Στου ιερού την κόγχη θέρος και ηλιοβασίλεμα
Σαν αρχαγγέλου λόγχη και θάνατου ρεζίλεμα
προβάλλει ο Κυδωνιεύς μάστορας και ζωγράφος
και αναγαλλιάζει η πλάκα του, μυροβολάει και ο τάφος.
Χερουβικά ψελλίζοντας πανάρχαια άγια μέλη
σμίγει του Ισαάκ το φως με του Αχιλλέα τα βέλη
χρωστήρα έχει του Λουκά του Ομήρου προφητείες
του Μωϋσή τις προσταγές, του Ορφέα τις γητείες.
Έχει κεφάλι πύρινο σαν βάτο φλεγομένη
Και η ρωμιοσύνη δίπλα του καίγεται η καυμένη
Καίγεται και αντρειώνεται σαν θαύμα των θαυμάτων
στέκει σιμά ο Ρωμανός ο ποιητής ασμάτων,
μαζεύει σπίθες και κερνά μ’αυτές τον Οδυσσέα
και τα συντρόφια πλάγι του τους κήπους του Αιγαία
οργώνουν με αγίασμα από τον Ιορδάνη
λαμποκοπά η θάλασσα σαν διαμαντογιορντάνι.
Η Παναγιά απ ’το Αιβαλί ανάμα τον ποτίζει
Και ο Διάκος απ’το μνήμα του όρθιος λιβανίζει
Τον ποιητή με μπαρουτιές και κέδρινο λιβάνι
Ενώ βουτά στο πέλαγος του ήλιου το στεφάνι.
Τότες σαν μέγα φάντασμα , τότε σαν οπτασία
Το πνεύμα του αναλήβεται στην άνω πανδαισία
Τότε τα βράχια χάνουνε ξανά τον ροβινσώνα
Και αύρα λεπτή κατανικά του κόσμου τον κυκλώνα.
[Τότε ορφανεύει η Ανατολή σαν κάποτε και κλαίει
Που έχει ευχή και ανάθεμα αίμα, ιδρώ και κλέη].
Τότε ορφανεύει η Ανατολή ξανά η προσφυγομάνα
τότε πενθοχαρμόσυνη βυζαντινή καμπάνα,
τον αητό πα στο Θαβώρ και πάλι συνοδεύει
καθώς για άλλα πέρατα ο ήλιος ταξιδεύει.
Παντελεήμων Κρούσκος 2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου