
Ένιωθε λίγο περίεργα εκείνο το πρωί του Σαββάτου. Είχε ξυπνήσει και κάπως αργότερα, αφού «μια μέρα έχουμε και εμείς για να κοιμόμαστε και λίγο παραπάνω». Έφτιαξε καφέ και τον πήρε μαζί του στο μέσα δωμάτιο. Έσπρωξε την κουρτίνα προς το πλάι και άνοιξε λίγο και το παράθυρο. Έξω είχε ξημερώσει από ώρα και οι ακτίνες του ήλιου τρύπωσαν στο δωμάτιο. Τα πουλιά ξεσήκωναν τον κόσμο με το κελάηδισμά τους και από το πάρκο απέναντι ακούγονταν φωνές και γέλια παιδιών. Ήπιε μια γουλιά καφέ και κάθησε στο γραφείο του. Εκεί πάνω ήταν το βιβλίο που είχε τελειώσει το προηγούμενο βράδυ «Η πολυτέλεια του χρόνου» της Τζέιν και του Μάικ Τόμλινσον.
Στο μυαλό του ήρθε η πρώτη φορά που την είχε δει. Ήταν Δεκέμβριος του 2002 και είχε καθίσει μπροστά στην τηλεόραση να δει τα αθλητικά βραβεία του BBC. Ήταν μια παρέλαση αστέρων στην οθόνη του γεμάτη έντονες στιγμές και αναμνήσεις από την χρονιά που τελείωνε. Ο Μπέκαμ, ο Ρούνεϊ, ο Έρικσον, η Ράντκλιφ, αλλά και άλλοι λιγότερο γνωστοί από αθλήματα όχι και τόσο διαδεδομένα στην Ελλάδα, όπως το κάρλινγκ. Τα βίντεο διαδέχονταν το ένα το άλλο και τα βραβεία άλλαζαν χέρια εν μέσω θερμών επιδοκιμασιών. Κάποια στιγμή ανακοινώθηκε το βραβείο «Έλεν Ρόλασον» στη μνήμη μια δημοσιογράφου του BBC που είχε «χάσει τη μάχη με τον καρκίνο». Ο παρουσιαστής είπε πως το βραβείο αυτό δίνεται ως αναγνώριση του κουράγιου και των κατορθωμάτων παρόλες τις αντιξοότητες του αθλητισμού. «Τι είναι πάλι τούτο;» σκέφτηκε, ενώ στις οθόνες άρχισε να παίζει ένα βίντεο με εμφατική μουσική...
«Η Τζέιν Τόμλισον, μια χαρούμενη μητέρα τριών παιδιών, ήταν 26 όταν διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού. Το 2000 έμαθε πως η νόσος είχε κάνει την εμφάνισή της στους πνεύμονες και τα οστά της. Οι γιατροί της έδωσαν μόλις έξι μήνες ζωής. Αλλά η Τζέην αποφάσισε να μην περιμένει το θάνατο. Αποφάσισε να παλέψει με τον εξουθενωτικό πόνο και να συμμετάσχει σε μια σειρά ακραίων αθλητικών δοκιμασιών. Πίεσε το σώμα της και το πνεύμα της στο όριο μη αποδεχόμενη το ρόλο μιας ετοιμοθάνατης γυναίκας.Έτρεξε στο μαραθώνιο του Λονδίνου και μάζεψε πολλά χρήματα για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Η Τζέιν είναι μια εθνική ήρωας...»
Τα χειροκροτήματα ήταν ασταμάτητα όπως και τα δάκρυα που έτρεχαν από τα μάτια του. Άλλη μια φορά το είχε πάθει αυτό, να βλέπει δηλαδή κάτι στην τηλεόραση και να αρχίσει να κλαίει χωρίς προφανή λόγο. Όταν άρχιζαν οι πανελλήνιες την επόμενη χρονιά από τη δική του. Η μητέρα του είχε πει πως ίσως ήταν η πίεση που είχε μαζέψει μέσα του όταν έδινε εκείνος...πίεση που βρήκε μια διέξοδο στο κλάμα του, ακόμη και αν δεν το είχε κουβεντιάσει ποτέ. Αλλά τώρα δεν ήξερε γιατί έκλαιγε. Πρώτη φορά την έβλεπε και για να πούμε και την αλήθεια δεν πολυσυμπαθούσε όλους αυτούς που τρέχανε σε αγώνες και μάζευαν δωρεές για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Του φαινόταν τόσο πεζό και ψεύτικο, κομμάτι μιας κουλτούρας που δεν είχε ακόμη συνηθίσει. Κι όμως τώρα τρέχαν τα δάκρυά του και, καθώς η Τζέιν ανέβηκε να παραλάβει το βραβείο της, έμεινε να την κοιτάζει με θαυμασμό. Ήταν η δύναμή της; Ήταν το κουράγιο της; Ήταν η άρνησή της να δεχτεί το μοιραίο; Ήταν η επιμονή της να συνεχίσει να παλεύει;
Είχε παρακολουθήσει την πορεία της από τότε και είχε πάντοτε ενδιαφέρον να μάθει πού τρέχει και πώς τα πάει. Δεν είχε κάνει όμως καμία δωρεά. Η Τζέιν έτρεξε τρεις μαραθώνιους στο Λονδίνο, κάλυψε 7000 μίλια με ποδήλατο (από Σαν Φρανσισκο μέχρι Νέα Υόρκη και από Ρώμη στο Λίντς) και ολοκλήρωσε ένα πλήρες τρίαθλο (4 χιλιόμετρα κολύμπι, 180 χιλιόμετρα ποδηλασίας και ένας μαραθώνιος για τον τερματισμό) μαζεύοντας δωρεές ύψους πάνω από 1.75 εκατομμύρια λίρες, όλες για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Η ίδια είχε πει πώς μάζευε χρήματα «για έρευνα που θα οδηγούσε σε κάτι περισσότερο από μερικά ακόμη χρόνια ζωής...έρευνα που θα οδηγούσε στο να μπορούν οι άνθρωποι να ζουν χωρίς να ανησυχούν συνεχώς για το θάνατο». Τα συναισθήματά του ήταν πάντοτε έντονα κάθε φορά που την παρακολουθούσε. Συχνά έκλαιγε και ένιωθε μια λύπη και μια χαρά που του ήταν δύσκολο να την εξηγήσει. «Να είναι αυτό η χαρμολύπη;» αναρωτιόταν συχνά με το μυαλό του. Ήταν αλήθεια πως ο θάνατος τον απασχολούσε τον τελευταίο καιρό.
Ήπιε μια γουλιά καφέ και κοίταξε έξω από το ανοιχτό παράθυρο. Ο κόσμος πηγαινοερχόταν στο πάρκο και τα αυτοκίνητα δε σταματούσαν να περνάνε λεπτό. «Σάββατο, μέρα για ψώνια» σκέφτηκε και χαμογέλασε ενθυμούμενος την παρατήρηση του πατέρα του την πρώτη φορά που είχε επισκεφτεί την Αγγλία: «Εδώ στην Αγγλία, παιδί μου, κάθε μέρα είναι για ψώνια» του είχε πει με έκπληξη, όταν είχε διαπιστώσει πως τα μαγαζιά ήταν ανοιχτά και την Κυριακή. Θυμήθηκε και την τέταρτη εντολή: «Μνήσθητι την ημέραν του Σαββάτου αγιάζειν αυτήν, εξ ημέρας εργά και ποιήσεις πάντα τα έργα σου, τη δε εβδόμη Σάββατα Κυρίω τω Θεώ σου». «Δε θα πάω λοιπόν για ψώνια σήμερα» σκέφτηκε «θα κάνω κάτι άλλο». Και τότε του ήρθε στο μυαλό η έκθεση που έλεγε από μέρες να πάει. «Η ζωή πριν το θάνατο», μια έκθεση φωτογραφίας από το Ινστιτούτο Wellcome, διεθνές ίδρυμα και βασικός χρηματοδότης ιατρικής έρευνας στην Αγγλία. Όταν είχε πρωτοδεί τη διαφήμιση της έκθεσης είχε θυμηθεί εκείνο το σύνθημα των αναρχικών σε ένα τοίχο στα Πανεπιστήμια: «υπάρχει ζωή πριν το θάνατο;». Αναρωτήθηκε αν θα βρει την απάντηση σε αυτήν την έκθεση και σηκώθηκε να ετοιμαστεί. Ντύθηκε βιαστικά και κατεβαίνοντας είδε το λεωφορείο να έρχεται. Ανέβηκε στον πάνω όροφο - όπως συνήθως - και το σύντομο ταξίδι του ξεκίνησε. Έβαλε το χέρι του στην τσέπη του και έβγαλε το διαφημιστικό φυλλάδιο να του ρίξει μια ματιά.
«Τίποτε δε μας μαθαίνει περισσότερα για τη ζωή από τον ίδιο το θάνατο. Η δημοσιογράφος Μπεάτε Λακότα και ο φωτογράφος Βάλτερ Σελς ρώτησαν 24 ασθενείς τελικού σταδίου αν μπορούσαν να τους συντροφεύσουν στις τελευταίες μέρες της ζωής τους. Από αυτές τις συμπορεύσεις προέκυψε μια σειρά από περιγραφές και φωτογραφικά πορτρέτα παρμένα πριν και μετά το θάνατο. Δεν είναι όμως ζοφερά, αλλά αποκαλύπτουν την πολυτιμότητα της ζωής και την παροδικότητά της και μας κάνουν να αναρωτηθούμε για αυτά που συχνά παίρνουμε ως δεδομένα». «Πολύ ενδιαφέρον» σκέφτηκε και κατέβηκε από το λεωφορείο προχωρώντας προς το χώρο της έκθεσης. «Δεν πιστεύω να έχει πολύ κόσμο, ειδικά σήμερα μέρα που είναι».
Του ήρθε στο μυαλό η Ελίζαμπεθ Κίμπλερ-Ρος, πρωτοπόρος ερευνήτρια γιατρός που περιέγραψε πέντε φάσεις από τις οποίες περνάει ο άνθρωπος για να αποδεχτεί τελικά το θάνατο: Άρνηση (Αποκλείεται, δεν μπορεί να συμβαίνει σε εμένα!), Θυμός (Είναι άδικο, γιατί σε εμένα; Δεν έχω ζήσει τίποτα!), Διαπραγμάτευση (Τουλάχιστον άσε με να δω τα παιδιά μου να μεγαλώνουν!), Κατάθλιψη (Δεν έχω ελπίδες, απλώς θα περιμένω να πεθάνω), Αποδοχή (Εντάξει όλα θα πάνε καλά!). Αναρωτήθηκε αν θα έβλεπε αυτές τις φάσεις στις ιστορίες και στις φωτογραφίες της έκθεσης.
Έστριψε στη γωνία και κοντοστάθηκε. Δεν πίστεψε τα μάτια του. Είχε ουρά μέχρι έξω από την έκθεση. Κόσμος πολύς που είχε απαρνηθεί τα ψώνια και είχε πάει εκεί να προβληματιστεί και να σκεφτεί. Χαμογέλασε σκεφτόμενος πόσος κόσμος θα πήγαινε άραγε σε μια τέτοια έκθεση στην Ελλάδα.
Μπήκε μέσα με τη σειρά του και κοίταξε γύρω. Επικρατούσε ησυχία και ο κόσμος κινούνταν αργά από πορτρέτο σε πορτρέτο. Απαλός φωτισμός και ησυχία. «Ησυχάζουν οι άνθρωποι» σκέφτηκε και διαπίστωσε πως το εννοούσε και για τους νεκρούς και για τους ζωντανούς που τους έβλεπαν. Κάποιοι κοιτούσαν σοκαρισμένοι, κάποιοι κάθονταν αποκαμωμένοι στα παγκάκια της αίθουσας, κάποιοι έκλαιγαν σιωπηλά και κάποιοι με λυγμούς. «Μα πώς γίνεται αυτό; Αφού δεν τους ξέρουν...!» σκέφτηκε. Και μετά «μοιάζει σαν να είμαι σε μνημόσυνο» Και τότε θυμήθηκε το δικό του το κλάμα όταν μάθαινε για τη Τζέιν και τα κατορθώματά της.
Περπάτησε προς το πρώτο πορτρέτο και στάθηκε να το δει:

«Ο θάνατος είναι τίποτε. Τον αγκαλιάζω το θάνατο. Δεν είναι αιώνιος. Μετά, όταν συναντούμε το Θεό γινόμαστε όμορφοι».
Αμέσως του ήρθε στο μυαλό ο στίχος του μνημοσύνου! «Ο πάλαι μεν, εκ μη όντων πλάσας με, και εικόνι σου θεία τιμήσας, παραβάσει εντολής δε πάλιν με επιστρέψας, εις γην εξ ης ελήφθην, εις το καθ’ ομοίωσιν επανάγαγε, το αρχαίον κάλλος αναμορφώσασθαι. Το μνημόσυνο ήταν η αγαπημένη του ακολουθία στην Εκκλησία.
Προχώρησε παρακάτω.

«Είμαι μόνο 64. Δε θα έπρεπε να χαραμίζομαι έτσι σε αυτήν την ηλικία».
Ανθρώπινες σκέψεις (μεταπτωτικές;), αλλά «...η δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα, και ο νόμος σου αλήθεια!» έλεγε στο μνημόσυνο.
Πήγε μέχρι τη γωνία.

«Θέλω τόσο πολύ να πεθάνω. Θέλω να γίνω κομμάτι αυτού του τεράστιου αξιοσημείωτου φωτός. Αλλά το να πεθάνεις θέλει πολλή δουλειά»
«Ανάπαυσον, ο θεός τον δούλον σου, και κατάταξον αυτόν εν Παραδείσω, όπου χοροί των Αγίων Κύριε, και οι Δίκαιοι εκλάμψουσιν ως φωστήρες...» θυμήθηκε πάλι.
Είδε πολλά εκείνη τη μέρα καθώς περιδιάβηκε την έκθεση. Διάβασε και το βιβλίο επισκεπτών με τόσα και τόσα σχόλια και έγραψε και αυτός ένα «Ευχαριστώ». Δεν έκλαψε καθόλου όμως, ούτε όταν αντίκρυσε εκείνο το πορτρέτο του δεκαεπτάμηνου κοριτσιού που κοιμήθηκε από καρκίνο. Ούτε όταν διάβασε την ιστορία της μάνας και του γιου που πέθαναν από καρκίνο με δύο εβδομάδες διαφορά. Πρώτο ο γιος, αφού η μάνα «διαπραγματεύτηκε» λίγες παραπάνω μέρες «για να είναι κοντά στο αγγελούδι της όταν εκείνο φύγει».
Έφυγε με πολλές σκέψεις στο κεφάλι του, μα πιο γαληνεμένος. «Περίεργο» σκέφτηκε καθώς στριμώχτηκε στο λεωφορείο της επιστροφής. «Ούτε σε συνεδρία ψυχοθεραπείας να είχα πάει. Ίσως όμως να ήταν και αυτό ψυχοθεραπεία, αλλά για την «άλλη» ψυχή!» Σκέφτηκε και αυτό που πάντα έλεγε με το νου του. Ναι, θα ήθελε να κηδευτεί μέσα στη Διακαινήσιμο Εβδομάδα. Σκέψου εξόδιο ακολουθία γεμάτη με: «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτω θάνατον πατήσας, καὶ τοὶς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος». Πόνος και λύτρωση μαζί. Πόνος και λύτρωση!
Μπήκε στο σπίτι και έκλεισε την πόρτα ήσυχα πίσω του. Πήρε ένα ποτήρι από την κουζίνα και έβαλε να πιει λίγο γλυκό κρασί. «Να γλυκαθώ λιγάκι, γιατί πολύ θανατικό έπεσε» που του είπε και ο φίλος του, όταν αρνήθηκε την πρόσκλησή του να πάνε μαζί στην έκθεση. Είδε πως είχε ένα μήνυμα στον τηλεφωνητή του και πάτησε το κουμπί να δει ποιος τον είχε γυρέψει: «Σήμερα το πρωί κοιμήθηκε ο πατέρας Κωνσταντίνος. Τον βρήκε ο νεωκόρος πεσμένο μέσα στο Ναό. Η κηδεία θα γίνει τη Δευτέρα». Ένα δάκρυ κύλησε τότε και είπε δυνατά: «εν τόπω φωτεινώ, εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναψύξεως, ένθα απέδρα οδύνη, λύπη και στεναγμός». Εκεί όπου είναι η λύτρωση. Αιωνία η μνήμη, αιωνία η μνήμη, αιωνία αυτού η μνήμη.
Πέτρος Λέκκος Εις μνημόσυνο Κωνσταντίνου πρεσβυτέρου †
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου