Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2023

Ο παπά Τύχων ο Ρώσος της Καψάλας: Ένα κρυμμένο διαμάντι, ένα λουλούδι που ευωδίασε με τις αρετές του το Περιβόλι της Παναγίας

 

Όταν εμπιστευώμαστε τον εαυτό μας στον Θεό, ο Καλός Θεός μας παρακολουθεί και μας οικονομάει. Σαν καλός οικονόμος δίνει στον καθένα μας ό,τι του χρειάζεται και μας φροντίζει ακόμη και σε λεπτομέρειες για τις υλικές ανάγκες μας. Και για να καταλάβουμε την φροντίδα Του, την πρόνοιά Του, μας δίνει ακριβώς ό,τι μας χρειάζεται. Να μην περιμένης όμως πρώτα να σού δώση ο Θεός, αλλά εσύ να δώσης όλο τον εαυτό σου στον Θεό. Γιατί, εάν ζητάς συνέχεια από τον Θεό και δεν αφήνης τον εαυτό σου με εμπιστοσύνη στον Θεό, αυτό δείχνει ότι έχεις δικό σου σπίτι και αποξενώνεσαι από τις αιώνιες ουράνιες Μονές. Όσοι άνθρωποι τα δίνουν όλα στον Θεό και δίνονται ολόκληροι σ᾿ Αυτόν, στεγάζονται κάτω από τον μεγάλο τρούλλο του Θεού και προστατεύονται από την θεία Του πρόνοια. Η εμπιστοσύνη στον Θεό είναι μια συνεχής μυστική προσευχή, που φέρνει αθόρυβα τις δυνάμεις του Θεού εκεί που χρειάζονται και την ώρα που χρειάζονται, και τότε τα φιλότιμα παιδιά Του Τον δοξολογούν συνέχεια με πολλή ευγνωμοσύνη.

Ο Παπά-Τύχων, όταν είχε πάει στο Καλύβι του Τιµίου Σταυρού, δεν είχε Ναό, αν και του ήταν απαραίτητος. Ούτε χρηµατα είχε για να φτιάξη, παρά µόνο µεγάλη πίστη στον Θεό. Μια µέρα προσευχήθηκε και ξεκίνησε για τις Καρυές, µε την πίστη ότι ο Θεός θα του οικονοµούσε τα χρηµατα πού χρειαζόταν, για να φτιάξη τον Ναό. Πριν φθάση ακόµη στις Καρυές, τον φώναξε από µακριά ο δικαίος159 της Σκήτης του Προφήτη Ηλία. Όταν πλησίασε ο Παπα-Τύχων, ο δικαίος του είπε:
 -«Κάποιος καλός Χριστιανός από την Αµερική µου έστειλε αυτά τα δολλάρια, για να τα δώσω σε κανέναν ασκητή που δεν έχει Ναό. Εσύ δεν έχεις Ναό• παρ’ τα και φτιάξε». ∆άκρυσε ο Παπα-Τύχων από συγκίνηση και ευγνωµοσύνη στον Καλό Θεό που, σαν καρδιογνώστης που είναι, είχε φροντίσει για τον Ναό, πριν ακόµη εκείνος Τον παρακάλεση, ώστε να του έχη έτοιµα τα χρήµατα, όταν θα του τα ζητούσε. 160
Όταν κανείς αφήνεται στον Θεό, ο Θεός δεν τον αφήνει. Και πράγματι, αν χρειασθής αύριο στις δέκα η ώρα κάτι, όταν δεν είναι παράλογο και είναι ανάγκη πραγματική, εννιά και σαράντα πέντε λεπτά ή εννιά και μισή θα το έχη έτοιμο ο Θεός, για να σού το δώση. Π.χ. σού χρειάζεται ένα κύπελλο στις εννιά η ώρα. Στις εννιά παρά πέντε σού έρχεται το κύπελλο. Σού χρειάζονται πεντακόσιες δραχμές. Την ώρα που τις θέλεις έρχονται ακριβώς πεντακόσιες δραχμές· ούτε πεντακόσιες δέκα ούτε τετρακόσιες ενενήντα. Έχω παρατηρήσει ότι, αν μου χρειασθή λ.χ. κάτι αύριο, ο Θεός το έχει προνοήσει από σήμερα· πριν δηλαδή το σκεφθώ εγώ, το έχει σκεφθή ο Θεός πιο νωρίς και το παρουσιάζει την ώρα που το χρειάζομαι. Γιατί από εκεί που έρχεται, για να φθάση σ’ εμένα ακριβώς την ώρα που το χρειάζομαι, βλέπω πόσος χρόνος απαιτείται. Άρα ο Θεός το φρόντισε νωρίτερα.
Όταν από φιλότιμο κάνουμε τον Θεό να χαίρεται με την ζωή μας, τότε Εκείνος δίνει άφθονες τις ευλογίες Του στα φιλότιμα παιδιά Του, την ώρα που τις χρειάζονται. Όλη η ζωή μετά περνάει με ευλογίες της θείας πρόνοιας. Μπορώ ώρες να σάς λέω παραδείγματα από την θαυμαστή πρόνοια του Θεού.
159 Ο Γέροντας μιας Καλύβης, στον οποίο ανατίθεται κάθε χρόνο η διοίκηση της Σκήτης και η φροντίδα του Κυριακού (τού κυρίως Ναού της Σκήτης) και των προσκυνητών.

160 Βλ. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, σ. 18-19.
Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου, λογοι β΄, Πνευματική αφύπνιση, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 – Η πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο, Ευλογίες της θαυμαστής πρόνοιας του Θεού, σελ. 250

Παπα-Τύχων Ρώσος_Elder Tikhon-Russian ascetic-старац Тихон (Голенков) Афонский_2333κελλιον 3 

Στην συνέχεια, βρίσκει δύο Μοναχούς τεχνίτες, για να λένε και την ευχή, την ώρα που θα εργάζωνται. Όταν λοιπόν, τελείωσε ο Ναός, τον αφιέρωσε στον Τίμιο Σταυρό, γιατί τον είχε σε ευλάβεια, αλλά και για να αποφεύγη τα Πανηγύρια με τον φυσιολογικό αυτόν τρόπο, επειδή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού νηστεύουν, και η ημέρα είναι πένθιμη. Ο Γέροντας δεν αναπαυόταν στα Πανηγύρια, γιατί δημιουργούν ανησυχία και περισπασμό, ενώ αυτός πανηγύριζε κάθε μέρα πνευματικά, με το ήσυχο Σταυροαναστάσιμο τυπικό του, με την πολλή του άσκηση και με την καθόλου σχεδόν ανθρώπινη παρηγοριά, μέσα στον λάκκο της Καλιάγρας, όπου έβλεπε ουρανό και ζούσε παραδεισένιες χαρές, μαζί με τους Άγγελους και τους Αγίους. Όταν τον ρωτούσε κανείς: Μόνος σου μένεις εδώ στην ερημιά; απαντούσε ο Γέροντας.
Όχι, εγώ μένω μαζί με τους Αγγέλους και Αρχαγγέλους, με τους Αγίους Πάντες, με την Παναγία και τον Χριστό.
Πράγματι την ένιωθε την παρουσία των Αγίων και την βοήθεια του φύλακα Αγγέλου του. Μία μέρα που τον είχα επισκεφθή, ενώ ανέβαινε τα σκαλάκια, έπεσε ανάποδα και σφηνώθηκε στην πόρτα, γιατί φορούσε πολλά καπιά, και δυσκολεύτηκα να τον σηκώσω. Όταν τον ρώτησα μετά: Τι θα έκανες Γέροντα μόνος σου, εάν δεν ήμουν εδώ; με κοίταξε παράξενα και μου απήντησε με βεβαιότητα:
-Ο φύλακάς μου Άγγελος, θα με σήκωνε.
Ενώ βρισκόταν σε ερημικό τόπο, μόνος του, και το Κελλί του δεν είχε σχεδόν τίποτα, για να έχη όμως τον Χριστό μέσα του, δεν του χρειαζόταν τίποτα, γιατί όπου Χριστός, εκεί και Παράδεισος, και για τον Παπά-Τύχωνα το Περιβόλι της Παναγίας ήταν επίγειος Παράδεισος.
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, σ. 18-19

***

Πώς προσευχόταν ο Παπα-Τύχων
Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου

 

– Γέροντα, ο Παπα-Τύχων πώς προσευχόταν;
Ο Παπα-Τύχων είχε φθάσει στον χώρο της δοξολο­γίας και αντί για την ευχή είχε την δοξολογία. Συνέχεια άκουγε κανείς από το στόμα του το «δόξα σοι ο Θεός, δόξα σοι ο Θεός», και όλες σχεδόν οι ημέρες του χρό­νου ήταν γι’ αυτόν Διακαινήσιμες186, αφού ζούσε πάντα την πασχαλινή χαρά.
Όσοι βρίσκονται στην προχωρημένη αυτή κατά­σταση έχουν συνέχεια Πάσχα, Ανάσταση! Καμπάνες, σήμαντρα, τάλαντα, όλα μαζί χτυπούν χαρμόσυνα187. «Αινείτε Αυτόν εν κυμβάλοις ευήχοις, αινείτε Αυτόν εν κυμβάλοις αλαλαγμού»188. Όλη την ημέρα δοξολο­γούν τον Θεό και χτυπά σαν καμπάνα η καρδιά τους.
186. Διακαινήσιμος ονομάζεται η εβδομάδα μετά την Κυριακή του Πάσχα.
187. Στην Αγρυπνία της Αναστάσεως σύμφωνα με το Τυπικό «κρούονται άπαντα», χτυπούν δηλαδή συγχρόνως όλες οι καμπάνες, τα σήμαντρα και τα τάλαντα (χειροσήμαντρα).
188. Ψαλμ. 150, 5 και στιχολογία των Αίνων.
Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου, λογοι στ΄, Περί Προσευχής, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 – Ο χώρος της δοξολογίας, Οι δύο καταστάσεις της δοξολογίαςσελ. 238.

Δόξα Σοι ὁ Θεός, δόξα Σοι ὁ Θεός, κάθε τόσο ἔλεγε μὲ τὴν βαρειὰ φωνή του. Καὶ πρόσθετε: –Πάντα λέει δόξα Σοι ὁ Θεός· ὄχι μόνο στὰ καλά, αὐτὸ κόσμος λέει, ὄχι μοναχός. Καὶ στὰ κακά: Δόξα Σοι ὁ Θεός. Λέει αὐτὸ καὶ Ἅγιος Γιάννης Χρυσόστομος. Πώ, πώ, πώ, μεγάλος Ἅγιος!
Χ. Φιλοαθωνίτου (Νικολάου Σελέντη μητροπολίτου Χαλκίδος): «Ὁ παπά Τύχων, Ἕνα λουλούδι ἀπό τό Περιβόλι τῆς Παναγίας» Ἀθήνα, 1981


(Εκοιμήθη στις 10 Σεπτεμβρίου).
"Τη Θεία Λειτουργία ο παπά-Τύχωνας την αγαπούσε πολύ. 
Ο υποτακτικός του πατήρ Παΐσιος διηγείται χαρακτηριστικά: «Η Θεία Λειτουργία για τον Γέροντα ήταν ένα άνοιγμα του ουρανού. Σαν τον Παύλο ηρπάζετο και σαν τον Άγιο Σπυρίδωνα συναναστρέφετο τους αγγέλους του Κυρίου. 
 
Όταν έμπαινε στην Αγία Αναφορά και άρχιζε να διαβάζη την ευχή: «Μετά τούτων και ημείς των μακαρίων δυνάμεων Δέσποτα φιλάνθρωπε βοώμεν και λέγομεν Άγιος.. Άγιος» ο παπά-Τύχων έβλεπε τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ».
 
Ο ευλογημένος γέροντας ζούσε πραγματικά τη θεία Λειτουργία.
 Την αγαπούσε τόσο, καθώς λέει ο ιερομόναχος Αγαθάγγελος, που «την ώρα της λειτουργίας έφτανε να μεταρσιώνεται. Έφτανε να βραδυάζη, απ’ το πρωί που είχε αρχίσει, και δεν είχε τελειώσει. 
 
Όλος έξαρση, την ώρα του Χερουβικού και του καθαγιασμού, έψαλε με αγγέλους τον ύμνο τους στα ουράνια. Τον ψάλτη τον έβγαζε στον διάδρομο του κελλιού του, έξω από τον ναό, να ψάλη το χερουβικό. Έβλεπε κατόπιν πως ήταν στην αγία Τράπεζα και τελείωνε την λειτουργία και δεν καταλάβαινε πως πέρασε η ώρα…» Πραγματικά στο πρόσωπο του ιερέα Τύχωνα βλέπομε, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Μητροπολίτης Χαλκίδος Νικόλαος, «τον μεθυσμένο από την αγάπη του Θεού, τον ιερουργόν που μεθίσταται σε άλλους κόσμους και ημπορεί να λέγει ότι τον σηκώνει ο Δεσπότης Χριστός και τον εξάγει «του τε χώρου του τε ζόφου και εισάγει εις άλλον, είτε κόσμον ή αέρα….και προς φως εισάγει μέγα» (Συμεών ο Νέος Θεολόγος}.
 
Και συνεχίζει ο π. Αγαθάγγελος: Μετά, ο Γέροντας αποσυρόταν και έκλαιγε για δυό και τρεις ημέρες. Το μαξιλάρι του γινόταν μούσκεμα. Την θεία μετάληψη δεν περίμενε να βραδυάση για να την διαβάση, αλλά την διάβαζε από το μεσημέρι. Και όλη την ημέρα προετοιμαζόταν για την Θεία Λειτουργία και θεία κοινωνία της επόμενης ημέρας. Έλεγε, ότι ο πιστός πρέπει να προετοιμάζεται όλο το εικοσιτετράωρο για να μπορή να γίνη μέτοχος στο σώμα και αίμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
 
Κατά την προσκομιδή, μνημόνευε επί ώρες όλα τα ονόματα που είχε και στο τέλος ακουμπώντας τα με το χέρι έλεγε ξανά: -Μνήσθητι Κύριε όλου κόσμου…
 
Κάποτε, μετά την μνημόνευση των πολλών ονομάτων μ’ ένα χαριτωμένο τρόπο ακούμπησε το χέρι του σ’ αυτά λέγοντας προς εμένα: -Παιντί καρντιά σ’ όλο κόσμο… 
 
Με μεγάλη απλότητα μου έλεγε πως οι Άγγελοι, οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Ιεράρχες, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι, οι Ανάργυροι και πάντες οι Άγιοι είναι παρόντες, καθώς τους μνημονεύουμε στην αγία προσκομιδή, και έρχονταν βοηθοί σ’ όλον τον κόσμο, που τα ονόματά του ώρες μνημόνευε.
 
***
Ακόμη και για την Θεία Λειτουργία έλεγε στον Μοναχό, που θα τον βοηθούσε και θα έκανε τον ψάλτη, να έρχεται το πρωί με το φώτισμα. Την ώρα δε της Θείας Λειτουργίας του έλεγε να μένη στον μικρό διάδρομο, έξω από τον Ναό, και από εκεί να λέη το Κύριε, ελέησον, για να νιώθη τελείως μόνος του και να κινήται άνετα στην προσευχή του. Όταν έφθανε στο Χερουβικό, ο Πάπα -Τύχων ηρπάζετο είκοσι έως τριάντα λεπτά, και ο ψάλτης θα έπρεπε να επαναλάβη πολλές φορές το Χερουβικό, μέχρι να ακούση τις περπατησιές του στην Μεγάλη Είσοδο. Όταν τον ρωτούσα μετά στο τέλος «τι βλέπεις, Γέροντα», εκείνος μου απαντούσε:
–Τα Χερουβείμ και Σεραφείμ δοξολογούν τον Θεό.
Έλεγε επίσης στην συνέχεια:
– Έμενα μετά από μισή ώρα με κατεβάζει ο φύλακάς μου Άγγελος και τότε συνεχίζω την Θεία Λειτουργία…
Γιά τον Παπά-Τύχωνα, όλες σχεδόν οι ημέρες του χρόνου ήταν Διακαινήσιμες, και ζούσε πάντα την Πασχαλινή χαρά. Συνέχεια άκουγε κανείς από το στόμα του το: Δόξα Σοι ο Θεός, Δόξα Σοι ο Θεός. Αυτό συνιστούσε και σε όλους, να λέμε το: Δόξα Σοι ο Θεός, όχι μόνο όταν περνάμε καλά, αλλά και όταν περνάμε δοκιμασίες, γιατί και τις δοκιμασίες τις επιτρέπει ο Θεός, για φάρμακα της ψυχής.
 
***
Λειτουργούσε συνήθως κάθε Κυριακή, αλλά είχε φυλαγμένο Άγιον Άρτο και κοινωνούσε κάθε μέρα.
Στη λειτουργία έβλεπαν να αλλοιώνεται το πρόσωπό του. Τα μάτια του μέσα στο σκοτάδι ήταν πολύ φωτεινά.
Πάντα λειτουργούσε με κατάνυξη και δάκρυα. Την ώρα της θείας Λειτουργίας το Ευαγγέλιο το διάβαζε με δάκρυα. Με δάκρυα σήκωνε τα Άγια και έκανε την Είσοδο, εκτός βέβαια από τις αρπαγές και τις θείες οπτασίες που είχε.
Τον παπα-Τύχωνα, όταν ήταν μόνος του, τον ξελειτουργούσε και ο γερω-Γερόντιος. Τον πλήρωνα δέκα δραχμές για κάθε θεία Λειτουργία, την εποχή εκείνη που δίναν πέντε δραχμές στον παπά.
Μια φορά τον είδε υπερυψωμένο πάνω από τη γη. “Πιο μεγάλο άγιο σ’ όλο το Άγιον Όρος δεν έχω δει”, έλεγε ο γερω-Γερόντιος.
Διηγήθηκε ο γέροντας Παισιος: “Ο παπα-Τύχων στη Λειτουργία, για να μην αποσπάται, κλείδωνε την πόρτα της Εκκλησίας, κι εγώ έλεγα το Κύριε ελέησον απ’ έξω από το διάδρομο. Μια φορά, σε μία θεία Λειτουργία κατά την ώρα του καθαγιασμού των Τιμίων Δώρων, χάθηκε η φωνή του. Περίμενα πέντε ώρες περίπου και δεν τον διέκοψα γιατί δεν είχα ευλογία. Μετά από πέντε ώρες συνέχισε με το “Εξαιρέτως…”. Πού βρισκόταν τόσες ώρες; Μάλλον ηρπάζετο σε θεωρία. Την ημέρα εκείνη η θεία Λειτουργία τελείωσε το απόγευμα”.
Έλεγε ο Γέροντας: “Μετά από τρία χρόνια παραμονή στο Κοινόβιο, ο μοναχός είναι για πόλεμο” (πνευματικό).
“Καλύτερα τρεις μετάνοιες με ταπείνωση, παρά χίλιες με υψηλοφροσύνη”.
“Μόνο η ταπείνωση θα μας σώσει. Ταπεινόφρονες πραγματικούς πολύ λίγους θα βρεις. Πρέπει να τους ψάξεις με το κερί“.
Καρυώτης Γέρων μαρτυρεί: “Ο παπα-Τύχων ήταν πολύ απλός και ζούσε σ’ ένα δικό του κόσμο. Ήταν βιαστής πολύ και παρόλο που νήστευε ήταν σωματώδης. Όταν ερχόταν στο Κελί μας και τον βάζαμε να φάει, έτρωγε μόνο δυο κουταλιές για ευλογία. Τώρα δεν έχει κανέναν σαν αυτόν, μην ψάχνετε”.
Εκοιμήθη στις 10 Σεπτεμβρίου του 1968 αφού είδε σε όραμα την Παναγία μαζί με τον άγιο Σέργιο και τον άγιο Σεραφείμ, και του προείπαν ότι θα περάσει η Το Συναξάρι του ερημίτη παπα-Τύχωνα(+10 Σεπτεμβρίου 1968) εορτή του Γενεθλίου της Θεοτόκου και θα τον πάρουν.
Κοντά του ήταν ο υποτακτικός του γέροντας Παΐσιος που τον γηροκόμησε, τον έθαψε και τον διαδέχθηκε στο Καλύβι. Μετά έγραψε τον βίον του παπα-Τύχωνα που του παρουσιάστηκε μετά την κοίμησή του.
Την ευχή του να έχουμε. Αμήν"

Το Συναξάρι του ερημίτη παπα-Τύχωνα(+10 Σεπτεμβρίου 1968)

 Διαβάστε επίσης :Ο ερημίτης παπά-Τύχων
παπα ΤΥΧΩΝ, ο ερημίτης της Καψάλας

Δεν υπάρχουν σχόλια: