Τετάρτη 18 Ιουνίου 2025

Ὁ συγγραφεύς τῆς Πεντατεύχου


Γράφει ὁ  Ἀνδρέας Κεφαλληνιάδης,

Δάσκαλος Γ΄ Ἀρσακείου – Τοσιτσείου Δημοτικοῦ Σχολείου Ἑκάλης

  Ἀνέκαθεν οἱ Ἰσραηλίτες θεωροῦσαν ὅτι ἡ Πεντάτευχος ( Γένεση, Ἔξοδος, Λευϊτικό, Ἀριθμοί, Δευτερονόμιο ) ἔχει ὡς συγγραφέα της τὸν Μωυσῆ. Πρά­γματι, στὰ ἄλλα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γίνεται λόγος ὅτι ὁ Μωυσῆς εἶναι ὁ συγγραφέας αὐτῶν τῶν βιβλίων.  Σὲ πολλὰ ἐπίσης βιβλία γίνεται ἀναφορὰ στὰ γεγονότα ποὺ ἐξιστοροῦνται στὴν Πεντάτευχο, πρᾶγμα ποὺ σημαίνει ὅτι ἡ Πεντάτευχος εἶναι παλαιότερη ἀπὸ αὐτά. Ἀλλὰ καὶ στὴν Καινὴ Διαθήκη ὁ ἴδιος ὁ  Κύριός μας θεωρεῖ τὸν Μωυσῆ συγγραφέα, λέγοντας χαρακτηριστικά: «περὶ ἐμοῦ γὰρ ἐκεῖνος ἔγραψεν» (Ἰωάν. ε΄ 46 ) ἀποδίδοντας τὴ συγγραφὴ τῆς Πεντατεύχου σ’ αὐτόν. Ὁμοίως, ὁ Φίλιππος μιλώντας στὸν Ναθαναήλ, τοῦ λέει ὅτι βρῆκε τὸν Ἰησοῦ «ὅν ἔγραψε Μωυσῆς ἐν τῷ νόμω καὶ οἱ προφῆται» ( Ἰωάν. α΄ 46 ). Ἐπίσης καὶ στὰ ἴδια τὰ βιβλία τῆς Πεντατεύχου γίνεται σαφὴς ἀναφορὰ ὅτι γράφτηκαν ἀπὸ τὸν Μωυσῆ  μὲ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐξιστόρηση τῶν γεγονότων τοῦ βιβλίου τῆς Ἐξόδου φανερώνει ἄνθρωπο ποὺ ἔζησε στὴν Αἴγυπτο, ὅπως ἦταν ὁ Μωυσῆς. Ἡ γραφὴ ἦταν γνωστὴ τὴν ἐποχὴ ποὺ ζοῦσε ὁ Μωυσῆς ( 1500 π.Χ. ). Φυσικὰ ὁ Μωυσῆς δὲν ἔγραψε μόνον ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἀλλὰ χρησιμοποίησε παλαιότερα χειρόγραφα καθὼς καὶ προφορικὲς παραδόσεις ποὺ ἔφτασαν ὥς αὐτὸν ἀπὸ τὰ παλαιότερα χρόνια. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι σὲ κάποια σημεῖα τῶν βιβλίων ἔγιναν μεταγενέστερες προσθῆκες ἀπὸ ἄλλους συγγραφεῖς, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν ἀναιρεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ κύριο σῶμα τῶν βιβλίων ἔχει καθαρὰ μωσαϊκὴ προέλευση.

  Ὡστόσο, κάποιοι νεότεροι κριτικοὶ τῶν βιβλικῶν κειμένων ἰσχυρίζονται ὅτι τὰ κείμενα αὐτὰ γράφτηκαν πολλοὺς αἰῶνες μετὰ τὸν Μωυσῆ     ( ἀπὸ τὸ 10ο ὥς τὸν 5ο π.Χ. αἰώνα ) κι ὅτι ἀποτελοῦν συρραφὴ κειμένων τεσσάρων διαφορετικῶν συγγραφέων!  Τὸ πιὸ βασικὸ ἐπιχείρημα στὸ ὁποῖο στηρίζουν τὶς ὑποθέσεις τους οἱ ἀρνητὲς εἶναι ὅτι στὰ ἱερὰ κείμενα γίνεται χρήση διαφορετικῶν ὀνομάτων τοῦ Θεοῦ, πράγμα ποὺ ὅπως λένε, ὑποδηλώνει διαφορετικοὺς συγγραφεῖς. Π.χ. σὲ ἕνα κεφάλαιο ἢ σὲ μία παράγραφο ὁ Θεὸς ἀναφέρεται μὲ τὸ ὄνομα Γιαχβέ, ἐνῶ σὲ ἄλλο κεφάλαιο ἢ σὲ ἄλλη παράγραφο ἀναφέρεται μὲ τὸ ὄνομα Ἐλοχίμ. Πόσο λογικὸ ὅμως εἶναι νὰ λέμε ὅτι ἡ μία παράγραφος τοῦ ἴδιου κεφαλαίου εἶναι γραμμένη ἀπὸ ἕνα συγγραφέα καὶ ἡ ἀμέσως ἑπόμενη ἀπὸ ἕναν ἄλλον; Ὁ Μωυσῆς ἐπειδὴ ἦταν ἀναγκασμένος νὰ χρησιμοποιήσει πολλὲς φορὲς τὴ λέξη Θεός, εἶναι φυσικὸ νὰ ἔκανε χρήση διαφόρων ὀνομάτων, ἀπὸ αὐτὰ ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ Ἰσραηλίτες ἀπέδιδαν στὸ Θεό. Τὸ ἴδιο κάνουμε κι ἐμεῖς στὰ γραπτά μας. Δηλαδή, γιὰ νὰ μὴν  ἐπαναλαμβάνουμε συνεχῶς τὴν ἴδια λέξη, ἀναγκαζόμαστε νὰ χρησιμοποιοῦμε συνώνυμες λέξεις.

  Ἐπιπλέον, ἐντελῶς αὐθόρμητα, ἀνακύπτουν  καὶ τὰ ἑξῆς ἐρωτήματα: Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ οἱ τέσσερις ὑποτιθέμενοι συγγραφεῖς τῆς Πεντατεύχου τῶν ὁποίων κανεὶς δὲ γνωρίζει οὔτε τὰ ὀνόματα οὔτε κάτι ἄλλο γι’ αὐτούς;  Πῶς οἱ Ἰουδαῖοι ὅσο καὶ ὅλος ὁ χριστιανικὸς κόσμος ἐπὶ 3.000 καὶ πλέον χρόνια ζοῦσαν σὲ πλάνη χωρὶς  κάποιος  νὰ τὸ καταλάβει νωρίτερα;  Πῶς ἡ Πεντάτευχος ἐπικράτησε ἀπὸ πολὺ νωρὶς νὰ ὀνομάζεται «Νόμος τοῦ Μωυσῆ», ἂν ἡ  ἐμφάνισή της ἔγινε χίλια ὁλόκληρα χρόνια μετὰ ἀπὸ αὐτόν; Πῶς μπόρεσαν νὰ συγκολληθοῦν μεταξύ τους κείμενα διαφορετικῶν συγγραφέων ποὺ ἔζησαν σὲ  διαφορετικοὺς αἰῶνες, ὥστε νὰ σχηματιστοῦν  πέντε κανονικὰ βιβλία, γραμμένα  στὸ ἴδιο ὕφος, μὲ  σαφὲς καὶ λεπτομερὲς νόημα,  μὲ ἀπόλυτη χρονολογικὴ σειρὰ καὶ μὲ πλήρη ἑνότητα μεταξύ τους; Γιὰ ποιὸ λόγο ὁ ἀναγνώστης τῆς Πεντατεύχου ἔχει τὴν αἴσθηση ὅτι διαβάζει κείμενα μὲ σωστὴ δομὴ κι ἀλληλουχία κι ὄχι ἀσυνάρτητα ἢ ξεκάρφωτα κείμενα;

  Ὑπάρχει ὅμως κι ἕνα ἐρώτημα στὸ ὁποῖο ἐμεῖς τουλάχιστον, μποροῦμε νὰ δώσουμε τὴν ἀπάντηση: Γιατί πολλοὶ θεολόγοι ἀποδέχονται καὶ διδάσκουν τὴ θεωρία τῶν τεσσάρων συγγραφέων, ἀμφισβητώντας ἀκόμη καὶ τὴν ἱστορικὴ ὕπαρξη τοῦ Μωυσῆ; Δυσ­τυχῶς οἱ θεολόγοι αὐτοὶ εἶναι  διαποτισμένοι ἀπὸ τὶς θεωρίες τοῦ προτεστάντη καθηγητῆ Θεολογίας Ἰούλιου Βελχάουζεν ( 1844 – 1918 ) ὁ ὁποῖος παραιτήθηκε ἀπὸ τὴ Θεολογικὴ Σχολὴ γιὰ λόγους…συνείδησης! Αὐτὸς εἶναι ὁ εἰσηγητὴς τῶν παραπάνω θεωριῶν, τὶς ὁποῖες διδάσκονται οἱ θεολόγοι μας στὸ Πανεπιστήμιο. Ἔτσι, τὰ βιβλικὰ κείμενα ἀντὶ νὰ ἀντιμετωπίζονται ἀπὸ αὐτοὺς μὲ ταπείνωση καὶ εὐλάβεια ὡς λόγος Θεοῦ, καὶ ἀντὶ νὰ ἑρμηνεύονται μὲ βάση τοὺς θεοφόρους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἑρμηνεύονται ὀρθολογικὰ καὶ ἀντιμετωπίζονται  μὲ ἀμφισβήτηση καὶ διάθεση κριτικῆς. Ἀλλὰ κάτι τέτοιο δὲν θὰ πρέπει νὰ μᾶς ἐκπλήσσει. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, περιγράφοντας τοὺς ἀνθρώπους τῶν ἐσχάτων ἡμερῶν λέει γι’ αὐτοὺς καὶ τὰ ἑξῆς: «ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις(…) ἔσονται γὰρ ἄνθρωποι (…) ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας, τὴν δὲ δύναμιν αὐτῆς ἠρνημένοι» (Β΄ Τιμ. γ΄, 5 ).