της Σοφίας Ντρέκου
Ικετήριον Κανόνα εις τον Όσιον Διονύσιον τον εν Ολύμπω
Πάνε πολλά χρόνια, όταν πρωτοείδα στα Άπαντα του Αλ. Παπαδιαμάντη ένα τρισέλιδο υμνογράφημα με τον τίτλο «Κανών ικετήριος εις τον Όσιον Διονύσιον τον εν Ολύμπω». Ήταν ένα πραγματικό ξάφνιασμα και μια μεγάλη απορία για το ποια ήταν η αιτία που παρακίνησε αυτόν τον μεγάλο άνθρωπο των ελληνικών γραμμάτων, όχι απλώς να αναφερθεί σε κάποιο του κείμενο στον Άγιο Διονύσιο, αλλά να γράψει προς τιμήν του έναν εκκλησιαστικό ύμνο.
Μα ο χρόνος ποτέ δεν επαρκούσε (στ’ αλήθεια, ποτέ;) για την ανάγνωση του μεγάλου έργου του Σκιαθίτη πεζογράφου, να μη πω ακόμα ότι και η προσπάθεια μερικών φιλολόγων από τα γυμνασιακά μας χρόνια, να τον οικειοποιηθούν -εσφαλμένα ασφαλώς- ως πολιορκητικό κριό της καθαρεύουσας, λειτούργησε αρνητικά, σε βαθμό, που πάρα πολλοί κι ανάμεσά τους κι εγώ, πάρα πολύ αργά ανακαλύψαμε το μεγαλείο του έργου του.
Ο γιορτασμός των 100 χρόνων από το θάνατο του Παπαδιαμάντη, ήταν μια αφορμή να ξανασκύψουμε όχι μόνο στη «Φόνισσα» και στη «Σταχομαζώχτρα» αλλά και σε άλλα κείμενα του συγγραφέα. Ήταν φυσικό λοιπόν να ξαναβγεί στην επιφάνεια το παλιό μου ερώτημα. Αλλά η απάντηση εξ ίσου δύσκολη και η προσφυγή σε ειδικούς απαραίτητη.
Ο φιλόλογος και επιμελητής των Απάντων του Παπαδιαμάντη που επανακυκλοφορούν από το «Βήμα», Νίκος Τριανταφυλλόπουλος, στάθηκε πολύ ευγενικός απέναντί μου. Θυμόταν ότι η Ακολουθία για τον Άγιο Αντίπα της Περγάμου, κατά την πληροφορία του Οικονόμου της Σκιάθου Γεωργίου Ρήγα, «συνετέθη έν τινι νυκτί, ότε αλγών ο μακαρίτης τον οδόντα, κατέφυγεν εις την βοήθειαν του αγίου και εζήτει παρ’ αυτού θεραπείαν...». Αλλά για τα υπόλοιπα τρία υμνογραφήματα δεν μνημονεύεται καμία σαφής αιτία, για δε τον Άγιο Διονύσιο δεν υπάρχει καμιά άλλη μαρτυρία πέραν του ότι τιμάται ιδιαίτερα στη Σκιάθο. Υπάρχει μάλιστα η φήμη ο εορτασμός της μνήμης του Αγίου, οφείλεται στον Παπαδιαμάντη και στον Μωραϊτίδη.
Μα όταν αναφέρεται κανείς στον Άγιο Διονύσιο, πρέπει να ξεκινά από τον καθ’ ύλην αρμόδιο, δηλαδή από τον καθηγητή του Α.Π.Θ. Απόστολο Γλαβίνα. Στη βιογραφία του που έγραψε ο Δαμασκηνός ο Στουδίτης και την οποία παραθέτει ο κ. Γλαβίνας στο βιβλίο του «Ο Άγιος Διονύσιος ο εν τω Ολύμπω», αναφέρεται το εξής περιστατικό:
Κάποτε επισκέφθηκαν τον Άγιο δύο μοναχοί από τη μονή Καρακάλλου, οι οποίοι του ανέφεραν ότι ένας κακός μοναχός «ετζάκιζε» μια νύχτα το σκευοφυλάκιο και τους πήρε τον χρυσό που φύλαγαν για τις ανάγκες του μοναστηριού. Μετά από αγρυπνία και προσευχή -καθώς αναφέρεται, ο Όσιος τους παρηγόρησε, λέγοντας «υπάγετε εις την νήσον Σκίαθον, και εκεί ευρήσετε τον κλέπτην εκείνον αμόναχον» και τους συμβούλεψε «μη τον ελέγξετε παρρησία, να μη το μάθουν οι Αρχηγοί των κρατούντων και πάρουν τα χρήματα, αλλά συντέχετέ του με καλόν τρόπον, με πραότητα, να τα λάβετε. Ούτω γουν εποίησαν, και λαβόντες τα χρήματα επέστρεψαν εις το μοναστήριον». Τούτο το περιστατικό είναι ίσως η απαρχή της σχέσης του Αγίου Διονυσίου με τη Σκιάθο.
Καθώς με διαβεβαίωσε και ο πρωθιερέας Γεώργιος Σταματάς αλλά και ο λυκειάρχης Ευάγγελος Παπαβαγγέλης (εξέχοντα μέλη της κοινωνίας της Σκιάθου, στους οποίους με παρέπεμψε ο κ.Τριανταφυλλόπουλος), η μνήμη του Αγίου Διονυσίου διατηρείται ζωντανή στο νησί. Μάλιστα όταν οι Σκιαθίτες κατέβηκαν από το Κάστρο και έχτισαν το 1846 τον ναό των Τριών Ιεραρχών, μέσα στο ιερό του, έχτισαν παρεκκλήσι προς τιμή του Αγίου Διονυσίου και τελούν κάθε χρόνο στη γιορτή του ολονύκτια ακολουθία. Στον ναό αυτό, που καθώς λένε οι Σκιαθίτες, βαφτίστηκε και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, υπηρετούσε και ο πατέρας του ιερέας Αδαμάντιος, και εύλογα συμπεραίνει πλέον κανείς τη σχέση του με τον Άγιο Διονύσιο.
Ο Ικετήριος Κανών του Παπαδιαμάντη, ο οποίος σχηματίζει την ακροστιχίδα «Ωδήν προσάξω τηνδε Διονυσίω», μελοποιήθηκε περί το 1960 από τον Βολιώτη πρωτοψάλτη Μανόλη Χατζημάρκο και εψάλη στις εκδηλώσεις που έγιναν στο Βόλο για τα 50 χρόνια από την αποδημία του, τριάντα δε χρόνια αργότερα, όλα τα υμνογραφήματα μελοποιήθηκαν από τον Λυκούργο Αγγελόπουλο και κυκλοφόρησαν και σε μαγνητοταινίες.
Ο ιερέας του χωριού μας Νικόλαος Ταμπάκος, επιθυμώντας να εξάρει τον σεβασμό που έτρεφε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στον «δικό» μας Άγιο και θέλοντας να συμμετάσχει και το χωριό μας στις εκδηλώσεις που γίνονται πανελλήνια για τα 100 χρόνια από το θάνατο του «κοσμοκαλόγερου», κατά την πανηγυρική θεία λειτουργία που θα γίνει την Κυριακή 31 Ιουλίου στην εκκλησία του Αγίου Διονυσίου Δρακότρυπας, θα ψάλλει ολόκληρο τον Ικετήριο Κανόνα, έτσι ώστε το υμνογράφημα του θεοσεβούμενου υμνωδού να ακουστεί στην πατρίδα του υμνούμενου Αγίου.
ΚΑΝΩΝ ΙΚΕΤΗΡΙΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΣΙΟΝ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΝ ΤΟΝ ΕΝ ΟΛΥΜΠῼ
οὗ ἡ ἀκροστιχίς· «ᾨδὴν προσάξω τήνδε Διονυσίῳ», ἄνευ τῶν Θεοτοκίων. ᾨδὴ α'. Ἦχος πλ. β´. Ὡς ἐν ἠπείρῳ πεζεύσας.
Ὡς εἰς Ὀλύμπου παμμάκαρ τὴν κορυφήν, ἀετὸς ἀνέδραμες, θεωρίαις πρὸς Θεὸν καὶ ταῖς ἀναβάσεσιν ὁρμῶν· διὸ πόθῳ τὴν σεπτὴν μνήμην τιμῶμέν σου.
Δίδου ἡμῖν προστασίαν καὶ ἀρωγήν, πίστει δεομένοις σου, σαῖς πρεσβείαις πρὸς Θεόν, ἀπελαύνων πάθη χαλεπά, καὶ σκεδάζων τὴν ἀχλὺν τῶν καρδιῶν ἡμῶν.
Ἡ ἱερὰ καὶ ὁσία παρὰ Χριστῷ, μάκαρ παρρησία σου, ἡμῖν εἴη εὐμενής, καὶ ταῖς ἱκεσίαις σου παντὸς πειρασμοῦ καὶ ταραχῆς ἡμᾶς ἀπάλλαξον.
Θεοτοκίον.
Ταῖς πρὸς Χριστὸν Υἱόν σου Ἁγνὴ λιταῖς, σῴζοις Παμμακάριστε, τοὺς ὁμολογοῦντας σέ, Κόρην καὶ Παρθένον ἀληθῶς, καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, θαῦμα παράδοξον.
ᾨδὴ γ'. Οὐκ ἔστιν ἅγιος.
Νῦν τὴν σεπτήν σου εὐλαβῶς, προσκυνοῦμεν εἰκόνα, μετὰ πόθου προσπίπτοντες ἀντιλήψει τῇ σῇ, καὶ ἱκετεύοντες τυχεῖν τῶν πρὸς Χριστόν σου ἐντεύξεων.
Παρὰ Θεοῦ ὁ εἰληφὼς τῶν θαυμάτων τὴν χάριν, πάσης βλάβης καὶ νόσου ἐλευθέρωσον ἡμᾶς, καὶ ὑπὸ σκέπην σοφέ, τῶν πρεσβειῶν σου φύλαττε.
῾Ράβδος δυνάμεως ἡ σὴ ἀντίληψις, γενέσθω ἀπωθοῦσα παντοίων πειρασμῶν ἐπιδρομάς, καὶ συντρίβουσα ἐχθροῦ, τὰ δεινὰ κέντρα, πάνσοφε.
Θεοτοκίον.
Ὁ ἐν τῇ μήτρᾳ τῇ σῇ σαρκωθεὶς Παναγία, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, σκέπην καὶ βοήθειαν ἡμῖν ταῖς πρεσβείαις σου Ἁγνή, παρέχοι πάντοτε.
Κάθισμα. Ἦχος δ´. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Τοῦ Κυρίου τὸν Σταυρόν, ἐπ᾿ ὤμων ἄρας σὺ σοφέ, ἠκολούθησας αὐτοῦ τοῖς θείοις νόμοις ἀληθῶς, καὶ εἰς τὰ ὄρη ὅθεν βοήθεια ἥκει, ἀρθεὶς τῇ ὑπὲρ νοῦν πολιτείᾳ σου, τοῖς θαύμασι κλεινῶς ὑπερέλαμψας, καὶ τοῖς λαοῖς ὑπογραμμὸς ἐγένου, τῆς θεωρίας καὶ πράξεως. Διό σου πάντες, τὴν σεβασμίαν, μνήμην γεραίρομεν.
Θεοτοκίον.
Καταπλήττει τῶν βροτῶν, ἔννοιαν πᾶσαν, πάντα νοῦν, τὸ ἐν σοὶ συντελεσθέν, ὑπερφυέστατον Ἁγνή, θαῦμα θαυμάτων, Πανάχραντε Παναγία· ὅτι χρονικῶς ὁ ἀΐδιος, ὤφθη ὡς βροτὸς ἐκ τῆς κοιλίας σου, καὶ Γαβριὴλ ὁ Ἄγγελος Κυρίου, τῇ Θεοτόκῳ ἐκραύγαζε· χαῖρε Παρθένε, χαῖρε ἡ Μήτηρ, τοῦ Δεσπότου καὶ Κτίστου μου.
ᾨδὴ δ´. Χριστός μου δύναμις.
Ὁ μόνος Κύριος καὶ πολυέλεος, σὲ Διονύσιε ὄντως ναὸν Θεοῦ, ἔμψυχον ἀνέδειξε, καὶ ὡς θυμίαμα τὴν σὴν πολιτείαν προσεδέξατο.
Σοὶ πόθῳ μέλποντες ἀνευφημοῦμέν σε· σώζοις ἡμᾶς ἐκ ποικίλων καὶ χαλεπῶν, μάκαρ περιστάσεων, καὶ τῶν παγίδων τοῦ ἐχθροῦ ἐξαρπάζων σκέποις πάντοτε.
Ἁγίων ἅγιος καὶ ἁγιώτατος, πεφυκώς, ὦ φιλάνθρωπε Ἰησοῦ, δώρησαι τὴν χάριν σου, τοῖς προσκυνοῦσί σε ἄνθρωπον καὶ Θεόν, Διονυσίου ταῖς δεήσεσι.
Θεοτοκίον.
Χριστὸν Πανάμωμε αἴτει ὃν ἔτεκες, δωρηθῆναι εἰρήνην πᾶσιν ἡμῖν, χάριν τε καὶ ἔλεος, τοῖς ἐν πίστει Θεοτόκον μόνην ὁμολογοῦσί σε.
ᾨδὴ ε´. Τῷ θείῳ φέγγει σου ἀγαθέ.
Ξενωθέντα τοῦ κόσμου πρὸς οὐρανόν, θεῖος καὶ αἰώνιος ἔρως σε ἀνεπτέρωσε, τῷ δεδοξασμένῳ προσαγαγών σε Θεῷ, ἡμῖν τὴν σωτηρίαν ἀεὶ αἰτούμενον.
Ὡς οὐρανίου διαγωγῆς ἔρωτι τῷ κόσμῳ Πάτερ ἀποταξάμενος, οὐρανίων ἡμᾶς ἀξίωσον δωρεῶν, παρέχων τὴν εἰρήνην σοῦ ταῖς δεήσεσι.
Τῷ
θείῳ ἔρωτι Χριστοῦ, τὰς τῶν εὐφημούντων σε ψυχάς, πτέρωσον αἴρων εἰς τὰ
ὕψη τῷ νόμῳ αὐτοῦ, πυρὶ κεκαθαρμένας παντὸς φθαρτοῦ λογισμοῦ.
Θεοτοκίον.
Σὲ τὴν ἀμνάδα τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἄχραντον καὶ ἄσπιλον μόνην, καὶ ἁγνὴν καὶ ἀμίαντον, πόθῳ μακαρίζομεν οἱ πιστοί, ἐν σοὶ τῆς σωτηρίας τυχεῖν ἐλπίζοντες.
ᾨδὴ ς´. Τοῦ βίου τὴν θάλασσαν.
Ἡμάρτομεν ἅπαντες, τοῦ Χριστοῦ τὰς ἐντολάς, οἱ παραβάντες ἄφρονες, καὶ προστρέχοντες πίστει σκέπῃ τῇ σῇ, βοῶμέν σοι· Πρέσβευε, τοῦ σωθῆναι παμμάκαρ τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ναῷ τῷ ἁγίῳ σου νῦν προσφεύγομεν σοφέ, δεόμεθά σου οἴκτειρον καὶ τὸν Κύριον πάντων μάκαρ αἰτοῦ, σεπταῖς σου δεήσεσι, τοῦ σωθῆναι κινδύνων τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Δεόμεθα Ὅσιε, ἱεραῖς σου προσευχαῖς, τὸν Κτίστην δυσώπησον, λυτρωθῆναι κινδύνων καὶ πειρασμῶν, τοὺς πίστει προστρέχοντας, τῇ σῇ μεσιτείᾳ, Διονύσιε.
Θεοτοκίον.
Ναὸν Θεοῦ ἔμψυχον, καὶ λαμπάδα τοῦ φωτός, τῶν οὐρανῶν σε κλίμακα, στάμνον, ῥάβδον καὶ βάτον τὴν ἄφλεκτον, χριστιανοί σε ἔγνωμεν· ἐκ φθορᾶς τὴν ζωὴν ἡμῶν ἀνάγαγε.
Κοντάκιον. Ἦχος δ´. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ ἐν τῷ ὄρει ἀνατείλας Ὀλύμπῳ, ὡσεὶ ἀστὴρ ἑωθινὸς καὶ τὸ σκότος, τῆς ἁμαρτίας διαλύσας, Διονύσιε, φρούρησον ὑπὸ τὴν σκέπην σου, τοὺς θερμῶς σε τιμῶντας, τεῖχος ἀδιάρρηκτον τὰς πρεσβείας σου ἔχων, καὶ τῇ ἀσπίδι σῴζων τοῦ Σταυροῦ, τοὺς προσιόντας τῇ σκέπῃ σου πάντοτε.
ᾨδὴ ζ´. Δροσοβόλον μὲν τὴν κάμινον.
Ἐν ταῖς θλίψεσι, Πάτερ Διονύσιε, τῆς ψυχῆς καὶ σωμάτων ἡμῶν, σοὶ βοῶμεν. Πρόφθασον μάκαρ, στήριγμα γενοῦ τοῖς πόθῳ τιμῶσι τὴν φαιδρὰν καὶ φωτοφόρον σου μνήμην καὶ σεβάσμιον.
Δᾳδουχεῖς φρυκτωρίαις ταῖς τοῦ Πνεύματος, τὰς καρδίας παμμάκαρ τῶν πιστῶν, καὶ φωτίζεις τῆς διανοίας δὲ τοὺς ὀφθαλμούς, τοῦ βλέπειν Κυρίου τὴν ὁδόν, ἐν ᾗ εὐσεβῶς πολιτευσόμεθα.
Ἱερὰ καὶ σεπτή σου, Διονύσιε, ἡ πανήγυρις σήμερον ἐπέφανε, συγκαλοῦσα τοὺς πόθῳ σε τιμῶντας ἐν τῷ σῷ Ναῷ, κατασπαζομένους τὴν σορόν, παμμάκαρ τῶν ἱερῶν λειψάνων σου.
Θεοτοκίον.
Πρὸς σὲ καταφεύγομεν Θεόνυμφε Παρθένε, οἱ θλίψεσι πολλαῖς δεινῶς συνεχόμενοι τοῦ βίου, καὶ ἐν πειρασμοῖς τὰς χεῖρας ἐκτείνομεν· ἀλλὰ σὺ βοήθησον, οἴκτειρον καὶ σῶσον ἡμᾶς.
ᾨδὴ η´. Ἐκ φλογὸς τοῖς Ὁσίοις.
Ὁ ναός σου προχέει πᾶσιν ἰάματα, τοῖς ἐν πίστει τῇ σκέπῃ τῇ σῇ προστρέχουσι, πίστει αἰτουμένοις τοῦ τυχεῖν τῆς βοηθείας σου καὶ χάριτος Πάτερ, παρὰ Θεοῦ τυχόντος.
Νῦν καὶ νοῦν καὶ καρδίαν, χεῖρας καὶ ὄμματα, πρὸς σὲ Πάτερ ἐν δάκρυσιν ἀνατείνομεν, καὶ τῇ σῇ ἀντιλήψει πίστει ἐλπίζοντες, καταπονουμένων καὶ στεναζόντων φεῖσαι.
Ὑπὲρ ἥλιον ὄντως Πάτερ ἐξέλαμψας, ἐξ ἑῴας ἀπ᾿ ὄρους τὸν ἀνατέλλοντα· τοῖς ἐν ἀπογνώσει τῷ σκότει βαίνουσι, τῆς φωταγωγίας τῆς μυστικῆς μετάδος.
(1954)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου