Σάββατο 4 Μαΐου 2019

Θρηνούν και Τούρκοι για τον Σάββα Λιασή

Μια από τις πιο ηρωικές μορφές της σύγχρονης Καρπασίας, ο εγκλωβισμένος Σάββας Λιασής, από την Αγία Τριάδα της Γιαλούσας, αποχαιρέτησε τα εγκόσμια το βράδυ της Τρίτης του Πάσχα. Η κηδεία του θα γίνει την ερχόμενη Κυριακή, στη 1:00 μ.μ., στο χωριό του, το οποίο δεν εγκατέλειψε ποτέ, παρά τις πιέσεις που κατά καιρούς δεχόταν από τους εισβολείς.
Θρηνούν και Τούρκοι για τον Σάββα Λιασή
Ο κύριος Σάββας, όπως με σεβασμό τον αποκαλούσαν, όχι μόνο οι Ελληνοκύπριοι συγχωριανοί του αλλά και οι Τούρκοι που εγκαταστάθηκαν και διαμένουν στο χωριό του, έφυγε αξιοπρεπώς, όπως αξιοπρεπώς έζησε έστω και υπό συνθήκες κατοχής, χάρις στον χαρακτήρα του.
Όσοι τον έζησαν από κοντά, όσοι είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν, μιλούν για έναν άνθρωπο που του άρεσε να προσφέρει στον συνάνθρωπό του, να βοηθά αυτούς που είχαν ανάγκη και του κτυπούσαν την πόρτα. Χαρακτηριστικό της αγάπης που απολάμβανε εν ζωή είναι και το γεγονός ότι τον θάνατό του θρηνούν τόσο Ελληνοκύπριοι όσο και Τούρκοι που διαμένουν στο χωριό του και οι οποίοι –όπως γράφει σε σελίδα κοινωνικής δικτύωσης η κόρη του Τούλα– ένωσαν δυνάμεις και, αφού καθάρισαν την αυλή του σπιτιού του, μετέφεραν εκεί και τοποθέτησαν καρέκλες για την κηδεία της ερχόμενης Κυριακής. 

Σε γραπτή δήλωσή του, ο επίτροπος Προεδρίας Φώτης Φωτίου αναφέρει ότι «ο Σάββας Λιασής υπήρξε μια ακόμα ηρωική μορφή ανάμεσα στους καθ’ ημέραν αγωνιστές της Καρπασίας. Πατέρας πεσόντα κατά την τουρκική εισβολή και μέχρι πρότινος αγνοουμένου, ο Σάββας Λιασής χαρακτηριζόταν από τον πατριωτισμό, την αγάπη του για τον τόπο του και τη σθεναρή αγωνιστικότητά του, μαχόμενος καθημερινά υπέρ των εγκλωβισμένων συμπατριωτών μας και των δικαίων της Κύπρου. Εκ μέρους της Κυβέρνησης και εμού προσωπικά, εκφράζω ειλικρινή συλλυπητήρια στους οικείους τους».
Ο συνάδελφος δημοσιογράφος Θανάσης Φωτίου έγραψε λίγο αφότου έγινε γνωστός ο θάνατός του: «Ο αγαπημένος μου κύριος Σάββας Λιασής. Στην κουζίνα του σπιτιού του, στην Αγία Τριάδα της Γιαλούσας. 45 χρόνια ελεύθερος, 45 χρόνια εγκλωβισμένος. Στην πραγματικότητα έζησε πιο ελεύθερος από εμάς. Κι ας ήταν χρόνια πικρά. "Εγώ δεν θα εγκαταλείψω το σπίτι μου, για να πάω στον νότο, να ζητώ να μου επιτρέψουν να επιστρέψω στον βορρά" είχε πει το 1974. Κι έμεινε εκεί, ριζωμένος στον τόπο που τον γέννησε. Κάτω από σκληρές και αντίξοες συνθήκες. Συγκλονιστικά αξιοπρεπής. Σήμερα, πέρασε στην αιωνιότητα. Ήρθε η ώρα να συναντήσει την αγαπημένη του Μαρούλα, που τα τελευταία χρόνια ερχόταν συχνά στον ύπνο του και του κρατούσε συντροφιά. Μαζί της, και ο γιος τους Γιαννάκης, που χάθηκε εκείνο το πρωινό της 14ης Αυγούστου, στην Κλεπίνη της Κερύνειας».

Χαρακτηριστικό δείγμα της εκτίμησης της οποίας έχαιρε, ακόμη και από Τούρκους που διαμένουν στο χωριό του, είναι η άδεια που παραχώρησαν οι κατοχικές Αρχές ώστε να ταφεί στη κατεχόμενη Αγία Τριάδα, στη γη που τον γέννησε, ο γιος του που ήταν στη λίστα των αγνοουμένων, αφού εντοπίστηκαν τα οστά του και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA.
«Δαμαί αγαπούν με τζιαι Έλληνες τζιαι Τούρτζιοι»
Ο Σάββας Λιασής δεν ήταν άνθρωπος των λόγων αλλά των έργων, όμως όταν μιλούσε κρεμόσουν από τα χείλη του, γιατί η κάθε κουβέντα του ήταν βγαλμένη μέσα από εμπειρίες ζωής που λίγοι βίωσαν.
Η περσινή συνέντευξή του στο περιοδικό Down Town και στον Γιάννη Χατζηγεωργίου συγκλονιστική. Όταν του υποβλήθηκε η ερώτηση εάν είναι ήρωας, απάντησε με τη σεμνότητα που τον χαρακτήριζε: «Από τι να είμαι ήρωας; Εσκότωσα κανέναν; Εσκότωσέν με κανένας;». Στη συνέχεια, μίλησε για το τι έκανε στην Αγία Τριάδα όλα αυτά τα χρόνια του εγκλωβισμού του: «Κρατώ ούλλα τα αρχεία. Έκαμνα περίτου πράματα παλιά, αλλά εν μπορώ, εμεγάλωσα. Άρχισεν τζιαι το φως μου να λλιανίσκει. Επαττάλεψα».
Στην ερώτηση γιατί δεν έφυγε από το σπίτι του για να έρθει στις ελεύθερες περιοχές, απάντησε: «Γιατί να φύω που το σπίτι μου; Να τους δώκω το κλειδί τζιαι να πηαίννω μετά να φωνάζω, σαν πρόσφυγας, “θέλω το σπίτι μου πίσω”;».
Για τη ζωή του στη Αγία Τριάδα μετά τον πόλεμο, είπε: «Δαμαί αγαπούν με. Τζιαι Έλληνες τζιαι Τούρτζιοι. Ήμουν ο “Rumpapa” για τους Τούρκους, ο πατέρας των Ρωμιών. Μια Τουρκάλα, που εμεγάλωσεν μαζί μας, ήρτεν προχτές τζιαι έφερέν μου προσκλητήριο του γάμου της. Τι φταίσιν οι ανθρώποι; Επροσπάθησα να βοηθήσω, όποιον είσιεν ανάγκη. Ήμουν παρών στες γέννες. Ήμουν παρών στες κηδείες. Έχω ένα δεφτέρι που τα γράφω ούλλα μέσα. Έκαμνα τον οδηγό, έπαιρνα κάθε μέρα κόσμο στο νοσοκομείο του Βαρωσιού τζιαι Έλληνες τζιαι Τούρκους, έκαμνα τον μουχτάρη, τον διερμηνέα διότι εμιλούσα γλώσσες, έψαλλα στην εκκλησία, ετοίμαζα χαρκιά, εβοηθούσα όσους εν ήξεραν γράμματα, εδίδασκα μιαν εποχή τζιαι στο Δημοτικό τους μιτσιούς – Αγγλικά, γραμματική, Τούρτζικα, τζιαι Γαλλικά άνευ διδασκάλου, που ένα βιβλίο που είχα που παλιά. Επροσπαθήσαμεν ούλλοι να μεν στερηθούν κάτι τα μωρά. Έπρεπεν να επιβιώσουμε. Ήμασταν 1.300 νομάτοι μέσα στο χωρκόν… Που επέθανεν ο Μακάριος ήταν γεμάτο το σπίτι μου. Γιατί ήμουν ο μόνος που είχα τηλεόραση. Έφερά την που το μαχαζίν μου πριν το κλείσω. Ό,τι ήθελεν ο κόσμος, εξυπηρετούσα τον».
πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια: