Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

ΜΙΑ ΦΩΝΗ ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΗ: Η ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ

Μερικοί θεολόγοι δεν κατανοούν την αναγκαιότητα οριοθετήσεως της πίστεώς μας σήμερα και δεν διστάζουν να ασκήσουν ακόμη και κριτική στη δική μας προσπάθεια. Η ορθόδοξη πίστη, λένε, έχει οριοθετηθεί, δεν χρειάζεται νέα οριοθέτηση! Οι «Όροι» των Οικουμενικών Συνόδων αποτελούν οριοθέτηση της Ορθοδοξίας έναντι της τότε πρόκλησης των αιρέσεων. Όμως σήμερα η πρόκληση αυτή είναι διαφορετική. Οι αιρέσεις και η παραθρησκεία δεν δι­στάζουν να χρησιμοποιούν ακόμη και όρους των Οικουμενικών Συνόδων, αλλά με διαφορετικό περιεχόμενο. Αποτέλεσμα: Πολλοί οδηγούνται σε σύγχυση και αβεβαιότητα. Επομένως η θέση των θεολόγων αυτών μαρτυρεί ποιμαντική ανευθυνότητα

Έκθεση προσωπικής πείρας σε θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας
π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου (†)

Η εικοσαετής έρευνα και εντατική ενασχόληση με θέματα οριοθετήσεως της Ορθοδόξου Πίστεως, αιρέσεων και παραθρησκευτικών ομάδων, με οδήγησε σε ορισμένα βασικά ποιμαντικά συμπεράσματα, τα οποία επιθυμώ στη συνέχεια να συνοψίσω.
α) Η νέα προβληματική
Γίνεται από όλους παραδεκτό, ότι η εποχή μας είναι εποχή κοσμογονικών αλλαγών. Θα μπορούσαμε να την παρομοιάσουμε με την πρωτοχριστιανική εποχή κατά την οποία ο παλαιός κόσμος παραχωρούσε τη θέση του στη χριστιανική πίστη. Η Εκκλησία εκλήθη τότε να προσφέρει το μήνυμά της αντιπαραθέτοντάς το με τα ποικίλα μηνύματα της εποχής εκείνης και να δείξει ότι αυτή μόνη αποτελεί τη λύση στα αδιέξοδα του ανθρώπου και του κόσμου. Το έργο αυτό ήταν έργο της απολογητικής της Εκκλησίας. Σήμερα όλοι έχουμε τη συναίσθηση ότι κάτι ουσιαστικό πάει να αλλάξει στον κόσμο μας. Όπως ορθά παρατηρεί ο David Barnet στην World Christian Encyclopedia, ο κόσμος σήμερα είναι πιο φιλόθρησκος από κάθε άλλη φορά. Σχεδόν όλα τα είδη των θρησκειών ξαναγύρισαν. Αλλά αυτή η επιστροφή δεν είναι για το καλό. Η σύγχρονη θρησκευτική πραγματικότητα είναι διφορούμενη και έχει ένα πρόσωπο Ιανού (Janus), τον οποίον αποκαλύπτει το καλύτερο και το χειρότερο στον ανθρώπινο χαρακτήρα.
 Έτσι λοιπόν είτε μας αρέσει είτε όχι πρέπει να ζήσουμε με αυτή την πραγματικότητα και γι’ αυτό είναι αναγκαίο να την καταλάβουμε. Αν και οι παλιές θρησκείες ξαναζωντανεύουν, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η ανάπτυξη και η εξάπλωση των νέων θρησκευτικών κινήσεων είναι ένα από τα πλέον εκπληκτικά συμβάντα του αιώνα μας. Βρίσκονται να εργάζονται σε αντι-κοινωνικούς κύκλους εδώ και 3 ή 4 γενεές. Αλλά στη σύγχρονη εποχή μπήκαν στο προσκήνιο σαν μεγάλοι κονωνικοί, πολιτικοί, πολιτισμικοί και θρησκευτικοί παράγοντες. Ο Barret υπολογίζει ότι στα επόμενα 10 χρόνια, 138.000.000 άνδρες και γυναίκες επί παγκοσμίου επιπέδου θα είναι οπαδοί των καινούριων θρησκευτικών κινήσεων. Εξάλλου η χριστιανική πίστη δεν εμποτίζει ούτε προσδιορίζει πλέον ζωτικούς τομείς της ζωής των λαών της Ευρώπης. Τέτοιοι τομείς είναι η παιδεία, η νομοθεσία, η πολιτική, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η κοινωνική και πολιτική ζωή, ακόμη και στην επαρχία, δεν έχουν πλέον αναφορά στα μεγάλα γεγονότα της Εκκλησίας. Εάν τώρα αναλογισθούμε ότι άλλοι τομείς όπως η λογοτεχνία, η μουσική, ο χορός και η τέχνη γενικώτερα, έχουν ήδη από τον περασμένο αιώνα χάσει κάθε επαφή με το πνεύμα της Εκκλησίας, κατανοούμε ότι βρισκόμαστε πράγματι μπροστά σε δραστικές αλλαγές. Γίνεται όλο και πιο σαφές ότι το πνεύμα της Εκκλησίας παραμερίζεται και αντικαθίσταται από το πνεύμα του αποκρυφισμού και της παραθρησκείας. Ήδη στη δεκαετία του 1970 εμφανίστηκαν στην Ευρώπη γκουρουιστικές και παραθρησκευτικές ομάδες, που τώρα βρίσκονται σε πλήρη έξαρση.
Οι αποκρυφιστικές οργανώσεις ανέρχονται ήδη σε εκατοντάδες· το πνεύμα τους, που ως τάση είναι ευρύτερα γνωστό με τον όρο «Νέα Εποχή», επηρεάζει βασικούς παράγοντες των περισσοτέρων τομέων της ζωής μας. Σ’ αυτή την τάση συμπλέκονται δεκάδες χιλιάδες επί μέρους παράγοντες και ομάδες, όπως ακριβώς οι κόμβοι σ’ ένα τεράστιο δίκτυο· μερικοί πιο στενά, αλλού πολύ χαλαρά, ευρισκόμενοι σε μεγάλη απόσταση ο ένας από τον άλλο. Αυτό το τεράστιο δίκτυο χαρακτηρίσθηκε από τους «αποστόλους» της τάσεως αυτής «απαλή συνωμοσία». Ο κίνδυνος αυτής της διαβρώσεως απειλεί σήμερα ολόκληρο τον Δυτικό κόσμο και τον δυτικό πολιτισμό, που θεμελιώνεται στη χριστιανική αντίληψη περί ανθρώπου. Το μέγεθος του κινδύνου γίνεται σαφές και από πρόσφατη δήλωση που έκανε ο Όλε Νυντάλ στην Αθήνα, σε ελληνικό περιοδικό.
Ο Νυντάλ είναι ο πρώτος δυτικός Λάμα και ιεραπόστολος του βουδισμού σ’ ολόκληρη τη Δύση. Μεταξύ άλλων ανέφερε: «Σήμερα πράγματι είμαστε σε θέση να πούμε ότι ο βουδισμός τέλειωσε στην Ασία. Η Κίνα και το Θιβέτ καταστράφηκαν από τους κομμουνιστές. Οι γιαπωνέζοι κατασκευάζουν DATSUN και SONY και παραμέλησαν την πνευματική πρόοδο. Στην Ταϋλάνδη πουλάνε τις κόρες τους, τις μανάδες τους, τις γυναίκες τους, τις γιαγιάδες τους και ότι άλλο μπορούν στους τουρίστες. Το Βιετνάμ, η Καμπότζη, το Λάος καταστράφηκαν από τους πολέμους… ο βουδισμός στην Ασία είναι κοντά στο θάνατό του. Από την άλλη όμως, στη Δύση συμβαίνει εντελώς το αντίθετο. Καταπληκτική αύξηση».
Ο Νυντάλ δεν έχει πρόβλημα να κατοχυρώσει την έξαρση του βουδισμού στη Δύση με «προφητείες» από τον Ζ’ και ΙΕ’ αιώνα, σύμφωνα με τις οποίες θα’ ρθει ο «προστάτης» από τη Δύση και οι μαθητές του θα οικοδομήσουν το Παγκόσμιο βουδιστικό Κέντρο και «τα προβλήματα θα εξαφανισθούν», για να υπογραμμίσει: «Πράγματι, αυτό το πραγματοποιήσαμε το 1986. Στην Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία, Αφρική, ο Βουδισμός προοδεύει αλματωδώς». Πιο συγκεκριμένα ο Νυντάλ ανέφερε ότι αποτέλεσμα αυτής της ιεραποστολής είναι η ίδρυση 35 βουδιστικών Κέντρων στη Γερμανία, 20 στην Πολωνία, 10 στη Ρωσία, 4 στην Αυστρία και ακολουθεί η Ελλάδα. Παρόμοιες αντιλήψεις προβάλλονται και από άλλες ασιατικής προελεύσεως ομάδες, οι οποίες συμπλέκονται με τη «Νέα Εποχή». Βρισκόμαστε ήδη σε μια εποχή όπως εκείνη στην οποία ευρίσκετο η πρώτη Εκκλησία, που όλα γύρω της προσδιορίζονταν από ένα «άλλο πνεύμα». Επομένως και σήμερα καλείται η Εκκλησία να ξαναδώσει στην απολογητική διακονία της τη θέση εκείνη που η διακονία αυτή κατείχε στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία.
β) Η απολογητική της Εκκλησίας
Η έξαρση της παραθρησκείας συνέβη σε μια εποχή που, κυρίως στη Δύση, παραμελήθηκαν οι πνευματικές προεκτάσεις της χριστιανικής πίστεως. Όπως υπογραμμίζεται σε κείμενο της Association to the Dialog Centre International (Update and Dialog 1/1991), που διευθύνεται από τον Δανό θρησκειολόγο καθηγητή Johannes Aagard, οι εκκλησίες στο σύνολό τους απλώς παρακολουθούν αυτή την καινούρια πραγματικότητα με φόβο και δυσπιστία. Αν και προσπαθούν να μελετήσουν την κατάσταση, οι νέες θρησκείες επιτίθενται και αρπάζουν μέλη της εκκλησίας. Τα πιο κύρια στοιχεία των νέων θρησκευτικών κινήσεων είναι άγνωστα στους αρχηγούς της Εκκλησίας και στους θεολόγους. Π.χ. η κουνταλίνι είναι η κύρια θεότης της εποχής μας, αλλά πόσοι γνωρίζουν τη φύση αυτής της «δύναμης του όφεως»; Έτσι οι ιεραποστολές των Εκκλησιών βρίσκονται μπροστά σε ένα αδιέξοδο, όσον αφορά τις νέες θρησκείες. Δεν καλλιεργείται η ιεραποστολική υποχρέωση για να αντιμετωπισθούν οι νέες κινήσεις και οι χριστιανικές ιεραποστολές προσπερνούν τις γκουρουιστικές και μένουν σε πλήρη άγνοια. Μετά λύπης πρέπει να πούμε, συνεχίζει το κείμενο, ότι οι παλιές καλές μέρες, που ο χριστιανισμός ήταν δυνατός, πέρασαν, και αυτές οι μέρες δεν θα ξανάρθουν. Ο χριστιανισμός έχασε το μονοπώλιο. Για να μείνει μια ζωντανή πραγματικότητα, η χριστιανική πίστη πρέπει να ζήσει πλάι πλάι με τις άλλες πίστεις και απόψεις.
Κι εμείς, από τη δική μας πλευρά, διαπιστώνουμε ότι η αντιαιρετική ποιμαντική, που κατά την άποψή μας πρέπει να χαρακτηρισθεί «απολογητική της Εκκλησίας», βρίσκεται σήμερα στο περιθώριο της εκκλησιαστικής ζωής. Μερικοί θεολόγοι, ιδιαίτερα λαϊκοί, εκφράζουν την άποψη πως η απολογητική αυτή διακονία καθίσταται εντελώς περιττή, εάν η ενορία λειτουργεί ορθά. Άλλοι πάλι, κυρίως ακαδημαϊκοί διδάσκαλοι, εκφράζουν την άποψη πως πρέπει να αποφεύγουμε οποιαδήποτε μορφή αντιπαραθέσεως με οποιαδήποτε θρησκευτικά ή ιδεολογικά ρεύματα, γιατί διαφορετικά μεταβάλλουμε την πίστη μας σε ιδεολογία. Οι κύκλοι αυτοί ρίπτουν περισσότερο βάρος στο θρησκειολογικό, παρά στο ποιμαντικό στοιχείο. Μερικοί μάλιστα δεν διστάζουν να ομιλούν και να ενεργούν με τρόπο περιφρονητικό για το έργο εκείνων που σήμερα ασκούν την απολογητική αυτή διακονία μέσα στην Εκκλησία και προβάλλουν γι’ αυτή τη στάση τους ακόμη και λόγους συνειδήσεως. Πρόκειται όντως για το τρίτο μέτωπο της απολογητικής· το πρώτο είναι η δραστηριότητα των αιρετικών και παραθρησκευτικών ομάδων και η εναντίον μας πολεμική, το δεύτερο είναι η πολεμική που προέρχεται από τους ανθρώπους «του κόσμου τούτου». Το τρίτο μέτωπο αναφέρεται σε παράγοντες μέσα στην Εκκλησία!
Οι θέσεις αυτές εναντίον της απολογητικής της Εκκλησίας αποτελούν μεγάλο κίνδυνο για το ποιμαντικό μας έργο, όχι μόνο επειδή οι άνθρωποι αυτοί ανέλαβαν να εκπαιδεύσουν τα στελέχη της Εκκλησίας, αλλά και επειδή είναι φυσικό να επηρεάζουν τους διδασκάλους του μαθήματος των θρησκευτικών στα Σχολεία και μερικές φορές και ανώτατα στελέχη της Εκκλησίας. Οι απόψεις αυτές, πως δεν επιτρέπονται αντιπαραθέσεις, αποτελούν βασικό δόγμα της λεγόμενης «Νέας Εποχής του Υδροχόου», που τάσσεται υπέρ της εναρμονίσεως θρησκειών και ιδεολογιών. Όλες οι θρησκείες οδηγούν κατά την αντίληψη αυτή, στην ίδια κατεύθυνση. Η διαφορά έγκειται στο ότι η καθεμιά από αυτές απευθύνεται σε ανθρώπους που βρίσκονται σε διαφορετικό εξελικτικό επίπεδο. Έτσι δεν υπάρχει ορθή και λανθασμένη θρησκεία, όπως δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψεύδος, στο καλό και στο κακό. Όλα εξυπηρετούν την «εξέλιξη» και είναι προσαρμοσμένα στο «εξελικτικό επίπεδο» του καθενός. Οι αντιλήψεις αυτές, που δυστυχώς στην εποχή μας γίνονται σε πολλές περιπτώσεις πράξη, αφαιρούν από τους νέους μας το σταθερό σημείο αναφοράς και δημιουργούν σύγχυση και αβεβαιότητα. Γι’ αυτό και η μόνη ελπίδα για έξοδο από αυτή τη σύγχυση είναι η απολογητική της Εκκλησίας μας.
Στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία η απολογητική κατείχε κεντρική θέση στην εκκλησιαστική ζωή. Αποτελούσε βασικό μέλημα, όχι μόνο των μεγάλων θεολόγων και ποιμένων της Εκκλησίας, αλλά και του κάθε πιστού. Ήδη στην Καινή Διαθήκη υπογραμμίζεται το καθήκον όλων των πιστών να είναι «έτοιμοι εις απολογίαν παντί τω αιτούντι ημάς λόγον περί της εν ημίν ελπίδος μετά πραότητος και φόβου» (Α’ Πέτρ. γ’ 15). Αντίθετα με αυτό το καθολικό καθήκον, οι ποιμένες και οι πιστοί φαίνεται ότι εδικαιούντο να πουν σε κάποιον που ζητούσε υλική συμπαράσταση: «αργύριον και χρυσίον ουχ υπάρχει μοι» (Πράξ. γ’ 6). Αυτές οι νέες προτεραιότητες γίνονται αντιληπτές από όλες τις αποκρυφιστικές οργανώσεις, οι οποίες προβάλλουν τις δικές τους προσφορές για την κάλυψη των υπαρξιακών κενών της εποχής μας. Είναι ενδιαφέρον να αναφέρουμε εδώ απόσπασμα άρθρου σε αποκρυφιστικό περιοδικό, που προσπαθεί με κάθε τρόπο να δείξει προς τα έξω ένα ουδέτερο πρόσωπο ή ακόμα και φιλο-ορθόδοξο. Δεν είναι, φυσικά, εδώ ο κατάλληλος χώρος να απαντήσουμε στο ερώτημα γιατί γίνεται αυτό. Παραθέτουμε απλά το απόσπασμα:
«Στην εποχή μας, που για όλους τους γνωστούς λόγους, η τάση «εσωτερικής» αναζήτησης είναι τόσο αυξημένη, Ορθοδοξία και Ελλάδα έχουν στα χέρια τους τόσο σοβαρά «όπλα», που κυριολεκτικά θα μπορούσαν να κατακτήσουν τον κόσμο. Το ζήτημα αφορά τόσο την εκκλησιαστική, όσο και την πολιτική ηγεσία. Η χώρα μας δεν θα βγει από την απομόνωση ούτε με τις τουριστικές καμπάνιες, ούτε με διοργανώσεις αγώνων και συνεδρίων. Τη δίψα ή τη μόδα της αναζήτησης, την εκμεταλλεύονται πλήρως όλοι. Από σοβαρές εσωτερικές παραδόσεις με υπόβαθρο και ζωντανούς δασκάλους, μέχρι αστεία ή και επικίνδυνα νοητικά κατασκευάσματα αυτοφωτισμένων γκουρού. Από βιομηχανίες ειδών νέας εποχής, μέχρι σχολές και πανεπιστήμια με σχετικές έδρες. Η κατάρρευση του «υπαρκτού κομμουνισμού» είναι επίσης γεγονός. Ένα τεράστιο έθνος, με έντονα καταπιεσμένο τόσα χρόνια το θρησκευτικό του συναίσθημα, είναι έτοιμο να πάει σε άλλο άκρο. Ποιος θα επωφεληθεί; Ήδη η εισβολή άρχισε, όχι μόνο από τα τζιν, την κόκα κόλα και τα μακ ντόνατς, αλλά κι από τα διάφορα εσωτερικά ρεύματα και φιλοσοφίες. Απέναντι όμως στις φοβερές αυτές απαιτήσεις, η Ορθοδοξία -για να λέμε τα πράγματα όπως είναι- είχε ένα σοβαρό μειονέκτημα. Δεν υπήρχαν οι κατάλληλοι άνθρωποι που να συνδυάζουν το εσωτερικό βίωμα με την ευρεία θεωρητική κατάρτιση, όχι μόνο την ορθόδοξη, αλλά γενικότερη. Μόλις τώρα διαφαίνονται κάποια φωτεινά πνεύματα, ικανά να σηκώσουν αυτό το βάρος. Οι πατέρες της εκκλησίας, τα έβγαλαν πέρα στο δύσκολο έργο τους, έχοντας μαζί τους τη θεία χάρη, αλλά και μια πλατειά γνώση, χωρίς μισαλλοδοξία, των φιλοσοφιών και θρησκειών που αντιμετώπισαν. Τέτοια πνεύματα χρειάζονται σήμερα. Ακόμη χρειάζεται γνώση και εφαρμογή των νόμων επικοινωνίας, που εφαρμόζουν πλέον οι διαφημιστικές εταιρείες». 
Η Εκκλησία λοιπόν ίσως είναι σήμερα αναγκασμένη να επανεξετάσει το ζήτημα των προτεραιοτήτων της στο ποιμαντικό έργο. 
γ) Η διάβρωση
Στην εποχή μας επιχειρείται διάβρωση των πολιτειακών, κοινωνικών, εκπαιδευτικών ή ακόμη και εκκλησιαστικών φορέων. Εάν επικρατήσει η παραπάνω άποψη για την απολογητική της Εκκλησίας, το διαβρωτικό αυτό έργο θα συνεχιστεί και θα συστηματοποιηθεί χωρίς την παραμικρή αντίσταση από μέρους μας. Για να γίνει αντιληπτό ότι απειλείται με διάβρωση ακόμη και ο θεολογικός χώρος και το μάθημα των θρησκευτικών στα ορθόδοξα σχολεία, αναφέρουμε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά παραδείγματα:
1) Ως «εξεταστέα ύλη» στο Ε’ εξάμηνο του Ποιμαντικού (χειμερινό 1989) της Θεολογικής Σχολής Αθηνών, στο μάθημα της Ιστορίας Θρησκευμάτων, δόθηκε κείμενο συνεντεύξεως του M. Eliade στο περιοδικό «Σικάγο», στην οποία ο Eliade, μεταξύ άλλων αναφέρει ότι μόνο με τις εμπειρίες του στην Ινδία κατανόησε την αξία των εικόνων στην ορθόδοξη Εκκλησία. Στο ίδιο κείμενο, το οποίο ο Ιστορικός Τομέας της «Θεολογικής Σχολής» εξέδωσε ως «προσφορά τιμής και σεβασμού» στη μνήμη του Eliade ως «Ύπατον των Θρησκειολόγων», οι ορθόδοξοι φοιτητές της θεολογίας διδάσκονται: «Δεν πηγαίνω στην Εκκλησία, αλλά σε κάθε μορφή θρησκευτικής εκδηλώσεως αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου». Ακόμη: «Το νόημα της ζωής μπορεί κανείς να το ανακαλύψει «στο Ζεν ή στη Γιόγκα»· όλες οι λεωφόροι είναι ανοικτές και τίποτε δεν είναι κλειστό».
Οι αντιλήψεις αυτές διδάσκονται σήμερα ευρύτατα και στη χώρα μας από τους κύκλους της Θεοσοφίας, του γκουρουισμού, ιδιαίτερα της «Αποστολής Ραμακρίσνα» και όλων των ομάδων της «Νέας Εποχής». Η «Αποστολή Ραμακρίσνα», βασικός κλάδος του «Τάγματος Ραμακρίσνα», έχει ήδη ιδρύσει στη Δύση ναούς, μοναστήρια και πλήθος Κέντρων. Προβάλλεται συνήθως ως φιλοσοφία, με δραστηριότητες που δήθεν δεν αποβλέπουν στον προσηλυτισμό. Όμως μοναχοί του τάγματος (σουαμί), με βιβλία που μεταφράζονται σε όλες τις Δυτικές γλώσσες, ακόμη και με γκουρουιστικά υπομνήματα στην αγία Γραφή, με διαλέξεις σε επίσημες αίθουσες, με διαθρησκευτικά συνέδρια, στα οποία συμμετέχουν και χριστιανοί θεολόγοι, διαδίδουν το βασικό δόγμα του απόλυτου μονισμού ως κοινό δόγμα όλων των θρησκειών, υποστηρίζουν ότι και ο Ιησούς Χριστός ήταν ένας από τους Αβατάρ, δίπλα στον Κρίσνα, τον Βούδα, τον Ραμακρίσνα κ.ά., ότι σ’ αυτή τη βάση όλες οι θρησκείες είναι ενωμένες και αποτελούν απλώς διαφορετικούς δρόμους, απειλώντας έτσι το χριστιανικό φρόνημα με διάβρωση. Τις ίδιες ιδέες συμμερίζονται και θεολόγοι καθηγητές Πανεπιστημίων, που μετέχουν σε διαθρησκευτικά συνέδρια των παραθρησκευτικών οργανώσεων, ιδιαιτέρως του Σαν Μυούνκ Μουν. Το ότι ο κίνδυνος υφίσταται στην πράξη αποδεικνύεται και από τη δήλωση της φρικτής οργανώσεως του Κορεάτη ψευδομεσία Σαν Μυούνκ Μουν, σύμφωνα με την οποία οι Έλληνες θεολόγοι που συνεργάζονται μ’ αυτή την οργάνωση και συμμερίζονται τις παραπάνω θέσεις για την απολογητική της Εκκλησίας, πρέπει να ενισχυθούν, «γιατί επηρεάζουν την ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος».
2) Συγγραφέας βιβλίου θρησκευτικών μιας τάξεως του ελληνικού Λυκείου, διακηρύσσει δημόσια την άποψη ότι δεν πρέπει να γίνεται αντιπαράθεση με τις παραθρησκευτικές και αιρετικές ομάδες, ότι αυτές αποτελούν απλά θρησκευτικά ή κοινωνικά φαινόμενα, ότι οι γκουρού είναι κάτι ανάλογο με τους δικούς μας γέροντες και ότι υπάρχουν και γνήσιοι γκουρού, τους οποίους μπορεί κανείς να γνωρίσει πηγαίνοντας στην Ινδία. Πρόκειται ακριβώς για την ίδια θέση του θρησκειολόγου Eliade και των ομάδων της «Νέας Εποχής», η οποία δημιουργεί σύγχυση στους νέους μας, όχι μόνο στους μαθητές του Λυκείου, αλλά και στους φοιτητές της θεολογίας και στους διδασκάλους του μαθήματος των θρησκευτικών στα Ορθόδοξα σχολεία. Αυτές ακριβώς τις αντιλήψεις προπαγανδίζουν οι ποικίλες γκουρουιστικές ομάδες στη Δύση. Υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει να γίνεται αντιπαράθεση ιδεών· το περιεχόμενο της πίστεως του καθενός είναι ακριβώς αυτό που ο καθένας χρειάζεται, όπως και οι θρησκείες είναι ακριβώς εκείνες που χρειάζονται οι οπαδοί τους, ανάλογα με το εξελικτικό επίπεδο του καθενός ανθρώπου ξεχωριστά και του καθενός λαού σε μια συγκεκριμένη εποχή. Καμιά θρησκεία δεν έχει ολόκληρη την αλήθεια, αλλά και καμιά θρησκεία δεν είναι λανθασμένη· όλες αποτελούν θρησκευτικά φαινόμενα, που υπηρετούν την εξέλιξη του ανθρώπου. Ο καθένας, ανάλογα με τα «καρμικά δεδομένα» της προηγούμενης ζωής του «εκλέγει» τους γονείς που θα τον γεννήσουν, τη γεωγραφική περιοχή, το έθνος, το λαό, τη θρησκεία ή τον «Γέροντα», τον «Δάσκαλο» ή τον «γκουρού», όλες δηλαδή τις συνθήκες ζωής, τις απαραίτητες για την περαιτέρω εξέλιξή του! Ο υπεύθυνος της κινήσεως Ραμακρίσνα στην Ελλάδα, σε τηλεφωνική επικοινωνία μού υπογράμμισε ότι αυτοί οι σουάμι είναι κάτι ανάλογο με τους δικούς μας γέροντες στο άγιον Όρος. Πρόκειται, είπε, για γνήσιους σουάμι, που αποστέλλονται από το κέντρο του Τάγματος και δεν είναι σαν εκείνους που δημιουργούν προβλήματα στη Δύση! Είναι ακριβώς η αντίληψη που «πέρασε» ήδη και σε συγγραφείς διδακτικών βιβλίων του μαθήματος των θρησκευτικών σε ορθόδοξα σχολεία.
3) Ο κίνδυνος διαβρώσεως του φρονήματος ακόμη και ανθρώπων που ανέλαβαν την εκπαίδευση των διδασκάλων του θρησκευτικού μαθήματος στα σχολεία μας, αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι υπάρχουν περιπτώσεις θεολόγων Καθηγητών του Πανεπιστημίου, οι οποίοι συνεργάζονται με τη φρικτή οργάνωση του Κορεάτη ψευδομεσσία Σαν Μυούνκ Μουν2. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι σύμφωνα με το εσωτερικό Δελτίο της οργανώσεως του Μουν, τέσσερις Έλληνες ορθόδοξοι καθηγητές έλαβαν μέρος σε πρόσφατο συνέδριο μιας από τις οργανώσεις της «Ενωτικής Εκκλησίας» του Μουν, που αποσκοπεί στη διάβρωση των χριστιανικών Εκκλησιών και στην «ένωσή» τους κάτω από την ιδεολογία και την ηγεσία του Κορεάτη ψευδομεσσία. Μεταξύ αυτών και ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος, όπως αναφέρεται στο ίδιο Δελτίο, εδήλωσε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία πρέπει να αναθεωρήσει την εσχατολογία της, και, προφανώς, να την προσαρμόσει στην ιδεολογία της Ενωτικής Εκκλησίας, σύμφωνα με την οποία ο Σαν Μυούνκ Μουν είναι ο Κύριος της Δευτέρας Παρουσίας και έχει ως αποστολή να ενώσει όλες τις θρησκείες και όλα τα έθνη κάτω από την ηγεσία του.
4) Στα βιβλία του Νόρμαν Βίνσεντ Πηλ, χρησιμοποιούνται χριστιανικοί όροι (πίστη, προσευχή, Χριστός) με αποκρυφιστική έννοια και κηρύττεται η λύση όλων των προβλημάτων με την αλλαγή των νοητικών καταστάσεων στο υποσυνείδητο του ανθρώπου (“θετική σκέψη”), δηλαδή το «ευαγγέλιο του όφεως», η αυτοσωτηρία, που ακυρώνει το μήνυμα της εν Χριστώ ελπίδας. Αυτά τα βιβλία μεταφράζονται από ορθοδόξους θεολόγους, εκδίδονται από ορθόδοξο εκδοτικό οίκο, κυκλοφορούν σε ορθόδοξα βιβλιοπωλεία μεταξύ ορθοδόξων χριστιανών.
5) Η Ελλάδα όπως και άλλες ορθόδοξες χώρες μεταβάλλονται βαθμιαία, αλλά συστηματικά, σε μεγάλες αποκρυφιστικές αγορές. Αυτό αποδεικνύεται και από τη «ζήτηση» των προϊόντων του αποκρυφιστικού χώρου. Υπάρχουν ήδη ειδικά καταστήματα στην Αθήνα, μερικά αποκρυφιστικά προϊόντα διατίθενται στα σούπερ-μάρκετ και το σύστημα αποστολής τους έχει βιομηχανοποιηθεί. Στην Ελλάδα εκδίδονται 26 αποκρυφιστικά περιοδικά. Μερικά από αυτά έχουν μεγάλη κυκλοφορία, ιδίως μεταξύ των νέων. Στο Φεστιβάλ βιβλίου της Αθήνας (1991), από τα 300 περίπου περίπτερα, 28 ήταν αποκρυφιστικά. Περισσότερα από τα μισά εξέθεταν μεγάλη σειρά αποκρυφιστικών βιβλίων. [Σημ.Αντ.Εγκόλπιου: Σήμερα η κατάσταση έχει χειροτερέψει κατά πολύ]
6) Το πόσο έχει προχωρήσει η διάβρωση του φρονήματος των Ορθοδόξων Ελλήνων αποδεικνύει το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του ελληνικού κοινού, ιδιαίτερα νέοι, που αντιμετωπίζουν υπαρξιακά προβλήματα, καταφεύγουν στις «λύσεις» του αποκρυφισμού και της παραθρησκείας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το θέμα της μετενσαρκώσεως. Με την μετενσάρκωση υπόσχονται ποικίλες ομάδες να λύσουν το πρόβλημα της υπάρξεως του ανθρώπου, το πρόβλημα του κακού στον κόσμο κ.ο.κ. Στην Ελλάδα κυκλοφορούν τουλάχιστον 5 διαφορετικά βιβλία, που αναφέρονται αποκλειστικά στις δοξασίες του κάρμα και της μετενσαρκώσεως. Υπολογίζεται πως το 35% των Ευρωπαίων, πιστεύουν ήδη στη διδασκαλία αυτή που ακυρώνει όχι μόνο ολόκληρο τον ευρωπαϊκό πολιτισμό (αφού θεμελιώνεται σε διαφορετική αντίληψη περί ανθρώπου), αλλά και το όλο μήνυμα της Εκκλησίας, που ταυτίζεται με το κήρυγμα της αναστάσεως.
Αυτά είναι μερικά ενδεικτικά «σημεία» του καιρού μας, που αποδεικνύουν ότι η διάβρωση του δικού μας χώρου έχει προχωρήσει ανησυχητικά. Η απολογητική λοιπόν της Εκκλησίας μας αποκτά σήμερα προτεραιότητα για ολόκληρη την Ορθοδοξία· ιδιαίτερα στις χώρες εκείνες, οι οποίες απηλλάγησαν από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Οι ποικίλες αιρέσεις και παραθρησκευτικές ομάδες συναγωνίζονται η μία την άλλη, ποια θα αναπληρώσει το ιδεολογικό κενό που δημιουργήθηκε. Οι ποιμένες της Εκκλησίας και ο λαός σ’ αυτές τις χώρες δεν έχουν την κατάλληλη ενημέρωση, την απαραίτητη προετοιμασία και την στοιχειώδη υποδομή για την αντιμετώπιση της νέας καταστάσεως και ο κίνδυνος της διαβρώσεως είναι υπαρκτός.
δ) Τι πρέπει να γίνει
Η άποψη πως το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι η οργάνωση της ενοριακής ζωής είναι επικίνδυνη. Ακόμη και αν οργανώσουμε  όπως πρέπει την ενοριακή μας ζωή, εάν δεν ενισχύσουμε την απολογητική της Εκκλησίας και μείνουμε παθητικοί θεατές μπροστά στη συνεχιζόμενη διάβρωση όλων των φορέων και κέντρων επηρεασμού του κοινού και ιδιαίτερα της νέας γενιάς, δεν θα επιτύχουμε απολύτως τίποτε. Ο χώρος της μουσικής, της τέχνης, του κινηματογράφου, των μέσων μαζικής ενημερώσεως, οι μορφωτικοί και πολιτιστικοί φορείς, ο χώρος της εκπαιδεύσεως, ακόμη και της θρησκευτικής, τα πολιτικά κόμματα και η τοπική αυτοδιοίκηση έχουν σε ανησυχητικό βαθμό διαβρωθεί. Ο αποκρυφισμός σε όλες του τις μορφές, προσδιορίζει το φρόνημα των φορέων αυτών σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι το περιεχόμενο της ορθοδόξου πίστεως.
Εάν δεν κάνουμε κάτι γενναίο, ακόμη κι αν οργανώσουμε την ενοριακή μας ζωή, δεν θα μπορέσουμε να προστατεύσουμε ούτε εκείνους που θα κρατήσουμε μέσα στην Εκκλησία, γιατί το φρόνημά τους θα υποστεί διάβρωση. Θα εγκολπωθούν ιδέες και θα τρέφονται με πνευματική τροφή ξένη προς την ορθόδοξη πίστη και θα θεωρούν τις εξωχριστιανικές δοξασίες ορθόδοξες! Αυτό γίνεται ήδη σε πολλές περιπτώσεις Το πρόβλημα θα οξυνθεί με την συντονισμένη προπαγάνδα της λεγομένης «Νέας Εποχής», που τείνει να κυριαρχήσει σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Στη δεκαετία του 1990 διαμορφώνεται ήδη ένας νέος πολιτισμός. Βασικό γνώρισμά του είναι η σύγχυση ανάμεσα στη θρησκεία και στην πολιτική, η θρησκειοποίηση της πολιτικής και η πολιτικοποίηση της θρησκείας. Ο πολιτισμός που διαμορφώνεται ακυρώνει το χριστιανικό ήθος και ολόκληρο το δυτικό πολιτισμό. Μπροστά σ’ αυτή τη νέα πραγματικότητα η συμβολή της Ορθοδοξίας στην αναζήτηση των πνευματικών θεμελίων για την οικοδομή του ονομαζομένου «κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού» έχει μεγίστη σημασία. Πιο συγκεκριμένα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η ουσιαστική αντιμετώπιση των ποικίλων προβλημάτων, που σχετίζονται με τις αιρέσεις και γενικώτερα με την εξωχριστιανική και εξωευρωπαϊκή απειλή, προϋποθέτει σε βάθος γνώση του αντικειμένου, την αντικειμενική ενημέρωση.
Εάν δεν γνωρίσουμε την πρόκληση, δεν είναι δυνατόν να δώσουμε τις ορθόδοξες λύσεις, να οριοθετήσουμε την πίστη μας και να προσφέρουμε το απαραίτητο σταθερό σημείο αναφοράς και το «μέτρο κρίσεως κάθε τι νέου που φθάνει σε μας. Η σύγχρονη και συστηματική απολογητική της Εκκλησίας, πρέπει να έχει ως σκοπό την πρόληψη της πλάνης, καθώς και την επιστροφή των πεπλανημένων. Πρέπει αν συνδυάζει την οριοθέτηση της Ορθοδόξου πίστεως, που προϋποθέτει την καλή γνώση της ποικίλης προκλήσεως (αιρετικής, αποκρυφιστικής, γκουρουιστικής, νεογνωστικής κ.ά.) και της Ορθοδόξου Πατερικής θεολογίας. Πρέπει, σύμφωνα και με όσα ήδη εκθέσαμε, να είναι σε θέση να αποκαλύπτει πίσω από τα πολυάριθμα προσωπεία το αληθινό πρόσωπο της κάθε ομάδας, να προσδιορίζει τους αληθινούς σκοπούς της, τις διασυνδέσεις της, τη στρατηγική της και τις επιπτώσεις που έχει η τυχόν εξάπλωση των δοξασιών της για την εν Χριστώ ελπίδα, για την κοινωνική, πολιτιστική, πολιτική μας ζωή, ακόμη και για τους δημοκρατικούς θεσμούς και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η απολογητική εργασία μας πρέπει να αποβλέπει στην ποιμαντική κάλυψη του μεγάλου κενού: να αποκαλύπτει το αληθινό πρόσωπο της κάθε ομάδας, πίσω από τυχόν προσωπεία (φιλοσοφικά, ψυχολογικά, παιδαγωγικά, μορφωτικά, καλλιτεχνικά, πολιτικά, οικολογικά, υγιεινιστικά, αθλητικά κ.ο.κ.), τις διεθνείς διασυνδέσεις της, τη μέθοδο προσηλυτισμού, τις αρνητικές επιπτώσεις στην προσωπικότητα των θυμάτων. Να καθιστά, τέλος φανερό, γιατί η ιδιότητα του μέλους των ομάδων αυτών είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητα του ορθοδόξου χριστιανού. Για να κινηθεί η απολογητική της Εκκλησίας μας σ’ αυτά τα πλαίσια απαιτείται ειδική εκπαίδευση και συνεχής ενημέρωση. Όμως, δυστυχώς, σε πανορθόδοξο κλίμακα, δεν υπάρχει ειδικός φορέας (εκκλησιαστικό ίδρυμα, ερευνητικό κέντρο, Θεολογική Σχολή) που να ασχολείται με εκπαιδευτικά προγράμματα σ’ αυτό τον τομέα.
 Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον επί μία δεκαπενταετία, με την ευλογία της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, προσπαθήσαμε να λειτουργήσουμε μερικά βασικά εκπαιδευτικά προγράμματα, στηριζόμενοι στην ελεύθερη και εθελοντική συνεργασία. Πολύτιμοι συνεργάτες των προγραμμάτων αυτών ήσαν διάφορες προσωπικότητες που ευαισθητοποιήθησαν κι ενημερώθησαν, γονείς των οποίων τα παιδιά έπεσαν θύματα των αιρέσεων και της παραθρησκείας και ιδιαιτέρως, πρώην θύματα, που βοηθήθηκαν να απαλλαγούν από αιρετικές και παραθρησκευτικές εξαρτήσεις, επανεντάχθηκαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και εκπαιδεύτηκαν γι’ αυτό το έργο.
Κλείνοντας εκφράζουμε την βαθειά μας πεποίθηση ότι πρέπει να κάνουμε βασικά βήματα, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τα ποιμαντικά αυτά προβλήματα, που απειλούν το έθνος, τον πολιτισμό, αλλά κυρίως την εν Χριστώ ελπίδα μας. Πρέπει να λεχθεί πως όσοι βοηθήσουν σ’ αυτή την προσπάθεια πρέπει να γνωρίζουν τον «χώρο», δεν φθάνει να είναι θεολόγοι ή και καθηγητές στο πανεπιστήμιο. Αν κανείς δεν έχει στη θεολογική του εργασία ποιμαντικό προσανατολισμό και εάν δεν γνωρίζει και τον χώρο των αιρέσεων και της παραθρησκείας όπως είναι στην πραγματικότητα και όχι όπως εμφανίζεται στην ξένη βιβλιογραφία και στην ακαδημαϊκή προβληματική, δεν έχει να προσφέρει σ’ αυτό το έργο κάτι το ουσιαστικό. Αντίθετα: είναι δυνατόν να επηρεάσει την όλη προσπάθεια και να την οδηγήσει σε εντελώς λαθεμένη κατεύθυνση.
Η ορθόδοξη θεολογία μας καλείται να δεχθεί την πρόκληση των αιρέσεων και της παραθρησκείας και να δώσει τις λύσεις της. Αυτό έκαναν οι Πατέρες της Εκκλησίας και βοήθησαν στην ανάπτυξη της θεολογίας. Αυτό πρέπει να γίνει σήμερα από θεολόγους, οι οποίοι γνωρίζουν καλά αυτή την πρόκληση και την αποδέχονται ως σοβαρό ποιμαντικό πρόβλημα. Όσοι απορρίπτουν την απολογητική της Εκκλησίας επειδή νομίζουν πως έτσι θα «ιδεολογικοποιήσουν» την πίστη μας και όσοι δεν γνωρίζουν την «έξωθεν πρόκληση» δεν είναι δυνατόν να προσφέρουν βοήθεια στο δικό μας αγώνα. Η απολογητική διακονία μας δεν είναι δυνατόν να διεξαχθεί κατά τρόπο δραστικό και σύμφωνο με την παράδοση της Εκκλησίας, αν δεν στηρίζεται στη βαθύτερη μελέτη και ορθή κατανόηση της έξωθεν προκλήσεως. Είναι δυστύχημα το ότι δεν υπάρχει στη χώρα μας ένα Ερευνητικό Κέντρο, που να ασχολείται με αυτό το θέμα. Η στάση που παίρνουν οι υπεύθυνοι παράγοντες των ανώτερων και ανώτατων ιδρυμάτων, που ανέλαβαν την εκπαίδευση των στελεχών της Εκκλησίας μας δεν είναι, δυστυχώς, ελπιδοφόρα. Γι’ αυτό και η Εκκλησία πρέπει να προχωρήσει σε γενναίες αποφάσεις και στην υλοποίησή τους με επιταχυνόμενες διαδικασίες. Όμως είναι πολύ ελπιδοφόρο το γεγονός ότι η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, ήδη από την πρώτη της Συνεδρίαση του μηνός Σεπτεμβρίου 1991, έδωσε στην απολογητική διακονία ιδιαίτερη βαρύτητα και προτεραιότητα. Το εκπεφρασμένο ενδιαφέρον του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Σεραφείμ για την προώθηση της ποιμαντικής αυτής διακονίας και η παρουσία στην Ιερά Σύνοδο Ιεραρχών που διακατέχονται από ιδιαίτερη ευαισθησία γι’ αυτά τα θέματα, αλλά και που διαθέτουν την απαραίτητη γνώση του όλου χώρου των αιρέσεων και της παραθρησκείας, θεμελιώνουν την ελπίδα, ότι η διακονία αυτή θα λάβει σύντομα τη θέση στο ποιμαντικό έργο μας, την οποία είχε κατά την πρωτοχριστιανική εποχή και στους χρόνους των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας.


1. Εισήγηση στην Ιερά Σύνοδο, το έτος 1995.
2. Ο συντάκτης της Εισηγήσεως αναφέρεται στη δεκαετία του 1990.

πηγή:ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ τεύχη 71-72 (1-6/2013)


Δεν υπάρχουν σχόλια: