Αλλά καί είς τά αλλά έργα του, όπου εξέφραζον όχι μόνο τάς ιδέας του αλλά τήν καρδίαν του καί τάς πράξεις του, εφαίνετο ωσάν γνήσιος ορθόδοξος χριστιανός, γεμάτος αγάπην. Όχι μόνον οι άνθρωποι τής ωραίας νήσου του, αλλά καί όσοι έκ τών είς τάς Αθήνας βιούντων έτυχε να τον γνωρίσουν και νά τόν συναναστραφούν, όταν εκοιμήθη έν Κυρίω έλεγον :"αλήθεια, σαν άγιος ήταν ό μακαρίτης!".
Ηδύνατο, ασφαλώς, νά κατοική, όταν απέκτησεν φήμην και χρήματα, είς καλλιμάρμαρα ή τουλάχιστον είς ανθρωπινώτερα σπίτια, αλλ'ό ίδιος επροτιμούσε τά πτωχικά και απόμερα κελλία, κοντά είς τά γραφικά εκκλησάκια και είς τούς πονεμένους πτωχούς φίλους του. Είς το διήγημά του "Ή Ψυχοπαίδα" μάς περιγράφει το πτωχόν ενδιαίτημά του. "Απεσυρόμην όπωσούν ένωρίς, περί τήν ενδεκάτην τό θέρος, τόν χειμώνα πρό τής δεκάτης ώρας. (Αλλού μάς λέγει, ότι όταν είχεν αγρυπνίαν είς τόν άγιον Ελισσαίον επέστρεφεν είς τό σπίτι του τά χαράματα).
Επέστρεφα είς τό κελλίον μου και εκοιμώμην. Όταν δέν έβρεχεν ήμουν πολύ στεγνός είς τήν φωλέαν μου. Έκαμνε μεγάλας και συχνάς βροχάς, επί δύο καί τρία έτη πού εζάρωνα κ'εμαζευόμην εκεί. Ευτυχώς, καθίζησις καμμία εδάφους δέν έγινεν επί τών ημερών μου είς τά υψώματα εκείνα, ώστε νά κατέρεεν όλον τό κελλίον μαζί με τόν οικήτορα, αλλά έπλεον επί πέντε καί έξ ώρας είς τόν λιμνάζοντα χείμαρρον· καί πάλιν ευτυχώς συνέβη νά μή στάζη είς τήν γωνίαν, όπου είχα βάλει τήν κλίνην. Βεβαίως, έκ προνοίας Θεού και όχι έξ ιδικής μου προμηθείας. Ή στέγη τού δωματίου απετελείτο μέρος από τό πρώτον πάτωμα τής επάνω οικίας, κατεχομένης από αξιωματικούς, φοιτητάς κλπ, και μέρος από λιθόστρωτον δώμα, ή μάλλον τόν υψηλόν κτιστόν διάδρομον, δι'ου εισήρχετό τις είς τήν αυλήν Πώς νά μή στάζη εκεί είς τήν κλείδωσιν τών δύο τμημάτων τής διφυούς ταύτης στέγης; Πλήν, δόξα τω Θεώ, δέν συνέβη να πέση όλη ή οροφή διά νυκτός πέραν τού προσκεφάλου μου, όπως τό είχον πάθει μίαν φοράν, τρία ή τέσσαρα έτη πρίν, είς ένα δρόμον τού αγίου Αθανασίου, εκείθεν τού Ψυρρή, νομίζω επιγράφεται οδός Αριστοφάνους. Ό παλαιός κωμικός, αν αισθάνωνται ακόμη τίποτε αί σκιαί είς τόν ασφοδελόν λειμώνα, βεβαίως θά εγέλα μέ τό πάθημα πού έπαθα σιμά είς τόν φερώνυμον δρόμον του ". Τό εύχαρι πνεύμα, μέ τό οποίον περιγράφει τό κελλίον του, δείχνει ότι είχε μάθει ασφαλώς νά φέρη" ευγνωμόνως τήν πενίαν "του, όπως συμβουλεύει ό Μέγας Βασίλειος...
Π. Β. ΠΆΣΧΟΥ