Στρατὴς Μυριβήλης
Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία, πὼς ὁ αἰῶνας ποὺ περνᾶμε εἶναι ἕνας αἰῶνας ἀκατανοησίας. Ἂν ἤμουνα ἱστορικός, θὰ τὸν ὀνόμαζα «Αἰῶνα τοῦ Βαβέλ». Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μπερδέψει τὸ νόημα τῶν λέξεων, ποὺ ἐπὶ πολλοὺς αἰῶνες ἐξέφραζαν μίαν ὁρισμένη ἔννοια καὶ δὲν γίνεται πιὰ νὰ συνεννοηθοῦν. Ὅλοι κουβαλᾶμε πέτρες γιὰ τὸν νέο πύργο τῆς Βαβέλ, ποὺ εἶναι ὁ μηχανικὸς πολιτισμός μας. Μεγαλοφυὴς καὶ θρασὺς πολιτισμός, ποὺ χτίζει τὸν πύργο του ἐνάντια στὸ Θεό. Τὸν πύργο τὸν πελώριο καὶ τρομερό, ποὺ εἶναι ἕτοιμος νὰ σωριαστεῖ πάνω στὰ ὑπεροπτικὰ κεφάλια τῶν κτητόρων του, καὶ ὅλοι ἀκοῦμε ἀπὸ τώρα νὰ τρίζουν τὰ ἀτσαλένια θεμέλια του. Ζοῦμε σὲ μίαν ἐποχὴ φουρτουνιασμένη ἀπὸ γεγονότα, ἰδέες καὶ πράξεις ἀντιφατικές, ποὺ συνταράζουν τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ καὶ τὴν γιομίζουν πότε μὲ φρίκη καὶ πότε μὲ αὐτοθαυμασμό. Ἡ ζωὴ καὶ ἡ εὐτυχία τῶν ἀνθρώπων εἶναι πιὰ ἕρμαιο καὶ παιχνίδι στὰ χέρια τῶν φοβερῶν δυνάμεων, ποὺ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς ἀποσπᾶ μία πρὸς μία ἀπὸ τὸ ἀπέραντο μυστήριο τῆς Δημιουργίας τοῦ Θεοῦ, καὶ στὸ τέλος τὶς ἐξαπολύει ἐνάντια στὴν ἴδια του τὴν ὕπαρξη.
Μέσα σ᾿ αὐτὴ τὴ θύελλα τοῦ πνεύματος, τοῦ ἀτσαλιοῦ καὶ τοῦ αἵματος, κάθε ἄτομο, ὅπως καὶ κάθε ἔθνος, ἀγωνίζεται μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ διαθέτει νὰ κρατηθεῖ ὄρθιο, νὰ μὴ σαρωθεῖ ἀπὸ τὸν ἀνεμοστρόβιλο, νὰ μὴν πέσει. Γιατί ἀλίμονο ἂν πέσει. Ξέρει τώρα πὼς ἀπὸ πάνω του θὰ περάσει ὁλόκληρη ἡ ἀγέλη τῶν ἔξαλλων ἀνθρώπων καὶ τῶν ἀπάνθρωπων μηχανῶν, καὶ θὰ τὸν λιώσει. Θὰ τὸν ἐξευτελίσει πρῶτα ὡς τὸ τελευταῖο ὅριο τῆς ἀντοχῆς του, καὶ στὸ τέλος θὰ τὸν ἐξαφανίσει.
Ὅμως ἕνας ἄνθρωπος, ἕνας λαός, ἕνα ἔθνος, δὲν ἐξαφανίζεται μονάχα μὲ τὴ φωτιὰ καὶ μὲ τὸ σίδερο. Δὲν ἐξαφανίζεται μονάχα μὲ τὸ χάσιμο τῆς ζωῆς του. Ἐξαφανίζεται πιὸ σίγουρα, πιὸ τελειωτικὰ μὲ τὸ χάσιμο τῆς ψυχῆς του τῆς ἀτομικῆς, τῆς ψυχῆς του τῆς ὁμαδικῆς. Χάνω τὴν ψυχή μου θὰ πεῖ: χάνω τὴν οὐσιαστική μου ὕπαρξη. Χάνω τὴν αἴσθηση τῆς ἀτομικῆς μου τέλειας ψυχοπνευματικῆς σύνθεσης, ποὺ ἀποτελεῖ ἕνα μόριο ἀπὸ τὴν μεγάλη, τὴν πλατειὰ κοινωνικὴ καὶ ἐθνικὴ σύνθεση, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀντλῶ καὶ ἀνανεώνω ἀδιάκοπα τὰ φυσιογνωμικὰ στοιχεῖα τοῦ πνεύματός μου καὶ τῆς ψυχῆς μου. Καὶ αὐτὴ ἡ ἐθνικὴ φυλετικὴ ἰδιομορφία τῆς ψυχῆς μου εἶναι ἀκριβῶς ἐκείνη ποὺ μὲ ἐντάσσει φυσιολογικὰ μέσα στὴν πανανθρώπινη κοινωνικὴ σύνθεση. Ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ χάσω τὸν ἑαυτό μου, πρέπει νὰ γνωρίσω τὸν ἑαυτό μου. Τὸ «γνῶθι σαυτόν» εἶναι ἡ πλουταρχικὴ πηγὴ τῆς γνώσεως. Αὐτὸ λοιπὸν πρέπει νὰ εἶναι ἡ βάση τῆς γενικῆς παιδαγωγικῆς προσπάθειας Ἔθνους, τοῦ ὁποίου ἐντολοδόχος εἶναι τὸ Κράτος καὶ ἡ Ἐκκλησία. Ὄργανα γι᾿ αὐτὴ τὴν συνειδητοποίηση εἴvaι τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας, ὁ Κλῆρος, ὁ Τύπος, ὁ καλλιτέχνης ποὺ ἐκφράζει τὴν ἐθνικὴ ψυχὴ καὶ ὁλόκληρη ἡ τάξη τῶν διανοουμένων, ποὺ εἶναι ὑπεύθυνη γιὰ τὴν πνευματικὴ συγκρότηση τοῦ λαοῦ.
Γιὰ νὰ γνωρίσουμε τὸν Ἑλληνικὸν ἑαυτό μας, πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε τὰ στοιχεῖα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἀποτελεῖται ἡ ψυχοπνευματική μας προσωπικότητα. Ἀπὸ ποῦ ἐρχόμαστε. Πῶς φτάσαμε νὰ εἴμαστε ἐδῶ ποὺ εἴμαστε. Ποιὲς εἶναι οἱ δυνάμεις καὶ οἱ ἀδυναμίες μας. Καὶ ποὺ πηγαίνουμε. Κατὰ ποῦ μᾶς ὁδηγεῖ ἡ πολιτιστικὴ ροπή, ποὺ κυβερνᾶ τοῦτο τὸ ἔθνος, ἀμετάκλητα, δίχως παρέκκλιση, ἐπὶ τρεῖς χιλιάδες χρόνια.
[…] Εἶναι μοιραῖο γιὰ τὸ Ἔθνος μας, τὰ θρησκευτικά του ζητήματα νὰ εἶναι ἀδιάσπαστα συνδεμένα μὲ τὴν ἱστορικὴ μοίρα τοῦ λαοῦ μας. Ἡ Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία, εἴτε τὸ θέλουμε εἴτε ὄχι, ἔχει ταυτιστεῖ μὲ τὴν ἐθνική μας ὑπόσταση, ἤγουν μὲ τὴν ἐλευθερία μας. Ἔχει γίνει δηλαδὴ ἐθνικὴ θρησκεία, ὅπως τὸ Δωδεκάθεο τοῦ Ὀλύμπου ἦταν ἡ ἐθνικὴ θρησκεία τῶν προγόνων μας. Καὶ ἡ ἐθνικὴ θρησκεία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ξέφτισε καὶ κατέρρευσε μαζὶ μὲ τὴν ἐθνική τους ἐλευθερία. Πάνω στὰ κατάρτια τῶν βαρβαρομάχων καραβιῶν τῆς Πόλης κυμάτιζαν τὰ χρυσὰ λάβαρα τῆς Παναγίας, ποὺ ἦταν γιὰ τὸ χριστιανικὸ Κράτος στρατηλάτης μαζi καὶ πολέμαρχος, σὰν τὴν Ἀθηνᾶ. Πρὸς Αὐτήν, πρὸς τὴν Ὑπέρμαχο Στρατηγό, ἀποτείνεται τὸ θαυμάσιο βυζαντινὸ τροπάριο, ποὺ στὴν πραγματικότητα εἶναι ὁ ἐθνικὸς ὕμνος τοῦ ἀγωνιστικοῦ Βυζαντίου. Καὶ σὰν ἐθνικό μας ὕμνο ἔπρεπε νὰ τὸ κρατήσει καὶ ἡ ἀπελευθερωμένη Ἑλλάδα τοῦ 21, ἂν οἱ λόγιοι καὶ οἱ πολιτικοὶ ἐκείνης τῆς ἐποχῆς εἶχαν τὴν ὀξυδέρκεια νὰ καταλάβουν τὴν σημασία ποὺ παίρνει ἡ παράδοση στὴ ζωὴ τῶν Ἐθνῶν, καὶ δὲν ἔβλεπαν τὴν Κλασσικὴν Ἑλλάδα νὰ ἑνώνεται ἠθικὰ καὶ ἱστορικὰ μὲ τὸ ἀπελευθερωμένο Ἔθνος, ὅμως τὴν ἔνδοξη καὶ μεγαλόπρεπη περίοδο τῆς Βυζαντινῆς χιλιετίας, ποὺ μεσολάβησε καὶ σφυρηλάτησε τὴν νέα μας Ἑλληνοχριστιανικὴ συνείδηση. Δεῖτε ὅμως. Αὐτὸ ποὺ δὲν ἔκανε τὸ μεταεπαναστατικὸ Κράτος τὸ ἔκαμε μόνος του ὁ Ἑλληνικὸς λαός. Ἔτσι, κάθε φορὰ ποὺ κάποιο μεγάλο ἐθνικὸ γεγονὸς τρικυμίζει στὴν ψυχή μας, τὸ βυζαντινὸ τροπάριο αὐθόρμητα ἀνεβαίνει στὰ χείλη μας καὶ σμίγει μὲ τοὺς στίχους τοῦ Σολωμοῦ. Καὶ πάλι αὐθόρμητα, κάθε φορὰ ποὺ ἕνα ὑπόδουλο τμῆμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἑνώνεται μὲ τὴν ἑνιαία ἐλεύθερη πατρίδα, ὁ Ἑλληνικὸς λαὸς ἀλληλοχαιρετᾶται μὲ τὴν θρησκευτικὴ φράση «Χριστὸς Ἀνέστη».
[…] Σὰν ἔπεσε τὸ Βυζάντιο, ἡ Ἐκκλησία ἀντικατέστησε τὸν τσακισμένο κρατικὸ ὀργανισμὸ σὰν ὑποκατάστατος μηχανισμὸς τῆς Ἐθνικῆς ἑνότητας. Τὰ σύμβολα τῆς Αὐτοκρατορίας τὰ κράτησε ἡ Ἐκκλησία καὶ τὰ διατήρησε μέσα στοὺς μαύρους αἰῶνες τῆς σκλαβιᾶς. Καὶ μέσα σ᾿ αὐτοὺς τοὺς φοβεροὺς αἰῶνες, αὐτὴ στάθηκε τὸ πνευματικὸ καὶ ἐθνικὸ κέντρο τῆς μαρτυρικῆς φυλῆς. Ἐνάντια στοὺς ἀρχηγοὺς τῆς ξέσπαγε κάθε ἐπίθεση τῶν ἐχθρῶν του Ἑλληνισμοῦ, τόσο ἀπὸ μέρους τῶν κατακτητῶν, ὅσον καὶ ἀπὸ μέρους τῶν Φράγκων. Καὶ σωστὰ τὰ εἴπανε, πῶς σὲ πολλὲς κρίσιμες ὧρες τὸ ράσο στάθηκε ἡ ἐθνικὴ σημαία τῆς Ἑλλάδας στὰ χρόνια της σκλαβιᾶς. Σ᾿ αὐτὸ τὸ διάστημα ἑκατοντάδες χιλιάδες Ἕλληνες χάθηκαν γιὰ τὸ Ἑλληνικὸ ἐθνικὸ σύνολο. Ποιοὶ ἦταν αὐτοί; Ἦταν ὅλοι ὅσοι μὲ τὴ βία καὶ μὲ τὸ φόβο ἄφησαν τὴ θρησκεία τους; Συμπέρασμα ἀδιάσειστο. Ἂν ὑπάρχουμε σήμερα σὰν Ἑλληνικὴ φυλὴ εἶναι γιατί κρατηθήκαμε ἀπὸ τὰ ἄμφια τῆς θρησκείας μας ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια. Δὲν θὰ ἔβρισκε κανένας ἀρχὴ καὶ τέλος, ἂν ἔλεγε νὰ λογαριάσει τοὺς ἐθνικοὺς ἥρωες τῆς Ἐκκλησίας μας.
[…] Ὅλοι οἱ ἡμιμαθεῖς, οἱ σνόμπ, ὅλοι οἱ ξεθυμασμένοι φυλετικοὶ Ἕλληνες, συγχέουν εἴτε ἀπὸ ἀμάθεια, εἴτε ἀπὸ σκοπιμότητα προπαγανδιστική, τὴν ἔννοια «παράδοση» μὲ τὴν «ἀντίδραση», «ὀπισθοδρόμηση».
Ὑπάρχει, βέβαια, στὶς μέρες μας ἔκδηλο ἕνα ρεῦμα ξενομανίας καὶ ἐπίδειξης νεωτεριστικοῦ πνεύματος. Αὐτὸ τὸ ὀνόμασα ἄλλοτε «πανικὸ τοῦ μοντερνισμοῦ». Οἱ ἄνθρωποι ποὺ πάσχουν ἀπὸ αὐτὴν τὴν πνευματικὴ διαστροφή, τρέμουν μήπως περάσουν γιὰ καθυστερημένοι. Καὶ ἐκστασιάζονται πιὰ γιὰ κάθε τί, ποὺ τοὺς παρουσιάζεται ὡς νεωτεριστικό, καὶ παριστάνουν τὸν ἐνθουσιασμένο μπροστὰ σὲ κάθε ἀρλούμπα ἰδεολογικὴ ἢ καλλιτεχνική, ποὺ ἐμφανίζεται σὰν ἄρνηση καὶ σὰν ἐπανάσταση ἐνάντια σὲ κάθε μορφὴ ζωῆς, στοχασμοῦ ἢ τέχνης, ποὺ κινεῖται μέσα σὲ φυσικὲς καὶ ἀνθρώπινες ἀναλογίες.
Ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι καὶ οἱ ἀμόρφωτοι ῥωμηοί, ποὺ ντρέπονται, γιατὶ ἡ θρησκευτική μας μουσικὴ δὲν ἔχει τετραφωνίες, δὲν ἔχει τενόρους καὶ βαρύτονους καὶ μπάσους, δὲν ἔχει κορῶνες, πρίμο, τέρτσο καὶ σεγκόντο, ποὺ εἶναι πράγματα εὐρωπαϊκά. Καὶ βάλθηκαν, οἱ μωροί, νὰ τὴν ἐπισκευάσουν, νὰ τὴν διορθώσουν, νὰ τὴν μοντερνίσουν. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι, ὅταν δὲν εἶναι ἐπιτήδειοι παγκαροεπίτροποι, ποὺ μασκαρεύοντας τὴν Βυζαντινὴ μουσική, τὸ κάνουν γιὰ νὰ προσελκύσουν τὸ πλῆθος τῶν σνὸμπ στοὺς δίσκους των, (καὶ εἶναι χαρακτηριστικὸ πῶς τὸ ἔκαμε ὁ αἱρετικὸς Ἄρειος, βάζοντας στὶς ἀκολουθίες του «μέλη θυμελικά», δηλαδὴ μουσική του θεάτρου, γιὰ νὰ παρασύρει τοὺς ἐθνικούς, ποὺ τοὺς ἦταν ἀγαπητή) εἶναι συνήθεις τύποι δίχως στέρεη καὶ βαθειὰ ἱστορικὴ καὶ καλλιτεχνικὴ μόρφωση, δίχως καμμιὰ καλλιέργεια τοῦ αἰσθήματος τῆς καλαισθησίας. Δὲν καταλαβαίνουν τὴν ἱεροσυλία ποὺ κάνουν, βάζοντας βέβηλο χέρι πάνω σὲ ἕναν ἱερό, πατροπαράδοτο θησαυρό, ποὺ ὑπάγεται σὲ δικούς του αὐτοτελεῖς καλλιτεχνικοὺς νόμους, γιὰ νὰ τὸν μασκαρέψουν ἢ νὰ τὸν ἀνταλλάξουν μὲ φτηνοπράγματα κακοῦ γούστου. Ὅπως κάνουν οἱ ἐπιτήδειοι γυρολόγοι, ποὺ περιφέρονται στὰ χωριὰ καὶ ἀνταλλάσσουν τὰ βαρειὰ χρυσοΰφαντα πατρογονικὰ ροῦχα μὲ φανταχτερά, χρωματιστὰ φτηνοϋφάσματα τῆς βιομηχανίας, ξεγελώντας τὶς ἁπλοϊκὲς νοικοκυρὲς γιὰ νὰ τοὺς ἁρπάξουν γιὰ ἕνα κομμάτι ψωμὶ τοὺς θησαυροὺς τῆς παλιᾶς ἀρχοντικῆς κασέλας τοῦ σπιτιοῦ. Οὔτε εἶναι ἱκανοὶ νὰ καταλάβουν αὐτοὶ οἱ ἐπικίνδυνοι μοντερνιστὲς τὴ βιολογικὴ σχεδὸν δύναμη, ποὺ ἔχει ἡ παράδοση πάνω στὴ συνέχεια καὶ τὴ διατήρηση τῆς ἐθνικῆς ζωῆς.
πηγή «Οἱ παραδόσεις τοῦ Γένους καὶ ἡ δύναμη τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου