«ἕνα
περιστατικό τό ὁποῖο εἶδα ὁ ἴδιος τόν περασμένο χρόνο στο μοναστήρι τῆς
Βεσσαραβίας, στο ὁποῖο ἤμουν, ὅπως σοῦ εἶπα. Ζοῦσε ἐκεῖ ἕνας μοναχός μέ
πολύ καλή ζωή. Μία ἡμέρα, ὅμως, τόν ἔζωσε ὁ πειρασμός καί τοῦ ἔβαλε
στήν καρδιά του σφόδρα τήν ἐπιθυμία νά φάη λίγο παστό ψάρι. Στό
μοναστήρι δέν ἦταν εὔκολο νά βρῆ ὅ,τι ζητοῦσε, σχεδίασε δέ νά πάη στήν
ἀγορά γιά νά ἀγοράση λίγο.
Ἐν τῷ μεταξύ, ἀγωνίσθηκε μέ τόν ἑαυτό του, γιά νά
κατανικήση τόν πειρασμό μέ τό λογικό ἐπιχείρημα
ὅτι ἦταν μοναχός καί ἔπρεπε νά εἶναι ἱκανοποιημένος
μέ
τήν τροφή τήν ὁποία παρεῖχε ἡ τράπεζα τοῦ μοναστηριοῦ, πού ἦταν
κοινόβιο καί δέν ἐπιτρεπόταν οἱ ἀδελφοί νά λαθροφαγοῦν. Ἐπιπλέον δέ ἡ
ἐπίσκεψι στήν ἀγορά, ὅπου ὑπάρχει τόσος πολύς καί διαφορετικός κόσμος,
γιά ἕνα μοναχό θά ἦταν φυσικά μιά αἰτία πειρασμοῦ.
Τέλος,
ὅμως, τά ψέματα τοῦ πονηροῦ ὑπερίσχυσαν, ἡ τελική συγκατάθεσι ἔγινε καί
ὁ μοναχός ξεκίνησε γιά τήν ἀγορά. Ὅταν εἶχε προχωρήσει καμποσο ἀπ' τό
μοναστήρι ἀντιλήφθηκε ὅτι δέν κρατοῦσε τό κομποσχοίνι στό χέρι του, ὅπως
συνέβαινε ἄλλοτε. Αὐτό τόν ἔκανε νά σκεφθῆ: “Πῶς συνέβη
νά
κάνω ἐγώ τέτοιο πράγμα; Πῶς ἔφυγα ἀπ' τό μοναστήρι μου χωρίς τό
κομποσχοίνι καί μοιάζω σαν στρατιώτη δίχως ὅπλο; Τί θά λένε ὅσοι μέ
συνα-
ντήσουν, βλέποντάς με, μοναχό χωρίς τό κομποσχοίνι του; Εἶναι ἀλήθεια πολύ παράξενο αὐτό πού μοῦ
συμβαίνει". Γύρισε, λοιπόν, πίσω, ἀνεκάλυψε, ὅμως,
γυρίζοντας τό κομποσχοίνι, σέ μία ἀπ’ τίς τσέπες
του. Τό ἔβγαλε, ἔκανε τό σταυρό του καί ἄρχισε τό
δρόμο του πρός τήν ἀγορά πάλι, προχωρώντας ἤρεμα καί προσευχόμενος σιωπηλά. Ὅπως ἔφθασε στην
ἀγορά,
εἶδε ἕνα ἄλογο ζεμένο σ' ἕνα κάρρο φορτωμένο μέ τεράστια βαρέλια.
Ξαφνικά τό ἄλογο ξαφνιάσθηκε ἀπό κάτι, ἔκοψε τό σχοινί του και
προχωρώντας ἀφηνιασμένο ἅρπαξε δαγκώνοντας ἀπ’ τό
ράσο, στόν ὦμο, τό μοναχό, πού ἔτυχε μπροστά του,
καί τόν πέταξε λίγα μέτρα μακρυά, χωρίς, ὅμως, να
τοῦ προξενήση καί σπουδαῖα τραύματα, ἐκτός ἀπό
κάμποσες
γρατζουνιές. Ἀμέσως, ὅμως, ἀναποδογύρισε τό κάρρο καί τά βαρέλια
κατρακύλισαν μέ δύναμηωστό μέρος ἀκριβῶς ἀπ᾿ ὅπου εἶχε ἁρπάξει τό
μοναχό, τό ἄλογο.
Θὰ εἶχε γίνει ἕνα σύντριμμα μέσα στά βαρέλια, ὁ
δυστυχής, ἄν δέν εἶχε μετακινηθῆ ἔστω καί μ’ αὐτό
τό βίαιο τρόπο πού δέν τόν περίμενε καθόλου. Ἀφοῦ,
συνῆλθε κάπως καί ἠρέμησε, ἀγόρασε τό ψάρι τό
ὁποῖο ἤθελε, γύρισε στο μοναστήρι, τό ἔφαγε, εἶπε
τις προσευχές
του καί ἔπεσε νά κοιμηθῆ.
Κοιμόταν ἐλαφρά, ὅταν στόν ὕπνο του παρουσιάσθηκε ἕνας παράξενος ἄνθρωπος, πού φαινόταν σαν
πνευματικός ὁδηγός, καί τοῦ εἶπε: “Άκουσέ με. Ἐγώ
εἶμαι ὁ προστάτης αὐτοῦ τοῦ συγκροτήματος καί
θέλω νά σέ διδάξω μερικά πράγματα τά ὁποῖα πρέ-
πει ἀπαραιτήτως νά γνωρίζης. Κοίταξε τώρα ἡ μικρή προσπάθεια τήν ὁποία ἔκανες γιά νά ἀντισταθῆς
στόν
πειρασμό, ἡ ἀμέλεια σου γιά τήν αὐτογνωσία καί τήν αὐτοκυριαρχία σου,
ἔδωσαν στόν ἀόρατο ἐχθρό εὐκαιρία γιά νά ἐπιτεθῆ ἐναντίον σου. Εἶχε
ἔτσι προετοιμάσει ὁ τρισκατάρατος αὐτό τό ἀφηνίασμα τοῦ ἀλόγου καί τό πέσιμο τῶν βαρελιῶν, γιά
νά σέ σκοτώση. Ἀλλά ὁ ἄγγελος φύλακάς σου τά
προεῖδε ὅλα αὐτά καί ἔβαλε μέσα στο μυαλό σου
τή
σκέψι νά προσευχηθῆς καί νά θυμηθῆς τό κομποσχοίνι σου. Ἐπειδή δέ δέν
περιφρόνησες τή σύστασι ἀλλά ὑπάκουσες σέ αὐτή καί τήν ἔθεσες σέ
ἐνέργεια, ὁ ἄγγελος ἔκανε τό πᾶν καί σέ ἔσωσε ἀπ' τό
θάνατο. Βλέπεις, λοιπόν, πόση μεγάλη εἶναι ἡ ἀγά-
πη τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο καί πόσο πλούσια
ἀνταμείβει καί τήν παραμικρή στροφή πρός Ἐκεῖνον"!
Λέγοντας
αὐτά ὁ πνευματικός αὐτός ὁδηγός ἐξαφανίσθηκε ἀπ' τό κελλί. Ὁ μοναχός,
γονάτισε, ἀλλά συγχρόνως ξύπνησε καί ἀντελήφθη τόν ἑαυτό του ὄχι
πάνω στο κρεβάτι ἀλλά στο κατώφλι τῆς εἰσόδου
γονατισμένο ἢ μᾶλλον πεσμένο πρηνῆ. Τό γεγονός
αὐτό τό διηγήθηκε ὁ ἴδιος ἔπειτα γιά ὠφέλεια τῶν
ἀδελφῶν, ἤμουν δέ καί ἐγώ ἕνας ἀπό ἐκείνους πού
τό κουσαν μέ τά για τους αὐτιά»
Βιβλιογραφία
Οι περιπέτειες ενός προσκυνητή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου