Πεθαίνοντας, βρήκε μεγάλο στεφάνι για τους πόνους του
Ο ποιμένας της Κρήτης· του οποίου έργο ο Κανών του ο μέγας.
Την τέταρτη του μήνα, ο θάνατος πήρε τον αρχιερέα Ανδρέα.
Ο Άγιος Ανδρέας γεννήθηκε το έτος 660 και καταγόταν από την πόλη Δαμασκό, που τότε λεγόταν Σιάμ. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και ονομάζονταν Γεώργιος και Γρηγορία. Όταν έμαθε τα ιερά γράμματα, σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών εντάχθηκε στον κλήρο· δηλαδή, έγινε Αναγνώστης από τον τότε Πατριάρχη Ιεροσολύμων, Θεόδωρο, και διορίστηκε Νοτάριος (γραμματέας του).
Έτσι, γινόταν «τα πάντα για όλους» κατά τον λόγο του Αποστόλου Παύλου. Όταν συγκλήθηκε η Έκτη Οικουμενική Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, το 680 μ.Χ., επί αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Δ΄ του Πωγωνάτου, στάλθηκε κι αυτός στη Σύνοδο από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων και αγωνίστηκε κατά των Μονοθελητών.
Εκεί, για την αρετή και τη σοφία του, χειροτονήθηκε Διάκονος της Μεγάλης Εκκλησίας (Αγίας Σοφίας), κατόπιν ανέλαβε ορφανοτρόφος και στη συνέχεια έγινε Αρχιεπίσκοπος Κρήτης.
Καθώς πήγαινε για δεύτερη φορά στην επαρχία του, έφτασε μέχρι τη Μυτιλήνη και εκεί, σε έναν τόπο που λεγόταν Ερεσός, παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Θεού. Άφησε στην Εκκλησία του Χριστού πλήθος συγγραμμάτων.
(Για αναλυτικότερη βιογραφία, βλ. το Νέον Εκλόγιον. Τη βιογραφία συνέγραψε ο Ιερομόναχος Μακάριος ο Μακρής, με την αρχή: «Ουδέ αν, οίμαι, γένοιτο δώρον». Βρίσκεται στον πέμπτο Πανηγυρικό Λόγο της Μονής Βατοπαιδίου. Η παρούσα απόδοση στη νέα ελληνική είναι δική μου.)
Σημειώσεις:
Αν και ο Άγιος Ανδρέας υπήρξε ο πρώτος που συνέθεσε τροπάρια και Κανόνες που ψάλλονται στην Εκκλησία, προηγήθηκαν κι άλλοι που έγραψαν ύμνους προς τιμήν και δόξα του Χριστού – με πεζό ή έμμετρο λόγο. Τέτοιοι ήταν ο Μάρτυρας Αθηνογένης (ποιητής του «Φως ιλαρόν»), ο Κλήμης ο Στρωματεύς, ο Νέπως Επίσκοπος Αιγύπτου, ο Βικτωρίνος, ο Λακτάντιος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Σεδούλιος, ο Ανατόλιος και άλλοι. Όλοι αυτοί, με ζήλο προς τους Ψαλμούς και τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, τα έθεσαν σε μορφή στίχων, για να είναι πιο ευχάριστα στην ψαλμωδία.
Ο Άγιος Ανδρέας συνέγραψε και λογιστική μέθοδο για τον υπολογισμό του Πάσχα, σύμφωνα με τον Μελέτιο (τόμος β΄, σελ. 179). Μιμείται δε στο ύφος και τη σύνταξη τον Γρηγόριο τον Θεολόγο, ιδιαίτερα στους πανηγυρικούς του λόγους.
Ένας λόγιος μοναχός, ο Ιωσήφ ο Καλοθέτης, συνέγραψε εγκωμιαστικό λόγο προς τιμήν του Αγίου Ανδρέα, με αρχή: «Ου δίκαιόν εστιν ώς γέ μοι δοκώ, ουδέ προσήκον». Ο λόγος αυτός σώζεται σε χειρόγραφο βιβλίο του ίδιου συγγραφέα στη Μονή Παντοκράτορος. Ο Καλοθέτης έζησε επί βασιλείας Ανδρονίκου Β΄ του Παλαιολόγου, και ήταν σύγχρονος και συναγωνιστής του Γρηγορίου του Παλαμά στον αγώνα κατά της αιρέσεως του Ακινδύνου, γύρω στο έτος 1332.
Επίσης, στη Μονή Ιβήρων σώζεται ακόμη ένα εγκώμιο προς τιμήν του, με αρχή: «Ου θεμιτόν εστιν ουδέ όσιον τας των δικαίων», γραμμένο από τον Νικήτα Πατρίκιο, Κιαίστορα και Πανεύφημο, το οποίο σώζεται επίσης και στη Μεγίστη Λαύρα.
Συναξαριστής Αγίου Νικοδήμου