Ὁ μακάριος Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος (†1993) θεωροῦσε ὅτι ἡ μεγαλύτερη εὐλογία τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτὸν ἦταν ἡ συνάντηση καὶ ἡ γνωριμία του μὲ τὸν ἅγιο Σιλουανό (†1938). Στὴν συνέντευξη ποὺ ἀκολουθεῖ, ὁ θεολόγος τοῦ ἀκτίστου φωτός, ὁ ἄνθρωπος τοῦ Λόγου, ὁ Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος, ἀναλύει μὲ μοναδικὴ βαθύτητα καὶ ἐνάργεια τὰ κεντρικὰ σημεῖα τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ.
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος: Ὅπως γράφει ἕνας Ἕλληνας θεολόγος, εἴμαστε συνηθισμένοι νὰ προσευχόμαστε στὸν Γέροντα Σιλουανὸ σὰν σὲ ἅγιο, ἀλλὰ αὐτὴ ἡ ἐπίσημη πράξη τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, μᾶς δίνει τώρα τὴν δυνατότητα νὰ τὸ κάνουμε ὄχι μόνο μὲ τὴν καρδιά μας καὶ μυστικὰ ἀλλὰ ἀνοικτά, δημόσια.
Καὶ ὁ ναὸς τῆς Μονῆς σας εἶναι ἀφιερωμένος στὸν ἅγιο Σιλουανό;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος: Ὁ πρῶτος ναί! (γελάει χαρούμενος). Δὲν ἔχει τελειώσει, ἀλλὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος ἔχει ἤδη γίνει. Περιμένουμε νὰ στείλει ὁ Πατριάρχης ἕναν Μητροπολίτη τοῦ Θρόνου γιὰ τὰ ἐγκαίνια ἤ ἀκόμη νὰ ἔρθει καὶ ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης ἂν θέλει, γιατί ἀγαποῦν πολὺ τὸν Σιλουανὸ• σὲ τέτοιο βαθμό, ποὺ στὸ πασχάλιο μήνυμά του ὁ Πατριάρχης ἀνέφερε τὰ λόγια τοῦ Γέροντος: «Κράτει τὸ νοῦν σου εἰς τὸν Ἅδην καὶ μὴ ἀπελπίζου»! Τώρα εἶναι πολὺ γνωστός. Ἀλλὰ ἂν αὐτὸς ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀπαντήσει σὲ ἕναν μεγάλο ἀριθμὸ ἀνθρώπων ποὺ προσεύχονταν σὲ αὐτόν, τότε αὐτὴ ἡ συγκαταρίθμηση μὲ τοὺς ἁγίους δὲν θὰ μποροῦσε νὰ εἶχε γίνει. Συχνὰ φανερωνόταν ὡς μεσίτης καὶ πάντα οἱ ἄνθρωποι ἔμεναν ἔκπληκτοι ἀπὸ τὴν ταχύτητα ποὺ ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε στὶς προσευχές τους.
Ἔχετε παραδείγματα;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος: Γνωρίζετε ὅτι ἔχουμε πολλά, ἀλλὰ μὲ τέτοιον τρόπο ποὺ δὲν ξέρω πὼς θὰ μπορούσαμε νὰ τὰ καταγράψουμε τώρα. Πρέπει νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς νὰ μᾶς γράψουν, διότι ἂν τὸ κάνουμε ἐμεῖς, μπορεῖ νὰ γράψουμε ἱστορίες…
Ἐσεῖς ὅμως ἔχετε μαρτυρίες τῆς μεσιτείας τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Ἐγὼ εἶμαι ἕνα τίποτα! Ἴσως μὲ τὴν ἔννοια ὅτι κάτι ἀδύνατον, ὅπως ἡ δημιουργία ἑνὸς μοναστηριοῦ, ἔγινε πραγματικότητα. Εἶναι δυνατὸν σήμερα νὰ ἱδρύσεις μοναστήρι; Ἡ γῆ δὲν παράγει πιὰ μοναχούς! Οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶναι τόσο θετικὰ προδιατεθειμένοι πρὸς αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς. Δὲν ξέρω… Ὁ ἀγῶνας εἶναι πολὺ μεγάλος… Ἦταν δύσκολα… δὲν εἴχαμε σχεδὸν τίποτε. Τρώγαμε πατάτες καὶ τσουκνίδες. Καὶ τώρα εἴμαστε ἐξαντλημένοι… Δὲν εἶναι παράπονο αὐτό, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ μοναστήρι δὲν μᾶς δόθηκε δίχως πολλὲς δοκιμασίες. Καὶ ἡ βάση τοῦ μοναστηριοῦ αὐτοῦ ἦταν ἐκεῖνος, ὁ Σιλουανός.
Καὶ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ ζεῖτε μέχρι τώρα, γιὰ νὰ νιώσετε τὴν χαρὰ γιὰ τὴν ἁγιοκατάταξη τοῦ πνευματικοῦ σας πατρός!
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Σύμφωνα μὲ τοὺς γιατροὺς, δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ζῶ. Ἐδῶ καὶ καιρὸ τὸ σῶμα μου θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχε ἀποσυντεθεῖ μέσα στὴν γῆ… Ξέρετε, ἡ πράξη της συγκαταριθμήσεως μὲ τοὺς ἁγίους ὑπογραμμίζει πολὺ σημαντικὰ σημεῖα: μιλοῦν γιὰ τὴν «ἀποστολικὴ καὶ προφητικὴ διδασκαλία του»• καὶ ἔδωσαν ἐντολὴ «ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» νὰ τοῦ ἀποδώσουν αὐτὴν τὴν ἱερὴ τιμή –ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἔκφραση– «διακελευόμεθα ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ»…
Νὰ τιμοῦν τὴν μνήμη του κάθε χρόνο;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Ναί, χρησιμοποιοῦν αὐτὴν τὴν ἔκφραση στὴν ἐπίσημη πράξη. Εἶναι μιὰ πολὺ σημαντικὴ ἔκφραση. Ὁ πατὴρ Μάξιμος Γκιμενέζ, ἀπὸ τὸ Chevetogne, ἔγραψε στὸ «Εἰρηνικὸν», ὅτι ὁ λόγος ποὺ ἔδωσε ὁ Χριστὸς στὸν Σιλουανὸ ὠφέλησε πολλοὺς ἄνθρώπούς με ἕναν θετικὸ καὶ σωτηριώδη τρόπο. Τὸ σημειώνει αὐτὸ στὴν κριτική του γιὰ τὸ βιβλίο μου, «Ὀψόμεθα τὸν Θεὸν καθὼς ἐστί». Σκανδαλιστήκατε ἡ ὄχι;
Ἀπὸ αὐτὸν τὸν τίτλο; Ὄχι δά!
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Αὐτὸς ὁ τίτλος δόθηκε ἀπὸ τὸν π. Συμεῶν, ὄχι ἀπὸ μένα. Ἀλλὰ τὸ θέμα εἶναι, ὅτι ὅλοι μας ἔχουμε αὐτὴν τὴν ἐπιθυμία, ὅπως ὁ Μωυσῆς, νὰ δοῦμε τὸν Θεὸν καθὼς ἐστί! Εἶναι ἀπόλυτα φυσιολογικό, καὶ σὲ αὐτὸ τὸ βιβλίο ἐκφράζω τὴν ἄποψη, ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κατορθώσουμε παρὰ μόνο ζῶντας σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς• γιατί οἱ ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ δὲν μποροῦν νὰ διαφέρουν ἀπὸ τὴν οὐσία τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ• καταλαβαίνετε; Γιὰ παράδειγμα, στὸ πέμπτο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον, γράφει ὁ Εὐαγγελιστής: «Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη… ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν… ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν…». «Ἠκούσατε… ἀγαπήσεις τον πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου. Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν• ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν διωκόντων ὑμᾶς». Καὶ παρακάτω, «εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς κ.λπ…», «ἔσεσθε οὗν ὑμεῖς τέλειοι, ὦσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν»1.
Πῶς εἶναι δυνατό;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Ἂν δὲν ἦταν δυνατό, δὲν θὰ παρουσιαζόταν μέσα στὴν Ἁγία Γραφή. Ἀλλὰ σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο καλὸ εἶναι νὰ κατανοήσουμε θεολογικά, ποιά εἶναι ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῶν θεωμένων ἀνθρώπων καὶ τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σημαντικό! Μέσω τῆς θεώσεως, ὁ ἄνθρωπος, τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἡ ἀνθρώπινη ὑπόσταση προσλαμβάνει τὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ διὰ τῆς χάριτος ὄχι δημιουργῶντας την. Τί σημαίνει δημιουργῶντας την; Λέμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, «Ποιητὴν Οὐρανοῦ καὶ γῆς» κ.λπ…. ἀλλὰ παρ’ ὅλα αὐτὰ παραμένουμε δημιουργήματα. Δὲν μποροῦμε νὰ εἴμαστε Θεὸς, γιατί δὲν εἴμαστε «δημιουργοί»…
Ἀλλὰ θεοὶ κατὰ χάριν!
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Κατὰ χάριν! Δηλαδὴ ὅτι ἡ θεία ζωὴ κοινωνεῖται καὶ μᾶς μεταδίδεται μέσω τῆς χάριτος, ἀλλὰ παραμένουμε κτιστὰ ὄντα… δὲν γινόμαστε δημιουργοὶ αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Μετέχουμε τῆς θείας ζωῆς κατὰ χάριν καὶ μάλιστα μέχρι ὁμοιότητος, ἀλλὰ δὲν τὴν δημιουργοῦμε… Ὁ ἅγιος Σιλουανὸς μᾶς ἄφησε ἕνα πολὺ πλούσιο θεολογικὸ ὑλικό. Ὑπάρχουν θέματα στὴν θεολογία τοῦ Σιλουανοῦ ποὺ κανεὶς δὲν εἶχε διατυπώσει κατὰ τὸ παρελθὸν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο.
Γιὰ παράδειγμα;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Λέει ὅτι ὑπάρχουν δύο μορφὲς ταπείνωσης: ἡ μία εἶναι ἡ ἀσκητικὴ ταπείνωση, μέσω τῆς μετανοίας, «εἶμαι χειρότερος ἀπὸ ὅλους», καὶ ἡ ἄλλη ἡ θεία Ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδὴ χαρακτηρίζει τὴν φύση τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ περιγραφεῖ. Ποτὲ δὲν συνάντησα σὲ ἄλλους αὐτὴ τὴν διαφοροποίηση μεταξὺ τῆς ἀσκητικῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ταπεινώσεως ποὺ προσιδιάζει στὸν Θεὸ ὡς χαρακτηριστικό του. Ἕνα ἄλλο σημεῖο: Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀγαπᾶ ὁλόκληρη τὴν κτίση κ.λπ. καὶ νὰ προσεύχεται γιὰ ὁλόκληρη τὴν κτίση, ἂν αὐτὸ δὲν γίνεται ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Καὶ ἡ προσευχὴ γιὰ τοὺς ἐχθροὺς εἶναι χαρακτηριστικὸ αὐτῶν ποὺ εἶναι φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο λέει, ὅτι αὐτὸς ποὺ δὲν ἀγαπᾶ τοὺς ἐχθροὺς δὲν ἔχει γνωρίσει ἀκόμη τὸν Θεὸ, ὅπως πρέπει νὰ τὸν γνωρίσουμε. Προσέξτε αὐτὸ τὸ σημεῖο. Γιατί τὸ ἐκφράζει ἔτσι; Δὲν ὑπάρχει τίποτε παρόμοιο σὲ κανένα πατερικὸ κείμενο…
Εἶναι σίγουρο, ὅτι ὁ ἅγιος Σιλουανὸς εἶναι ἕνας ἅγιος ποὺ συγκαταχωρεῖται στὴν χορεία, στὴν παράδοση τῶν μεγάλων πνευματικῶν Ὀρθοδόξων Πατέρων, ἀλλὰ ἔζησε καὶ ἐξέφρασε αὐτὸ ποὺ ζοῦσε μὲ ἕνα τρόπο ἐντελῶς πρωτότυπο. Ἐπὶ πλέον, γράφει γιὰ πράγματα ἐξαιρετικὰ βαθιὰ, μὲ λέξεις πολὺ ἁπλές. Αὐτὸ ποὺ λέτε σχετικὰ μὲ τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ καὶ πολὺ διαφωτιστικό.
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀξιοσημείωτο εἶναι, ὅτι μιλάει γι’ αὐτὸ μὲ ἕναν ἐντελῶς φυσικὸ τρόπο. Ἀπὸ ποῦ προέρχεται αὐτό; Ἀπὸ τὴν ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς του!… στὴν ἀρχὴ τῆς μοναστικῆς ζωῆς του, ὅταν μετὰ τὴν δοκιμασία ἔβλεπε τὴν αἰώνια ἀπώλειά του, γιὰ μιὰ ὥρα… πηγαίνει στὸν ναὸ καὶ προφέρει αὐτὰ τὰ λόγια: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»! Καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ ἐμφανίστηκε σὰν νὰ ἦταν Ζῶν. Ἔ, λοιπόν! Ποτὲ δὲν ἀμφισβήτησα στὸ μυαλό μου τὴν ἀλήθεια αὐτῆς τῆς ἐμφάνισης τοῦ Χριστοῦ στὸν Σιλουανό. Γιατί; Διότι ἦταν ἁπλός –ἕνας στρατιώτης– ἔτσι δὲν εἶναι; Ἀμέσως μόλις τελείωσε τὴν στρατιωτική του θητεία, πῆγε στὸ Ἅγιον Ὅρος, καὶ βλέπει αὐτό! Ἀλλὰ ποῦ εἶναι ἡ ἀπόδειξη, ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια; Στὸ ὅτι ἄρχισε νὰ προσεύχεται γιὰ τὸν κόσμο μὲ ὅλο του τὸ εἶναι!… Ἂν αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὁ τόσο ἁπλός, ἄρχισε νὰ προσεύχεται μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, τί σημαίνει αὐτό; Ποιά εἶναι ἡ μαρτυρία, ὅτι προσευχόταν ἀληθινά; Μὲ κλαυθμούς, μὲ ὅλο του τὸ εἶναι, προσευχόταν γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου…
Αὐτὴ ἡ ἀγάπη, αὐτὴ ἡ συμπόνια γιὰ τὸν κόσμο μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ πιστοποίηση τῆς ἐμφάνισης τοῦ Ζῶντος Χριστοῦ;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Αὐτὸ σημαίνει, ὅτι ὁ Χριστὸς τοῦ ἐμφανίσθηκε πραγματικὰ καὶ ὅτι τὸν γνώρισε διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως περιγράφει καὶ ὁ ἴδιος, ὅτι τὸ Πνεῦμα ἦταν μέσα σὲ ὅλο τὸ εἶναι του: μέσα στὸ πνεῦμα του, μέσα στὸ νοῦ του, τὴν διάνοια, …στὴν καρδιὰ καὶ στὸ σῶμα… Γιατί μετὰ προσεύχεται ἔτσι: «Κύριε, ἂς σὲ γνωρίσει ὅλος ὁ κόσμος διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»; Ἀπὸ ποῦ προέρχεται αὐτὴ ἡ προσευχή; Ἦταν τὸ ἀποτέλεσμα, ὁ καρπὸς αὐτῆς τῆς ἐμφάνισης… Μιὰ στιγμὴ τόσο δυνατὴ πού, ὅπως γράφει, ἂν αὐτὴ παρατεινόταν δὲν θὰ μποροῦσε νὰ παραμείνει στὴν ζωή. Ἀλλὰ τὸ πῦρ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὸν γέμιζε ὁλοκληρωτικά. Ἔτσι, οἱ ἰδέες του γιὰ τὴν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ, ἡ προσευχή του γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, ἦταν συνέπεια τῆς αὐθεντικῆς ἐμφάνισης τοῦ Χριστοῦ μπροστά του.
Μποροῦμε νὰ κρίνουμε ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα. Θέλω νὰ πῶ ἐπίσης, ὅτι εἶναι μιὰ ἐξαιρετικὴ περίπτωση τὸ ὅτι ἔχει μιλήσει γι’ αὐτὰ τὰ πράγματα ὅπως ἕνας ἀποστολικὸς θεολόγος• ὅπως μιλοῦσε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ἡ θεολογία ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ εἶναι του. Ὄχι ἀπὸ ἀκαδημαϊκὴ γνώση. Πάντως, ἂν ἀρχίσετε νὰ διαβάζετε προσεκτικὰ τὸν «Γέροντα Σιλουανό», θὰ δεῖτε ὅτι εἶναι ἕνα θεολογικὸ βιβλίο μὲ πολὺ ἁπλὲς ἐκφράσεις. Δὲν εἶχα ποτὲ καμμία ἀμφιβολία, ὅτι εἶδε τὸν Χριστὸ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ, ἐν τῇ Θεότητί Του, γιατί λέει ὅτι, ὅταν ἐμφανίζεται ἕνα τέτοιο φῶς, δὲν μποροῦμε νὰ μὴν Τὸν ἀναγνωρίσουμε ὡς Θεό… Ὅπως ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν ὁδὸ πρὸς τὴν Δαμασκό. Σᾶς τὰ λέω αὐτά, γιὰ νὰ ἐπιστήσω τὴν προσοχὴ σας πάνω σὲ μερικὰ σημεῖα ὄντως οὐσιαστικά, μιᾶς πολὺ βαθιᾶς σημασίας καὶ μιᾶς θεολογίας ἀληθινὰ εὐαγγελικῆς• ὅπως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος γράφει μὲ ἐντελῶς ἁπλὰ λόγια. Εἶναι αὐτὸ ποὺ ὀνομάζω: ἡ θεολογία ὡς προσευχή ἤ ὡς περιεχόμενο τῆς προσευχῆς καὶ ὡς κατάσταση τῶν καρδιῶν μας. Τὸ πιὸ ἐμφανὲς παράδειγμα αὐτῆς τῆς θεολογίας εἶναι οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου… Ἡ θεολογία ὡς προσευχὴ εἶναι ἡ Ἀναφορὰ τῆς Λειτουργίας, ἰδίως τοῦ Μεγάλου Βασιλείου• μιὰ πολὺ σύντομη ἀναφορὰ μιᾶς σφαιρικῆς θεώρησης• καὶ δὲν εἶναι παρὰ θεολογία ἀλλὰ τὴν παρουσιάζουμε ὡς προσευχὴ• ἡ προσευχὴ λαμβάνει αὐτὴν τὴν μορφή, ἡ θεολογία λαμβάνει αὐτὴ τὴν μορφή.
Μέχρι τέλους, ἡ ἁπλότητα καὶ ἡ ταπείνωση τοῦ Σιλουανοῦ ἀπέκρυψαν τὴν ἁγιότητά του ἀπὸ τὰ μάτια τῶν περισσοτέρων. Ἀλλὰ μερικοί, ὅπως τὸ κάνατε ἐσεῖς γιὰ μερικὰ χρόνια, εἶχαν ἐπαφὲς μαζί του, πήγαιναν καὶ τὸν ἐπισκέπτονταν. Εἶχε κάποια φήμη ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ ζοῦσε;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Ὄχι πολὺ μεγάλη. Ὑπῆρχαν πολλοὶ μοναχοὶ ἀνάμεσα στοὺς Σέρβους, στὸ Χιλανδάρι καὶ ἄλλοι, θεολόγοι, ἀκόμη καὶ ἐπίσκοποι, ποὺ τοὺς ἄρεσε νὰ μιλοῦν μὲ αὐτόν. Διατηροῦσε ἀλληλογραφία, εἶχε ἀρκετὰ γράμματα. Περιγράφω μία-δύο περιπτώσεις στὸ βιβλίο μου. Καὶ ἐπίσης γιὰ τὴν διορατικότητά του, γιὰ τὴν ὁποία μιλοῦν στὴν πράξη τῆς συγκαταριθμήσεώς του μὲ τοὺς ἁγίους. Παραθέτω ἀκόμη καὶ αὐτὸ ποὺ ὁ ἐπίσκοπος Νικόλαος (Βελιμίροβιτς) ὁ Σέρβος ἔγραψε γι’ αὐτὸν στὴν νεκρολογία του.
Αὐτὸς ὁ ἐπίσκοπος, ὁ Νικόλαος, ἦταν ὁ εἰσηγητὴς μιᾶς μεγάλης κίνησης γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀφύπνιση τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μέσω τοῦ π. Ἰουστίνου συνεχίζεται ἀκόμη μέχρι σήμερα ἀπὸ ἀνθρώπους σὰν τὸν ἐπίσκοπο Ἀμφιλόχιο ἤ τὸν πατέρα Ἀθανάσιο… Λοιπόν, ὁ ἅγιος Σιλουανὸς εἶχε τακτικὲς ἐπαφὲς μὲ τὸν ἐπίσκοπο Νικόλαο;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Δὲν ξέρω τί ἀκριβῶς ὑπῆρχε μεταξύ τους. Ἀλλὰ τοῦ ἄρεσε τοῦ ἐπισκόπου νὰ ἔρχεται ἀρκετὰ συχνὰ στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ κάθε φορὰ πήγαινε νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν Γέροντα Σιλουανό. Ξέρετε, ὁ ἐπίσκοπος Νικόλαος εἶναι αὐτὸς ποὺ μὲ χειροτόνησε διάκονο τὸ 1930 στὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος καὶ ὁ Γέροντας Σιλουανὸς ἦταν παρών… Ὅταν ἦρθα στὴν Ἀγγλία, στὸ Λονδῖνο, γιὰ πρώτη φορὰ τὸ 1952, ὁ ἐπίσκοπος Νικόλαος ἦταν ἐκεῖ. Πῆγα νὰ πάρω τὴν εὐλογία του. Τοῦ εἶπα, ὅτι ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἰουστῖνος Πόποβιτς εἶχε γράψει σχετικὰ μὲ τὸ βιβλίο γιὰ τὸν Γέροντα Σιλουανὸ καὶ τὸν συνέκρινε μὲ τὸν ἅγιο Συμεῶν τὸ Νέο Θεολόγο. Καὶ ἡ ἀντίδραση τοῦ ἐπισκόπου Νικολάου ἦταν πραγματικὰ ἐντυπωσιακή. Καθόταν σὲ μιὰ πολυθρόνα καὶ καθὼς τοῦ ἔλεγα, ὅτι ὁ π. Ἰουστῖνος εἶχε κάνει αὐτὴν τὴν σύγκριση, χτύπησε τὴν γροθιά του στὸ γραφεῖο λέγοντας: «Ὄχι!…Ὄχι, ὄχι! Ὁ Σιλουανὸς εἶναι πιὸ μεγάλος ἀπὸ ὅλους στὴν ἀγάπη του! Ὅταν διαβάζετε τοὺς ἄλλους, σᾶς κυκλώνει μιὰ ἀπελπισία καὶ αὐτὸ ποτὲ δὲν συμβαίνει μὲ αὐτὰ ποὺ ἔχει γράψει ὁ Σιλουανός». Καὶ ἐγὼ παρέμενα σιωπηλός, ἀκούοντάς τον… Σήμερα ὁ Σιλουανὸς εἶναι πολὺ γνωστός… καὶ δὲν ἔχω πιὰ ἀνάγκη συστάσεων… Ὁ Φλωρόφσκυ εἶχε γράψει τὸν Πρόλογο τῆς πρώτης ἔκδοσης τοῦ βιβλίου στὰ ἀγγλικά. Ὑπογράμμιζε, ὅτι ὁ Σιλουανὸς λέει γνωστὰ πράγματα ἀλλὰ μὲ ἕναν διαφορετικὸ τρόπο… Μοῦ λένε: Μιλῆστε, λοιπὸν, μὲ μιὰ καινούργια γλῶσσα στὸν σύγχρονο κόσμο. Λοιπὸν, εἶναι μιὰ καινούργια γλῶσσα! Πολλοὶ ἄνθρωποι ἔχουν ἐκφράσει τὴν χαρά τους καὶ ἀκόμη ὁ ἀρχιεπίσκοπος τοῦ Canterbury ἔγραψε, ὅτι αὐτὴ ἡ πράξη συγκαταριθμήσεως τοῦ Γέροντος Σιλουανοῦ μὲ τοὺς ἁγίους εἶναι ἕνα χαρμόσυνο γεγονὸς ὄχι μόνο γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὄχι μόνο γιὰ τὸ Μοναστήρι μας, ἀλλὰ γενικὰ γιὰ ὅλο τὸν χριστιανικὸ κόσμο.
Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι χάρη στὰ βιβλία σας, ἀλλὰ ἀναμφίβολα καὶ γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ἡ εὐλάβεια πρὸς τὸν ἅγιο Σιλουανὸ ἔχει ἤδη ξεπεράσει τὰ «ὅρια» τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ἡ ἐπιρροή του εἶναι πολὺ μεγάλη. Συγκινεῖ πολλὲς καρδιές.
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Νὰ ἕνα παράδειγμα. Ὑπῆρχε τὸν περασμένο αἰῶνα ἕνας διάσημος ζωγράφος στὴν Ρωσία, δημιουργὸς τῶν τοιχογραφιῶν τοῦ καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου Βλαδίμηρου στὸ Κίεβο… Ὁ γιός του, ἕνας ἐπιστήμονας μαθηματικός, εἶχε μεταναστεύσει στὴν Τσεχοσλοβακία. Ὅταν ἔγινε ἱερέας, μοῦ ἔγραψε νὰ τοῦ στείλω, ἂν εἶναι δυνατόν, βιβλία. Ἀλλὰ εἶναι πολὺ δύσκολο, ἐκτὸς ἂν μπορεῖ νὰ τὰ πάει κάποιος. Ἔτσι, βρέθηκαν δύο ἤ τρία ἀντίτυπα τοῦ βιβλίου μου γιὰ τὸν Γέροντα Σιλουανὸ στὴν Τσεχοσλοβακία. Καὶ αὐτὸς ὁ ἱερέας μοῦ γράφει: «Πάτερ Σωφρόνιε, πρέπει νὰ σᾶς ἐκφράσω τὴν εὐγνωμοσύνη μου. Γιὰ πέντε χρόνια διάβαζα τὴν Φιλοκαλία μὲ πολλὴ προσοχὴ καὶ δὲν μποροῦσα νὰ κατανοήσω, πῶς αὐτὰ ἐφαρμόζονται στὴν ζωή, ἀλλὰ τὸ βιβλίο σας μὲ ἔκανε νὰ καταλάβω μὲ ἕναν ξεχωριστὸ τρόπο. Σὲ αὐτὸ τὸ βιβλίο ὑπάρχει μόνο Φιλοκαλία καὶ εἶναι πραγματικὰ ἡ ζωή».
Καὶ στὴν Ρωσία ὁ ἅγιος Σιλουανὸς εἶναι γνωστός; Πῶς τὸν ἔχουν δεχθεῖ;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Ποτὲ δὲν ἐκφράσθηκε κάποια ἀμφιβολία ὡς πρὸς αὐτόν. Ἡ εὐλάβεια πρὸς τὸν Γέροντα Σιλουανὸ ἦταν πολὺ μεγάλη, σταθερή. Γιὰ χρόνια, τὸ βιβλίο μου τὸ ἔδιναν ὡς βραβεῖο στοὺς φοιτητὲς τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας –δὲν εἴχαμε πολλὰ βιβλία. Ὅταν πῆγα στὴν Ρωσία γιὰ πρώτη φορά, τὸ 1957, ἀναζητῶντας τοὺς συγγενεῖς μου, τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὶς ἀδελφές μου, βρῆκα στὴν ἀδελφή μου ἕνα ἀντίγραφο τοῦ βιβλίου γραμμένο στὴν γραφομηχανή! Καὶ στὴν Θεολογικὴ Ἀκαδημία, στὸ Λένινγκραντ, ἕνας ἀπὸ τοὺς φοιτητὲς μὲ πλησίασε καὶ μοῦ εἶπε: «Πάτερ Σωφρόνιε, ἔχω τὸ πρωτότυπο τοῦ βιβλίου σας»! Τί ἤθελε νὰ πεῖ μὲ αὐτό; Μετὰ κατάλαβα, ὅτι μιλοῦσε γιὰ τὸ βιβλίο ποὺ εἶχε ἐκδοθεῖ στὸ Παρίσι καὶ ὄχι γιὰ τὸ ἀντίτυπο, τὸ γραμμένο στὴν γραφομηχανὴ, σὰν αὐτὸ τῆς ἀδελφῆς μου. Μοῦ εἶπαν, ὅτι εἶχαν γράψει ἑκατοντάδες ἀντίτυπα στὴν γραφομηχανή. Τὸ ὄνομα τοῦ Γέροντος ἦταν εὐρέως γνωστὸ στὴν Ρωσία τὸ 1957. Γνωστὸς καὶ ἀναγνωρισμένος ὡς Ἅγιος. Ἡ αἴσθηση ἦταν πολὺ βαθιὰ παντοῦ… Ὅπως στὸ Ἅγιον Ὅρος ποὺ εἶχαν ὑποδεχθεῖ τὸ βιβλίο μὲ πολλὴ ἐμπιστοσύνη… Ἀργότερα, τὸ 1980, μίλησα στὸ τμῆμα τῶν ἐξωτερικῶν σχέσεων τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας, μὲ τὸν Μητροπολίτη Φιλάρετο τοῦ Μὶνσκ καὶ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Πιτιρὶμ (ὑπεύθυνο τῶν ἐκδόσεων, τοῦ Περιοδικοῦ). Εἶχαν προωθήσει τὴν ἰδέα της συγκαταριθμήσεως μὲ τοὺς ἁγίους τοῦ Γέροντος Σιλουανοῦ. Ἀπάντησα, ὅτι ἦταν πολὺ σημαντικὸ γιά μᾶς ἀλλὰ ὅτι δὲν θέλαμε νὰ ἀναμειχθοῦμε, καὶ ὅτι ἡ θέση μας δὲν μᾶς ἐπέτρεπε νὰ ἀσκήσουμε ἐπιρροή. Κατὰ τὸ τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ ’70 –τὸ 1977 ἡ τὸ 1979– ὁ μητροπολίτης τοῦ Κάρκωβ, κ. Νικόδημος, εἶχε ἐκδώσει μία πλήρη ἀκολουθία γιὰ τὸν ἅγιο Σιλουανὸ καθὼς καὶ ἕναν Ἀκάθιστο Ὕμνο• ἔκτοτε ἔγινε Μητροπολίτης τοῦ Λβὸβ καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τίτλο ὑποδέχθηκε τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη στὸ Λβὸβ τὴν περασμένη χρονιά, τοῦ προσέφερε μιὰ εἰκόνα τοῦ Γέροντος καὶ πρότεινε νὰ προβοῦν μαζὶ σὲ μιὰ κοινὴ πράξη γιὰ τὴν συγκαταρίθμηση μὲ τοὺς ἁγίους τοῦ Γέροντος. Ἀλλὰ ὁ π. Σιλουανός, ὄντας μοναχὸς τοῦ Ἁγίου Ὅρους, ἦταν ὑπὸ τὴν δικαιοδοσία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ, ἄρα, μόνο τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας θὰ εἶχαν τὸ δικαίωμα νὰ προβοῦν σὲ αὐτὴ τὴν ἐπίσημη πράξη.
Θέλετε νὰ μᾶς μιλήσετε λίγο γιὰ τὶς σχέσεις σας μὲ τὸν ἅγιο Σιλουανό; Πότε καὶ πῶς ἄρχισαν;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Εἶχα συστηματικὲς ἐπαφὲς μαζί του γιὰ περίπου ὀκτὼ χρόνια, ὡς τὸν θάνατό του, τὸ 1938. Πρίν, ἔτρεφα πάντοτε σεβασμὸ γι’ αὐτόν, ἀλλὰ δὲν τὸν πλησίαζα• ἡ πρώτη ἀληθινὴ συνάντηση ἔγινε τὸ Πάσχα τοῦ 1931. Τὴν δεύτερη μέρα τοῦ Πάσχα, εἶχα δεχθεῖ στὸ μικρό μου κελλὶ στὴν Μονὴ τὸν μοναχὸ Βλαδίμηρο, ἕναν μορφωμένο ἄνθρωπο, μηχανολόγο, ποὺ ζοῦσε στὴν ἔρημο. Ἡ συζήτησή μας ἦταν ἐντελῶς εὔθυμη καὶ νὰ τὶ μοῦ εἶπε: «Πάτερ Σωφρόνιε, πεῖτε μου, πῶς μπορεῖ κάποιος νὰ σωθεῖ»; Ἐκείνη τὴν στιγμὴ εἶχα φέρει τὸ ζεστὸ νερὸ μέσα στὸ κελλί μου καὶ τοῦ πρόσφερνα τσάι, σὰν νὰ περιποιόμουν ἕναν πρέσβυ, καὶ τοῦ εἶπα: «Κρατηθεῖτε στὸ χεῖλος τῆς ἀπελπισίας καὶ ὅταν αὐτό σᾶς ξεπερνάει, ὅταν δὲν ὑπάρχουν πλέον δυνάμεις, ἀποτραβηχθεῖτε καὶ πιεῖτε ἕνα φλυτζάνι τσάι». Τὸ εἶχα πεῖ αὐτὸ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβω πραγματικά. Ἀλλὰ αὐτὸς φεύγοντας ἀπὸ μένα πῆγε νὰ ἐπισκεφθεῖ τὸν Γέροντα Σιλουανό. Δὲν ξέρω τί εἶπαν. Τὴν ἄλλη μέρα, τὴν Τρίτη τοῦ Πάσχα, συνέβη ἕνα περιστατικὸ ποὺ ἦταν ἡ ἀρχὴ τῆς σχέσης μου μὲ τὸν Γέροντα. Κατέβαινα ἀπὸ τὸ μεγάλο κτίριο πρὸς τὴν αὐλὴ τῆς Μονῆς, ὅταν ὁ Γέροντας ἔμπαινε ἀπὸ τὴν πόρτα. Πάντοτε εἶχα ἕνα αἴσθημα εὐλαβείας γι’ αὐτόν καὶ, ἀπὸ βαθὺ σεβασμὸ πρὸς αὐτόν, τοῦ ἔκανα χῶρο νὰ περάσει, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἦρθε ἀπ’ εὐθείας νὰ μὲ συναντήσει καὶ μοῦ λέει:
«Μήπως ὁ π. Βλαδίμηρος ἦρθε σὲ σᾶς χθές»;
«Μήπως ἔσφαλλα σὲ κάτι»;
«Ὄχι, ἀλλὰ δὲν εἶναι αὐτὸ τὸ ἐπίπεδό του. Ἐλᾶτε, θὰ μιλήσουμε γι’ αὐτό».
Γιατί εἶπα αὐτὸ στὸν π. Βλαδίμηρο; Ζοῦσα στὴν Μονή, βυθισμένος στὴν ἀπόγνωση γιὰ τὸν κόσμο, μετὰ τὸν πόλεμο… Εἶχα φύγει ἀπὸ τὴν Γαλλία (τὸ 1925) μὲ τὸ αἴσθημα, ὅτι ὅλη ἡ Γαλλία ἦταν βουτηγμένη σὲ μιὰ βαθιὰ ἀπελπισία. Τί ἦταν αὐτὴ ἡ βαθιὰ ἀπελπισία; Οἱ ἄνθρωποι δὲν μποροῦν πλέον νὰ πιστέψουν στὴν Ἀνάσταση. Ἑπομένως, ἀμφιβάλλουν γιὰ τοὺς ἴδιους τοὺς ἑαυτούς τους, γιὰ τὴν ἐπιβίωσή τους, γι’ αὐτὸν τὸν ἀνώφελο ἀγῶνα. Καὶ ἐμένα μὲ βασάνιζε αὐτό. Εἶχα παρατήσει τὴν τέχνη, γιὰ νὰ γίνω μοναχὸς στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἀλλὰ βίωνα αὐτὴν τὴν μορφὴ ἀπογνώσεως. Εἶχα πεῖ αὐτὸν τὸν λόγο στὸν π. Βλαδίμηρο, διότι μόλις αὐτὴ ἡ ἀπελπισία ὑποχωροῦσε μέσα μου, ἡ προσευχή μου ἔχανε τὴν ἔντασή της. Μόλις γαλήνευα, δὲν βίωνα πλέον αὐτὴ τὴν γαλήνη σὰν μία εὐτυχισμένη ζωή, ἀλλὰ σὰν τὸν θάνατο. Μόλις αὐτὴ ἡ ἀπελπισία ἀτονοῦσε μέσα μου, ἔχανα τὴν αἴσθηση τῆς ὑπάρξεως τοῦ αἰωνίου Εἶναι. Δὲν μποροῦσα νὰ βγῶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ παράδοξο. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο εἶχα πεῖ στὸν π. Βλαδίμηρο: «Κρατηθεῖτε στὸ χεῖλος τῆς ἀπελπισίας». Ἦταν ὁ τρόπος μου νὰ τὸ ἐκφράσω ἀλλὰ δὲν καταλάβαινα τὸ νόημα. Καὶ ὁ Γέροντας μοῦ τὸ ἐξήγησε, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι κάτι θὰ καταλάβαινα. Βρῆκε μιὰ κάποια ἀναλογία -ὄχι ὁμοιότητα, ἀλλὰ ἀναλογία – μὲ τὸ «Κράτει τὸν νοῦν σοῦ εἰς τὸν Ἅδην καὶ μὴ ἀπελπίζου». Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ, τὸν ἐπισκεπτόμουν ἀρκετὰ συχνὰ καί, ἀνάλογα μὲ τὸ πόσο μᾶς ἐπέτρεπαν τὰ διακονήματά μας, οἱ συζητήσεις μας μερικὲς φορὲς ἦταν παρατεταμένες. Καθὼς δὲν ἤμουν συγγραφέας καὶ γιὰ νὰ μὴν γράφω ἱστορίες, δὲν κατέγραψα παρὰ μόνο ὅσα θυμᾶμαι μὲ βεβαιότητα.
Μπορεῖ αὐτὸς ὁ λόγος «Κράτει τὸν νοῦν σοῦ εἰς τὸν Ἅδην καὶ μὴ ἀπελπίζου» νὰ ἐφαρμοσθεῖ ἀπ’ ὅλον τὸν κόσμο;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Αὐτοὶ ποὺ δὲν ἔχουν ἐμπειρία ἀσκητικῆς ζωῆς πολὺ μακρᾶς! πολὺ μακρᾶς!, ποὺ δὲν ἔχουν ζήσει βαθιὰ μέσα στὸν ἅδη πολλὲς φορές, δὲν μποροῦν νὰ βάλουν σὲ πρακτικὴ αὐτὴν τὴν φόρμουλα, «Κράτει τὸ νοῦν σου εἰς τὸν Ἅδην», γιατί δὲν τὸ ἔχουν βιώσει αὐτό! Ὁ ἅδης τοῦ Σιλουανοῦ ἦταν ἀπείρως πιὸ βαθὺς ἀπὸ αὐτὸν ποὺ μποροῦμε κάπως νὰ φαντασθοῦμε στὴν δική μας ἐποχή! Ὅταν ἔγραψε, ὅτι «ἡ αἰώνια ἀπώλειά του ἦταν μία πραγματικότητα», εἶχε ζήσει μία ὥρα τῆς ζωῆς του στὰ ἐσώτερα τοῦ ἅδη. Καὶ μετὰ ἀνταμείφθηκε μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς ὁράσεως τοῦ Χριστοῦ. Τότε ἄρχισε νὰ προσεύχεται γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, ὅπως γιὰ τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό… Ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ ἀκολουθήσουμε ἔτσι τὸ παράδειγμά του, νὰ τὸ μιμηθεῖ ὁ κάθενας ἀπὸ μᾶς, ἐκτὸς ἀσκήσεως… Ὁ ἀσκητικὸς κόσμος δὲν γνωρίζει ἀνώτερη ἀρχὴ, ἀπὸ αὐτὴν ποὺ δόθηκε στὸν Σιλουανὸ ἀπὸ τὸν Χριστό. Φτάνοντας σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο ἀγγίζουμε στὰ δύο ἄκρα: τὴν Βασιλεία καὶ τὸν Ἅδη. Ἀλλὰ ὁ Ἅδης παύει νὰ ἔχει κυριαρχία πάνω στὸν ἄνθρωπο, νὰ ἔχει ἐξουσία πάνω του. Ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρών, χωρὶς νὰ διαιρεῖται. Ἐν τούτοις αὐτὸ δὲν εἶναι ἐφικτὸ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν ἐμπειρία τῶν βασάνων τοῦ Ἅδου. Μποροῦν νὰ φθάσουν σὲ μιὰ ἀνάλογη κατάσταση, ἀλλὰ ὄχι σὲ ἐντελῶς ὅμοια.
Τί σημαίνει αὐτὸς ὁ λόγος: «Τὸ νὰ προσεύχεσαι γιὰ ὅλον τὸ κόσμο εἶναι νὰ χύνεις τὸ αἷμα σου»;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Εἶναι ἡ καρδιὰ ποὺ ὑποφέρει, δὲν εἶναι στὰ λόγια. Τὸ μυστικὸ εἶναι ἐκεῖ: Ὅπου εἶναι ἡ καρδιά, ἐκεῖ εἶναι ἡ χαρὰ καὶ τὸ φῶς• ἔπειτα, ὁ νοῦς ἑνώνεται μὲ τὴν καρδιά ἀλλὰ ἡ καρδιὰ εἶναι γεμάτη ἀπὸ πόνο, σὰν νὰ βγαίνει τὸ αἷμα ἀπὸ τὴν καρδιά. Νὰ αὐτὸ ποὺ ἔχω καταλάβει: Ὅταν προσευχόμαστε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο γιὰ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα, αὐτὸ εἶναι σημεῖο, ὅτι ἔχει δοθεῖ σὲ ἕνα ἀνθρώπινο πρόσωπο, σὲ μιὰ ὑπόσταση, ἡ χάρις νὰ βιώσει τὸ ἑξῆς: Μπορεῖ νὰ φέρει ἐντός του καὶ τὸν Θεὸ καὶ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Καὶ ὁ Θεὸς καὶ ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς αὐτοῦ τοῦ προσώπου. Τὸ νὰ ζεῖς χριστιανικὰ εἶναι νὰ πλατύνεις τὸ περιεχόμενο τῆς ζωῆς σου μὲ ἕναν τρόπο πρωτοφανῆ!
Ἡ συναναστροφὴ γιὰ χρόνια μὲ ἕναν ἄνθρωπο, ὅπως τὸν ἅγιο Σιλουανὸ, ποὺ ἔφερε μέσα του, ὅπως ἐσεῖς τὸ λέτε, «καὶ τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἀνθρωπότητα», πρέπει νὰ ἀνοίγει ἀσυνήθιστες προοπτικές. Καὶ ὁρισμένες ἀπὸ τὶς συναντήσεις μαζί του θὰ πρέπει νὰ ἦταν πολὺ διαφωτιστικές.
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Ὑπῆρχαν ἐρωτήματα ποὺ μὲ βύθιζαν μέσα σὲ ἀπορίες καὶ τοῦ τὶς ἔθεσα καὶ μὲ βοήθησε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον νὰ τὰ ἀπαντήσω. Τρεῖς φορὲς τὴν ἡμέρα ζητᾶμε στὴν προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας, νὰ ἀξιώσει ὁ Θεὸς «ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ -ἤ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ- ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς». Λοιπόν, τὸν ρώτησα:
«Πῶς, ζῶντας σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, ποὺ εἶναι ὑπερβολικὰ δυναμικὸς καὶ βυθισμένος στὴν ἀπελπισία, μποροῦμε νὰ ζοῦμε δίχως νὰ ἁμαρτάνουμε; Πῶς μποροῦμε νὰ ἀποφύγουμε τὴν ἁμαρτία»; Εἶχα ἀκόμη κι ἄλλες ἐρωτήσεις, ὅπως οἱ ἑξῆς:
«Πῶς μποροῦμε νὰ εἴμαστε σίγουροι, ὅτι τὸ πνεῦμα ποὺ ἐνεργεῖ μέσα μας εἶναι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός»;
«Ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος ἐκλήθη νὰ δημιουργεῖ, ποιά εἶναι ἡ ἀνώτερη μορφὴ τοῦ δημιουργικοῦ ἔργου»;
«Ποιά κατάσταση τοῦ πνεύματός μας δείχνει, ὅτι εἴμαστε ἀληθινὰ ἡ εἰκόνα τοῦ Ζῶντος Θεοῦ»;
Πῶς ἀπάντησε σὲ αὐτὲς τὶς ἐρωτήσεις;
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Δὲν τὰ συγκράτησα ὅλα, οὔτε ἔκανα πράξη ὅλα ὅσα ἔμαθα ἀπὸ τὸν Γέροντα καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἔχω τὸ δικαίωμα νὰ πραγματεύομαι αὐτὰ τὰ θέματα• ἀλλὰ μὲ τὴν βοήθεια τῆς προσευχῆς του, θὰ σᾶς πῶ λίγα ἀπό αὐτὰ ποὺ μὲ δίδαξε.
Ὡς πρὸς τὸ πρῶτο σημεῖο, «πῶς νὰ ἀποφύγουμε τὴν ἁμαρτία», ὁ Χριστὸς ἀποκάλυψε αὐτὸ τὸ μυστήριο στὴν ἁγία ζωὴ τοῦ Γεροντος Σιλουανοῦ μὲ τὴν ἐπιταγή Του: «Κράτει τὸ νοῦν σου εἰς τὸν Ἅδην καὶ μὴ ἀπελπίζου». Μόλις ἄκουσα ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Γέροντος, ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τοῦ ὑπέδειξε, πῶς μπορεῖ νὰ νικηθεῖ ἡ ἁμαρτία, ἡ ἐκτίμησή μου γιὰ αὐτὸν καὶ ἡ ἀπόλυτη πίστη μου στὴν ἁγιότητά του μὲ ἔπεισαν, ὅτι αὐτὴ ἡ ἔκφραση εἶχε πραγματικὰ προέλθει ἀπὸ τὸν ἴδιο τόν Χριστό. Καὶ προσπάθησα νὰ ἐφαρμόσω αὐτὴν τὴν ἀρχὴ στὴν δική μου τὴν ζωή.
Τὸ πνεῦμα συνέχεται ἀπὸ φόβο, ὅταν θεωρεῖ τὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ καὶ συνειδητοποιεῖ τὴν ἴδια στιγμὴ τὴν δική του πλήρη ἀναξιότητα νὰ ἑνωθεῖ κάποτε μὲ ἕναν τέτοιο Θεό. Ἡ γνώση, ὅτι εἴμαστε ὑπὸ τὴν δουλεία τῶν ἁμαρτιῶν μας, μᾶς ἀπελπίζει. Τότε ἡ προσευχή μας γεμίζει ἀπὸ δάκρυα. Ὅταν καταδικάζουμε ἔτσι τὸν ἑαυτό μας στὸν ἅδη, ἀπογυμνωνόμαστε ἀπὸ κάθε τί γήινο καὶ πρόσκαιρο, ἀφοῦ μόνον ἡ αἰωνιότητα ἐκτείνεται μπροστά μας. Ἡ ἁμαρτία ἔχει φυλακισθεῖ, ἔχει ἀναχαιτισθεῖ. Δὲν ὑπάρχει πιὰ ὑπερηφάνεια οὔτε μῖσος οὔτε φόβος• οὔτε ἀναζήτηση δόξας, πλούτου ἤ ἐξουσίας. Μόνον ὁ κίνδυνος νὰ πέσουμε στὴν αἰώνια ἀπόγνωση. Ἀλλά, φθάνοντας σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο σταματοῦμε: «καὶ μὴ ἀπελπίζου». Τότε, ἂν συνεχίσουμε, συναισθανόμενοι τὴν ἀναξιότητά μας, ὄντας σὲ μιὰ κατάσταση τοῦ πνεύματός μας ποὺ ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα, ἐπιτρέπουμε στὸ Πνεῦμα τῆς Ἀληθείας ποὺ ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρὸς νὰ δημιουργήσει μιὰ σχέση μὲ τὶς καρδιές μας.
Στὴν συνέχεια, διαβάζοντας τὸ Εὐαγγέλιο μὲ πολλὴ προσοχή, παρατηροῦσα κάποια ὁμοιότητα μεταξὺ τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν ἅγιο Σιλουανὸ καὶ τῆς συμπεριφορᾶς ποὺ Ἐκεῖνος υἱοθέτησε πάνω στὴ γῆ. Ὁ Χριστὸς ποτὲ δὲν ἁμάρτησε: «Ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου… ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν»2. Ἂν καὶ δὲν ὑπάρχει ταυτότητα μεταξὺ Ἐκείνου καὶ ἡμῶν, ὅμως δίχως ἀμφιβολία ὑπάρχει μιὰ ἀναλογία. Ὁλόκληρη ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἀληθινοῦ Υἱοῦ τοῦ Ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι καθ’ ὅλα ὅμοιος μὲ μᾶς, ἀκόμα καὶ στὸ ὅτι μποροῦσε νὰ τὸν πειράξει ὁ σατανᾶς, μᾶς δείχνει πὼς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπερνικήσουμε κάθε ἁμαρτία• «ἐν ᾦ γὰρ πέπονθεν αὐτὸς πειρασθείς, δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι»3. Ἀκολουθῶντας τὴν διδασκαλία του καὶ τὸ παράδειγμά του ἀντιλαμβανόμαστε, ὅτι εἴμαστε λυτρωμένοι ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν μέσα μας – ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ἀπόγνωση ἐγκαταλείπουν τὶς καρδιές μας. Γνωρίζουμε, σύμφωνα μὲ τὰ γραπτὰ τοῦ Γέροντος, ὅτι ὅταν ἔκανε αὐτὸ ποὺ τὸν εἶχε συμβουλέψει ὁ Χριστός, τὸ πνεῦμα του εἰσερχόταν μέσα στὴν σφαῖρα τῆς καθαρᾶς προσευχῆς καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μαρτυροῦσε στὴν καρδιά του τὴν σωτηρία του καὶ τοῦ χάριζε τὴν ἐμπειρία μιᾶς μορφῆς ἀναστάσεως.
«Κράτει τὸ νοῦν σου εἰς τὸν Ἅδην καὶ μὴ ἀπελπίζου».
Αὐτὴ εἶναι ἡ κύρια ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὸν κόσμο τῆς θείας ἁγιότητος.
Ἂς ἔλθουμε τώρα στὸ δεύτερο ἐρώτημά μου: Πῶς μποροῦμε νὰ εἴμαστε σίγουροι, ὅτι τὸ πνεῦμα ποὺ ἐνεργεῖ μέσα μας εἶναι στ’ ἀλήθεια τὸ Τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ὄχι κάτι ἄλλο; Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος μᾶς προτρέπει νὰ προσέχουμε: «Μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἴ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστίν»4. Αὐτὸ εἶναι ζωτικῆς σημασίας γιὰ τὸν κάθε ἕνα ἀπὸ μᾶς. Σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ, τοῦ δόθηκε ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ γνωρίσει τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ• γνώρισε τὸν Θεὸ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Τὸ ὁμοούσιο τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γίνεται περισσότερο ἀντιληπτὸ ἀπὸ τὸ γεγονὸς, ὅτι, ὅταν τὸ Πνεῦμα, ποὺ ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός, ἐπισκεφθεῖ ἀληθινὰ τὴν ψυχή, βιώνει ἡ ψυχὴ τὸ σύνολο τοῦ περιεχομένου τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο, ἂν τὸ πνεῦμα ποὺ ὑπάρχει μέσα μας εἶναι σὲ πλήρη συμφωνία μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου, τότε εἶναι πραγματικὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἔτσι, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀμοιβαίως μαρτυροῦν ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι το Φῶς τῆς αἰωνίου ζωῆς• ἡ πνοὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα μας εἶναι ἡ δύναμη τῆς θείας ἀγάπης ποὺ ἐμπνέει στὴν ψυχὴ μιὰ βαθιὰ συμπόνια γιὰ ὅλους, συμπεριλαμβανομένων καὶ τῶν ἐχθρῶν. Καὶ ἡ ψυχὴ αἰσθάνεται αὐτὴν τὴν ἀρχοντικὴ ἀγάπη, γεμάτη συμπόνια γιὰ τοὺς ἐχθροὺς, διὰ μέσου τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὡς μιὰ κατάσταση ἐντελῶς φυσική, μέσα στὴν ὁποία σβήνει κάθε ἐσωτερικὴ πάλη καὶ ὅπου βασιλεύει ἡ θεία ἁρμονία.
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος διαμένει ὑποδουλωμένος στὸν θάνατο, μένει ἀνίκανος νὰ ἀγαπήσει αὐτοὺς ποὺ βάζουν σὲ κίνδυνο τὴν ζωή του ἤ τὴν εὐημερία του. Συνεπῶς, ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς ἐχθρούς, ἡ ἀγάπη ποὺ μᾶς διδάσκει ὁ Χριστός, ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν ὁποία μιλάει ὁ Γέροντας Σιλουανός, εἶναι ἕνα πέρασμα ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν αἰώνια ζωή, μέσω τοῦ ὁποίου ἡ ψυχὴ ἐξασφαλίζει τὴν τελικὴ νίκη τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.
Ποικίλει ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ἡ δημιουργικὴ ἱκανότητα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μιὰ διάσταση ποὺ ἐκδηλώνεται μέσα σὲ διάφορους χώρους καὶ κλάδους τῆς κουλτούρας, τοῦ πολιτισμοῦ, τῆς τέχνης, τῶν ἐπιστημῶν, κ.ο.κ. Αὐτὴ ἡ δημιουργικὴ ἱκανότητα δὲν περιορίζεται ἐδῶ ἀλλὰ συνεχίζει, γιὰ νὰ ὑπερβεῖ τὸ ὁρατὸ καὶ τὸ πρόσκαιρο, στὶς προσπάθειές της νὰ φθάσει στὴν ἀρχὴ τοῦ παντός –στὸν Θεὸ δημιουργό.
Ὁ Θεός, ποὺ δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀρχὴ δίχως τὴν συνεργασία τοῦ ἀνθρώπου, ἔκτοτε δὲν ἔκανε τίποτα γιὰ τὸν ἄνθρωπο, δίχως νὰ ζητάει τὴν συνεργασία του. Ὁ φυσικὸς κόσμος εἶναι ἔτσι φτιαγμένος, ὥστε ὁ ἄνθρωπος συνεχῶς ἀντιμετωπίζει προβλήματα, γιὰ τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ βρεῖ μιὰ λύση. Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος, μέσα στὴν προοπτική του νὰ συνεργάζεται πραγματικὰ μὲ τὸν Θεὸ γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου, πρέπει πάντοτε νὰ ποθεῖ στὸν ὑπέρτατο βαθμὸ τὴν γνώση τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ. Ἡ συνεχὴς πρόοδος πρὸς ὅλο καὶ ἀνώτερη γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι μιὰ πράξη θελκτικὴ ἀλλὰ καὶ ἰδιαίτερη. Οἱ συζητήσεις μου μὲ τὸν Γέροντα Σιλουανὸ ἦταν ἀσφαλῶς συγκεντρωμένες πάνω στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ζωὴ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ• ἀλλὰ ἡ σταδιοδρομία μου στὸ παρελθὸν μὲ προδιέθετε φυσικὰ νὰ σκεφθῶ γενικὰ πάνω στὸ δημιουργικὸ ἔργο καὶ τὴν σημασία του. Στὰ νιᾶτα μου, μέσω ἑνὸς Ρώσου ζωγράφου ποὺ ἀργότερα ἔγινε διάσημος, μὲ εἶχε προσελκύσει ἡ ἰδέα τῆς γνήσιας δημιουργικότητας, ξεκινῶντας μὲ τὴν μορφὴ τῆς ἀφηρημένης τέχνης. Αὐτὸ μὲ ἀπορρόφησε γιὰ δύο ἤ τρία χρόνια καὶ μὲ ὁδήγησε στὴν πρώτη θεολογικὴ σκέψη ποὺ γεννήθηκε στὸ νοῦ μου. Ὅπως ὁ κάθε καλλιτέχνης ἀντιλαμβάνεται τὴν ἀντικειμενικὴ πραγματικότητα διὰ μέσου τῶν μορφῶν καὶ τρόπων τῆς τέχνης του, ἔτσι καὶ οἱ δικές μου ἰδέες πάνω στὴν ἀφηρημένη τέχνη προέρχονταν ἀπὸ τὴν ζωὴ γύρω μου. Κοίταζα ἕναν ἄνθρωπο, ἕνα σπίτι, ἕνα φυτό, ἕναν περίπλοκο μηχανισμό, παραμορφωμένες φευγαλέες σκιὲς, ποὺ οἱ τρεμάμενες φλόγες κάποιας φωτιᾶς ἔριχναν πάνω στοὺς τοίχους ἤ στὰ ταβάνια, καὶ τὶς διασκεύαζα σὲ ἀφηρημένες εἰκόνες, δημιουργῶντας στὴν φαντασία μου ὀπτικὰ σχήματα διαφορετικὰ ἀπὸ τὴν καθημερινὴ πραγματικότητα. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἑρμήνευα τὴν διδασκαλία τοῦ καθηγητῆ μου –ὄχι ἀντιγράφοντας τὰ φυσικὰ φαινόμενα ἀλλὰ δημιουργῶντας ἐκ νέου εἰκονογραφικὲς παραστάσεις. Εὐτυχῶς, συνειδητοποίησα γρήγορα, ὅτι δὲν εἶχε δοθεῖ σὲ ἐμένα, ἕναν ἄνθρωπο νὰ δημιουργήσω «ἐκ τοῦ μὴ ὅντος», ὅπως μόνον ὁ Θεὸς δημιουργεῖ. Καταλάβαινα, ὅτι κάθε πρᾶγμα ποὺ δημιουργοῦσα προσδιοριζόταν ἀπὸ κάτι ἄλλο, ποὺ ἤδη ὑπῆρχε. Δὲν μποροῦσα νὰ ἀνακαλύψω ἕνα καινούργιο χρῶμα ἤ κάποια γραμμὴ ποὺ δὲν εἶχε ὑπάρξει στὸ παρελθὸν κάπου. Μιὰ ἀφηρημένη εἰκόνα εἶναι ὅπως μία ἀλληλουχία λέξεων, ὄμορφες καὶ συντονισμένες ἀπὸ μόνες τους, ἀλλὰ χωρὶς ποτὲ νὰ ἐκφράζουν μιὰ ὁλοκληρωμένη σκέψη. Ἐν συντομίᾳ, μιὰ ἀφηρημένη εἰκόνα ἀντιπροσωπεύει μιὰ διάσπαση τοῦ εἶναι, μιὰ πτώση στὸ κενό, μιὰ ἐπιστροφὴ στὴν κατάσταση τοῦ μὴ ὄντος, ἀπ’ ὅπου μᾶς κάλεσε ὁ Θεὸς μὲ τὸ ἔργο της δημουργίας Του. Γι’ αὐτὸ ἐγκατέλειψα τὶς ἄκαρπες προσπάθειές μου νὰ ἐπινοήσω κάτι ἐντελῶς καινούργιο καὶ τὸ πρόβλημα τοῦ δημιουργικοῦ ἔργου ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμὴ συνδέθηκε στενὰ στὸ νοῦ μὲ αὐτὸ τῆς γνώσεως τοῦ Εἶναι. Ὁλόκληρος ὁ κόσμος, σχεδὸν κάθε ὀπτικὴ παράσταση, ἔγινε μυστήριο μιᾶς βαθιᾶς ὀμορφιᾶς ποὺ ξεπερνοῦσε τὰ κοινὰ μέτρα. Τὸ φῶς ἄλλαζε, γιὰ νὰ χαϊδέψει καὶ νὰ ἀγκαλιάσει ὅλα τὰ ἀντικείμενα μὲ ἕνα φωτοστέφανο, ὅπως λέμε τῆς δόξας, προσδίνοντας σὲ αὐτὰ παλμοὺς ζωτικούς, ποὺ ἦταν ὅμως ἀδύνατον γιὰ τὸν καλλιτέχνη νὰ τοὺς ἀποτυπώσει μὲ τὰ μέσα ποὺ εἶχε στὴν διάθεσή του. Τότε γέμισα μὲ μιὰ λατρεία γεμάτη σεβασμὸ γιὰ τὸν Πρῶτο Καλλιτέχνη, τὸν Δημιουργὸ τῶν πάντων καὶ μιὰ ἐπιθυμία νὰ Τὸν συναντήσω, νὰ μαθητεύσω σ’ Αὐτόν, νὰ μάθω πῶς δημιουργεῖ.
Οἱ συναντήσεις μου μὲ τὸν Γέροντα ἑστίασαν τὴν προσοχή μου στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ: πῶς ἐκεῖνος, ὁ Υἱός, ἐνεργοῦσε; «Οὐ δύναται ὁ υἱὸς ποιεῖν ἀφ’ ἑαυτοῦ οὐδέν, ἐὰν μή τί βλέπη τὸν πατέρα ποιοῦντα• ἅ γὰρ ἂν ἐκεῖνος ποιῇ, ταῦτα καὶ ὁ υἱὸς ὁμοίως ποιεῖ. Ὁ γὰρ πατὴρ φιλεῖ τὸν υἱὸν καὶ πάντα δείκνυσιν αὐτῷ ἅ αὐτὸς ποιεῖ»5. Ἀλλὰ ὁ μονογενὴς Υἱὸς ἔγινε ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου, ἔγινε καθ’ ὅλα ὅμοιος μὲ μᾶς. Γι’ αὐτὸ ὁτιδήποτε ἀναφέρει σχετικὰ μὲ τὸν Υἱὸ τοῦ Ἀνθρώπου, σ’ Αὐτὸν τὸν ἴδιο, μπορεῖ νὰ ἐφαρμοσθεῖ στὸν κάθε ἕναν ἀπὸ μᾶς. Ἔτσι, ἂν ὁ Πατήρ μᾶς ἀγαπᾶ, ἐπακόλουθο εἶναι, ὅτι θὰ μᾶς δείξει ὅλα τὰ πράγματα ποὺ κάνει καὶ μὲ ποιόν τρόπο τὰ κάνει. Αὐτὸ σημαίνει σὲ τελικὴ ἀνάλυση, ὅτι ἔχουμε ὅλοι κληθεῖ νὰ συνεργασθοῦμε στὸ αἰώνιο ἔργο τῆς δημιουργίας τοῦ Πατρός. Εἶναι γνώρισμα τοῦ ἀνθρώπου νὰ ποθεῖ τὴν τελειότητα, νὰ θέλει νὰ εἰσέλθει στὸ ζωντανὸ ρεῦμα τῆς θείας αἰωνιότητας, ἐκεῖ ὅπου πῆγε πρῶτος ὁ Χριστός-Ἄνθρωπος.
Συνεπῶς, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ δημιουργικὸ ἔργο, ὁ ἄνθρωπος στὴν τελική του ἀναζήτηση ἐγκαταλείπει σταδιακὰ ὅ,τι εἶναι παροδικὸ καὶ σχετικό, προκειμένου νὰ φθάσει στὴν ἀθάνατη τελειότητα. Σὲ αὐτὴν τὴν γῆ, εἶναι σίγουρο, ὅτι ἡ τελειότητα δὲν εἶναι ποτὲ ἀπόλυτη. Παρ’ ὅλα αὐτὰ, μποροῦμε νὰ ὀνομάσουμε τέλειους αὐτοὺς ποὺ λένε μόνο αὐτὸ, ποὺ τοὺς ἔχει δοθεῖ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα, κατὰ μίμηση τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος λέει: «Ἀπ’ ἐμαυτοῦ ποιῶ οὐδέν, ἀλλὰ καθὼς ἐδίδαξέ με ὁ πατήρ μου, ταῦτα λαλῶ».
Τὸ δημιουργικὸ ἔργο εἶναι ἀνώτερο ἀπ’ ὁτιδήποτε μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἐκπληρώσει. Ὁ ἄνθρωπος τείνει πρὸς αὐτὸ τὸ ἰδανικό, ὄχι παθητικὰ ἀλλὰ μὲ πνεῦμα δημιουργικό, ἐνθυμούμενος πάντα νὰ ἀποφεύγει κάθε τάση πρὸς τὸ νὰ δημιουργεῖ τὸν Θεὸ κατὰ τὴν δική του εἰκόνα.
Ἤμουν ἐπίσης ἀπορροφημένος μὲ αὐτὸ τὸ πρόβλημα: Πῶς ἐμεῖς, τόσο στενοὶ καὶ περιορισμένοι, μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε σωστὰ, ὅτι εἴμαστε ἡ εἰκόνα τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ, τοῦ Θεοῦ ποὺ περιέχει τὰ πάντα καὶ ὑπερβαίνει τὰ πάντα. Ἐδῶ ὁ Γέροντας Σιλουανὸς ἔγινε ἡ σωτηρία μου. Μοῦ ἔλεγε ὅτι, ἂν προσπαθοῦμε εἰλικρινὰ νὰ φυλάξουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, ἡ ψυχὴ θὰ γεμίσει μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος∙ καὶ τότε μὲ μιὰ βαθιὰ ἀγάπη, γεμάτη συμπόνια, προσευχόμαστε γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, ὅπως γιὰ τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτό, καὶ ἐπιθυμοῦμε πολὺ δυνατὰ τὴν εὐημερία τοῦ κάθε ἀνθρώπου περισσότερο ἀπὸ τὴν δική μας. Μᾶς ὑπέδειξε, ὅτι ἡ προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανὴ περιλάμβανε τὸ σύνολο τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ ὡς τὸ τελευταῖο παιδὶ ποὺ θὰ γεννηθεῖ ἀπὸ γυναῖκα. Ἡ προσευχὴ ποὺ πρότεινε ὁ Γέροντας Σιλουανὸς μπορεῖ δίχως ἀμφιβολία νὰ παρομοιαστεῖ μὲ αὐτὴν τὴν λυτρωτικὴ προσευχὴ τοῦ Κυρίου καὶ, συνεπῶς νὰ ὑπερβεῖ τὰ ὅρια τοῦ ἀτόμου. Αὐτὴ ἡ προσευχὴ ἀποτελεῖ ἕνα πέρασμα σὲ μιὰ ἄλλη διάσταση –τὴν διάσταση τοῦ προσώπου-ὑπόσταση, καθ’ ὁμοίωσιν τῆς Ὑποστάσεως τοῦ ἐνσαρκωμένου Λόγου. Ξέρουμε, ὅτι στὰ μέτρα ποὺ ὁ ἄνθρωπος γίνεται ὅμοιος μὲ τὸν Χριστὸ στὴν γήινη ζωή του, ἔχει ἤδη θεωθεῖ καὶ ἔχει γίνει μέτοχος τῆς θείας ζωῆς.
Συνειδητοποιῶντας ἀπὸ τὴν προσωπική μου ἐμπειρία, ὅτι κάθε ἀλλαγὴ στὴν κατανόησή μου τοῦ θείου Εἶναι ἐπηρέαζε ἀναπόφευκτα ὁλόκληρη τὴν ζωή μου, μοῦ ἔδειχνε, ὅτι κάθε ὁμολογία ἤ μορφὴ μυστικισμοῦ ἔχει τὴν δική της συγκεκριμένη πνευματικότητα. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο, εἶμαι ἀπόλυτα πεπεισμένος, ὅτι ὁ χαρακτῆρας τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ ἀνήκει καθ’ ὁλοκληρία στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἔγραφε ὁ ἴδιος, ὅταν κάποιος ἀπὸ τοὺς πατέρες κατέληξε, ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ θὰ ἀφανισθοῦν: «Δὲν γνωρίζω σχετικὰ μὲ αὐτὸ τὸ θέμα. Ἀλλὰ πιστεύω μόνο στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Σὲ αὐτὴν ὑπάρχει ἡ χαρὰ τῆς σωτηρίας μέσω τῆς ταπεινώσεως τοῦ Χριστοῦ». Ἡ ζωὴ κάθε χριστιανικῆς ὁμολογίας, σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, ρυθμίζεται ἀπὸ τὴν κατανόηση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οἱ διαφορὲς στὴν θεολογικὴ ἑρμηνεία τῆς Ὑποστατικῆς Ἀρχῆς ἐν τῷ Θείῳ Εἶναι ἀποτελοῦν διαχωριστικὴ γραμμή, γραμμὴ ὀροθεσίας, ὄχι μόνο μεταξὺ τῶν διαφόρων θρησκειῶν ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν διαφόρων χριστιανικῶν ὁμολογιῶν. Δυστυχῶς, οἱ περισσότεροι σύγχρονοι θεολόγοι δὲν τὸ ἔχουν ἀκόμη καταλάβει αὐτό, ἂν καὶ εἶναι τὸ κατ’ ἐξοχὴν βασικὸ σημεῖο ποὺ πρέπει νὰ ἐπιλύσουν.
Μᾶς ἔχει κάνει ἐντύπωση ὁ πλοῦτος καὶ ἡ ὑπερβολικὴ ἁπλότητα τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ. Ἔχουμε ἀκόμα πολλὰ νὰ μάθουμε καὶ νὰ πάρουμε ἀπὸ αὐτόν…
Ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ἦταν ἕνας ἄνθρωπος ποὺ εἶχε μόνον ἕνα ὅραμα, ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὴν φανέρωση τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶχε φωτίσει ὁλόκληρο τὸ εἶναι του, χωρὶς ἐκεῖνος νὰ τὸ ζητήσει. Ὅταν ὁ Κύριος τοῦ εἶχε ἐμφανισθεῖ, εἶχε νιώσει, ὅτι ὁ Θεὸς ἦταν ἄπειρη ἀγάπη, οἰκουμενικὴ ἀγάπη. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ εἶχε ἀποκαλύψει τὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ εἶχε διδάξει τὴν ταπείνωση καὶ μιὰ ἀγάπη τέτοιας χωρητικότητος ποὺ ἀγκάλιαζε κάθε δημιούργημα. Νύκτα καὶ ἡμέρα ἀναζητοῦσε νὰ βιώσει πάλι αὐτὴν τὴν ἐμπειρία τῆς θείας αἰωνιότητας.
Ἡ μαρτυρία ἑνὸς ἀνθρώπου σὰν τὸν ἅγιο Σιλουανό, ποὺ ἦταν ἐντελῶς ἄδεια ἀπὸ διανοητικὰ ἐπινοήματα, ἡ μαρτυρία ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ σὲ ὁλόκληρη τὴν ζωή του ἔχυσε τὸ αἷμα τῆς καρδιᾶς του μέσα στὴν προσευχὴ γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ἔχει μιὰ ἰδιαίτερη δύναμη καὶ μιὰ ἰδιαίτερη σημασία.
Μοῦ φαίνεται, ὅτι ὁ Γέροντας ἦταν τόσο δεκτικὸς καὶ αὐθόρμητος ὅσο καὶ οἱ πρῶτοι ἀπόστολοι. Τὸ γεγονὸς ὅτι μπόρεσε νὰ παραμείνει ἀνέπαφος ἀπὸ τὶς πλαστότητες τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ μας τὸν κάνει ἀκαταμάχητα πειστικό. Τόσο αὐτοὶ ποὺ δὲν τὸν γνώρισαν προσωπικά, ἀλλὰ ποὺ μποροῦν νὰ τὸν κρίνουν ἀπὸ τὰ γραπτά του, ὅσο καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸν γνώρισαν καὶ εἶδαν τὴν γνήσια ἁπλότητα καὶ ταπείνωσή του, ἔχουν πεισθεῖ ὅτι ἦταν ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.
Καὶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία πιστοποίησε αὐτὴν τὴν βεβαιότητα…
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος:: Ὁ Γέροντας Σιλουανὸς «κρατοῦσε τὸ νοῦ του στὸν Ἅδη καὶ δὲν ἀπελπιζόταν». Ἀγωνιζόταν ἐνάντια στὸ «πνεῦμα τὸ μέγα καὶ κραταιόν, τὸν συσσεισμὸ καὶ τὴν φωτιὰ» τοῦ πειρασμοῦ. Καὶ τώρα μᾶς μιλάει μέσα ἀπὸ τὴν «φωνὴ αὔρας λεπτῆς» τοῦ Κυρίου7.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
- Βλ. Μάτθ. 5, 43-48.
- Ἰω. 14, 30.
- Ἔβρ. 2, 18.
- Α’ Ἰω. 4, 1.
- Ἰω. 5, 19-20.
- Ἰω. 8, 28.
- Βλ. Α’ Βασ. 11-12.