Παρασκευή 15 Ιουλίου 2022

«Τροχός τίς ἐστιν…»

Αποδόσεις του Γιώργου Μπλάνα

 

Η βυζαντινή ποίηση ανθολογημένη _Μέρος ΣΤ΄: Άγιος Γρηγόριος Ναζιανζηνός


Ο ποιητής Γιώργος Μπλάνας έχει παρουσιάσει πρόσφατα ορισμένες αποδόσεις ποιημάτων του Γρηγορίου Ναζιανζηνού στις ηλεκτρονικές σελίδες του facebook. Αυτές συγκεντρώνουμε και παραθέτουμε εδώ, ενώ υπενθυμίζουμε και την απόδοση ενός άλλου ποιήματος του Γρηγορίου που δημοσίευσε στον ιστότοπο του ηλεκτρονικού περιοδικού μας Νέο Πλανόδιον (ΠΟΙΗΜΑ ΜΑ΄. Πρὸς Μάξιμον)

ΠΟΙΗΜΑ ΙΘ΄ [Περὶ ζωῆς ἀνθρωπίνης]

Ἕνας τροχός, πρόχειρα στηριγμένος
εἶναι ἡ μικρή, ἀπρόοπτη ζωή μας. Ἀνεβαίνει
κι ἀνεβαίνοντας πέφτει· δὲν στέκει
ὅσο κι ἂν φαίνεται νὰ στέκει,
κυλάει ἀσάλευτος κι ἀσάλευτος κυλάει.
Κι ὅλο κάνει νὰ φύγει καὶ δὲν φεύγει.
Κι ἂν κάποτε φύγει
μὲ τὴν ταχύτητα τῆς στάσης φεύγει.
Γυρίζει ἢ στέκει: καπνὸς
καὶ ὄνειρο κι ἕνα μικρό,
ἀσήμαντο λουλούδι μὲς στὰ χόρτα.

ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΜΕΝΑ [ΠΒ΄. Πρὸς αὐτόν]

Χρυσάφι, ἀσήμι, πλούσια
τραπέζια: τὰ παιχνίδια τῆς ζωῆς.
Μεταξωτά, σοδιές, κοπάδια.
Ἐγὼ ἕναν πλοῦτο ἔχω: τὸν Χριστό.
Κι ἄμποτε ν᾽ ἀνταμώσουμε καὶ νά ᾽ναι
γυμνὴ ἡ ψυχή μου, ἀμόλυντη.
Τὰ ὑπόλοιπα: τοῦ κόσμου.

ΠΟΙΗΜΑ ΟΔ΄ [Πρὸς Χριστόν]

Γιατί μὲ βασανίζεις; Δὲν λέω, ἦρθα στὴ ζωή· πάει καλά.
Ὅμως γιατί θὰ πρέπει νὰ μὲ δέρνουν οἱ φουρτοῦνες τῆς ζωῆς;
Θὰ σοῦ τὸ πῶ… εἶναι θρασύ, μὰ θὰ σ᾽ τὸ πῶ:
Ἂν δὲν ἤμουν δικός σου, ἄδικα ἔζησα, Χριστέ μου.
Γεννιόμαστε, σκορπίζουμε, τελειώνουμε.
Νυστάζουμε, κοιμόμαστε, ἀγρυπνᾶμε.
Πορευόμαστε, ἀρρωσταίνουμε, γινόμαστε καλά…
καὶ πάλι ἀπολαύσεις, πάλι πόνοι.
Τρέχουμε πίσω ἀπ᾽ τὸν ἥλιο, πίσω ἀπὸ τῆς γῆς τὰ πράγματα.
Ὕστερα πεθαίνουμε, σαπίζει ἡ σάρκα.
Ὅλα αὐτὰ δὲν ἀνήκουν καὶ στὰ ζῶα;
Ἄσχημα ἀκούγονται τὰ ζῶα, μὰ δὲν φταῖνε.
Εἶναι τουλάχιστον ἀθῶα. Ἐγώ, τί παραπάνω; Τίποτα ἢ Θεός.
Ἂν δὲν ἤμουν δικός σου, ἄδικα ἔζησα, Χριστέ μου.

ΠΟΙΗΜΑ ΞΘ΄ [Δέησις πρὸς τὸν Χριστόν]

Δάσκαλε, μὲ περιζώνει τρικυμία φοβερή.
Πνίγεται –τρέξε!– ὁ μαθητής σου.
Μὲ μιά σου λέξη, θὰ πάψει ὁ χαλασμός.
Ποῦ εἶσαι; Ναί, θὰ σ᾽ τὸ πῶ: Μὴν μὲ πιέζεις,
θὰ συντριβῶ κάτω ἀπ᾽ τὸ βάρος τῆς πίκρας.
Ἐλέησες πολλούς, πολὺ χειρότερους
ἀπὸ μένα. Μὴν εἶσαι ἀκριβοδίκαιος μαζί μου.
Βγάλε μου κάτι στὴν ζυγαριά· βγάλε μου
κάτι ― ἔστω λίγο. Ποιός ν᾽ ἀντέξει τὸ βάρος
ἔστω μιᾶς μέρας; Σὲ ποιὸν ν᾽ ἀποταθῶ,
μὲ τόσα δεινὰ φορτωμένος;

ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΜΕΝΑ [ΠΒ΄. Πρὸς αὐτόν]

Χρυσάφι, ἀσήμι, πλούσια
τραπέζια: τὰ παιχνίδια τῆς ζωῆς.
Μεταξωτά, σοδιές, κοπάδια.
Ἐγὼ ἕναν πλοῦτο ἔχω: τὸν Χριστό.
Κι ἄμποτε ν᾽ ἀνταμώσουμε καὶ νά ᾽ναι
γυμνὴ ἡ ψυχή μου, ἀμόλυντη.
Τὰ ὑπόλοιπα: τοῦ κόσμου.


~•~

ΙΘ΄. [Περὶ ζωῆς ἀνθρωπίνης].

Τροχός τίς ἐστιν ἀστάτως πεπηγμένος,
Ὁ μικρὸς οὗτος καὶ πολύτροπος βίος.
Ἄνω κινεῖται, καὶ περισπᾶται κάτω·
Οὐχ ἵσταται γὰρ, κἂν δοκῇ πεπηγέναι.
Φεύγων κρατεῖται, καὶ μένων ἀποτρέχει.
Σκιρτᾷ δὲ πολλὰ, καὶ τὸ φεύγειν οὐκ ἔχει.
Ἕλκει, καθέλκει τῇ κινήσει τὴν στάσιν.
Ὡς οὐδὲν εἶναι τὸν βίον διαγράφων,
Ἢ καπνὸν, ἢ ὄνειρον, ἢ ἄνθος χλόης.

ΟΔ΄. Πρὸς Χριστόν.

Τίς ἡ τυραννίς; ἦλθον εἰς βίον· καλῶς.
Τί δὲ στροβοῦμαι ταῖς βίου τρικυμίαις;
Ἐρῶ λόγον, θρασὺν μὲν, ἀλλ’ ὅμως ἐρῶ.
Εἰ μὴ σὸς εἴην, ἠδίκημαι, Χριστέ μου.
Γεννώμεθ’, ἐκλυόμεθ’, ἐκπληρούμεθα,
Ὑπνῶ, καθεύδω, γρηγορῶ, πορεύομαι
Νοσοῦμεν, εὐεκτοῦμεν, ἡδοναὶ, πόνοι.
Ὡρῶν μετασχεῖν ἡλίου, τούτων ἃ γῆς,
Θανεῖν, σαπῆναι σάρκα· ταῦτα καὶ βοτῶν,
Ἃ δυσκλέα μὲν, ἀλλ’ ὅμως ἀνεύθυνα.
Τί οὖν ἐμοὶ τὸ πλεῖον; οὐδὲν, ἢ Θεός. (5)
Εἰ μὴ σὸς εἴην, ἠδίκημαι, Χριστέ μου.

ΞΘ΄. Δέησις πρὸς τὸν Χριστόν.

Ἐπιστάτα, κλύδων με δεινὸς ἀμφέπει,
Τὸν σὸν μαθητήν. Ἐξέγειραι, πρὶν θάνω.
Μόνον κέλευσον, καὶ ζάλη τεθνήξεται.
Τολμῶ φράσαι τι· Χριστὲ, μὴ πίεζέ με,
Μηδὲ σβέσῃς με τῷ βάρει τῶν θλίψεων.
Πολλοὺς ἔχεις γὰρ καὶ κακωτέρους ἐμοῦ,
Οὓς ἠλέησας. Μή με κρίνῃς ἀξίως.
Κένου, κένου δὲ τοῦ ταλάντου τὸ πλέον.
Μιᾶς τίς οἴσοι φόρτον ἡμέρας μόνης;
Τίνι προσέλθω τοῖς κακοῖς βαρούμενος;

ΠΒ΄. Πρὸς αὐτόν.

Ἄλλοι χρυσὸν, οἵδ’ ἄργυρον, οἵδε τράπεζαν
Τιμῶσι λιπαρὴν, παίγνια τοῦδε βίου.
Ἄλλοι δ’ αὖ σηρῶν καλὰ νήματα, καὶ γύας ἄλλοι
Πυροφόρους, ἄλλοι τετραπόδων ἀγέλας.
Αὐτὰρ ἐμοὶ Χριστὸς πλοῦτος μέγας, ὅν ποτ’ ἴδοιμι
Νῷ γυμνῷ καθαρῶς· ἄλλα τε κόσμος ἔχοι.

*

*

~.~ 

 

Το γενικό εισαγωγικό σημείωμα της Ανθολογίας

Η βυζαντινή ποίηση παραμένει η μεγάλη απούσα από όλες σχεδόν τις ανθολογίες ελληνικής ποίησης, ένα –χρονικά– τεράστιο, ουσιωδώς ανεξήγητο κι αναιτιολόγητο, κενό για τη γνώση, παρουσία κι εξέλιξη της ελληνικής ποίησης από τις απαρχές της ως τις μέρες μας. Οι αιτίες αρκετές, οι προκαταλήψεις κι η μεροληψία φοβάμαι ακόμη περισσότερες. Έχουμε συνηθίσει να σταματούμε απότομα στην Παλατινή Ανθολογία (μετά βίας ώς τον τέταρτο συνήθως μεταχριστιανικό αιώνα, χωρίς να αναλογιζόμαστε συνάμα πως κι αυτή η ίδια η Ελληνική Ανθολογία συνιστά μια γενναιόδωρη χειρονομία των ίδιων των Ελληνορωμιών του Βυζαντίου προς εμάς τους επιγενόμενους) και καταπιανόμαστε πάλι με το πρωτοφανέρωμα της νεοελληνικής –δημώδους πάντα– ποίησης  εκεί γύρω στον ενδέκατο αι. Το μεταξύ τους διάστημα, έχει ως επί το πλείστον αφεθεί αποκλειστικά στους βυζαντινολόγους, οι οποίοι βέβαια, ας ειπωθεί στεντορείως και υμνητικώς, τον τελευταίο αιώνα έχουν απροσμέτρητα βαθύνει κι εμπλουτίσει τη γνώση μας για τα ποιητικά κείμενα της βυζαντινής περιόδου, με νέες κριτικές εκδόσεις κι αναγνώσεις, μελέτες, φανερώσεις άγνωστων ποιημάτων, μεταγραφές από ανέκδοτα χειρόγραφα κλπ., απομένει η ανθολόγησή τους κι η σύγχρονη (ποιητική κατά προτίμηση) μεταγραφή τους. Μια τέτοια έλλειψη, όπως είναι φυσικό, κι επιτείνει τις προκαταλήψεις αλλά και διογκώνει την άγνοια για τη βυζαντινή ποίηση. Ενώ το υλικό διόλου δεν λείπει, δεν είναι τυχαίο πως ως τις μέρες μας μεταφράζονται κείμενα ποιητικά που προέρχονται αποκλειστικά σχεδόν μόνον από την εκκλησιαστική υμνολογία, πράγμα που φανερώνει πολλά για τη γνώση και τη θεώρηση μα και για τη δεξίωση της βυζαντινής ποίησης σήμερα. Ας είναι! Δεν είναι η ώρα και η στιγμή  για περισσότερα˙ αυτή η εισαγωγή θα αρθρωθεί με την πληρότητα και την τεκμηρίωση που χρειάζεται, σαν έρθει η στιγμή της υλοποίησης μιας τέτοιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, που με την παρότρυνση και τη συνεργασία στενών φίλων θα αποκοτήσουμε. Η ανάληψη μιας τέτοιας ανθολογίας, βαρύ κι επίμοχθο έργο, θ’ απαιτήσει και συνεργασίες και χρόνο αρκετό.  Ήδη ανασκουμπωθήκαμε και αναμετριόμαστε με τα κείμενα, τους συγγραφείς, τις δυσκολίες, τις ιδιαιτερότητές τους, το περιβάλλον τους, τη μεταγραφή τους.
Με τον νου λοιπόν στραμμένο στη δημιουργία μιας ανθολογίας της βυζαντινής ποίησης, αποφασίσαμε εδώ στο ηλεκτρονικό ΝΠ, να ξεκινήσουμε με την παρουσίαση μιας όσο το δυνατόν εκτεταμένης επιλογής των ήδη μεταφρασμένων (περισσότερο ή λιγότερο γνωστών) βυζαντινών κειμένων από νεοέλληνες ποιητές˙ σαν προεισαγωγή και πρόγευση της μελλοντικής ανθολογίας αλλά κι άτυπη, όσο το δυνατόν ευρεία, αποτίμηση της μέχρι σήμερα παρουσίας της μεταφρασμένης βυζαντινής ποίησης στα γράμματά μας.
ΗΛΙΑΣ ΜΑΛΕΒΙΤΗΣ, 17.3.2021
πηγή

 

2 σχόλια:

ἐμπεσῶν εἰς λάκκον τις είπε...

...μοναχά μὴν τούς μικρύνουμε -ἀσυναίσθητα-

ὄπως ὄταν ὀνομάζουμε τον μέγα ὑψηπέτη Θεολόγο μας...

..."ναζιανζηνό" (!)

Ανώνυμος είπε...

Είναι Θεολόγος κι όχι... Ναζιανζηνός!!!έτσι τον λέει η δυτική... επιστήμη!εγώ δεν βρήκα πουθενά στο μηναιο του Ιανουαρίου να λέγεται έτσι ούτε πουθενά αλλού 👌