Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2025

Ορθόδοξος και βατικάνιος συμφωνία περί Ουνίας

  Για να ξέρουμε με τι μεθοδεύσεις επιβλήθηκε στη Δύση η αίρεση του Παπισμού, και με τι μεθοδεύσεις προσπαθεί να υποτάξει σήμερα την Ορθοδοξία με λυκοφιλίες.

[1] Μπαλαμάντ, Λίβανος, Ιούνιος 1993 

π. Ιωάννης Σ. Ρωμανίδης 

   

συνέχεια απ εδω 

52) Οι υπογράψαντες την εν λόγω συμφωνίαν εταύτισαν την από κοινού αναγνώρισιν των μυστηρίων με αυτήν ταύτην την μυστηριακήν κοινωνίαν. Τούτο σημαίνει κατά συνέπειαν ότι ο λόγος υπάρξεως της Ουνίας δεν υφίσταται πλέον. Το πρακτικό αποτέλεσμα θα είναι ότι όπου υπάρχουν Ουνίτες θα καταργηθούν γενόμενοι μέρος του ποιμνίου του τοπικού Ορθοδόξου Πατριάρχου ή Αρχιεπισκόπου.

53) Έτσι, ενώ οι Ουνίτες θα αφομοιωθούν στα παραδοσιακά μέρη της Ορθοδοξίας, παρομοίαν αφομοίωσιν θα υποστούν οι Ορθόδοξοι εις την Δύσιν. Από το 1965 μέχρι σήμερα αυξάνεται ο αριθμός των Ορθοδόξων του εξωτερικού που προτιμούν να εκκλησιάζωνται και να κοινωνούν στην γειτονικήν Λατινικήν Εκκλησίαν όπου συνήθισαν να συνοδεύουν τους Λατίνους φίλους τους. Πηγαίνουν στην μακρυνήν Ορθόδοξον Εκκλησίαν το Πάσχα με τα παιδιά τους, που έχουν βαπτισθεί ή στην Λατινικήν ή στην Ορθόδοξον Εκκλησίαν. Παίρνουν μαζί τους και Λατίνους φίλους τους δια να θαυμάσουν και αυτοί την λαμπρότητα των Ορθοδόξων ακολουθειών κυρίως του Πάσχα. Το κλειδί της τακτικής αυτής είναι ότι οι Λατίνοι κληρικοί έχουν εντολήν να μη κάμνουν προσυλητισμόν των Ορθοδόξων, και κυρίως αυτών που εκκλησιάζονται σ’ αυτούς. Τουναντίον τους κάμνουν να αισθάνωνται υπερήφανοι δια την Ορθοδοξίαν τους. Παραλλήλως ποτίζουν τους Λατίνους πιστούς τους με χαράν όταν Ορθόδοξοι έρχονται και κοινωνούν στην εκκλησίαν τους.

54) Το 1976-1977 άρχισε η εργασία της λεγομένης Τεχνικής Επιτροπής δια την προετοιμασίαν του διαλόγου μεταξύ του Βατικανού και των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Οι εκπρόσωποι του Φαναρίου και της Αλεξανδρείας παρέσυραν την πλειοψηφίαν κατά της προτάσεως των εκπροσώπων της Εκκλησίας της Ελλάδος ότι ο σκοπός και το θεμέλιον του διαλόγου δεν ημπορεί παρά να είναι η παράδοσις της αδιαιρέτου Εκκλησίας των 7 Οικουμενικών Συνόδων. Με άλλα λόγια από τότε έθεσαν τα θεμέλια της εν λόγω συμφωνίας του Μπαλαμάντ ότι τα μυστήρια θα θεωρούνται έγκυρα άσχετα αν κανείς δέχεται 7 ή 21 Οικουμενικάς Συνόδους, άσχετα αν δέχεται την μεθεκτήν σωστικήν χάριν κτιστήν ή άκτιστον, άσχετα αν δέχεται τον Άγγελον της Δόξης της Παλαιάς Διαθήκης κτιστόν ή άκτιστον, άσχετα αν δέχεται ότι ο Σεσαρκωμένος Λόγος είναι Αυτός Ούτος ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος της Παλαιάς Διαθήκης και αν είναι άκτιστος και ομοούσιος τω Πατρί, ή το εκ του μηδενός γινόμενον και στο μηδέν απογινόμενον του Αυγουστίνου και των Φραγκο-Λατίνων, του σημερινού Βατικανού και των πλείστων των Προτεσταντών.

 

VI. Η Ευχαριστιακή και Εκκλησιολογική Ειδωλολατρία!

55) Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος καταδικάζει την ευχαριστιακήν ειδωδολατρίαν και εκκλησιολογίαν της εποχής του. Ορισμένοι Ορθόδοξοι ισχυρίζοντο ότι η μυστηριακή ένωσις με τον Χριστόν γίνεται μόνον μέσω της Θείας ευχαριστίας χωρίς να είναι ανάγκη ο κοινωνών να ευρίσκεται στην κατάστασιν του φωτισμού ή τουλάχιστον της καθάρσεως. Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος συνοψίζει την πατερικήν ερμηνευτικήν περί της πραγματικότητος της Εκκλησίας και των μελών αυτής βάσει των επιστολών του Αποστόλου Παύλου.  «Ίνα δε και τας διαφοράς των μελών και τίνα ταύτα και τίνες εισίν αποδείξη, έφη Υμείς δε εστε σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους. Και ους μεν έθετο ο Θεός εν τη εκκλησία, πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, έπειτα δυνάμεις, έπειτα χαρίσματα ιαμάτων, αντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσών (Α΄ Κορ. 12:27-28) Είδες τας διαφοράς των μελών του Χριστού; Έμαθες τίνες εισί μέλη αυτού;»[11]  Ο Απόστολος Παύλος περιγράφει με πάσαν ακρίβειαν ποίοι είναι αυτοί που είναι ηνωμένοι με τον Χριστόν και αποτελούν το Σώμα Του, την Εκκλησίαν. Δηλαδή το πρώτο σκαλοπάτι με το οποίον γίνεται κανείς μέλος της εκκλησίας είναι τα γένη γλωσσών που μετά απλοποιήθηκαν γενόμενα η λεγομένη «νοερά ευχή.» Οι υπόλοιποι των κοινωνούντων, αλλά αναξίως, είναι «ασθενείς και άρρωστοι και κοιμώνται ικανοί (Α΄ Κορ. 11:30).» Παρ’ ότι είναι βαπτισμένοι παραμένουν ιδιωτεύοντες (λαϊκοί) και λέγουν μόνον το «αμήν» στην εκκλησίαν. Τούτο διότι δεν ανήκουν ακόμη στο «βασίλειον ιεράτευμα» αφού δεν απέκτησαν ακόμη ή και έχασαν την νοεράν ευχήν. Δια τούτο ο Χρυσόστομος προειδοποιεί, «Μη τοίνυν θαρρώμεν, ότι γεγόναμεν άπαξ του σώματος.»[12]

56) Εις την εποχήν του Αποστόλου Παύλου εξελέγετο κανείς επίσκοπος ή πρεσβύτερος από την ομάδα των προφητών, δηλαδή των δοξασμένων/θεουμένων. Δια τούτο ο Παύλος γράφει στον Τιμόθεον «μη αμέλει του εν σοι χαρίσματος, ό εδόθη σοι δια προφητείας μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου (Α΄ Τιμ. 3:14).» Δια τούτο ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός μας πληροφορεί ότι στα χρόνια του υπήχαν επίσκοποι που στην εποχήν του αποστόλου Παύλου θα έλεγαν μόνον το «αμήν» στην εκκλησίαν. Στην καρδιάν της Περί Πίστεως Εκθέσεως του Δαμασκηνού είναι μεταξύ των άλλων και μαζί με τον Απόστολον Παύλον και ο Άγιος Διονύσιος ο Αρειοπαγίτης ο οποίος τονίζει ότι ο επίσκοπος εκλέγεται από μεταξύ των θεουμένων. Αυτή η παράδοσις διατηρήθηκε όλα τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ακριβώς δια να καταργηθή η παράδοσις αυτή ιδρύθηκαν αι Θεολογικαί Σχολαί της Χάλκης και των Αθηνών και εν συνεχεία της Θεσσαλονίκης. Έτσι δεν ήτο ανάγκη πλέον οι υποψήφιοι επίσκοποι να είναι θεολόγοι από την θέωσίν τους ή τουλάχιστον από τον φωτισμόν της καρδίας τους από την νοεράν ευχήν, αλλά από το πτυχείο του Πανεπιστημίου επάνω στο οποίο γράφει θεολόγος μάλιστα.

συνεχιζεται..