Μεγάλη Τρίτη Των Δέκα Παρθένων: Το νόημα της Παραβολής
Ἀπολυτίκιον Ἦχος
πλ. δ': Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ
δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα.
Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς,
καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος,
Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.
Απόδοση: Να, ὁ Νυμφίος ἔρχεται στὸ μέσο τῆς νύχτας, κι εὐτυχισμένος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ποὺ θὰ τὸν βρεῖ (ὁ Νυμφίος) ξάγρυπνο νὰ τὸν περιμένει· ἀνάξιος ὅμως πάλι θὰ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ τὸν βρεῖ ράθυμο καὶ ἀπροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου νὰ μὴ βυθιστεῖς στὸν πνευματικὸ ὕπνο, γιὰ νὰ μὴν παραδοθεῖς στὸ θάνατο (τῆς ἁμαρτίας) καὶ νὰ μείνεις ἔξω τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀνάνηψε κράζοντας· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶσαι ἐσὺ ὁ Θεὸς· σῶσε μας διὰ τῆς προστασίας τῶν ἐπουρανίων ἀσωμάτων δυνάμεων (τῶν Ἀγγέλων).
Απόδοση: Να, ὁ Νυμφίος ἔρχεται στὸ μέσο τῆς νύχτας, κι εὐτυχισμένος θὰ εἶναι ὁ δοῦλος ποὺ θὰ τὸν βρεῖ (ὁ Νυμφίος) ξάγρυπνο νὰ τὸν περιμένει· ἀνάξιος ὅμως πάλι θὰ εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ θὰ τὸν βρεῖ ράθυμο καὶ ἀπροετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου νὰ μὴ βυθιστεῖς στὸν πνευματικὸ ὕπνο, γιὰ νὰ μὴν παραδοθεῖς στὸ θάνατο (τῆς ἁμαρτίας) καὶ νὰ μείνεις ἔξω τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἀνάνηψε κράζοντας· Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶσαι ἐσὺ ὁ Θεὸς· σῶσε μας διὰ τῆς προστασίας τῶν ἐπουρανίων ἀσωμάτων δυνάμεων (τῶν Ἀγγέλων).
Στη Μεγάλη Εβδομάδα
«Στην παραβολή των Δέκα παρθένων είναι αφιερωμένη η αποψινή βραδιά, που ψάλλεται ο όρθρος της Μεγ. Τρίτης. Τί σχέση έχει η παραβολή των Δέκα παρθένων με τη Μεγάλη Εβδομάδα; Γιατί γίνεται ιδιαίτερη μνεία γι’ αυτήν κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα;Ένας λόγος: Την παραβολή αυτή είπε ο Χριστός λίγο πριν από το εκούσιο Πάθος. Η τελευταία διδασκαλία του Χριστού πριν από το Μυστικό Δείπνο περιέχεται στο 25ο κεφάλαιο του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, και είναι καθαρά εσχατολογική. Αναφέρεται στη βασιλεία των ουρανών και στη δευτέρα παρουσία του Χριστού.
Στην αρχή είναι οι δύο γνωστές και συγγενείς παραβολές: η παραβολή των Δέκα παρθένων (Ματθ. 25,1-13) και η παραβολή των ταλάντων, ή μάλλον του κρύψαντος το τάλαντον (Ματθ, 25,14-30). Και ακολουθεί η γνωστή περικοπή της μελλούσης κρίσεως (Ματθ. 25,31-46). Το βράδυ της Μεγ. Δευτέρας οι ύμνοι μιλάνε και για τα τρία αυτά, και για την παραβολή των Δέκα παρθένων, και για την παραβολή του κρύψαντος το τάλαντον και για την περικοπή της μελλούσης κρίσεως.
Περισσότερο μιλάνε οι ύμνοι για την παραβολή των Δέκα παρθένων. Αυτό δε γίνεται και για ένα δεύτερο λόγο. Στην παραβολή ακούγεται η κραυγή: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται, εξέρχεσθε εις απάντησιν αυτού» (Ματθ. 25,6). Και στις πρώτες μέρες της Μεγ. Εβδομάδας ακούγεται η ίδια κραυγή: «Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός». Ακολουθίες του Νυμφίου λέγονται οι ακολουθίες των τριών πρώτων ημερών. Έρχεται ο Νυμφίος. Ο Νυμφίος της παραβολής έρχεται, για να μπει στο νυμφώνα και να γίνουν οι γάμοι. Και ο Νυμφίος Χριστός έρχεται την εβδομάδα αυτή, για να μπει θριαμβευτικά στο Νυμφώνα του ουρανού. Έρχεται να δώσει τη μάχη, για ν’ ανοίξει ο κλειστός νυμφώνας στους ανθρώπους. Έρχεται! Καλούμεθα να τον υπαντήσουμε, να τον υποδεχτούμε.
Αλλά και για τρίτο λόγο γίνεται μνεία της παραβολής των Δέκα παρθένων απόψε. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος. Χρειάζεται πίστη για να το δεχθεί κανείς αυτό. Γιατί; Μπροστά μας τις μέρες αυτές βλέπουμε πληγωμένο και βασανισμένο το πρόσωπο του Χριστού, του Νυμφίου. Ο προφήτης Ησαΐας, 800 χρόνια προ Χριστού, είδε με καταπληκτική ενάργεια όλα τα πάθη του Σωτήρος, και στην περίφημη προφητεία του 53ου κεφαλαίου του βιβλίου του, που την ακούμε το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, παρουσιάζει αυτή την παραμόρφωση του προσώπου του Μεσσία, του πάσχοντος Λυτρωτή: «Και είδομεν αυτόν, και ουκ είχεν είδος ουδέ κάλλος» (Ησ. 53,2).
Ένας που γνωρίζει το θεϊκό μεγαλείο, το άρρητο κάλλος και την απερίγραπτη ομορφιά του Λόγου του Θεού, του θεανθρώπου Ιησού, βλέποντάς τον το πρωί της Μεγ. Παρασκευής ραπισμένο, πληγωμένο, μαστιγωμένο, ματωμένο, θα μπορούσε ν’ αναφωνήσει: – Πω, πω! Πώς έγινε έτσι το ωραιότερο πρόσωπο τού κόσμου! Είναι και τούτο ένα στάδιο της ταπεινώσεως, της κενώσεως του Θεού Λόγου. Ταπείνωσε τον εαυτό του. Τον κατέβασε στη γη από τον ουρανό. Του φόρεσε την ανθρώπινη σάρκα. Τον περιτύλιξε μέσα στα άχυρα του σταύλου. Και τώρα η ταπείνωση πάλι τον περιτυλίγει μέσα στα αίματα και στον πόνο. Πω, πω! Πώς καταδέχτηκε να γίνει για μας ο Νυμφίος Χριστός!
Κι όμως δεν παύει να είναι ο ωραιότερος Νυμφίος του κόσμου. Στο Ψαλτήρι εμφανίζεται ασύγκριτη η ομορφιά του: «Ωραίος κάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων» (Ψαλμ. 44,2).
Η παραβολή των Δέκα παρθένων
Είπαμε τους τρεις λόγους, για τους οποίους η αποψινή βραδυά είναι αφιερωμένη στην παραβολή των Δέκα παρθένων.
Είναι γνωστή η παραβολή. Μιλάει για δέκα παρθένες. Περιμένουν νάρθει ο νυμφίος, κατά τη συνήθεια που είχαν τότε. Ο νυμφίος στη περίπτωση εκείνη καθυστέρησε και θα έφθανε τη νύχτα για να παραλάβει τη νύμφη. Οι παρθένες κόρες τον περίμεναν με λαμπάδες αναμμένες λίγο πιο πέρα από το νυφικό σπίτι, να τον υποδεχθούν. Οι λαμπάδες ήταν τότε λυχνάρια, που άναβαν μόνο με λάδι. Αν σωνόταν το λάδι, έσβηναν οι λαμπάδες.
Από τις δέκα παρθένες οι πέντε ήταν συνετές, μυαλωμένες. Μαζί με το λυχνάρι τους, τη λαμπάδα τους, πήραν και λάδι, να τροφοδοτούν τη λαμπάδα. Οι πέντε άλλες ήταν ανόητες, ασύνετες, άμυαλες, επιπόλαιες. Πήραν τη λαμπάδα χωρίς λάδι.
Οι ώρες περνούσαν, ο νυμφίος αργούσε. Και νύσταξαν και έπεσαν να κοιμηθούν. Κατά τα μεσάνυχτα ακούστηκε φωνή. Ο αγγελιοφόρος προειδοποιεί: «Ιδού ο νυμφίος έρχεται…». Πετάχτηκαν και οι δέκα. Οι πέντε μυαλωμένες άναψαν τις λαμπάδες τους. Έτοιμες για την υποδοχή. Οι άμυαλες όμως! Πώς ν’ ανάψει το λυχνάρι τους; Λάδι δεν είχαν. Πώς να βρουν τελευταία στιγμή; Να πάρουν από τις άλλες πέντε; Δεν μπορούσαν, γιατί δεν θάφτανε για το δικό τους λυχνάρι το λάδι που θα τους έμενε. Να πάνε ν’ αγοράσουν; Άραγε θα προλάβουν; Μα δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο. Τρέχουν ν’ αγοράσουν.
Ο νυμφίος όμως πλησιάζει. Οι πέντε σοφές τον υποδέχονται με αναμμένη τη λαμπάδα. Μπαίνουν μαζί του στο νυμφώνα. Μαζί στο γαμήλιο πανηγύρι, στη μεγάλη χαρά. Σε λίγο, να και φτάνουν, ασθμαίνουσες και καταϊδρωμένες, οι πέντε ασύνετες και άμυαλες. Προχωρούν να μπουν. Μα βρίσκουν κατάκλειστη την πόρτα. Χτυπάνε. Ξαναχτυπάνε. Μα απόκριση καμιά. Φωνάζουν με αγωνία: «Κύριε, Κύριε άνοιξον ημίν». Κι ακούγεται η απόκριση από μέσα. Απόκριση αυστηρή, απόλυτη, τραγική: «Αμήν λέγω υμίν, ουκ οίδα υμάς». Δεν σάς ξέρω… Μια για πάντα έξω από το νυμφώνα.»
Ἐξαποστειλάριον. Ἦχος α'.
Τόν Νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον,
Τόν Νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον,
καί ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ·
λάμπρυνόν μου τήν στολήν τῆς ψυχῆς,
φωτοδότα καί σῶσόν με.
Ὁ Οἶκος
Γιατὶ εἶσαι ὀκνηρὴ καὶ ἀδιάφορη, ἀθλία
μου ψυχή; Γιατί φαντάζεσαι ἄκαιρα μέριμνες ἀνόητες καὶ μάταιες; Γιατί
ἀσχολεῖσαι μὲ πράγματα ποὺ ρέουν καὶ χάνονται; Σὲ λίγο φθάνει ἡ
τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς μας καὶ πρόκειται νὰ χωριστοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα
τοῦ κόσμου τούτου. Ὅσο ἀκόμη ἔχεις καιρό, σύνελθε ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία,
κράζουσα· Ἁμάρτησα ἐνώπιόν σου, Σωτῆρα μου· μὴ μὲ κόψεις ὅπως τὴν ἄκαρπη
συκή, ἀλλὰ ὡς σπλαχνικὸς Πατέρας, Χριστέ, δεῖξε συμπάθεια σὲ μένα, ποὺ
κραυγάζω· νὰ μὴ μείνουμε ἔξω ἀπὸ τὸ νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ.
2. Οι δέκα παρθένες: Το νόημα της Παραβολής
«Σήμερα, δεύτερη ημέρα του Νυμφίου, μας θυμίζει η Εκκλησία την παραβολή των δέκα παρθένων. Είπε ο Χριστός στην παραβολή, ότι ο Νυμφίος, έρχεται «εν τω μέσω της νυκτός». Και γι’ αυτό πρέπει, όσοι θέλουν να πάνε στο γάμο Του, να ετοιμάζονται.
Επειδή δεν ξέρουμε πότε θα έρθει η ώρα που θα φύγουμε από εδώ, για να πάμε στο γάμο του Χριστού, γι’ αυτό πρέπει να πηγαίνουμε και να περιμένουμε έξω από την πόρτα, ώστε όταν θα έρθει, να προλάβουμε να μπούμε μαζί Του μέσα.
Πώς ό άνθρωπος πηγαίνει σωστά έξω από την πόρτα του Νυμφίου;
Όπως ξεκίνησαν και πήγαν οι πέντε φρόνιμες παρθένες. Από τις δέκα οι πέντε ήταν φρόνιμες και οι πέντε ήταν μωρές. Οι πέντε φρόνιμες εφοδιάστηκαν καλά. Είπε η καθεμιά: «Μπορεί και ν’ αργήσει, μπορεί και να έρθει στην ώρα του. Εγώ όμως πρέπει να είμαι έτοιμη». Γιατί; Γιατί ο γάμος με τον Νυμφίο της Εκκλησίας δεν είναι αστεία πράγματα. Η Αιώνια Ζωή δεν είναι αστεία πράγματα.
Τί σημαίνει αυτό στην καθημερινή μας πράξη;
Έρχεται ημέρα Κυριακή ή μεγάλη γιορτή. Δεν μπορώ εγώ να γυρίζω από το άλλο πλευρό και να κοιμάμαι. Πρέπει να ξεκινήσω να πάω και να Τον «περιμένω». Μακάρι να περιμέναμε και έξω από την πόρτα της Εκκλησίας ν’ ανοίξει! Μακάρι να είχαμε τέτοια αγωνία! Όμως πρέπει να την έχουμε! Να έχουμε αγωνία πως θα κάνουμε το κάθε μας έργο καλό και ευάρεστο στον Νυμφίο μας Χριστό. Πως θα είμαστε πάντοτε εύσπλαχνοι, γεμάτοι από τον πόθο να τηρούμε την πρώτη εντολή που λέει: «Να αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου». Και την δεύτερη μεγάλη εντολή, που λέει: «Να αγαπάς και τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου».
Αυτό είναι το «λάδι» που πήραν μαζί τους οι έξυπνες παρθένες. Και επειδή είχαν πλούσια έργα αγάπης και ευσπλαχνίας, όταν σώθηκε εκείνο το «λάδι» που είχαν, βάλανε άλλο. Οι μωρές δυστυχώς δεν είχαν.
Προφανώς όλες οι παρθένες, και οι δέκα ψάχνανε. Αλλά οι πέντε έκαναν το λάθος να μη ψάχνουν, όπως έπρεπε και όσο έπρεπε, να βρουν τον Νυμφίο.
Αλλοίμονο, υπάρχουν μερικοί, που δεν ψάχνουν καθόλου και δεν ενδιαφέρονται να πάνε στην Εκκλησία καθόλου. Δεν τους καίγεται καρφί, για το έλεος του Θεού, για την ένωση με τον Χριστό, για την ευαρέστηση του Χριστού! Για τέτοιους ανθρώπους πρέπει να προσευχόμαστε και να κλαίμε. Πρέπει να πενθούμε. Γιατί άμα τους βρει το τέλος σε τέτοια κατάσταση, θα είναι πολύ θλιβερό πράγμα γι’ αυτούς.
Ξύπνημα και δουλειά
Να φιλοτιμούμεθα να κάνουμε ό,τι περισσότερο μπορούμε, για να βρεθούμε κοντά στον Χριστό. Μακάριος ο άνθρωπος, που θα τον βρει ο Νυμφίος όχι «ραθυμούντα» αλλά «γρηγορούντα». Και μακάριος εκείνος που «ξυπνάει» όχι μόνο νωρίς, αλλά που «ξυπνάει» δυναμικά και ουσιαστικά. Γιατί μερικοί λένε πως ξυπνήσανε, αλλά δεν ξυπνήσανε. Στην πραγματικότητα κοιμούνται· και απλώς την υπόλοιπη μέρα, τρίβουν τα μάτια τους, χωρίς να τα ανοίγουν για να δουν κατάματα την Αλήθεια: τον Νυμφίο Χριστό!
Αυτό είναι το μυστικό νόημα της παραβολής των δέκα παρθένων. Ξύπνημα και δουλειά. Νήψη και εργασία.
Το τελευταίο τροπάριο της σημερινής ακολουθίας λέει: «Ο Χριστός μάς δίνει ένα τάλαντο. Και μας λέει: Δούλεψε!» Το «τάλαντο» είναι η καλή διάθεση μέσα μας, ο νόμος του Θεού που μας φωτίζει, και ο χρόνος-ευκαιρία στη ζωή μας, για να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε.
Σου έδωσε τέτοιο «τάλαντο»; Δούλεψε!
Για το συμφέρον σου δουλεύεις!
Για τη ζωή την αιώνια δουλεύεις!»
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου