Στο ακροθαλάσσι είναι ένα ρημοκλήσι. Το κύμα χτυπά στα θεμέλια του, ραντίζει τη χυβάδα στ’ άγιο βήμα και δυο βάρκες που ναι τραβηγμένες όξω γεμάτες φύκια.
Μπαίνω μέσα και κάνω το σταυρό μου. Τα παλιά εικονίσματα στέκουνται από πολλά χρόνια στο εικονοστάσι που ναι καρφωμένο με ξύλινες καβίλιες. Ο Άγιος Νικόλας κάθεται στο θρονί του, ταπεινός και καλοκάγαθος, ντυμένος με τα δεσποτικά του, με κοντά γένια, ηλιοψημένος σα θαλασσινός. Με το να χέρι του βλογά τον κόσμο και με τα άλλο βαστά ανοιχτό το Ευαγγέλιο που γράφει : «Δεύτε πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς».
Κάθουμαι κάμποση ώρα σ’ ένα στασίδι κι ακούγω τον αγέρα που βουίζει και τραβά το ίσιο χωρίς να ψέλνει κανένας. Ο Αη Νικόλας με κοιτά με την ήμερη ματιά του. Στη διπλανή θυρίδα κάθεται η Παναγία η Οδηγήτρια, συλλογισμένη, πικραμένη και βαστά στην αγκαλιά της το Χριστό που βλογά τον κόσμο. Κάνω πάλι το σταυρό μου και βγαίνω έξω.
Οι σκοίνοι μοσκοβολάνε. Ο κυρ Βοριάς σαλαγά τα άσπρα τα πρόβατά του, που γεμίζουνε το πέλαγο και περπατάνε όπου γυρίσεις και τηράξεις. Ήμερος καιρός, ήμερη πλάση, όλα ήμερα στην αγιασμένη Ελλάδα, «εικόνα πραότητος» σαν τον άγιο Νικόλα, όλα φτωχά κι απλά μα πλούσια – «τη πτωχεία τα πλούσια».
κυρ Φώτης Κόντογλου.
2 σχόλια:
Όλα αγιασμένα στην Ελλάδα κάποιας άλλης εποχής κυρ Φώτη μου.
Σήμερα τα πάντα δαιμονισμένα.
...σὲ ἕνα ἀπό τὰ τελευταῖα του κείμενα, μιλάει γιὰ τὸ πόσο εἴχε ἤδη ἀχίσει νὰ ξεφεύγει ὁ λαός μας
μαϊμουδίζοντας τὰ ὄσα ἔβλεπε στον κινηματογράφο...
Δημοσίευση σχολίου