Δευτέρα 29 Ιουλίου 2024

Νίκος Μαμαγκάκης, σαν σήμερα, το 2013, έφυγε από τη ζωή.

 Μπορεί να είναι ασπρόμαυρη εικόνα 1 άτομο

Κάποτε μια γυναίκα
μου είπε ότι πέρασε ένα Καλοκαίρι
με τη μουσική μου και μ' ευχαριστεί.
- Με ποια μουσική μου; τη ρώτησα,
- Η αγάπη θέλει δύο, μου απάντησε.
- Ρε γαμωτο, σκέφτηκα, αντί να μου
πει ότι της άρεσε άλλο, αυτό βρήκε;
Γιατί δε μου είπε
ότι της άρεσε το Κοντσέρτο μου
για Βιολοντσέλο και Ορχήστρα;
Είμαι όμως χαρούμενος
που έχω γράψει αυτά τα τραγούδια
γιατί αγαπήθηκαν. Τραγουδήθηκαν.
''Θα κάψω για χάρη σου
και το φεγγάρι,
γλυκό μου αγόρι, χλωμό παλικάρι,
Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ,
η αγάπη αυτή με πεθαίνει,
σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, σ' αγαπώ,
η αγάπη αυτή μ' ανασταίνει,
Η αγάπη θέλει δύο για να ζεσταθεί,
να παλέψει με το κρύο,
να στεριώσει, να σταθεί,
Στάζουν τα χείλη σου αρμύρα,
δέθηκα στη δική σου μοίρα,
στον ήλιο του μεσημεριού,
Αλητάκι μπατιράκι,
μες στους δρόμους τριγυρνώ,
σήκωσα το μπαιράκι
δε με νοιάζει κι αν πεινώ.''
Δούλεψα με τον Φίνο
και τη Βουγιουκλάκη.
Δούλεψα ειλικρινά.
Το έκανα με όλη μου την καρδιά.
Μη νομίζεις πως ήταν εύκολο
να δουλεύεις με αυτούς.
Ξέρανε ακριβώς τί θέλανε κι όποιος
έμπαινε στο χώρο αυτό και δεν έκανε,
έφευγε στα τρία δευτερόλεπτα
πυξ - λαξ.
Το τραγούδι δεν το ευτέλισα.
Έγραψα τραγούδια ελαφριά,
επειδή αυτό υπαγορευόταν
από τις ανάγκες του σινεμά,
αλλά έγραψα και αυτά που ήθελα.
Ήρθαν εταιρειάρχες.
Μου πρόσφεραν χρήματα
και μου ζήτησαν δέκα τραγούδια
σαν το ''Σ' αγαπώ... σ' αγαπώ...''
Τους είπα: ''Λυπάμαι
αλλά δε μπορώ να το κάνω.''
Όσες φορές πλησίασα το κοινό,
έκανα επιτυχίες αλλά φοβήθηκα.
Δε θέλω την εύκολη επιτυχία
γιατί έρχεται και παρέρχεται
μέχρι να πεις κύμινο.
Πίστεψέ με.
Είχα ευχέρεια στη μουσική.
Θα μπορούσα σήμερα να είμαι
ζάμπλουτος. Δεν επεδίωξα να γίνω.
Υπάρχουν τραγουδοποιοί που δεν
πήγαν το τραγούδι ούτε μισό βήμα
παραπέρα, κι έβγαλαν πολλά χρήματα.
Ζορίζομαι,
γιατί αποχαιρετώ τον κόσμο
και πρέπει να λέω την αλήθεια.
Είμαι από τους πρώτους
που έγραψαν ηλεκτρονική μουσική,
το 1957.
Τα έργα μου, της Avant Garde,
βρήκαν την απήχηση που έπρεπε.
Ήμουν πιτσιρικάς και μ' έπαιζε
η Συμφωνική της Βοστώνης,
η μεγαλύτερη ορχήστρα του αιώνα.
Πήγαινα στη Βοστώνη,
άκουγα το έργο μου και δεν πίστευα
ότι το έχω γράψει εγώ.
Από την άλλη μεριά δε μπορούσα να
αφήσω το κείμενο του Μακρυγιάννη,
ή το θείο κείμενο του Βιτσέντζου
Κορνάρου, τον Ερωτόκριτο, ή
του Γεωργίου Χορτάτση, την Ερωφίλη,
ή την Όπερα του Καραγκιόζη,
ενός από τα πιο δυνατά στοιχεία
του Νεοελληνικού Πολιτισμού.
Αυτό που με γοητεύει και με
ταλανίζει είναι ο ελληνικός λόγος.
Τόσο ο νέος όσο και ο αρχαίος.
Γιατί έχω κάνει και τα ποιήματα
της Σαπφούς,
και το Άσμα Ασμάτων του Σολομώντα,
στη μετάφραση των εβδομήκοντα.
Μουσική και λόγος ήταν κάποτε μαζί.
Όλος ο αρχαίος λόγος τραγουδιόταν.
Οι άνθρωποι
μιλούσαν ρυθμοποιημένα.
Αυτό είναι σίγουρο.
Η Τέχνη, όταν είναι σωστή,
προσφέρει μια λύτρωση.
Μια κάθαρση.
Κάθε έργο τέχνης
θέλει να κάνει τους ανθρώπους
να λειτουργήσουν αισθητικά.
Όταν θεάσαι και ακροάσαι,
χωρίς να το καταλαβαίνεις,
λειτουργείς. Λυτρώνεσαι.
Αυτή είναι
και η δική μου πρόθεση.
......................................................................
Πηγές:
Εφημερίδα Εποχή
Περιοδικό Μετρονόμος

 

Νταλκάς βαρύς με βάρεσε
ένα κορίτσι μ’ άρεσε
Πως να το ομολογήσω

Το ντέρτι μου ξεχείλισε
μ’ είδε και δε μου μίλησε
πρώτη θα καθαρίσω

Ελα μαζί μου αρχόντισσα
Απόψε που τα βρόντησα
κι εδώ θα την αράξω

Λεβέντη μου κι αλήτη μου
δεν πάω απόψε σπίτι μου
μαζί σου θα το κάψω

Η αγάπη θέλει δύο
για να ζεσταθεί
Να παλέψει με το κρύο
να στεριώσει να σταθεί

Δεν υπάρχουν σχόλια: