Ταξιδεύουμε στην Ισπανία και θα διαβάσουμε αποσπάσματα από μια υπέροχη διάλεξη που είχε δώσει ο ποιητής Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα για το Ντουέντε. Τι ακριβώς είναι το ντουέντε:
Το ντουέντε είναι Ισπανική λέξη. Και είναι από τις λέξεις που είναι δύσκολο όχι μόνο να μεταφραστούν αλλά και να οριστούν μέσα σε μια άλλη γλώσσα. Αποτελεί δημιούργημα μιας συγκεκριμένης γλώσσας ενός συγκεκριμένου λαού, που φέρει την ιδιαίτερη ματιά τους αλλά και μια ολόκληρη πρόσληψη του κόσμου. Έχει αποτελέσει συστατικό της ίδιας της σκέψης του, έχει αποκρυσταλλωθεί στην συλλογική του συνείδηση. Όλες οι γλώσσες έχουν παρόμοιες λέξεις· ας αναλογιστεί κανείς μερικές ελληνικές, όπως μεράκι, φιλότιμο, λεβεντιά... Οι λέξεις έχουν πρωτίστως χρήσεις, όχι έννοιες. Ίσως θα μπορούσαμε να πούμε ότι το duende είναι η εσωτερική φλόγα που νιώθει κάποιος όταν ξεπερνά τον εαυτό του και τα όρια του στη δημιουργία.
Για την λέξη αυτή, υπάρχει μια διάλεξη που έδωσε ο Λόρκα τον Οκτώβριο του 1934 στο Μπουένος Άιρες. Ο ποιητής δεν το είδε ποτέ δημοσιευμένο· περιλήφθηκε στα άπαντά του, που εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του. Πάμε να διαβάσουμε τι είναι το ντουέντε:
"...Απλά, με τον τόνο της ποιητικής μου φωνής… θα προσπαθήσω να σας δώσω ένα μάθημα απλό για το κρυμμένο πνεύμα της πληγωμένης Ισπανίας.
Ο Μανουέλ Τόρρες, ένας μεγάλος καλλιτέχνης της Ανδαλουσίας, είπε κάποτε σ΄ έναν άλλο τραγουδιστή: «Έχεις φωνή, έχεις στυλ, όμως ποτέ δε θα πετύχεις γιατί δεν έχεις καθόλου ντουέντε».
Σ΄ ολόκληρη την Ανδαλουσία, απ΄ το βράχο του Χαέν μέχρι το όστρακο του Καντίθ, οι άνθρωποι μιλούν συνέχεια για το ντουέντε κι όταν φανεί, το ένστικτό τους δεν τους γελάει ποτέ. Το αναγνωρίζουν αμέσως.
Η γριά τσιγγάνα χορεύτρια Λα Μαλένα
φώναξε κάποτε ακούγοντας τον Μπραϊλόφσκυ να παίζει ένα κομμάτι του
Μπαχ: «Όλε! Αυτό έχει ντουέντε». Κι ο Μανουέλ Τόρρες, που μες στις
φλέβες του τρέχει περισσότερη κουλτούρα απ΄ ό,τι σ΄ οποιονδήποτε άλλον
άνθρωπο που γνώρισα ποτέ, ακούγοντας ένα τραγούδι είπε αυτή τη θαυμαστή
κουβέντα: «Ό,τι έχει μαύρους ήχους έχει Ντουέντε». Και δεν υπάρχει
μεγαλύτερη αλήθεια.
Αυτοί οι «μαύροι ήχοι» είναι το μυστήριο, οι ρίζες που απλώνονται κάτω βαθιά στο πλούσιο χώμα, γνωστό μα κι άγνωστο σε όλους μας, απ΄ όπου όμως βγαίνει ό,τι αληθινό έχει να δείξει η τέχνη. Ο Ισπανός άνθρωπος του λαού μίλησε για «μαύρους ήχους» και λέγοντας αυτό, συμφωνεί με τον μεγάλο Γκαίτε που έδωσε τον ορισμό του ντουέντε όταν μιλώντας για τον Παγκανίνι του απέδωσε «μια μυστήρια δύναμη που όλοι νιώθουμε μα που κανένας φιλόσοφος δεν εξήγησε ποτέ».
Έτσι το ντουέντε είναι μια δύναμη κι όχι μια λειτουργία, μια πάλη κι όχι μια αφηρημένη έννοια. Άκουσα κάποτε ένα γέρο κιθαρίστα, να λέει: «Το ντουέντε δε βρίσκεται στο λαρύγγι. Το ντουέντε ανεβαίνει απ΄ τις γυμνές πατούσες των ποδιών». Που σημαίνει πως δεν είναι μια ικανότητα, μα αληθινή μορφή, αίμα, αρχαία κουλτούρα, στιγμή δημιουργίας.
Οι μεγάλοι καλλιτέχνες της Βόρειας Ισπανίας, είτε χορεύουν, είτε παίζουν κιθάρα, είτε τραγουδούν, ξέρουν καλά πως χωρίς τον ερχομό του ντουέντε δεν υπάρχει αληθινή συγκίνηση. Μπορούν αν θέλουν να ξεγελάσουν ένα ολόκληρο ακροατήριο δίνοντας την εντύπωση πως φλέγονται από ντουέντε, όπως καθημερινά γελιόμαστε από ζωγράφους, συγγραφείς και καλλιτεχνικά ρεύματα χωρίς ίχνος ντουέντε. Αν όμως προσέξει κανείς καλά και δεν αφήσει την αδιαφορία του να τον παραπλανήσει, αργά ή γρήγορα η απάτη θα ξεσκεπαστεί και το ψεύτικο κατασκεύασμα του ντουέντε θα το βάλει στα πόδια.
Ο ερχομός του ντουέντε προϋποθέτει πάντοτε μια ριζική αλλαγή όλων των μορφών που στηρίζονται σε παλιές βάσεις. Φέρνει μαζί του ένα συναίσθημα φρεσκάδας εντελώς πρωτόγνωρο έτσι όπως μοιάζει με καινούριο τριαντάφυλλο, με θαύμα, γεννώντας στο τέλος ένα σχεδόν θρησκευτικό ενθουσιασμό.
Όλες οι Τέχνες μπορούν να΄ χουν ντουέντε. Το πεδίο όμως είναι πιο πλούσιο στη μουσική, στο χορό και στην ποίηση που απαγγέλλεται, γιατί απαιτούν για τον ερμηνευτή ένα σώμα ζωντανό – είναι μορφές που γεννιούνται και πεθαίνουν ακατάπαυστα και καθορίζονται από ένα ακριβές παρόν.
Το ντουέντε επιδρά πάνω στο σώμα της χορεύτριας όπως ο άνεμος πάνω στην άμμο. Με μαγικές δυνάμεις μεταμορφώνει ένα απλό κορίτσι σε φεγγαρόπληκτη παραλυτική, κάνει ένα τσακισμένο γεροζητιάνο που γυρίζει τις ταβέρνες να κοκκινίζει σαν έφηβος, κρύβει μέσα σε μακριές πλεξίδες το άρωμα του λιμανιού τη νύχτα και κάθε στιγμή εμπνέει στα χέρια κινήσεις που γέννησαν τους χορούς όλων των καιρών.
Μα αξίζει να τονιστεί πως το ντουέντε δεν επαναλαμβάνεται ποτέ, όπως τα σχήματα της θάλασσας δεν επαναλαμβάνονται ποτέ στη θύελλα. Όταν το βρούμε, τότε ανακαλύπτουμε τρυφερά αδελφωμένα, ηφαίστεια, μερμήγκια, ζέφυρους και τη μεγάλη νύχτα να ζώνει σφιχτά στη μέση της το Γαλαξία..."
Μουσική: Νίκος Αντύπας
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Τραγούδι: Χάρις Αλεξίου
Δεν έχει απόψε η γη φεγγάρι
να βγούνε οι μοναξιές ζευγάρι
να πιάσουν της καρδιάς τ’ αγρίμι
κάτω απ’ της ξαστεριάς τ’ ασήμι
Φλέβα η ζωή που γρήγορα χτυπά
Να ζήσω ή να πεθάνω
Σ’ ένα flamenco απάνω
μάτια μου
σαν τρελή φωτιά
που διψάει για μια μαύρη ματιά
Να ζήσω ή να πεθάνω
μ’ ένα κορμί ότι κάνω
μάτια μου
ν’ απογειωθώ
κι απ’ τη γη
με το φως να ενωθώ
Δεν έχει απόψε η γη κρεβάτια
για κείνους που κοιτούν στα μάτια
κι αν τους ρωτήσεις λένε, ίσως
κάποια μου αγάπη να’ ταν μίσος
Φλέβα η ζωή που γρήγορα χτυπά
θέλει ο έρωτας και ο θάνατος ψυχή
πες το κι άρχισε ουρανέ μου μια βροχή.
Φλέβα η ζωή που γρήγορα χτυπά
Να ζήσω ή να πεθάνω
μ’ ένα κορμί ότι κάνω
μάτια μου
ν’ απογειωθώ
κι απ’ τη γη
με το φως να ενωθώ
Αυτοί οι «μαύροι ήχοι» είναι το μυστήριο, οι ρίζες που απλώνονται κάτω βαθιά στο πλούσιο χώμα, γνωστό μα κι άγνωστο σε όλους μας, απ΄ όπου όμως βγαίνει ό,τι αληθινό έχει να δείξει η τέχνη. Ο Ισπανός άνθρωπος του λαού μίλησε για «μαύρους ήχους» και λέγοντας αυτό, συμφωνεί με τον μεγάλο Γκαίτε που έδωσε τον ορισμό του ντουέντε όταν μιλώντας για τον Παγκανίνι του απέδωσε «μια μυστήρια δύναμη που όλοι νιώθουμε μα που κανένας φιλόσοφος δεν εξήγησε ποτέ».
Έτσι το ντουέντε είναι μια δύναμη κι όχι μια λειτουργία, μια πάλη κι όχι μια αφηρημένη έννοια. Άκουσα κάποτε ένα γέρο κιθαρίστα, να λέει: «Το ντουέντε δε βρίσκεται στο λαρύγγι. Το ντουέντε ανεβαίνει απ΄ τις γυμνές πατούσες των ποδιών». Που σημαίνει πως δεν είναι μια ικανότητα, μα αληθινή μορφή, αίμα, αρχαία κουλτούρα, στιγμή δημιουργίας.
Οι μεγάλοι καλλιτέχνες της Βόρειας Ισπανίας, είτε χορεύουν, είτε παίζουν κιθάρα, είτε τραγουδούν, ξέρουν καλά πως χωρίς τον ερχομό του ντουέντε δεν υπάρχει αληθινή συγκίνηση. Μπορούν αν θέλουν να ξεγελάσουν ένα ολόκληρο ακροατήριο δίνοντας την εντύπωση πως φλέγονται από ντουέντε, όπως καθημερινά γελιόμαστε από ζωγράφους, συγγραφείς και καλλιτεχνικά ρεύματα χωρίς ίχνος ντουέντε. Αν όμως προσέξει κανείς καλά και δεν αφήσει την αδιαφορία του να τον παραπλανήσει, αργά ή γρήγορα η απάτη θα ξεσκεπαστεί και το ψεύτικο κατασκεύασμα του ντουέντε θα το βάλει στα πόδια.
Ο ερχομός του ντουέντε προϋποθέτει πάντοτε μια ριζική αλλαγή όλων των μορφών που στηρίζονται σε παλιές βάσεις. Φέρνει μαζί του ένα συναίσθημα φρεσκάδας εντελώς πρωτόγνωρο έτσι όπως μοιάζει με καινούριο τριαντάφυλλο, με θαύμα, γεννώντας στο τέλος ένα σχεδόν θρησκευτικό ενθουσιασμό.
Όλες οι Τέχνες μπορούν να΄ χουν ντουέντε. Το πεδίο όμως είναι πιο πλούσιο στη μουσική, στο χορό και στην ποίηση που απαγγέλλεται, γιατί απαιτούν για τον ερμηνευτή ένα σώμα ζωντανό – είναι μορφές που γεννιούνται και πεθαίνουν ακατάπαυστα και καθορίζονται από ένα ακριβές παρόν.
Το ντουέντε επιδρά πάνω στο σώμα της χορεύτριας όπως ο άνεμος πάνω στην άμμο. Με μαγικές δυνάμεις μεταμορφώνει ένα απλό κορίτσι σε φεγγαρόπληκτη παραλυτική, κάνει ένα τσακισμένο γεροζητιάνο που γυρίζει τις ταβέρνες να κοκκινίζει σαν έφηβος, κρύβει μέσα σε μακριές πλεξίδες το άρωμα του λιμανιού τη νύχτα και κάθε στιγμή εμπνέει στα χέρια κινήσεις που γέννησαν τους χορούς όλων των καιρών.
Μα αξίζει να τονιστεί πως το ντουέντε δεν επαναλαμβάνεται ποτέ, όπως τα σχήματα της θάλασσας δεν επαναλαμβάνονται ποτέ στη θύελλα. Όταν το βρούμε, τότε ανακαλύπτουμε τρυφερά αδελφωμένα, ηφαίστεια, μερμήγκια, ζέφυρους και τη μεγάλη νύχτα να ζώνει σφιχτά στη μέση της το Γαλαξία..."
Μουσική: Νίκος Αντύπας
Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου
Τραγούδι: Χάρις Αλεξίου
Δεν έχει απόψε η γη φεγγάρι
να βγούνε οι μοναξιές ζευγάρι
να πιάσουν της καρδιάς τ’ αγρίμι
κάτω απ’ της ξαστεριάς τ’ ασήμι
Φλέβα η ζωή που γρήγορα χτυπά
Να ζήσω ή να πεθάνω
Σ’ ένα flamenco απάνω
μάτια μου
σαν τρελή φωτιά
που διψάει για μια μαύρη ματιά
Να ζήσω ή να πεθάνω
μ’ ένα κορμί ότι κάνω
μάτια μου
ν’ απογειωθώ
κι απ’ τη γη
με το φως να ενωθώ
Δεν έχει απόψε η γη κρεβάτια
για κείνους που κοιτούν στα μάτια
κι αν τους ρωτήσεις λένε, ίσως
κάποια μου αγάπη να’ ταν μίσος
Φλέβα η ζωή που γρήγορα χτυπά
θέλει ο έρωτας και ο θάνατος ψυχή
πες το κι άρχισε ουρανέ μου μια βροχή.
Φλέβα η ζωή που γρήγορα χτυπά
Να ζήσω ή να πεθάνω
μ’ ένα κορμί ότι κάνω
μάτια μου
ν’ απογειωθώ
κι απ’ τη γη
με το φως να ενωθώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου