Σάββατο 8 Αυγούστου 2020

6 Ἰουνίου 1907

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
Χτές καθούμενος μπροστά στήν Ἁγιά Σοφιά καί περιμένοντας νά μ’ ἀφήσῃ νά μπῶ μέσα ὁ Ὑπουργὸς τῆς Ἀστυνομίας πού πῆγε νά τόν εὕρῃ ὁ καβάσης συλλογίσθηκα καί ἔγραψα στό σημειωματάρι μου· «Ἡ ἱστορία τῆς φυλῆς μου, πού εἶνε μἐσα μου, δὲν μπορεῖ νά καταχτήσῃ ὅλη μου τὴν ψυχή. Πάντα μοῦ μένει κάποια διάθεση καί γιά ἄλλα. Δέ μοῦ φτάνει ἡ ἱστορία μου· δὲν μπορεῖ νά μέ γεμίσῃ ὅλον.»
Ἔπειτα ἦρθε ἕνας ἀστυνόμος Τοῦρκος καί μᾶς παρακολούθησε καί μπήκαμε μέ τήν ἄδειά του ̶ μεῖς πού, τετρακόσια χρόνια πρίν, μπαίναμε ὅποταν καί ὅπως θέλαµε ̶ µπήκαμε στήν Ἁγιά Σοφιά, γιά προσκύνημα. Δέν ἤµουν πολύ πλούσιος χτές, ὅμως ἦταν ἀρκετά μαλακή ἡ διάθεσή μου ἄν καί ὄχι ταραγμένη. Αἰσθάνουμουν πώς ἦταν fatalement [=αναπόφευκτα] δική μας ἡ Ἁγια Σοφιά, ἔχει μπῆ στό αἶμα μας, γενεές τώρα. Ὁ χότζας μέ εἶδε πού εἶχα τὰ χέρια μου πίσω καί εἶπε τοῦ καβάση νά μέ πῇ πώς δὲν ἔχω ἀρκετὁ σέβας γιά τό τζαμί. Ἕνας νέος πού ἦταν μαζύ μας δέ βάσταξε καί εἶπε·«Μεῖς πού ἦταν δική μας ἡ Ἁγιά Σοφιά δέν ἔχουμε σέβας γι’ αὐτήν;». Κύτταζα τόν τροῦλλο, κύτταζα τίς καμάρες, τίς κολόνες, τό φῶς, τίς γραμμές. Ἀνέβηκα στό γυναικωνίτη.
Ἀνεβαίνοντας πλάγι στόν ἀστυνόμο εἶχα τὸ κεφάλι κατεβασμένο καί ἔλεγα μέσα μου καθώς περπατοῦσα· «Εἶνε πέντ’ ἕξη αὐτοί πού μᾶς ἀκολουθοῦν, χοτζάδες καί ἀστυνόμοι καί ὁ καβάσης μαζύ πού εἶνε κι αὐτός Μωαμεθανός. Εἴμαστε τέσσερεις. Ἄv σ’ αὐτό τό στενὸ καί σκοτεινόν ἀνήφορο θελήσουν νά μᾶς πνίξουν, ἀφοῦ μάλιστα-ἔκλεισαν καί τίς πόρτες πίσω καί ἀφοῦ εἶνε κάτω κι ἄλλοι χοτζάδες μέσα στό τζαμί πού μποροῦν νά βοηθήσουν —ἄν θελήσουν νά μᾶς πνίξουν θά µπορέσουν. Εὔχομαι ἕνας μας νά ξεφύγῃ καί, πεθαίνοντας, θά τοῦ λέγω πώς δὲν ἀπαιτῶ ἡ Ἑλληνική Κυβέρνηση να ζητήσῃ ἱκανοποίηση ἤ ἀποζημίωση γιά τόν τραγικό θάνατό μου, ἀλλά μόνο να μποῦν παπάδες μές στήν Ἁγιά Σοφιά καί με τούς ψαλμούς τους νὰ μὲ βγάλουν νά μέ θάψουν. Καί εἶχα λαχτάρα νά πέθαινα ἐκεῖ πού βρισκόμουν, ἀνεβαίνωντας ψηλά στό γυναικωνίτη τῆς Ἁγιά-Σοφιᾶς. Τί εἶνε ὁ θάνατος; Μιά στιγµή ἀγωνία ἴσως καί στενοχώρια. Mά ἔπειτα τί γλυκειά πού θά εἶνε ἡ ἡσυχία! Ἐγώ θά ξεχάσω ὅλα. Καί γιά τούς ἀνθρώπους θά εἶμαι περασμένος· θά μέ κρίνουν ὅπως κρίνουν ἐκείνους πού δὲν ξανάρχονται. Θά ἦταν εὐτυχία νά πέθαινα ἔτσι στην Ἁγιά Σοφιά, τέτοια κούραση μέ βαστᾷ.»
Καί ὕστερα, ἀπὸ κάτω ἀπὸ τίς καμάρες τοῦ γυναικωνίτη, κρύφτηκε σέ µιά γωνιά ὁ σύντροφός μου καί ἔκανε τὸ σταυρό του. Καί γώ τόν ἔκαμα. Καί, ἐπειδή φοβούνταν ὁ σύντροφός μου μήν τόν ἰδῇ κανείς ἀπό τούς Τούρκους, τοῦ εἶπα «Κανείς δέ σέ βλέπει, μόν’ κάνε το σταυρό σου». Καί τὸν ἔκαμε τρεῖς τέσσερεις φορές στήν ἀράδα, σά νά ἤθελε νὰ ξεσκάσῃ. Καί ὕστερα ἔνοιωθε τὸν ἑαυτό του εὐχαριστημένο.
~~~
Απόσπασμα από τα αδημοσίευτα ημερολόγια του Ίωνος Δραγούμη (Αρχείο Ίωνα Δραγούμη Γεννάδειος Βιβλιοθήκη-Α.Σ.Κ.Σ.Α.) – Μεταγραφή από το πρωτότυπο χειρόγραφo & επιμέλεια: Νώντας Τσίγκας.
(Φωτογραφία: Αγία Σοφία 1913).

2 σχόλια:

ἐμπεσῶν εἰς λάκκον τις είπε...

Πολύ με χαροποίησε αυτή η
ανάρτηση...

Τον είχα για αρχαιόπληκτο
τον μακαρίτη και ίσως
και λιγάκι δωδεκαθεϊστή

Τελικά όπως και τον Σικελιανό και πολλούς
αυτής της γενιάς και κάθε
γενεάς, πρέπει να τους
βλέπουμε σε σχέση και
με την εποχή τους ...

(Τότε ο ...διασκοτισμός
ήταν στις δόξες του και
δύσκολα μπορούσε κάποιος
μεγαλωμένος στά...
αστικά...πούπουλα...
να καταλάβει τι κρυβόταν κάτω από την αστραφτερή
επιφάνεια...)

Ανώνυμος είπε...

Εμένα πάλι μέ ανέπαυσε ,οτι ο Ίων Δραγούμης δεν ήταν απλά ένας ασυνείδητος γόης της εποχής . Ξεμυάλισε την Πηνελόπη Δέλτα και συζούσε μέ την Κυβέλη , ρίχνοντας την Πηνελόπη Δέλτα στην καυάθλιψη . Ίσως μερικοί άνθρωποι αισθάνονται οτι έχουν ένα βαρύ πεπρωμένο , που δεν τους αφήνει περιθώρια για μιά στρωμένη ζωή . Όμως δεν είναι και καλόγεροι . Ο Θεός γνωρίζει τα κρύφια του ανθρώπου . Ήταν αδελφός της Ναταλίας Μελά . Η Πηνελόπη Δέλτα κόρη του Εμμανουήλ Μπενάκη . Υπήρχε και αυτή η προνομιούχος τάξη της Ελλάδος , όχι μόνο ως πρός το βιοτικό επίπεδο , αλλά και στο πνεύμα . Μας εντυπωσιάζει η εκλεπτυσμένη ευγένεια του Παύλου Μελά . Η ψυχή του δεν δεσμεύτηκε απο την τρυφηλή ζωή της μεγαλοαστικής τάξης των Αθηνών μέ τις συναναστροφές ,τις καθαρές στολές και τις κοσμικές δεξιώσεις . Μά ούτε και απο αυτή την φυσική αγάπη πρός την σύζυγο και τα παιδιά του !

Στα νεώτερα χρόνια ο Καραμανλής είπε : " στέγνωσα την ψυχή μου για νά κυβερνήσω " . Μάταια προσπάθησε νά βιώσει μία σχέση . Με σκαιότητα συμπεριφερόταν στην καλλονή σύζυγό του Αμαλία ! Παροιμιώδες το " Αμαλία σκάσε " ! Δεν ήταν πλασμένος γι αυτά .

Τί νά πώ ! Αυτά ξέρω αυτά λέω ! Δεν είμαι σε θέση νά γνωρίζω τίποτα περισσότερο για σκοτεινούς ρόλους και κλειστούς φακέλλους . Μά ούτε και κανείς μπορεί νά πεί χωρίς νά διακινδυνεύσει νά γίνει επιπόλαιος , φαντασιόπληκτος , προκατειλημμένος ...