Τίποτα
δεν έδειχνε ότι θα επιστρέψω σ’ αυτόν τον τόπο. Ήταν καλοκαίρι του 1981 όταν για πρώτη φορά σκαρφαλώσαμε στην
κορυφή του Άθω. Το καλύτερο ίσως δώρο στον εαυτό μας μετά τις πανελλήνιες εξετάσεις.
Η ανάβαση ξεκίνησε στις τέσσερις και μισή το πρωΐ. Το πρώτο φως της ημέρας
προμήνυε λιακάδα. Όταν όμως περάσαμε τα δασοόρια, σύννεφα άρχισαν να
μαζεύονται. Το φως λιγόστεψε και έννοια μας ήταν να βρούμε καταφύγιο στο
εκκλησάκι της κορυφής, πρωτού μας πιάσειη βροχή. Και έτσι έγινε. Και όταν η
βροχή άρχισε μαζί με αστραπές, άρχισε και η γρήγορη κάθοδός μας προς έναν ασφαλή
προορισμό, τη σκήτη της Αγίας Άννης. Τα καιρικά φαινόμενα εκείνης της ημέρας
έμειναν έντονα στη μνήμη μας. Η ομορφιά του τόπου, τα χρώματα και τα αρώματα
της φύσης ξέφυγαν από την προσοχή μας, η οποία ασχολήθηκε με τα τερτίπια του
καιρού και την ασφαλή κάθοδό μας. Έκτοτε ανέβηκα άλλες τέσσερις φορές. Σε κάθε
νέα ανάβαση όλο και περισσότερο φως, όλο και περισσότερη διαύγεια.
Στην
τελευταία μας ανάβαση για τους σκοπούς του περιοδικού είχαμε την τύχη να έχουμε
τον καλύτερο δυνατό καιρό: φως και αέρα. Πράγμα που μας εξασφάλιζε μια υπέροχη
θέα από τη Χαλκιδική μέχρι τις Β. Σποράδες και από τη Σαμοθράκη μέχρι την Εύβοια.
Το μάτι είναι πλέον τώρα εθισμένο, ίσως και λόγω των σπουδών, στην παρατήρηση
της φύσης, και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον μου είναι τ’ αγριολούλουδα.
Η
διαδρομή προς την κορυφή παρουσιάζει ενδιαφέρουσες εναλλαγές τόσο στο τοπίο όσο
και στην βλάστηση. Από το λιμανάκι του Κλέφτικου και μέχρι τις σκήτες της
Κερασιάς σε υψόμετρο 550 μέτρων, το μοναπάτι ανηφορίζει κάτω από την σκιά της
αείφυλλης σκληρόφυλλης (μακκία) βλάστησης. Μας εντυπωσιάζει η κοκκινωπή φλούδα
της αγριοκουμαριάς που ξεφλουδίζεται και αποκαλύπτει τον στιλπνό και
ανοιχτόχρωμο κορμό της και μας συντροφεύει μέχρι τις σκήτες της Κερασιάς.
Η
Κερασιά αποτελεί το ορμητήριο για την κορυφή. Η διανυκτέρευση εδώ χωρίζει την
ανάβαση σε δύο μέρες και ξεκουράζει τον ορειβάτη. Η πενταμελής συντροφιά μας
δεν απετέλεσε εξαίρεση. Διανυκτερεύσαμε στο φιλόξενο κελί του πατρός Ανδρέα και
το επόμενο πρωί συνεχίσαμε για την κορυφή.
Μετά
την Κερασιά αρχικά το μονοπάτι συνεχίζει την απότομη κλίση του και μας
προσφέρει την υπέροχη θέα του Κάρμηλου όρους (συνώνυμο του Βιβλικού, με
υψόμετρο 985μ.). Το πράσινο του βουνού και το γαλάζιο της θάλασσας ξεκουράζουν
το μάτι και μας κάνουν να ξεχνούμε τον κόπο της ανάβασης. Κατόπιν το μονοπάτι
μπαίνει ξανά κάτω από τα δένδρα και συνεχίζει έτσι,
μέχρι περίπου το καταφύγιο, στη θέση «Παναγία». Καθώς πλησιάζουμε στο καταφύγιο
σιγά-σιγά ξεπροβάλλουν τα χρώματα και τ’ αρώματα του Άθω. Χιλιάδες αγριολούλουδα,
άλλα κοινά, άλλα πιο σπάνια και άλλα ενδημικά συνθέτουν τη μοναδική χλωρίδα της
χερσονήσου με 2500 είδη και ειδικότερα την αλπική χλωρίδα του
βουνού.
Ο όρος αλπική χλωρίδα αναφέρεται στο σύνολο των φυτών που
αναπτύσσονται στο γεωμορφολογικό περιβάλλον των ορέων (και φυσικά όχι μόνο των
Άλπεων) πάνω από τα δασοόρια. Κοντά και λίγο πιο πάνω από το καταφύγιο τα κωνοφόρα,
έλατα και πεύκα, υποχωρούν. Τα έλατα του Άθω ανήκουν στο είδος Abies borisiiregis. Το
είδος παρουσιάζει ενδιάμεσους χαρακτήρες μεταξύ του Abies cephalonica των βουνών
της Νότιας Ελλάδας και του κεντροευρωπαϊκού είδους Abies alba. Τα πεύκα ανήκουν στο είδος Pinus nigra (Μαύρη Πεύκη). Ψηλότερα
του καταφυγίου και μέχρι τα 1600 περίπου μέτρα παρατηρούνται ελάχιστα κωνοφόρα.
Από το υψόμετρο αυτό και μέχρι την κορυφή κυριαρχούν τα ποώδη φυτά.
Ιδιαίτερη ομορφιά έχουν τα βραχόφιλα ποώδη φυτά. Μερικά απ’αυτά είναι και
ενδημικά είδη του Άθω. Αλλά και τα λιγότερο χρωματιστά όπως τα αγρωστώδη
εκπροσωπούνται επάξια και άφθονα από το γένος Stipa. Ο ερευνητής C.Regel μάλιστα (μελέτησε τη βλάστηση του Άθω σε δύο
επισκέψεις το 1936 και το 1938) χαρακτηρίζει την περιοχή της αλπικής ζώνης όπου
κυριαρχεί η Στίπα
ώς Στίπα-έρημος. Ένα μπουκέτο Στίπα ήταν το ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης προς τις
συζύγους μας που ανέλαβαν μόνες, για τις μέρες της παραμονής μας στον Άθω, τις
ευθύνες του σπιτιού και των τέκνων.
Δύο
από τα ενδημικά είδη του Άθω είναι τα Helichrysum
sibthorpii (Αμάραντος)
και το Anthemis sibthorpii (Μαργαρίτα του Σίμπθορπ). Και τα δυο
ονομάστηκαν έτσι προς τιμή του Ιωάννη Σίμπθορπ (John Sibthorp 1758-1796), Άγγλου βοτανικού ο οποίος περιόδευσε δύο φορές
την Ελλάδα μελετώντας τη χλωρίδα της. Κατά τη δεύτερη μάλιστα επίσκεψή του αρρώστησε
από φυματίωση, από την οποία και πέθανε λίγο μετά την επιστροφή του στη
Βρετανία.
Τόσο
ο αμάραντος όσο και η μαργαρίτα είναι πολυετή φυτά της οικογένειας των
συνθέτων. Απαντώνται στις απόκρημνες ασβεστολιθικές πλαγιές του Άθω κοντά στην
κορυφή. Δυστυχώς οι εργασίες που γίνονται στην κορυφή (κτίσιμο ναού και συνοδών
κτηρίων!) περιορίζει τον βιότοπό τους και θέτει σε κίνδυνο την επιβίωση τους.
Ένα
από τα πιο όμορφα αγριολούλουδα και μάλιστα αρκετά συχνό στην αλπική ζώνη του
Άθω είναι το Sempervivum marmoreum της οικογένειας των
Κρασσουλιδών, για το οποίο νομίζω ταιριάζει καλύτερα το εισαγωγικό βιβλικό
χωρίο. Δύο άλλοι εκπρόσωποι της οικογένειας προέρχονται από το γένος Sedum, το είδος Sedum
album και
το Sedum ochroleucum. Τα είδη Astragalus angustifolius (αγριολούπινο) και Astragalus parnassi (τετράγκαθο) είναι δύο
από τους εκπροσώπους της οικογένειας των ψυχανθών στην αλπική χλωρίδα του Άθω (οικογένεια
φυτών με σημαντικό ρόλο στον κύκλο του αζώτου καθώς στα φυμάτια των ριζών τους
συμβιώνουν αζωτοδεσμευτικά βακτήρια).
Από την οικογένεια των βιολιδών ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο πολυετής
πανσές Viola delphinantha, η
ενδημική Viola athois και το
ετήσιο φυτό Viola kitaibeliana. Το λινάρι, Linum elegans, κοσμεί την αλπική ζώνη με τα όμορφα κίτρινα άνθη του.
Το ιώδες χρώμα στην αλπική ζώνη μας το προσφέρει μεταξύ άλλων
φυτών η Καμπανούλα Campanula orphanidea, ονομασμένη
έτσι προς τιμήν του μεγάλου έλληνα βοτανικού Ορφανίδη. Ο Θ. Ορφανίδης εξελέγη
καθηγητής Βοτανικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1850. Το 1862 ερεύνησε τη χλωρίδα
του Αγίου Όρους. Εκανε μάλιστα πλούσια συλλογή φυτών.
Τα ροδόχροα άνθη του ανάλατου Centrantus rubber δημιουργούν υπέροχη αντίθεση με
το κυανό του Σιγγιτικού κόλπου. Τα ευθυτενή στελέχη του Verbascum macrurum απαντώνται
επίσης στην αλπική ζώνη. Τα κενταύρια δεν θα μπορούσαν να λείπουν από την
κορυφή. Τα ρόδινα άνθη του Κενταύριου της Χαλκιδικής, Centaurea chalcidicaea συνυπάρχουν
με τα κίτρινα του Centaurea rupestris ssp athoa που είναι και ενδημικό υποείδος
του Άθω. Άλλα ενδιαφέροντα είδη είναι το Cerastium fontanum, το πορφυρό γαρύφαλο Dianthus gracilis, το
λευκό γαρύφαλο Dianthus petraeus ssp. οrbelicus όλα μέλη της οικογένειας
των Καρυοφυλλιδών. Ένα ευρύτερα εξαπλωμένο αλλά πολύ όμορφο είδος της αλπικής
χλωρίδας, με εξάπλωση σε όλη την κεντρική και νότια Ευρώπη, με τα ροδόχροα άνθη
της που σχηματίζουν χαρακτηριστική στεφάνη είναι η Corinilla varia. To Pterocephalus perennis είναι ένας
χαμηλός πολυετής θάμνος με ροδόχροα άνθη και οδοντωτά φύλλα. Ενδημικό είδος της
Ελλάδος και της Αλβανίας. Στην αλπική ζώνη θα βρούμε επίσης και την Draba athoa μικρό πολυετές φυτό ενδημικό της
Βαλκανικής χερσονήσου, το Teucrium montanum και
την Saxifraga sancta.
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ,
ΤΕΥΧΟΣ 65ο,
2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου