Ο Γέρων Παγκράτιος είχε
πολλή αγάπη προς τους πλησίον του. Όπου αρρωστούσε κανείς, τον έτρεχε
στους γιατρούς. Βοηθούσε όσο µπορούσε. Είχε ένα πολύ καλό σπίτι, τον
Άγιο Προκόπιο, πού το είχε πεντακάθαρο µέσα. Τον διακονούσε τον Άγιο µε
πολλή αγάπη. Στο τέλος επέτρεψε ο Θεός να πάθη καρκίνο στον πνεύµονα.
Υπέµεινε µε καρτερία την ασθένεια του δυόµισι χρόνια περίπου. Έλαχε σ'
εµάς να τον διακονήσουµε κατά τις τελευταίες µέρες της ζωής του. Θυµάµαι
ότι του άρεσε και ή πολιτεία και τα υψηλά πρόσωπα. Πάντα ήθελε να κάνη
συντροφιά µε υψηλά πρόσωπα, µε υπουργούς, µε στρατηγούς. Παρ' ότι ήταν
αγράµµατος, έγραφε πανέµορφα. Όµως στο τέλος, ενώ νοσηλευόταν στο
Θεαγένειο και ήταν σε πολύ άσχηµη κατάσταση -τα λογικά του βέβαια τα
είχε τετρακόσια-, µας λέει: «Πατέρες να µε πάρετε και να µε πάτε στο
Άγιο Όρος. Θέλω να κοιµηθώ εκεί, γιατί πλησιάζει το τέλος µου».
Του λέω:
«Γέροντα, είναι πολύ δύσκολα να σε µεταφέρουµε, γιατί το ασθενοφόρο δεν
µπορεί να σε µεταφέρει. Είσαι µε τους όρους. Είσαι µε το οξυγόνο». Ήταν
όντως σε πολύ αθλία κατάσταση και είχε φρικτούς πόνους.
Λέει: «Θα
βρείτε τρόπο εσείς και θα µε µεταφέρετε. Ή Παναγία δεν θα µ' αφήσει να
κοιµηθώ εδώ. Θέλω να πάω στο Άγιον Όρος. Να µου φέρετε ελικόπτερο».
«Πώς
θα σε φέρουµε ελικόπτερο γέροντα; Που θα το βρούµε το ελικόπτερο;
Ξέρω
ότι µεταφέρει ασθενείς από το Άγιο Όρος προς τα έξω, αλλά από έξω προς
τα µέσα δεν µεταφέρει». «Εσείς θα το κανονίσετε και θα φύγουµε». Ήταν
τόσο σίγουρος.
Εµείς δεν είχαµε τέτοια ελπίδα, να µεταφερθεί ο
γέρο-Παγκράτιος στο Άγιο Όρος µε ελικόπτερο. Λέω, ας κάνουµε µία
προσπάθεια, αφού το απαιτεί ο γέροντας. -Πόσων χρονών ήταν ο γέροντας;
-Ήτανε 92 χρονών. Μάλιστα, πριν αρρωστήσει, ερχότανε από τα Βατοπαιδινά
κελιά -3 ώρες µε τα πόδια- εδώ στις Καρυές, στο κελί µας. πολύ τακτικά
το έκανε αυτό. Ενενήντα δυο χρονών. ∆εν τον έπιανε κανείς. Αετός ήτανε.
Ήταν λεπτούλης πολύ. Παίρνουµε τηλέφωνο στον διοικητή εδώ, τον κ.
Κασµίρογλου. Του λέµε: «Ό διοικητής -ό Ψυχάρης- έχει ελικόπτερο και
έρχεται». «Μπα!» λέει. «Αυτός δεν έχει δικό του. Νοικιάζει. ∆εν έχουµε
δυνατότητα εµείς να σας προσφέρουµε ελικόπτερο». Αναρωτιόµαστε, που θα
βρούµε ελικόπτερο. Παίρνουµε στην Express service . Μας λένε: «Είναι σε
περιπολία στην Χαλκιδική το ελικόπτερο µας -ήταν πρωτοµαγιά-. ∆εν µπορεί
να πάει στο Άγιον Όρος». Παίρνουµε στην Ίντερσαλόνικα και βρίσκεται
εκεί πέρα µία ψυχή, µια κυρία, και µας διευκολύνει. Λέει: «Είναι σε
αποστολή το ελικόπτερο τώρα, άλλα όταν θα έρθει, θα σας πάρω τηλέφωνο.
Θα πετάξετε το απόγευµα για το Άγιον Όρος». Εµάς µας φάνηκε παράξενο,
και όµως παίρνει σε λίγο -είπε ότι συνεννοήθηκε µε τον πιλότο- και µας
λέει: «Έξι ή ώρα πετάτε για το 'Άγιο Όρος».
Του
λέµε του γέρο-Παγκρατίου: «Βρέθηκε το ελικόπτερο. Ή Παναγία βοήθησε και
ο άγιος Προκόπιος». Ω! χαρά! ο γέρο-Παγκράτιος. Το κάθε λεπτό του
φαινόταν χρόνος. «Με γελάσατε», έλεγε. «Πότε θα φύγουµε; Πέρασε ή ώρα».
«Όχι δεν πέρασε». Ήταν µεσηµέρι, µία ή ώρα. «Κατά τις πέντε θα ρθή το
ασθενοφόρο να σε πάρει και θα πάµε στο ελικοδρόµιο...». Είχε φοβερό πόθο
να ρθη στο Άγιον Όρος... Τελικά πήγαµε στο ελικοδρόµιο. Μπήκαµε µέσα
στο ελικόπτερο και πετάξαµε. Όταν φθάσαµε εδώ, µας λέει: «Χαµηλώστε να
δω το κελλάκι µου» (του αγίου Προκοπίου). «∆εν θα πας στο κελλάκι σου;»
«Όχι. Θα πάµε στο σπίτι. Εκεί πέρα θα πεθάνω». Χαµήλωσε το ελικόπτερο
πάνω από τον Άγιο Προκόπιο. Σηκώθηκε λιγάκι ο γέρο-Παγκράτιος και είδε
το κελλάκι του. Έκανε τον σταυρό του πάνω από τον Άγιο Προκόπιο. Μετά
προσγειώθηκε το ελικόπτερο στις Καρυές. ένα δωµάτιο το κάναµε εντατική.
Μας δώσανε όλα τα φάρµακα από το Νοσοκοµείο. Έζησε πέντε µέρες εδώ πέρα
και πέθανε. Τον ξενυκτούσαµε. Εκείνο που µας έκανε εντύπωση είναι ότι
από τότε που ήρθε στο Άγιο Όρος έπαψαν οι πόνοι. Τίποτα. Παρ' ότι είχε
δυσκολία. Είχε τον ρόγχο αυτό. Είχε υγρά στους πνεύµονες. Τον ρωτούσαµε:
«Σε δυσκολεύει;» «Μπα, καθόλου. Τίποτα δεν αισθάνοµαι», απαντούσε. Το
µόνο που ήθελε ήταν να τον κουνάµε λιγάκι, γιατί άναβαν τα πόδια του.
Ήρθε και ο ανιψιός του εδώ πέρα. Που πήγαν εκείνοι οι πόνοι; Αφού είχε
καρκίνο ο άνθρωπος και ήταν στα τελευταία του; Κοινωνούσε κάθε µέρα.
Μάλιστα, την τελευταία µέρα µου λέει: «Πάτερ Βασίλειε, κάτι θυµήθηκα.
Φέρε τον πνευµατικό». Εξοµολογείται το µεσηµέρι. Το βράδυ βάρυνε. Άρχισε
ο επιθανάτιος ρόγχος. Παίρνω αµέσως, 10-11 το βράδυ, το νοσοκοµείο. Μου
λένε: «Αµέσως ασθενοφόρο για τον Πολύγυρο». «Ποιο ασθενοφόρο; Φεύγει ο
άνθρωπος. Πες τε µας, τί να κάνουµε». Έδωσαν κάποιες οδηγίες: Κορτιζόνη,
θεοφυλίνη, διουρητικά, µέσα στον όρο. Μου λέει ο γέρο-Παγκράτιος:
«Άστα, τα φάρµακα αυτά. ∆εν µε βοηθάνε πλέον. Ότι ήταν να κάνουν, το
'καναν. Εγώ τώρα φεύγω. Μόνο κάθισε λίγο εδώ δίπλα µου, να µου κάνης
λίγη συντροφιά. Σε λίγο φεύγω». Λέω στον γέροντα (τον π. Ιγνάτιο):
«Πήγαινε, ξεκουράσου λίγο. Ε! Μπορεί να τα λέει έτσι ο παππούς. Που
ξέρει ότι θα φυγή; Μπορεί να ζήση και µέρες ακόµη». Πήγε να ξεκούραστη
λίγο ο γέροντας. Τακτοποίησα τον ασθενή και κάθισα δίπλα του. Εκεί πού
µιλούσαµε, τον πήρε λίγο ο ύπνος. Ξεψύχησε σαν πουλάκι. Βγάζω τους
όρους. Κοιµάµαι και εγώ δίπλα του. Σκέπτοµαι: «Θα τον ετοιµάσουµε το
πρωί. ∆εν παγώνει ο µοναχός. Το πρωί χαράµατα θα ξυπνήσω τον γέροντα και
θα του αναγγείλω το γεγονός. Μετά θα τον ετοιµάσουµε». Ούτε πάγωσε,
ούτε τίποτα. Είχε οσιακό τέλος ο γέρο Παγκράτιος.
Διήγηση πατέρων Ιερού Γρηγοριατικου Κελλιού των Ιωσαφαίων Καρυών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου