Η πρεσβυτέρα Κωνσταντίνα Πάλμερ μοιράζεται με μας εμπειρίες και σκέψεις της από τις επισκέψεις σε γυναικείες μονές στην Ελλάδα.
Σιωπή
Οι αδελφές Σάρα και Θέκλα, που είχαν γίνει δόκιμες περίπου την ίδια εποχή, είχαν έναν ιδιαίτερο δεσμό. Όχι μόνο μοιράζονταν βιβλία και πνευματικές νουθεσίες, αλλά εργάζονταν μαζί και μαζί εκάρησαν μοναχές. Είχαν και μια μοναδική μυστική συμφωνία. Από την αρχή της μοναστικής τους ζωής, συμφώνησαν ότι ποτέ και σε καμία περίπτωση, δεν θα γνωστοποιούσαν η μία στην άλλη ότι είχαν τσακωθεί με κάποιον ή κάποια, ότι είχαν μνησικακία εναντίον κάποιου ή ότι κάποιος τους είχε αδικήσει. Η απόφαση να διατηρήσουν δεσμά ειρήνης μέσα στην αδελφική τους ένωση ήταν πολύ σοφή.
Όπως διευκρινίζει η αδελφή Σάρα: «Αν, για παράδειγμα, είχα πρόβλημα με μια αδελφή, αν για κάποιο λόγο είχα στεναχωρηθεί εξαιτίας της, και αν πήγαινα να τα πω όλα στην αδελφή Θέκλα, τότε και αυτή θα μπορούσε να αντιπαθήσει την άλλη αδελφή. Ξέρετε καμιά φορά συμβαίνει οι άνθρωποι να μην αγαπούν εκείνους τους οποίους δεν αγαπούν οι φίλοι τους. Αλλά εμείς δε θέλαμε να γίνεται αυτό. Γι’ αυτό, συμφωνήσαμε να μην λέμε ποτέ τίποτα κακό για τους άλλους».
Αυτή η απλή δέσμευση εμπεριέχει πολύ θετικές προεκτάσεις για πολλά πράγματα. Συχνά επιτρέπουμε στον εαυτό μας να λέμε ό,τι έχουμε στο νου μας. Πείθουμε τους εαυτούς μας ότι είναι καλύτερα να κάνουμε κάτι τέτοιο παρά να αφήνουμε το θυμό, όπως λέμε, να βράζει μέσα μας. Δυστυχώς, εδώ κάνουμε λάθος σε δύο σημεία.
Πρώτον, αυτός ο παρορμητισμός συντελεί ώστε οι θυμωμένες σκέψεις, υποψίες και δυσαρέσκειες να εδραιώνονται στην ψυχή μας. Επιβεβαιώνουμε τις σκέψεις μας, δικαιολογώντας τες, εξηγώντας δηλαδή γιατί εμείς έχουμε δίκιο και ο άλλος έχει άδικο, κάτι που μας πλήγωσε. Δεύτερον, παρασέρνουμε τον άλλον άνθρωπο ή τους ανθρώπους που μας ακούνε στην αμαρτία της κατάκρισης. Επηρεάζουμε τις σκέψεις και τις αντιλήψεις των άλλων συμβάλλοντας με τη δική μας «κουταλιά ξύδι» στο πώς σκέφτονται οι άλλοι για τον υποτιθέμενο «εγκληματία». Αυτό είναι στην πραγματικότητα χειρότερο από το πρώτο, διότι όχι μόνο αμαρταίνουμε με την κατάκριση και το θυμό, αλλά βάζουμε και τους άλλους σε πειρασμό.
Αυτός είναι αρκετά διαδεδομένος πειρασμός, αν λάβουμε ιδίως υπόψη ότι η σύγχρονη κοινωνία ενθαρρύνει την εξωτερίκευση του θυμού. Μας λένε παντού ότι είναι απαραίτητο να ξεχύνουμε το δηλητήριο της αγανάκτησης για να μην εκραγούμε. Αλλά από πότε ένας αληθινός χριστιανός αποδέχεται αυτό που διδάσκει ο κόσμος; Ως παράδειγμα θα παραθέσουμε τη συμβουλή του γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα για το τι πρέπει να κάνουμε ώστε να επιλύουμε την εσωτερική μας αναταραχή:
«Κάθε φορά που μπαίνουμε σε περίοδο πολέμου, μας ταλανίζουν σκέψεις... Τότε είναι που πρέπει να στραφούμε στον Κύριο με την καρδιά μας και να παραμείνουμε σιωπηλοί. Αν δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε αμέσως τη σκέψη που μας απασχολεί, τότε πρέπει να επιλέγουμε τη σιωπή. Ο Κύριος γνωρίζει τι μπορούμε να αντέξουμε και τι όχι. Πρέπει να απασχολήσουμε το νου μας, ώστε να μην περιπλανιέται και να μην επιστρέφει στο θέμα που μας απασχολεί. Πρέπει να προσευχόμαστε».
Όταν αντιμετωπίζουμε έντονα συναισθήματα και σκέψεις κατάκρισης, αντί να τα ξεράσουμε σε κάποιον άλλο, μπορούμε να ακολουθήσουμε τη συμβουλή του γέροντα. Και στη συνέχεια να πάμε για εξομολόγηση. Στην εξομολόγηση μπορεί να έρθει η απελευθέρωσή μας. Όχι ότι η εξομολόγηση είναι μια ευκαιρία να κατηγορήσουμε ή να συκοφαντήσουμε ή να εκθέσουμε τα σφάλματα των άλλων. Αντίθετα, στην εξομολόγηση μπορούμε να αποκαλύψουμε τα αυθεντικά μας συναισθήματα.
Το πιο σημαντικό είναι ότι μέσω της εξομολόγησης οι σκέψεις μας διορθώνονται και νιώθουμε παρηγοριά στη θλίψη μας. Ένας σοφός πνευματικός μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε πού φταίμε σε μια σύγκρουση ή, αν δεν φταίμε, πώς μπορούμε να ανεχτούμε την αδικία εις βάρος μας.
Οι γνωστές μου καλόγριες προστατεύουν και οι ίδιες τον εαυτό τους αλλά και η μία την άλλη με το να δεσμεύονται για σιωπή. Η σιωπή δε σημαίνει ότι η καρδιά ηρεμεί. Διασφαλίζει, όμως, ότι η αμαρτία δεν εξαπλώνεται περαιτέρω.
Ταπεινοφροσύνη
Ο Μέγας Βασίλειος έλεγε: «Εξαλείψτε εντός σας δύο λογισμούς: μη θεωρείτε τον εαυτό σας άξιο για κάτι σπουδαίο και μη σκέφτεστε ότι οποιοσδήποτε άλλος είναι κατώτερος από εσάς σε αξία. Μάθετε την ταπεινοφροσύνη, την οποία ο Κύριος πρόσταξε με λόγο και την έδειξε με έργα. Γι’ αυτό, μην περιμένετε υπακοή από τους άλλους, αλλά να είστε εσείς οι ίδιοι έτοιμοι για την υπακοή».
Η ταπείνωση είναι μεγάλη χριστιανική αρετή. Ο Χριστός ήταν ντυμένος την ταπείνωση. Όλα τα λόγια και οι πράξεις Του διαπνέονταν από αυτή την αρετή. Η ταπείνωση δεν είναι απλώς να ενεργείς με πραότητα και σεμνότητα, αλλά να πιστεύεις ειλικρινώς ότι ο Θεός είναι η πηγή κάθε αγαθού και ότι εγώ είμαι αιτία των συμφορών: η έμφαση δε δίνεται απλώς στο να φαίνεσαι ταπεινός, αλλά στο να είσαι ταπεινός. Από δω προκύπτει και η αληθινή ταπείνωση, καθώς αυτή σχετίζεται με την εσωτερική κατάσταση του ανθρώπου.
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής έχει πει: «Είμαστε χώμα και είμαστε άξιοι κάθε καταπάτησης». Η ταπείνωση δεν έγκειται στο να σκεφτόμαστε ότι είμαστε πιο κάτω από ό,τι είμαστε, αλλά στο να βλέπουμε και να αποδεχόμαστε αυτό ακριβώς που είμαστε: «Τότε ο Κύριος ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο από το χώμα της γης» (Γέν. 2:7).
Φυσικά, δεν είναι εύκολο να συγκρατούμε τέτοιες ταπεινές σκέψεις στο μυαλό μας. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να δείξουμε στον Θεό την καλή μας προαίρεση και Εκείνος θα κάνει τα υπόλοιπα. Όπως συμβαίνει με κάθε χριστιανική αρετή, η επίτευξη και η διατήρηση της ταπείνωσης απαιτεί προσπάθεια.
Αυτή συνίσταται στο να υπακούμε τον πνευματικό πατέρα, στο να αυτομεμφόμαστε (να ρίχνουμε το φταίξιμο στον εαυτό μας και όχι στους άλλους), στο να ακούμε προσεκτικά, όταν μιλάει κάποιος άλλος, στο να προσπαθούμε με όλες μας τις δυνάμεις να βλέπουμε μόνο τα καλά στους άλλους και να καλύπτουμε τα άσχημα. Με αυτόν τον τρόπο οι πράξεις μας θα φανερώνουν ταπείνωση. Επίσης, ενεργούμε με ταπεινοφροσύνη, όταν τηρούμε τις νηστείες της Εκκλησίας μας.
Ενεργούμε με ταπείνωση, όταν αγωνιζόμαστε υπέρ της διατήρησης της πίστης, χωρίς υπεκφυγές ή σκεπτικισμό απέναντι στις αποφάσεις των αγίων πατέρων. Φανερώνουμε ταπεινοφροσύνη, όταν αποφεύγουμε τις κοσμικές υποθέσεις και συζητήσεις, όταν τηρούμε τον κανόνα της προσευχής και όταν αρχίζουμε επιτέλους να κάνουμε πράξη τα λόγια του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή: «Εκείνος πρέπει να αυξάνη, εγώ δε να μικραίνω» (Ιω. 3:30), όχι μόνο απέναντι στον Χριστό, αλλά και απέναντι στους πλησίον μας. Και τότε δεν απέχουμε πολύ από την επίτευξη της πραγματικής ταπείνωσης, διότι με αυτόν τον τρόπο επιτρέπουμε στην καρδιά μας να διαμορφωθεί με νέο τρόπο μέσα από θεοσεβείς σκέψεις και πράξεις.
Ησυχία
Σε ένα ορθόδοξο μοναστήρι μπορεί κανείς να βιώσει πολλά πράγματα: να αισθανθεί ωραίες μυρωδιές, να θαυμάσει όμορφα λουλούδια, δέντρα και αρχιτεκτονική, να ακούσει τις μελωδίες κωδωνοκρουσιών ή τον ρυθμικό ήχο του σήμαντρου. Καμιά φορά, όμως, αυτό που προξενεί τη μεγαλύτερη εντύπωση σε έναν άνθρωπο είναι η ησυχία.
Για ορισμένους η ησυχία είναι μια πολυπόθητη διαφυγή από τη φασαρία της καθημερινής ζωής. Ο λευκός θόρυβος, άλλωστε, συνοδεύει κάθε μας κίνηση, κάθε μας σκέψη. Βιώνουμε τόσο σπάνια την ησυχία που αρχίζει να βουΐζει στα αυτιά μας σε αυτές τις σπάνιες στιγμές.
Όταν επισκεπτόμουν μοναστήρια, η ησυχία τους ερχόταν σε αντίθεση με την ένταση της φωνής μου, με τις σκέψεις και τα συναισθήματά μου. Μπροστά σε αυτή την ησυχία άρχισα να αναλογίζομαι πόσο θορυβώδης είμαι, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά.
Αυτό ήταν σημαντική εμπειρία για μένα, επειδή ήταν η πρώτη φορά που αναγνώρισα το χαρακτηριστικό μου ελάττωμα που δεν το είχα προσέξει και δεν το ήλεγχα προηγουμένως. Έκανα μια εσωτερική σημείωση ότι από εδώ και στο εξής θα αγωνίζομαι να είμαι πιο ήσυχη και πιο σιωπηλή. Φυσικά, άλλο πράγμα είναι να θέλουμε να κάνουμε κάτι και άλλο να το εκπληρώνουμε. Όμως, η γνώση και η θέληση είναι σημαντικά συστατικά στον αγώνα μας ενάντια στα πάθη.
Σε ένα βιβλίο με αποφθέγματα ερημιτών αναφέρεται ότι μια μέρα ένας αρχιεπίσκοπος είχε επισκεφτεί μια σκήτη. Η αδελφότητα που συγκεντρώθηκε εκεί είπαν στον γέροντά τους: «Πες του κάτι να ωφεληθεί». Ο γέροντας τους απάντησε: «Αν δεν ωφελείται από τη σιωπή μου, δεν θα ωφεληθεί ούτε από τον λόγο μου».
Η ησυχία δεν είναι μόνο η απουσία λόγου, αλλά και μια πνευματική κατάσταση ύπαρξης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο αββάς απάντησε με αυτόν τον τρόπο. Το να ωφεληθείς από τη σιωπή του σημαίνει να βλέπεις και να κατανοείς την ανώτερη πνευματική κατάσταση που είχε ο γέροντας.
Το να βάλουμε περισσότερη ησυχία στην καθημερινή μας ζωή δεν είναι εύκολο. Είναι, όμως, εφικτό. Μερικά πράγματα που έχω παρατηρήσει ότι κάνουν οι αδελφές στα μοναστήρια μπορούν να μας βοηθήσουν να ρίξουμε φως στην πρακτική πλευρά για την κατάκτησης της ησυχίας: οι αδελφές ζυγίζουν τα λόγια τους, αποφεύγουν να μιλούν για περιττά πράγματα, αντικαθιστούν την άσκοπη συζήτηση με προσευχή, γελούν με μέτρο, αποφεύγουν το κουτσομπολιό και μοιράζονται ιστορίες που ανεβάζουν πνευματικά. Μιλούν χαμηλόφωνα για να διατηρήσουν την ευλάβεια στους χώρους ιεράς μονής που είναι αφιερωμένη για να δοξάζεται ο Θεός.
Όλα αυτά δημιουργούν μια ήρεμη και ζεστή ατμόσφαιρα.
Μιμούμενοι την αρετή των αδελφών και εστιάζοντας στο θόρυβο της δικής μας ζωής
(εξωτερικής και εσωτερικής), μπορούμε κι εμείς να αρχίσουμε να ωφελούμαστε από
τη σιωπή και να προσφέρουμε γαλήνιο λιμάνι στους άλλους, την οικογένεια και
τους φίλους μας, οι οποίοι σίγουρα έχουν κουραστεί από το θόρυβο του κόσμου.
Είθε ο Κύριος να μας δώσει τη χάρη και το έλεός Του όχι μόνο για να ωφελούμαστε από τη σιωπή, αλλά και για να ωφελούμε τους άλλους με τη σιωπή μας!
Από τα αγγλικά στα ρωσικά μετέφρασε η Αλεξάνδρα Καλινόβσκαγια
Από τα ρωσικά στα ελληνικά μετέφρασε η Αναστασία Νταβίντοβα
monastery.ru
1 σχόλιο:
Η εν Χριστώ ανακαίνιση του ανθρώπου κατά τον Άγιο Επίσκοπο Ιγνάτιο Μπριαντσανίνοφ.
https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/34547
Δημοσίευση σχολίου