Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

Μέ τόν όσιο Σωφρόνιο στίς οικογενειακές του συναντήσεις

 Μπορεί να είναι απεικόνιση 1 άτομο

Ή ανεψιά του Ειρήνη
– Δέν κοιμήθηκα όλο τό βράδυ. Ετοιμαζόμουν γιά τήν συνάντησή μου μαζί σας, μού είπε ή ανεψιά τού γέροντα, ή Ειρήνη.
Είναι πολύ σπουδαίο τό ότι υπάρχουν άνθρωποι σάν εσάς, πού έχουν τόσο ζωντανή μνήμη γιά τόν γέροντα Σωφρόνιο.
Αυτά ήταν τα λόγια της πρώτης, από τον αδελφό του Νικόλαο, ανεψιάς του γέροντα, μιας αρχόντισσας στο ήθος, γεμάτης μνήμη και τρυφερότητα για τον θείο της…
– Άκουσα ότι ήλθατε από την Ελλάδα, να συλλέξετε ζωντανές πληροφορίες για τον μεγάλο Γέροντα. Μα εσείς, σίγουρα, θα ξέρετε περισσότερα πράγματα από μέ εμένα, διότι τον είχατε είκοσι χρόνια Γέροντα και πνευματικό σας πατέρα. Σεις πρέπει να μου πείτε για να ακούσω και εγώ από εσάς, από την δική σας εμπειρία, όσα έχετε συλλέξει και αποθησαυρίσει στη ζωή σας. Ω! Πόσο χαίρω για τη συνάντησή μας αυτή!
Η ταπείνωση της με συνεπήρε. Είχε στην αγκαλιά της ένα φάκελο (ντοσιέ) γεμάτο σημειώσεις και ένα μικρό σημειωματάριο της γιαγιάς της, της μητέρας του γέροντα Σωφρονίου, αλλά και πολλές φωτογραφίες του γέροντα, σε διάφορες ηλικίες.
Η συνάντηση αυτή έγινε στο σπίτι μιας φίλης μου, της Ναταλίας Νικολάου. Η μητέρα της, μια Ρωσίδα παραδοσιακής οικογένειας, έστρωσε για τη συνάντηση αυτή το τραπέζι της γιορτινά και με ρωσικά εδέσματα. Χαβιάρι, σολομό, κρασί, κβας, αν και υπήρχε οικονομική δυσχέρεια.
Όμως όταν είπα ότι δεν χρειάζεται κάτι το ιδιαίτερο, έτσι απλά θα συναντηθούμε και θα τα πούμε…
– Όχι, μου είπε. Είναι μεγάλη ημέρα αυτή. Θα μιλήσετε για τον Γέροντα. Πρέπει να ετοιμάσω ανάλογα για ένα τέτοιο γεγονός….
Δημιουργήθηκε μια όμορφη ατμόσφαιρα,.. η επισκέπτρια ήλθε… απ΄ την πρώτη κιόλας στιγμή, ήταν σαν να ήμασταν παλιές γνώριμες…
… Από την ομήγυρη εκείνη κατάλαβα, περίπου, ποια ήταν η ανατροφή και τα παιδικά χρόνια του γέροντα στη Μόσχα, στη γενέτειρά του…
Ό,τι χαρακτήριζε αυτούς τους ωραίους ανθρώπους το είχε και ο Γέροντας Σωφρόνιος: ευγένεια, διακριτικότητα, αγάπη, σύνεση, με πολύ καθαρότητα…
Μετά από μικρή σιωπή η ανεψιά του Ειρήνη συνέχισε να λέει με γλαφυρότητα:
– Ναι ευγενικοί ήταν όλοι στην οικογένεια μας, τη μεγάλη, αλλά μάλλον επειδή ήταν πολύ κοντά στο Θεό.
…Όσο για τον γέροντα, τον θείο μου Σωφρόνιο, τι να πω! Ήταν της οικογένειάς μας, αλλά κάτι άλλο, με υψηλό χάρισμα από τον Θεό. Αυτό φαινόταν στη ζωή. Νοιώθαμε την προσευχή του πολύ. Νοιώθαμε και σιγουριά από την προσευχή του. Ήταν κάτι που μας κρατούσε στη ζεστασιά του Θεού και στην προστασία Του. Έφεγγε ο Γέροντας και φαινόταν κάτι πολύ διαφορετικό από όλους εμάς. Δεν ξέρω πως νοιώθετε εσείς τώρα που έφυγε από κοντά μας. Όμως εμείς και τώρα τον νοιώθουμε όπως ήταν όταν ζούσε. Νοιώθουμε την προσευχή του…
– Να μιλάς για τον γέροντα είναι πολύ δύσκολο. Καλύτερα να τον νοιώθεις. Αυτό είναι πιο εύκολο…
Πήγαν στον Γέροντα πολλοί, που δεν πίστευαν σε τίποτα. Όμως, μετά από την γνωριμία τους μαζί του, γίνονταν οι πιο πιστοί χριστιανοί…
Πόσο συγκινήθηκα που ήλθατε από την Ελλάδα, να μιλήσουμε για τον γέροντα. Διάβασα όλα τα γράμματα του από το 1962,έως το 1969 για να θυμηθώ. Έτσι, οι αναμνήσεις αυτές με έχουν κατακλύσει. Αυτή τη νύχτα δεν κοιμήθηκα καθόλου…
Τί να ειπώ! Το ευχαριστώ είναι λίγο. Δεν ξέρω αν μπορείτε να καταλάβετε το πνεύμα αυτό που ήθελα να εκφράσω!
***
– Ξέρετε! Συνεχίζει, μας έγραφε ο Γέροντας, για όλους μας σε ένα γράμμα σε μια διεύθυνση. Το έπαιρνε η Μαρία η αδελφή του, και άρχιζαν τα τηλεφωνήματα, ότι ήλθε το γράμμα και τρέχαμε όλοι στο σπίτι, όπου ερχόταν το γράμμα. Ο καθένας διάβαζε το γράμμα, αλλά για τον καθένα ξεχωριστά έδινε και μια απάντηση προσωπική. Ο καθένας διάβαζε το γράμμα σαν δικό του (παρ’ όλο που ήταν ένα για όλους). Έτσι άρχιζε: ” Προς την αδελφή μου Μαρία!” (αλλά και για όλους μας) Αγαπημένη μου, όμορφη, τρυφερή μου, θαυμάσια, γλυκειά μου Μαρία!” (Χωρίς κόμμα και έγραφε:” Μόνη σου να βάλεις το κόμμα και να υπογραμμίσεις αυτό που ταιριάζει σε σένα “).
Ήταν πολύ έξυπνος και πολύ αστείος, γελούσε πάρα πολύ, και συνεχίζει η Ειρήνη: Ξέρεις! Όταν ερχόταν στην Μόσχα πάντα καθόταν στα μεγάλα τραπέζια. Επειδή ήταν παραδοσιακοί οι Ρώσοι κάνουν προποσεις, δεν πίνουν έτσι απλώς. Οι παραδοσιακές οικογένειες το είχαν αυτό και λέγαμε: Πατερ Σωφρόνιε! Να πιούμε! Και μετά έλεγε εκείνος: Ξέρετε, ένας άνθρωπος έπινε και έπινε και μετά πέθανε! Γι αυτό να το έχετε υπ όψει σας.
… Όταν ερχόταν ο Γέροντας, όλοι εμείς τότε είχαμε μικρά παιδιά. Αγαπούσε πάρα πολύ τα παιδιά, την τρίτη γενιά, όπως έλεγε. Τραγουδούσε πάντα μαζί τους παιδικά τραγούδια. Όταν είχε βροχή, τραγουδούσε το τραγούδι της βροχής και πάντα άρχιζε πρώτος. Καθόμασταν ώρες ατελείωτες, κουβεντιάζαμε και η επικοινωνία μας αυτή ήταν σαν μια στιγμή….
Τι να πω! Ανεξάντλητος ο Γέροντας. …
Για τον Γέροντα, όλα τα ανθρώπινα εδώ στη γη, τα χαρούμενα, τα ευχάριστα, τα ζεστά, δεν του ήταν ξένα. Πάντα όταν ερχόταν στη Μόσχα με την αδελφή του Μαρία, τραγουδούσαν, αστειεύονταν και θυμόταν τα παιδικά τους χρόνια.
Η αδελφή του καθόταν στο πιάνο και του έλεγε πάντα με μια γλυκύτητα:” Θυμάσαι, Γέροντα, αυτό το κομμάτι!” Ο Γέροντας της έλεγε άλλα, όσα έκαναν σαν παιδιά. Γελούσαν! Ύστερα, καθόταν και ο ίδιος στο πιάνο και τραγουδούσαν μαζί. Τότε όλοι εμείς μαζευόμασταν δίπλα τους. Η ατμόσφαιρα άλλαζε. Όλοι ήμασταν χαρούμενοι και δακρύζαμε από χαρά και από συγκίνηση.
Σαν μαγνήτης μας τραβούσε όλους κοντά του και δεν θέλαμε να τον αποχωριστούμε… Τίποτα δεν σκεφτόμασταν κοντά του. Νιώθαμε μια γλυκύτητα που μας συνέπαιρνε την καρδιά και τον νου. Εκδηλωνόμασταν τότε με όλα τα συναισθήματά μας, αγκαλιαζόμασταν, ασπαζόμασταν ο ένας τον άλλον. Ξέραμε πως δεν ήταν μέσα στους κανόνες της ζωής αυτός ο αυθορμητισμός. Δεν το σχολίαζε ο Γέροντας, αλλά μας έλεγε συχνά:
– Τί κάνετε μαζί μου! Με συνθλίψατε, με πνίξατε με την αγάπη σας. Δεν έχω δικαίωμα να δέχομαι τόση αγάπη!! Εγώ δεν είμαι άξιος….
Μας έμαθε ο Γέροντας να αντιμετωπίζουμε όλα τα προβλήματα στη ζωή εν Πνεύματι Αγίω, με ταπείνωση πολλή και εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού.
***
Ή κάθε εκδήλωση του μας δίδασκε να έχουμε αγάπη στη συμπεριφορά μας…
Η τραγικότητα του κόσμου συνέθλιβε την καρδιά του. Συχνά μου έλεγε:
– Τραγικός ο κόσμος! Δεν ξέρει τι θέλει, τι κάνει, που βαδίζει!…
Πονούσε για ολόκληρους λαούς που ζουν υπό το καθεστώτα τυραννικά. Έλεγε:
–Μα πως δεν σέβονται την ελευθερία του κόσμου; Τί είναι αυτό το πράγμα! Γιατί είναι έτσι τα πράγματα και δεν αφήνουν τους ανθρώπους να ζήσουν ήρεμα με τη δουλειά τους, με τις οικογένειές τους!
…καταλάβαινες πόσο θλιβόταν … τον έβλεπες να βυθίζεται στον δικό του κόσμο της προσευχής. Αγαπούσε πολύ τον άνθρωπο, άκουγε με προσοχή ότι και να του έλεγες, απαντούσε και ανακούφιζε κάθε πονεμένη ψυχή.
***
Ο Γέροντας ζούσε το δράμα της ψυχής που δεν εξωτερικεύεται, γνώριζε τη χαρά που δεν εκφράζεται και φερόταν ανάλογα. Έτσι ξεκούραζε όλους, όσοι τον πλησίαζαν. Ανέπαυε, παρηγορούσε. Συχνά έλεγε:
– Αν δεν ζει μέσα σου ο Χριστός, δεν μπορείς να καταλάβεις σωστά τα πράγματα στη ζωή. Πώς θα καταλάβεις τον πόνο, τη χαρά των ανθρώπων, αφού δεν τα ζεις και δεν ζει μέσα σου ο Χριστός!
Έλεγε: Η καρδιά να χτυπά με τον Χριστό, να αναπνέει Χριστό! Τότε μόνον είσαι πραγματικά αληθινός άνθρωπος.
Ήταν μερικές φορές που έπαιζε με τα παιδιά, σαν παιδί. Τον έβλεπες και απορούσες που εύρισκε τόση χαρά. Πως τα έπαιζε! Τον απορροφούσε το παιδί τόσο πολύ, που έδινε την εντύπωση πως ξεχνούσε όλα τα άλλα. Τα έπαιρνε στην αγκαλιά του, τα έσφιγγε, τα φιλούσε, γινόταν ένα με αυτά. Εκείνα τον αγκάλιαζαν, τον φιλούσαν, τράβαγαν τα μαλλιά του, πω, πω τί γινόταν! Πάντα μου έλεγε:
Τα παιδιά καταλαβαίνουν πολύ καλά αυτά που τους λες. Πρέπει να τους μιλάς με σεβασμό όπως στους μεγάλους, αν και οι μεγάλοι δεν καταλαβαίνουν όπως αυτά!.. Έλεγε επίσης, πως τα παιδιά που ζουν σε χριστιανικές οικογένειες και έχουν καθαρή ζωή, φθάνουν στην τέλεια θεωρία.
Σε κάθε γιορτή των παιδιών ήταν παρών. Οι γονείς των παιδιών έστρωναν το τραπέζι με διάφορα γλυκά, το εορταζόμενο παιδί καθόταν δίπλα του, έπιναν όλοι το τσάι ή τον καφέ, ο Γέροντας έκανε μια ευχή και μετά έλεγε το πολυχρόνιο του εορταζόμενου, στα Ελληνικά και στα Ρωσικά. Στα Ρωσσικά έλεγε το mnogaaleta. Ήταν πολύ γλυκιά ατμόσφαιρα.
Δεν τον συγκινούσε και τόσο όταν έβλεπε πολλά παιδιά να μαζεύονται στα μοναστήρια χωρίς να έχουν γονείς ευσεβείς. Έλεγε, ότι για να μη φύγει ένα παιδί από το δρόμο της Εκκλησίας, δεν φτάνουν μόνο οι καλοί πνευματικοί, αλλά θα πρέπει και οι γονείς να δίνουν ανάλογο παράδειγμα στα παιδιά.
.. Όταν του είπα κάποτε πως ο πατέρας μου θα κάμει διαθήκη και θέλει να μοιράσει στα παιδιά του την περιουσία του και του ζήτησα να μου πει, αν πρέπει να διεκδικήσω το “επιβάλλον μέρος της ουσίας “, σε περίπτωση που θα με αδικούσαν- κατά την γνώμη μου- ήταν καταπέλτης και πολύ αυστηρός . Με έφερε στα συγκαλά μου …
– Η περιουσία του πατέρα σου είναι δική του. Αυτός κόπιασε και ίδρωσε και πέρασε από πολλές δυσκολίες. Στερήθηκε, πόνεσε. Εσύ δεν κόπιασες καθόλου και μόνο τα αγαθά της απολαμβάνεις, αφού σε σπούδασε κ.λ.π. Ο πατέρας είναι υπεύθυνος για το πώς θα την μοιράσει. Είναι δική του. Αυτός και μόνον έχει το δικαίωμα να την κάνει ότι θέλει. Αν σου δώσει ή δεν σου δώσει, είναι δική του δουλειά. Εσύ δεν κόπιασες για την περιουσία του.
Αυτό ήταν. Ειρήνη και αγάπη επεκράτησε από τότε και ύστερα όλα έγιναν όπως έπρεπε.
Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, έλεγε. Επέμενε στο σεβασμό που πρέπει να έχουμε στους γονείς.
Όταν ο Γέροντας δεν συμφωνούσε με κάποιον, δεν έκανε κανένα σχόλιο παρά έλεγε: Αυτός ή αυτοί έτσι σκέπτονται, εγώ έτσι…
Μας έμαθε να είμαστε ανεξάρτητες προσωπικότητες με πρότυπο τον Χριστό. Μας δίδασκε μόνον με τη συμπεριφορά του, να αγαπήσουμε την απόλυτη αλήθεια και ειλικρίνεια και να την εφαρμόζουμε σε κάθε εκδήλωση της ζωής μας, αναλαμβάνοντας το κόστος, με όποιο τίμημα, για να κερδίσουμε “Χριστόν Εσταυρωμένον “.
Αν δεν ήξερε κανείς ότι είναι ηγούμενος, δεν θα καταλάβαινε ποτέ την ιδιότητά του. Τίποτε το ξεχωριστό από τους άλλους. Το ξεχωριστό οφείλετο στην ηλικία του και στην υγεία του. Δεν τον είδαμε με πατερίτσα ούτε με μανδύα, αν και μπορούσε να τα φέρει. Δεν τα είχε, τα θεωρούσε υπερβολές και χωρίς νόημα. Την πατερίτσα του την βλέπαμε μόνιμα, σταθερή στο τέμπλο, κάτω από την εικόνα της Παναγίας, δίπλα στο πετραχήλι , το κρεμασμένο στην Ωραία Πύλη.
Αναπαυόταν, όταν έβλεπε ελεύθερους ανθρώπους. Έτσι μπορούσε να μιλήσει ελεύθερα, χωρίς να θέλει να επηρεάσει. Έλεγε την αλήθεια στη γλώσσα του Ευαγγελίου…
Από το βιβλίο της Δήμητρας Β. Δαβίτη, «Αναμνήσεις από το Γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ», των εκδόσεων Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη.