Τοῦ ἔλεγα μιὰ μέρα τοῦ Σατανᾶ:
- Βρέ, κακοῦργε, εἶσαι ὁ στῦλος τῆς κολάσεως!
Καὶ ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε:
- Ναί, εἶμαι!
- Εἶσαι μαῦρος καὶ ὀλοσκότεινος!
- Εἶμαι!
- Εἶσαι ἡ πηγὴ κακοῦ!
- Εἶμαι!
Τοῦ εἶπα καὶ ἄλλα, ὅσα μὲ φώτισε ὁ Θεός. Καὶ σὲ μιὰ στιγμή, μου λέγει:
- Ἐτελείωσες;
- Βρέ, δὲν τελειώνουν! Ὅσα καὶ ἂν σοῦ πῶ, δὲν τελειώνουν...
- Σταμάτησε λοιπόν, νὰ σοῦ πῶ καὶ ἐγὼ κάτι:
Ἐφόσον εἶμαι ὅλος αὐτὸς ποὺ εἶπες, γιατί ἔρχεστε ὅλοι σὲ ἐμένα, χωρὶς κανένας νὰ σᾶς ἀναγκάσει καὶ κολυμπᾶτε μέσα εἰς τὸ κανάλι τὸ δικό μου; Γιατί;
Ἔπειτα δὲν διαβολοστέλνεστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον; Ἐφόσον στέλνει ὁ ἕνας τὸν ἄλλον σὲ ἐμένα, ἐγὼ τὴν δουλειά μου θὰ κάνω...
Ἄντε τώρα νὰ τοῦ ἀπαντήσεις... Τί θὰ τοῦ ἀπαντήσεις;
«Σᾶς ἀναγκάζω;» λέγει. «Μόνοι σας ἔρχεστε...».