλμα έγινε ένα μεγάλο βουνό, και σκέπασε όλη τη γη. Τότε ο βασιλιάς φώναξε τον προφήτη Δανιήλ και ζήτησε να του εξήγηση το όνειρο. Κι' ο Δανιήλ το εξήγησε καταλεπτώς, λέγοντας πως τα διάφορα μέρη του αγάλματος ήτανε οι διάφορες βασιλείες, που θα περνούσανε από τον κόσμο ύστερα από τον Ναβουχοδονόσορα και πως στο τέλος ο Θεός θα αναστήσει κάποια βασιλεία που θα καταλύσει όλες τις βασιλείες, όπως ο βράχος που είχε δει στο ενύπνιο του εξαφάνισε το άγαλμα με τα πολλά συστατικά του: «Καί έν ταίς ήμέραις τών βασελέων έκείνων, αναστήσει ό Θεός του ουρανού βασιλείαν, ήτις είς τους αίώνας ου διαφθαρήσεται», «κάποιο βασίλειο, λέγει, που δεν θα καταλυθεί ποτέ στους αιώνες των αιώνων»
Αυτή η βασιλεία η αιώνια, η άφθαρτη, είναι η βασιλεία του Χριστού, η βασιλεία της αγάπης στις ψυχές των ανθρώπων κ' ιδρύθηκε με την αγία Γέννηση του Κυρίου που γιορτάζουμε σήμερα. Κ' επειδή είναι τέτοια βασιλεία, γι αυτό θα είναι αιώνια, γι αυτό δεν θα χαλάσει ποτέ, όπως γίνεται με τις άλλες επίγειες και υλικές βασιλείες. Όπως ο βράχος μεγάλωνε κι έγινε όρος μέγα και σκέπασε τη γη, έτσι και το κήρυγμα του Ευαγγελίου ξαπλώθηκε σ’ όλη την οικουμένη, με το κήρυγμα των Αποστόλων: « Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών». Ώστε βγήκε αληθινή η αρχαιότερη προφητεία του Ιακώβ, πως σαν πάψει η εγκόσμια εξουσία των Ιουδαίων, θα έρθει στον κόσμο εκείνος που προορίστηκε, «η προσδοκία των εθνών». Σημείωσε πως οι Εβραίοι πιστεύανε πως η φυλή τους μονάχα ήταν βλογημένη, και πως ο Θεός φρόντιζε μονάχα γι’ αυτή, και πως οι άλλοι λαοί, «τα έθνη», ήταν καταραμένα και μολυσμένα κι ανάξια να δεχτούν τη φώτιση του Θεού. Λοιπόν είναι παράξενο να μιλά η προφητεία του Ιακώβ για τα έθνη, για τους ειδωλολάτρες θα περιμένουν τον Μεσσία να τους σώσει και μάλιστα να μη λεει καν πως τον αναμενόμενο σωτήρα τον περιμένανε οι Ιουδαίοι μαζί με τα έθνη, αλλά να λεει πως τον περιμένανε μονάχα οι εθνικοί: «και αυτός προσδοκία εθνών». Όπως κι έγινε. Γιατί, τη βασιλεία που ίδρυσε ο Χριστός στον κόσμο, τη θεμελίωσαν μεν οι απόστολοι, που ήταν Ιουδαίοι, αλλά την ξαπλώσανε και την στερεώσανε με τους αγώνες τους και με το αίμα τους οι άλλες φυλές, «τα έθνη».
Είναι ολότελα ακατανόητο, για το πνεύμα μας, το ότι κατέβηκε ο Θεός ανάμεσα μας σαν άνθρωπος συνηθισμένος και μάλιστα σαν ο φτωχότερος από τους φτωχούς. Αυτή τη μακροθυμία μονάχα άγιες ψυχές είναι σε θέση να τη νοιώσουνε αληθινά, και να κλάψουνε από κατάνυξη.
Κάποιοι, μ' όλα αυτά που είπαμε, δεν θα νοιώσουμε τίποτα από το Μυστήριο, που γιορτάζουμε σήμερα. Σ' αυτούς, εγώ ο τιποτένιος, δε μπορώ να πω τίποτα. Μοναχά θα τους θυμίσω τα αυστηρά λόγια που γράφει στην επιστολή του ο άγιος 'Ιωάννης ο Ευαγγελιστής, ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού, κι' ο θερμότατος κήρυκας τής αγάπης: «Πάν ,πνεύμα, ο ομολογεί Ιησούν Χοιστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού εστί. Kαι παν πνεύμα, ο μή όμολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα, εκ του Θεού ουκ εστίν. Ούτος έστιν αντίχριστος».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου