Η εικόνα του Χριστού ως ο «Αναπεσών» ασφαλώς δεν εικονίζει τη σκηνή της Γεννήσεως, αλλά την εικόνα του «Αναπεσόντος» Χριστού σε παιδική ηλικία, η οποία χρησιμοποιείται συχνά σε στενή όμως αναφορά με τη μεγάλη εορτή της Γεννήσεως. Η συγκεκριμένη εικόνα αρχίζει να ιστορείται στα μέσα βυζαντινά χρόνια και απαντάται συνήθως επάνω από την κύρια, τη δυτική είσοδο του Ναού.
Το όνομα της εικόνας προέρχεται από την προφητεία
που λάλησε ο Ιακώβ πριν πεθάνει ενώπιον των υιών του, που υπήρξαν κατόπιν οι
Πατριάρχες των δώδεκα φυλών του Ισραήλ: «Σκύμνος λέοντος, Ιούδα εκ βλαστού, υιέ
μου, ανέβης... Αναπεσών εκοιμήθης ως λέων και ως σκύμνος... Τις εγερεί
Αυτόν;...» (βλ. Γεν. 49, 9). Πρόκειται για μια από τις αρχαιότερες προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης σχετικά
με την έλευση αλλά και τη σάρκωση του Χριστού, παλαιότερη του Μωϋσέως και των
άλλων προφητών. Ο μάντης Βαλαάμ προφήτευσε κι αυτός αργότερα (Αριθμ. 24, 9) με
τα ίδια ακριβώς λόγια. Ο Ιακώβ, εδώ, δεν προφητεύει για κάποιον από τους γιούς
του. Προλέγει, ανάμεσα στ’ άλλα, ότι η χώρα της φυλής του Ιούδα, η Ιουδαία, θα
γινόταν το βασίλειο των Εβραίων και ότι αυτή θα είχε μια αδιάσπαστη συνέχεια
βασιλέων μέχρι την έλευση του Σωτήρος Χριστού: «Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα έως
εάν έλθει τα αποκείμενα Αυτώ και Αυτός προσδοκία Εθνών...» (στιχ. 10). Κατά την
ακμή της η Ιουδαία περιήλθε υπό τον Οίκο του Δαυίδ και παρέμεινε ενιαίο
βασίλειο μέχρι τα χρόνια που ο Χριστός, ως Θεάνθρωπος, «εσαρκώθη» και
«ενηπίασε»· όταν, δηλαδή, «έγινε» μικρό παιδίον («Χριστός, ο Παις»).
Γιατί ο Ιακώβ ονομάζει «υιό» του και «σκύμνον λέοντος Ιούδα» Αυτόν που αργότερα θα «ανέβαινε εκ βλαστού»; Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, αυτός ο «βλαστός», το νεαρό κλαδί, το τρυφερό κλωνάρι, υποδηλώνει την Παρθένο Κυρία Θεοτόκο καθώς και το μυστήριο της Θεομήτορος. Η Γραφή χρησιμοποιεί την εικόνα του «λέοντος» ως σύμβολο δύο διαφορετικών πραγμάτων. Σε πολλές περιπτώσεις ο «λέων» ενσαρκώνει τον διάβολο που, «ως λέων ωρυόμενος, ζητεί τίνα καταπίει» (βλ. Α΄ Πέτρ. 5, 8). Επίσης, ο «λέων» εκφράζει τη βασιλική ιδιότητα, την αδιάπτωτη εξουσία και το παγκυριαρχικό αξίωμα του Θεανθρώπου. Εν προκειμένω, το «Αναπεσών Παιδίον», ο Χριστός, είναι όντως από βασιλική γενιά, διότι είναι Υιός του επουρανίου Βασιλέα Θεού, ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού Πατρός. Αλλά και κατά το ανθρώπινο, ως «Υιός του Ανθρώπου», είναι ενδοϊστορικά και γενεαλογικά ο εκλεκτός απόγονος του βασιλέα Δαυίδ. Κυρίως, όμως, κατά την ανθρωπότητά Του, είναι Αυτός ο υπεραγαπημένος Μονογενής Υιός της πανυπεραγαπημένης Αειπαρθένου Μητρός Του, της Κυρίας Θεοτόκου. Η οποία, είναι ο μόνος επί γης, μυριοκεχαριτωμένος, θεάρεστος, θεοφίλητος, θεοφόρος, Θεοτόκος–«Άνθρωπος». Έτσι, η Παναγία, ως «Θεού Μήτηρ», είναι η Βασίλισσα, η Δέσποινα, η Παντοβασίλισσα, η Παντάνασσα όλων των ανθρώπων, όλων των αγγέλων και όλης της κτίσεως, η οποία αναφέρεται «κεκαλυμμένα» και αόριστα μέσα στο ανώνυμο ουσιαστικό «Άνθρωπος» πολύ συχνά στα Ιερά Ευαγγέλια από Αυτόν τον Ίδιο τον Χριστό. Γι’ αυτό και στη συγκεκριμένη εικόνα «ο Αναπεσών» ανακλίνεται, πέφτει να κοιμηθεί, όχι σε μια πάμφτωχη φάτνη όπως συνέβη κατά τη θεία Του Γέννηση, αλλά, όπως βλέπουμε, επάνω σε βασιλικό ανάκλιντρο. Και, αντί για σπάργανα και ράκη (κουρέλια), στη συγκεκριμένη αγιογραφική παράσταση είναι ενδεδυμένος χιτώνα και ποδήρη βασιλικό!
Ο Ιακώβ αναφέρεται επίσης και στα «αποκείμενα Αυτώ»· σ’ αυτά, δηλαδή, τα μεγάλα και ιερά γεγονότα που περιμένουν, όχι βέβαια τον Ιακώβ ή τους γιους του, αλλά τον Ίδιο τον Θεάνθρωπο Χριστό: ο Σταυρός, το Πάθος, η Λόγχη και ο Θάνατος. Αλλά, συν τοις άλλοις, αναφέρεται και στον θάνατο του Χριστού ως «ύπνο» («αναπεσών εκοιμήθης…») και, μάλιστα, κάνει και μια έμμεση αναφορά και για την Ανάστασή Του («Τις εγερεί αυτόν;…»). Ποιός από τους ανθρώπους δύναται να έχει τη δύναμη και την ικάνωση να αναστήσει, να σηκώσει έναν παγκραταιό Βασιλέα, τον Παμβασιλέα, τον Θεάνθρωπο Χριστό; Απολύτως κανείς! Εκτός, ασφαλώς, από Αυτόν τον Ίδιο τον Χριστό, εφ’ όσον Αυτός είναι ο μόνος «Αρχηγός της ζωής», ο «Νικητής του θανάτου», αυτού του εφιαλτικού «ύπνου» που επέφερε η πανανθρώπινη αμαρτία. Λέγει, γι’ αυτό, ο Χριστός: «Ουδείς αίρει την ψυχήν Μου απ’ Εμού, αλλ’ Εγώ τίθημι Αυτήν απ’ Εμαυτού. Εξουσίαν έχω θείναι Αυτήν και εξουσίαν έχω πάλιν λαβείν Αυτήν» (βλ. Ιωάν. 10, 18).
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μάς δίνει το
νόημα αυτού του «ύπνου» του Χριστού, ως «λέοντος»: Όπως ο λέων είναι φοβερός ακόμη κι
όταν αυτός κοιμάται, έτσι και ο Χριστός· ήταν φοβερός και δυνατός ακόμη και την ώρα τόσο
του θεανθρώπινου ύπνου Του, σαν τέλειος Άνθρωπος, θείο Βρέφος και θείο Νήπιο
που Αυτός ήταν· κυρίως δε, κυριολεκτικά πλέον, κατά την ώρα του ίδιου
του θανάτου Του. Ο οποίος θάνατος έγινε πρόξενος πολλών φοβερών, φρικτών,
εξαίσιων και ανήκουστων θαυμάτων: κρύφτηκε ο ήλιος, σείστηκε η γη, κόπηκαν οι
βράχοι, σχίστηκε το παραπέτασμα του Ναού, σκότος κατέλαβε όλη τη γη και μια παγκόσμια
νύχτα εμφανίστηκε ξαφνικά μέσα στο καταμεσήμερο του Πάθους Του. Ο θάνατος καταργήθηκε και η τυραννία
του καταστράφηκε. Πολλά σώματα των «κεκοιμημένων αγίων» αναστήθηκαν. Αυτά τα
φοβερά συμβάντα, λοιπόν, προείδε ο Πατριάρχης Ιακώβ και προφήτευσε λέγοντας:
«Αναπεσών εκοιμήθης ως λέων!...» («Έπεσες και κοιμήθηκες ωσάν λιοντάρι...»).
Η εκπληκτική αυτή προφητεία του Πατριάρχου
Ιακώβ (γεμάτη από υπέρχρονη πατρική βιβλικότητα αλλά και μητροφίλητη στοργή)
περί του «Αναπεσόντος» Ιησού Χριστού βρίσκει και μια άλλη μεσσιανική έκπλήρωσή της.
Πότε; Κατά την αγγελοσέβαστη ανάκλιση του Θεανθρώπου ως θείο Βρέφος· κατά το
υπερθαύμαστο κενωτικό σπαργάνωμα και το καθ’ όλα ανθρώπινο ξαπόσταμά Του· κατά
τον παμμακάριο ύπνο και την πανησύχια ανάπαυση (την ξεκούραση) του θείου
Βρέφους. Πού; Μέσα στην απέριττη φάτνη του ταπεινού Σπηλαίου της Βηθλεέμ.
Αμέσως μετά την «υπέρ λόγον και φράσιν και έννοιαν» Ενανθρώπισή Του, μετά την
απόρρητη, φρικτή και άφραστη θεία Του Γέννηση από την Αειπάρθενο και Πανάχραντη
Μητέρα Του, την Κυρία Θεοτόκο…
«Ανέπεσε», λοιπόν, για χάρη μας ο Θεάνθρωπος Κύριος, ακριβώς για να καταστήσει το «παραπεσών» από την αρχέγονη αμαρτία ταλαίπωρο ανθρώπινο γένος, όλον τον δύστυχο άνθρωπο, τον «Αδάμ παγγενή», ολοκληρωτικά και παντοτινά αναγεννημένο και αναστημένο και, εν Αυτώ τω Θεανθρώπω Χριστώ, αιώνια απολυτρωμένο.
※
Βασικό κείμενο του Γεωργίου Γαβριήλ (1988), με κάποιες προσθήκες προτάσεων και παραγράφων σαν αναγκαίες επεξηγήσεις από την πλευρά μας. Επιλογή ανάρτησης, επιλογή θέματος και φωτογραφιών, πληκτρολόγηση κειμένου: π. Δαμιανόςtoeilhtarion
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου