Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2009

Σπυρίδων λάτρι φίλε Χριστού, λάτρι φίλε Τριάδος.

Το νησί της Κερκύρας δεν το είχαν κυριεύσει οι Τούρκοι. Το 1716 εμφανίστηκε απειλητικός ο οθωμανικός στόλος και πάτησε στο νησί. Στις αρχές Αυγούστου ο Τούρκος πασάς ζήτησε την παράδοση της πόλεως. Οι εντός Βενετοί και Κερκυραίοι ορθόδοξοι πάλεψαν προς υπεράσπιση. Ανθρωπίνως – στρατιωτικώς οι εντός ευρίσκονταν σε δεινή θέση. Παράλληλα δακρύβρεκτοι ικέτευαν τον Άγιο Σπυρίδωνα για χάρη και έλεος Θεού. Ενώ είχαν προηγηθεί επιθέσεις και αντεπιθέσεις, ξαφνικά, αυγουστιάτικα ξέσπασε θύελλα με κεραυνούς ισχυρούς άνεμους και κατακλυσμιαία βροχή, οπότε έπαθαν καταστροφή και τα πλοία των Τούρκων πού βρέθηκαν ανοικτά στο πέλαγος. Την επομένη οι εντός έκπληκτοι έβλεπαν ότι οι Τούρκοι έφευγαν ταχαίως, ενώ άφηναν πίσω τους νεκρούς, καράβια κατεστραμμένα, σκηνές, εφόδια ως και βαρεία πυροβόλα της εποχής. Ο λαός απέδωσε την ευμενή εξέλιξη σε σωτήρια επέμβαση του Αγ. Σπυρίδωνος. Τούτο απόλυτα δέχτηκαν και οι παπικοί Βενετοί. Ιστορικό το γεγονός.

Μετά την θαυμαστή διάσωση από τους Τούρκους, όπου θεσπίστηκε μία ακόμη εορτή στην Κέρκυρα Στις 11 Αυγούστου, ο βενετός ηγεμόνας Ανδρέας Πιζάνης, θέλοντας να ευχαριστήσει τον Άγιο, συμβουλεύτηκε το θεολόγο του τι να κάνει για να είναι αρεστό στην αγιότητά του. Εκείνος του πρότεινε να στήσει μέσα στο Ναό του Αγίου αλτάριο, δηλ. τράπεζα, παραπλεύρως της υπαρχούσης, για να γίνεται και λατινική λειτουργία. Άρεσε στον Ηγεμόνα η συμβουλή και πρόσταξε να ετοιμαστεί το ανάλογο υλικό. Του φάνηκε εύλογο πηγαίνοντας στο Ναό να φωνάξει τους Ιερείς και να τους αναφέρει την πρόθεσή του, αφού ο Ναός με το ιερό Σκήνωμα του Αγίου εντός, ανήκει στους Ορθοδόξους. Στο άκουσμα, οι Ιερείς είπαν ότι αυτό είναι πράξη – καινοτομία επιζήμια. Ο Ηγεμόνας «εν θυμώ» τους είπε ότι θα τελειώσει την απόφαση του…

Η συνέχεια από τον άγιο Αθανάσιο τον Πάριο…

ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΠΑΡΙΟΥ
ΟΥΡΑΝΟΥ ΚΡΙΣΙΣ ήτοι ΘΑΥΜΑ ΦΡΙΚΤΟΝ

του θαυματουργικωτάτου Σπυρίδωνος
δια του οποίου εματαίωσε τας βουλάς των παπιστών,
μη συγχωρήσας αυτοίς να κτίσωσιν ‘Αλτάριον,
μέσα εις τον εν Κερκύρα άγιόν του Ναόν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄

Την διήγησιν του θαύματος περιέχον.

Μετά την ελευθερίαν της πόλεως Κερκύρας, από της των Αγαρηνών πολιορκίας, δια προστασίας του θαυματουργού Σπυρίδωνος, ήτις ελευθερία εγένετο εις τους 1716 Αυγούστου 11, ο τότε λαχών Ηγεμών Ανδρέας Πιζάνης, καπετάν Γενεράλης των Κορυφών, βουλόμενος να κάμη μίαν ευχαριστήριον αμοιβήν προς τον Άγιον, δια την τόσην ευεργεσίαν της ρηθείσης ελευθερίας, εσυμβουλεύθη με τον θεολόγον του Φραγγίσκον Φραγγιπάνην καλούμενον, ωσάν τι πράγμα να κάμη, οπού να είναι αρεστόν και ευαπόδεκτον εις την αυτού αγιότητα, εκείνος του απεκρίθη, πως είναι λίαν καλόν και θειότατον έργον, να οικοδομήση μέσα εις τον Ναόν του Αγίου, ένα Αλτάρι μαρμαρένιον πολύτιμον, δια να λέγεται καθ’ εκάστην εκεί μέσα και μία Λατινική λειτουργία, και η εξοχότης σου να ακούης λειτουργίαν της γλώσσης σου, όταν εις τους διωρισμένους καιρούς παρουσιάζεσαι εκεί.

Ήρεσε τω Ηγεμόνι του θεολόγου η συμβουλή, και παρεθύς προστάζει να ετοιμάζεται η ύλη της οικοδομής΄ πριν όμως να ετοιμασθή η ύλη, του εφάνη εύλογον να κράξή τους τε ιερείς και κυριαρχίαν έχοντας επί του αγιωτάτου λειψάνου του θείου Σπυρίδωνος, ίνα τρόπον τινά λάβη και εξ’ αυτών την προς τούτο συγκατάνευσιν΄ εκείνοι, ευθύς όπού ήκουσαν ένα τοιούτον ανέλπιστον πράγμα, απεκκρίθησαν προς αυτόν στρογγύλω τω στόματι, ότι τούτο χωρίς άλλο είναι μία καινοτομία πολλά επιζήμιος, και δια τούτο, κατ’ ουδένα τρόπον δεν ήθελον συγκατανεύσει εις τον σκοπόν του. ο ηγεμών τους απεκρίθη εν θυμώ, πως ώντας αυτός εξουσιαστής υπέρτατος, και μη βουλομένων αυτών, θέλει τελειώσει το θέλημά του, και προστάζει να συναχθή ανυπερθέτως η ύλη έξω από τον Ναόν του Αγίου΄ συνήχθησαν λοιπόν εκεί άσβεστος, γύψος, μάρμαρα και πλάκα εκλεκτού μαρμάρου ευφυέστατα κατασκευασμένη δια Τράπεζαν.


Κατά την αυτήν νύκτα, βλέπει κατ’ όναρ ο Ηγεμών, άνθρωπον τινά με σχήμα μοναχού, λέγοντα προς αυτόν, τι με ενοχλείς και διατί ταράττεις αδίκως τα τέκνα μου; Ήξευρε, πως τούτο οπού εμελέτησες να κάμης, δεν σου συμφέρει΄ γενομένης τοιγαρούν ημέρας, έκραξε τον θεολόγον του εις την κάμαράν του, εκείνον δηλαδή οπού τον έδωκε την συμβουλήν, και εις αυτόν εδιηγήθη με ακρίβειαν το ενύπνιον΄ εκείνος τον απεκρίθη ότι τα ονείρατα ημείς οι χριστιανοί, κατ’ ουδένα τρόπον, δεν χρεωστούμεν να τα πιστεύωμεν, ούτε παντελώς να τα δεχώμεθα, ως πράγματα αληθινά΄ μάλιστα πρέπει να στοχασθής αυθέντα, πως τούτο είναι ένας φανερός πειρασμός του δαίμονος, με τον οποίον πάσχει ο πολέμιος των καλών, να διασκεδάση και να εμποδίση ένα τέτοιον ευσεβέστατον έργον΄ ησύχασεν η Ηγεμών καταπεισθείς εις τους λόγους του θεολόγου του.

Την ερχομένην νύκτα, βλέπει πάλιν ο Ηγεμών τον ίδιον μοναχόν κατ’ όναρ σφοδρώς αυτώ απειλούντα και λέγοντα΄ ήξευρε βεβαιότατα, ότι αν πειράξης τον άγιον οίκόν μου, θέλεις το μετανοήσει, ότε ουδέν όφελος΄ έμφοβος ο αυθέντης και έντρομος γενόμενος, από την στερεάν ταύτην απόφασιν, δεν υπέμεινε πλέον να γένη ημέρα, αλλά παρευθύς την ώραν εκείνην, εισκαλείται τον θεολόγον του, διηγείται προς αυτόν απαραλλάκτως την όψιν, του παρασταίνει την δειλίαν της καρδίας του, και λέγει ότι από τόσον φόβον είναι κυριευμένος, ώστε οπού δεν θέλει αποκοτήσει να εκτελέση αυτό το έργον΄ τότε ο θεολόγος τονώσας τον λόγον, του λέγει μετά ηγεμονικού παραστήματος΄ «Αυθέντα, ήξευρε πως αν συσταλθής από το να ενεργήσης ένα άγιον έργον οπού απεφάσισες να κάνης, δεν παραστήνεσαι εις τον κόσμον τόσον ορθά στοχαζόμενος , ότι πιστεύεις ονείρατα εκ συνεργείας του διαβόλου γενόμενα΄ πλησθείς λοιπόν θάρσους εκ των τοιούτων λόγων ο Ηγεμών, ημέρας γενομένης, οπού ήτον η ενδεκάτη του Νοεμβρίου, 1718, επήγεν εις την εκκλησίαν του αγίου χάριν προσκυνήσεως, συνακολουθούσης αυτώ και της αυλής όλης, και του δημοσίου Ιντζενιέρου, δια να καταμετρήση τον τόπον εις μήκος, πλάτος και ύψος, δια την κατασκευήν του αυτού Αλταρίου.

Τότε ο των πρεσβυτέρων γεραίτερος κύριος Μαρίνος Βούλγαρης Σακελλάριος (παρόντος και του τότε προεδρεύοντος μεγίστου Πρωτοπαπά Σπυρίδωνος Βουλγάρεως) παρεστάθησαν ενώπιον του Ηγεμόνος και με ταπεινήν φωνήν παρεκάλουν δεόμενοι άπαντες να μη κάμη τέτοιαν καινοτομίαν, μήπως και δεν θέλει φανή αρεστόν εις τον Άγιον΄ ο δε ακούσας και αγριωθείς εφοβέρισεν με θυμόν μεγάλον, ότι αν δεν υπακούσουν εις το θέλημά του, και να εφησυχάσωσι, θέλει τους στείλη σιδηροδεσμίους εις την Βενετίαν, να τους ρίψουν εις τα καμπρώτα (σκοτεινή φυλακή), ώστε να μην ίδουν πλέον τον ήλιον΄ εγώ, λέγει, δεν σκοπώ να κάμω παρανομίαν, αλλά να πήξω θυσιαστήριον , πράγμα θείον και θεώ ευάρεστον.

Απηλπισμένοι οι ιερείς και οι πατρωνάτοι, και κατατρομαγμένοι από τας απειλάς, επρόστρεξαν αυτοί τε και των άλλων ορθοδόξων ουκ ολίγοι, εις την θείαν αντίληψιν΄ και ανοίξαντες την ιεράν λάρνακα του μεγάλου πατρός, έψαλλον παράκλησιν, χύσαντες θερμά δάκρυα, δια να εμποδίση τον κακόν σκοπόν του Ηγεμόνος. Προς το μεσονύκτιον, οπού έφερνε την δωδεκάτην ημέραν, εις την οποίαν έμελλον να έμβουν οι τεχνίται να δουλεύσουν, ιδού γίνονται αστραπαί και βρονταί και κεραυνοί αλλεπάλληλοι΄ τότε όλοι και ο φύλαξ της αυθεντικής Μονεστιάνος, βλέπει έναν μοναχόν, με ένα δαυλόν αναμμένον εις την χείρα πλησιάζοντα εις αυτόν΄ ο φύλαξ, κατά την συνήθειαν, τον ερωτά και άπαξ και δις, ποίος είσαι συ και που υπάγεις, και επειδή καμμίαν απόκρισιν ελάμβανε, εσήκωσε το πυροβόλον του όπλον, είτε τουφέκι, δια να τον αποκτείνει΄ τότε ο μοναχός άμα απεκρίθη΄ εγώ ειμί ο Σπυρίδων, και άμα τούτο ειπών ήρπασεν αυτόν από την χείρα και τον απεσφενδόνισεν έξω εις την λεγομένην σπιανάδα της πόλεως Κερκύρας, πλησίον εις την εκκλησίαν του εστυρωμένου. Εκεί ευρέθη όρθιος εις τους πόδας του, καθώς ήτο με το όπλον του΄ και παρευθύς ύστερα από τούτο άναψεν η αποθήκη της Μονεδτσιόνος και η ταύτης έξαψις πάσας ανέτρεψε τας οικοδομάς, οπού ήτο εκεί μέσα εις το Καστέλλι, το τε Παλάτιον του Ηγεμόνος , και πάντα τα περί αυτό΄ και ο μεν Ηγεμών ευρέθη νεκρός από δύο δοκάρια, οπού του περιέσφιγγον τον τράχηλον, τρόπον τινά ωσάν διωρισμένα δια να τελειώσουν το τοιούτον έργον, ο δε θεολόγος ευρέθη έξω από το Τειχόκαστρον , μέσα εις το χαντάκι εκείνο, εις το οποίον συρρέουσι και στραγγίζουσι αι ακαθαρσίαι όλαι των αποπάτων του άστεως, δια χειρός έχων την αισχύνην της σαρκός του, άξια προοίμια λαβών της μισθαποδοσίας της αρίστης συμβουλής του, και της λαμπράς του πολιτείας.

Απώλετο δε και πολύς λαός ανδρών τε και γυναικών, εκ τε της αυλής του Ηγεμόνος, και των εκτός, ψυχαί ως εννεακόσιαι΄ συνέβησαν δε κατά τον αυτόν καιρόν, και άλλα δύο φοβερά σημεία:

Πρώτον: Κανδήλαν μεγάλην αργυράν είχε κρεμάσει αφιέρωμα ο Ηγεμών έμπροσθεν του αγίου λειψάνου, και αυτή την ιδίαν νύκτα έπεσε χαμαί και συνετρίβη την βάσιν, μηδεμιάς άλλης, μηδεν όμοιον παθούσης , από τόσας πολλάς οπού εκεί κρέμανται , και με όλον οπού εκρέματο από μίαν άλυσιν πολλά δυνατήν. Φαίνεται δε και την σήμερον, το πάθος της Κανδήλας, ήγουν το της βάσεως΄ επειδή έτσι καθώς ευρέθη, πάλιν την εμετακρέμασν και μένει μαρτυρούσα το συμβάν με αλαλήτους φωνάς.

Δεύτερον εκείνην την ώραν και στιγμήν (καθώς ύστερον εξετάσαντες εβεβαιώθησαν) μία φλογερά σαγίτα, ήγουν αστροπλέκι, εκτύπησε την εικόνα (φωτογραφία) του Ηγεμόνος εν τη Βενετία, και την κατέκαυσε, χωρίς να πάθη άλλο τι των οικίας ουδέν κακόν΄ το οποίον και εξήγησαν ευθύς δια κακόν οιωνόν περί του αυτού Ηγεμόνος, οι εκεί όντες αδελφοί αυτού και συγγενείς, οι λοιποί Λατίνοι λαϊκοί και εκκλησιαστικοί΄ ήγουν ο πρεβεδούρος καλούμενος, ο λατινεπίσκοπος και άλλοι εξουσιασταί και ιδιώται, όσοι εκατοίκουν μέσα εις την πόλιν Κερκύρας (ενταύτα γαρ εστί και το Παλάτιον του λατινεπισκόπου και άλλων πλείστων) οι λοιποί λέγω ούτοι, έδωκαν προσταγήν να συναχθή από τον Ναόν του αγίου η συναχθείσα εκείσε ύλη, ως προείρηται και τα μεν άλλα άλλως ωκονόμησαν, την δε γε πλάκα οπού ητοιμάσθη δια τράπεζαν, φέροντες απέθηκαν δια τιμήν, εις τον λεγόμενον Δόμον, ήτοι εις τον Ναόν της ιδικής των Μητροπόλεως, εις το μέγα Αλτάρι καλούμενον΄ εκεί οράται ακουμβισμένη χαμηλά κατά το πλάγιον, μέχρι της σήμερον΄ επειδή δε ο στρατιώτης, ήτοι ο φύλαξ της Μονετσιόνο, ημέρας γενομένης, όλων ενθουσιών εβόα φωνή μεγάλη και εκήρυττε λέγωντας, ο άγιος Σπυρίδων έκαμε αυτά τα μεγάλα και φοβερά πράγματα και καταλεπτώς εδιηγείτο όλην την υπόθεσιν, οι Λατίνοι μην υποφέροντες την αισχύνην μετά τρεις ημέρας εις την Ιταλίαν μετέπεμψαν αυτόν.

Αυτή είναι η διήγησις του φρικτού τεραστίου (θαύματος) του εν τη πόλει της Κερκύρας τελεσθέντος, δια του ευηκόου Προστάτου αυτής, και όλης της Καθολικής εκκλησίας θειοτάτου Σπυρίδωνος, πρέπει τώρα να θεωρήσωμεν καταλεπτώς και επιμελώς, τα περιστατικά εκείνα, οπού το καταστήνουν αναντίρρητον, δια να μην ημπορούν οι εχθροί της αληθείας να φλυαρούν λέγοντες, ότι να εστάθη ένα συμβεβηκός, ο εμπρησμός της αποθήκης, από τον οποίον ο Ηγεμών και οι περί αυτόν απώλοντο.







πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: