ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄
Η συνέχεια από εδώ
«Σταθμοί δακρύων»
Ἄλλοτε πάλι ὁ λόγος του γινόταν μεταδοτικός τῶν ἐνθέων του βιωμάτων, καθώς έλεγε: «Η Θεία Λειτουργία πρέπει νὰ ἔχη σταθμούς δακρύων, για να νοστιμεύη. Καταλάβατε; Να νοστιμεύη και να δροσίζη. Ἔχομε, λοιπόν, σταθμούς στην οδό αὐτή τῆς Θείας Λειτουργίας. Από τὴν ἀρχὴ ἕως τὸ τέλος υπάρχουν οι σταθμοί τῶν δακρύων.
Όταν, βεβαίως, λέγωμε σταθμούς δακρύων, αποκλείομε τα δάκρυα τῆς ἀπελπισίας ἢ τοῦ παραπόνου. Πρώτος σταθμός, ἀσφαλῶς, εἶναι τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας, που ρέουν ἀπὸ τὴν αἴσθηση τῆς πτωχείας μας. Κατόπιν ἔρχονται τα δάκρυα τῆς εὐχαριστίας καί τῆς δοξολογίας που πηγάζουν ἀπὸ τὴν ἀντίληψι του Θείου Ελέους. Καὶ ἀκολουθοῦν τὰ δάκρυα τῆς ἱερᾶς συγκινήσεως, ποὺ ἀναβλύζουν χωρίς βία ἀπό τήν κατανόηση τῆς πίστεως εἰς τὸν Χριστόν. Αὐτός εἶναι, μάλλον, ὁ μεγαλύτερος κρουνός· ή κατανόησις τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐσέ, προς όλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ πρὸς ὅλο τό σύμπαν».
«Είμαστε όλοι ίδικοί του και ἡ Ἐκκλησία όλη δική μας»
Θεωρώντας τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο τῆς Θείας ἀγάπης καί τῆς Θείας γνώσεως, εγκατέλειπε τὴν ὕπαρξί του στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, είλκυε την Χάρι και γινόταν «γνωστός» στον Θεό, ποὺ ἀποκαλύπτεται στούς πτωχοὺς τῷ πνεύματι. Αὐτή τήν ἄγνωστο γνῶσι ἐννοοῦσε, ὅταν ἀνέφερε: «Πρέπει να γίνωμε γνωστοί εἰς τόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή γνώσις να γνωρισθοῦμε ἀπό τόν Θεό, ἐλκύοντας με την ταπείνωσί μας την Χάρι Του. Αὐτό εἶναι που λέγει ὁ Ἀπόστολος «γνόντες Θεόν, μᾶλλον δέ γνωσθέντες ὑπὸ Θεού».
«Με την συνεχή μετάνοια καί τήν ἀντίληψι τῆς πτωχείας μας, ταπεινούμεθα και πέφτουμε στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τότε μᾶς ἐπισκιάζει ή Χάρις καὶ ἀποκαλύπτεται στην ψυχή μας μέσα σε φῶς ὁ Ἴδιος ὁ Θεός! Αν δεν μᾶς ἀποκαλυφθῆ, πῶς θὰ Τὸν ζητήσουμε; Πρέπει σε κάθε Λειτουργία αὐτό να ζητάμε την Θεία ἀποκάλυψη και την νοητή συνομιλία μετά τοῦ Θεοῦ. Καὶ αὐτά, εἴπαμε, γίνονται διά μέσου τῆς πίστεως, πού εἶναι ὁ μοναδικός στόλος καὶ τὸ ἑδραίωμα τῆς ὑπάρξεως μας.
«Η κορυφή τῆς Θείας ἀποκαλύψεως ευρίσκεται μέσα στην Θεία Λειτουργία. Διά μέσου τῶν εὐχῶν τοῦ Μυστηρίου καί τῶν ἐκφωνήσεων ἐνεργεῖ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ἡ ψυχή μας ἐνοπτρίζεται τὴν ἀποκάλυψη τῆς Τριαδικῆς ἀγάπης. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός τελεῖ τὸ Μυστήριο. Ἐν Ἁγίω Πνεύματι κινοῦνται τὰ πάντα, καὶ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀποκαλύπτεται ο Θεός εἰς ἡμᾶς. Γι' αὐτό λέμε: "Ελεήμων και φιλάνθρωπος Θεός υπάρχεις", καί "Σοί παρακατατιθέμεθα τὴν ζωήν ἡμῶν ἅπασαν". Τοῦ ὁμιλοῦμε, γιατί εἶναι ἐνώπιόν μας· καταλάβατε; Είναι πλέον αποκεκαλυμμένος ὁ Θεός ἐνώπιόν μας καὶ ὁμολογοῦμε ὅτι ἀποκαλύφθηκε μέσα στην ψυχή μας πλέον. Μας έχει γίνει πίστις αὐτό. Αὐτός εἶναι ἡ ζωή μας. Γι' αὐτό ἀναφωνούμε; "Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ μόνος Ἅγιος". Ὁμολογούμε ότι εἴμαστε ὅλοι ἰδικοί Του καί ἡ Ἐκκλησία όλη δική μας».
«Όσο, λοιπόν, προχωρούμε και συνεχώς "σκαλίζομε", στα βάθη της Θείας Λειτουργίας, ατενίζομε απεραντοσύνη εμπρός μας. Το θέμα της Θείας αποκαλύψεως εἶναι ἀχανές και άπειρο και όλο εἰσδύομε "ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Πατρός", ἡ ὁποία δέν ἔχει διαστάσεις, ἀλλά εἶναι ἄπειρος».
«Σπέρνω τον νοῦ μου στο Υπερουράνιο στερέωμα»
Ο πατήρ Δαμασκηνός, ένθους, εξεστηκώς, γεμάτος θείο φόβο και Θείο έρωτα, παρίστατο στο Άγιο θυσιαστήριο ως άλλο Χερουβίμ. Μόλις άρχιζε ὁ Χερουβικός ύμνος, ύψωνε τα χέρια του με «συντετριμμένη καρδία», προφέροντας με κατάνυξι: «Ουδείς ἄξιος τῶν συνδεδεμένων... Τα γάρ διακονεῖν Σοι μέγα και φοβερόν καί αὐταῖς ταῖς ἐπουρανίας δυνάμεσι...». Ο τρόπος με τον οποίο προέφερε αυτούς τους λόγους, έφανέρωνε τον ροίζον τῆς ὁρμητικής λατρείας του, αλλά και την απόλυτη εμπιστοσύνη του στην Πατρική αγάπη. Οι λόγοι του περιγράφουν τις ἐφέσεις τῆς ψυχῆς του: «Εάν επιθυμούμε να μιμηθούμε τα Χερουβίμ και ανοιγώμεθα στον Θεό έτοιμοι προς υποδοχήν Του, ο Θεός θὰ μᾶς ἀνοίξη τον ουράνιο κρουνό τῆς ἀγάπης Του, για να μας ἐλεύση. Σε κάθε Λειτουργία να ανακαινίζωμε συνεχώς την διαβεβαίωση: Θεέ μου, είμαστε έτοιμοι να γίνωμε όπως τα Χερουβίμ! Λοιπόν, Σε ἱκετεύομε, ἐπισκέψου τήν σκέψι μας καί τήν διάθεσή μας και στερέωσέ μας στην πίστι, ὥστε πράγματι να ἐπιθυμήσωμε να γίνομε ὅπως τά Χερουβίμ στην αιωνιότητα».
Ο Χερουβικός ύμνος μεταρσίωνε τον Γέροντα καὶ τόν ἀνύψωνε στην ακατάπαυστη μυσταγωγία, ὅπως ὁ ἴδιος, σε στιγμές Θείας εξάρσεως, ὡμολογούσε: «Στο Χερουβικό στρώνεσαι κάτω καί ὑψώνεις τον τοῦ σου στὸν ὁρίζοντα τῆς Θείας αγάπης καί μέ πίστι ἀκράδαντο κρέμεσαι ἀπό τόν ὀφθαλμό τοῦ Θεοῦ. Τότε η διάνοιά σου δεν έχει τίποτε ὡραιότερο νὰ ἀτενίση από την Πανωραιότητα τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτή ἡ θέα μαρτυρεῖ ἐντός σου ὅτι εἶναι γνωστός σε σένα, πλέον, ὁ Θεός καί σε ἀναπαύει... Καί ἀπολαμβάνεις αὐτή τήν θέα, πού εἶναι φῶς, καὶ ἀτενίζεις τὴν δόξα τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου τήν Ἀλήθεια που σε ελευθερώνει... Σπέρνω τόν νοῦ μου στο Υπερουράνιο στερέωμα και παίρνω μαζί μου. αὐτό τό Στερέωμα κάτω στην γῆ... Ελεύθερος, πλέον, κατεβάζω κάτω αὐτόν τον ορίζοντα. Και τότε στέκομαι ἐκεῖ, ἀνάμεσα στὴν ἐπίγειο καί στήν ἐπουράνιο Εκκλησία. Με τους νοητούς ὀφθαλμοὺς ἀτενίζω την Ουράνιο λατρεία καί συγχρόνως απολαμβάνω την εύφροσύνη τῆς ἐπιγείου».
Πράγματι, ὅταν ὁ μύστης αὐτὸς τῆς Χάριτος έβγαινε στην ωραία Πύλη νά θυμιάση, ἐνῶ ὁ χορός ἔψαλλε «καί τῇ ζωοποιό Τριάδι τον τρισάγιον ὕμνον προσάδοντες», ἡ μορφή του ήταν ὅλη φῶς, καθώς αντανακλούσε τὴν ἀκτινοβολία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς του, σάν ἀπὸ πηγές, έρρεαν τα δάκρυα ασυγκράτητα. Ὁ νοῦς του ἦταν βυθισμένος στην αθέατη αἴγλη τῆς θεϊκῆς ὡραιότητας, στο φως πού εἶναι «ή καλλονή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, ἡ ἄναρχος καί ἀδιάδοχος Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Ἔτσι, μέ τήν χάρι ποὺ ἐσκόρπιζε ἡ ἀλλοιωμένη ὄψις του, μετέδιδε στον λαό την μαρτυρία τῆς Θείας δόξης. Αὐτή τήν μαρτυρία παρακινοῦσε καί τίς ἀδελφές να δίδουν ανατείνοντας τόν νοῦ τους στὸν οὐρανό κατά τήν Θεία λατρεία: «Από εδώ και πέρα ἡ Θεία Λειτουργία νά μή μᾶς περνάη ἔτσι. Να είμαστε τελείως άγρυπνοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Τίποτε γήινο νά μή μᾶς ἀπασχολή. Μόνο τα ουράνια! Σᾶς τό λέω, ἀπό μία πεῖρα, ὅτι αὐτό εἶναι εὔκολο. Χρειάζεται να βάλωμε πείσμα, γιά νά μή φεύγη ὁ νοῦς μας ἀπό τά τελούμενα καί τά νοούμενα στην Λειτουργία. Και να ξέρετε ὅτι φέρομε ευθύνη. Γιατί, ὅταν ἐμεῖς ζοῦμε τήν Θεία Λειτουργία ὡς παγκόσμιο λατρεία και προσευχώμεθα, τὸ ἀντιλαμβάνεται καί ὁ λαός τοῦ Θεοῦ καί συγκινεῖται καί προσεύχεται καί συμμετέχει καί αὐτός».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου