Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

Στην εποχή της εξομοίωσης.


Γράφει ο Κωνσταντίνος Βαθιώτης

Ο Μάρκος Αυρήλιος έλεγε:

Ο καλύτερος τρόπος να αντιστέκεσαι είναι να μην εξομοιώνεσαι1.

Οι αρχιερείς της Νέας Τάξης Πραγμάτων και οι προπαγανδιστές-υπηρέτες της απαιτούν καθημερινά από τους πολίτες τους να έχουν την ίδια άποψη με εκείνην που προβάλλουν τα φερέφωνά τους, δηλ. τα Μέσα Μαζικού Ευνουχισμού. Άρα απαιτούν από τους πολίτες να μην αντιστέκονται στα νεοταξίτικα σχέδια που τώρα υλοποιούνται ταυτοχρόνως σε όλα τα μέτωπα.

Όποιος τολμά να αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα ή/και την ασφάλεια των καινοφανών σκευασμάτων αλλά και εν γένει τον τρόπο διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης είναι αντιστασιακός, πάει να πει: εχθρός του κράτους και της συμπαγούς πλειοψηφίας.

Όποιος τολμά να τάσσεται υπέρ των Ρώσων λοιδορείται ως πολεμοχαρής φασίστας.

  • Πας μη τρυπημένος εστί μη εξομοιωμένος
  • Πας μη Ουκρανόφιλος εστί μη εξομοιωμένος

Πόσο λάθος και, ιδίως, πόσο επικίνδυνη είναι η απαίτηση της καθολικής εξομοίωσης προκύπτει από τα υπέροχα λόγια που είχε πει ο Σενέκας στον Γαλλίωνα2:

Τίποτε επομένως δεν είναι ανάγκη να τονιστεί περισσότερο από την προειδοποίηση ότι δεν θα πρέπει να πάρουμε, σαν τα πρόβατα, τη γραμμή του κοπαδιού που προηγείται, ταξιδεύοντας έτσι πάνω στον δρόμο που βαδίζουν όλοι, αλλά πάνω στο δρόμο που οφείλουμε να βαδίσουμε. Τίποτε, πράγματι, δεν μας δημιουργεί μεγαλύτερα προβλήματα από το γεγονός ότι προσαρμόζουμε τον εαυτό μας στις κοινές διαδόσεις, πιστεύοντας ότι, όσα γίνονται αποδεκτά με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση, αυτά είναι και τα άριστα – το γεγονός δηλαδή ότι, με το να ακολουθούμε τόσους πολλούς, ζούμε στην ουσία με τους κανόνες όχι της λογικής αλλά της μίμησης. Το αποτέλεσμα είναι πως ο ένας μετά τον άλλον συσσωρεύονται οι άνθρωποι που οδεύουν ολοταχώς προς την καταστροφή. Και, όπως ακριβώς συμβαίνει όταν, σε μια μεγάλη ανθρώπινη συμφορά, οι άνθρωποι συμπιέζουν ο ένας τον άλλον και κανείς δεν μπορεί να καταρρεύσει χωρίς να συμπαρασύρει και τους άλλους στην πτώση του, καθώς η κατάρρευση των πρώτων επιφέρει τον όλεθρο και των τελευταίων, το ίδιο πράγμα θα μπορούσες να δεις σε κάθε περίπτωση και στη ζωή. Τα σφάλματα κάθε ανθρώπου δεν προκαλούν σε εκείνον μόνο ζημιά, αλλά καθένας από μας είναι ο ίδιος αιτία και υπεύθυνος του λάθους που θα κάνει και κάποιος άλλος. Γιατί είναι επικίνδυνο να αναθέτουμε την ασφάλεια του εαυτού μας στο πλήθος που προπορεύεται και –ακριβώς επειδή καθένας από μας είναι προθυμότερος να εμπιστευθεί κάποιον άλλο παρά να αποφασίσει ανεξάρτητα για τον εαυτό του– ουδέποτε να θέτουμε υπό έλεγχο τη ζωή μας, αλλά να δείχνουμε απεναντίας τυφλή εμπιστοσύνη στους άλλους, έτσι ώστε κάποιο λάθος που έχει περάσει από τον έναν στον άλλον να εμπλέκει τελικά και εμάς τους ίδιους και να απεργάζεται την καταστροφή μας. Το παράδειγμα των άλλων μας καταστρέφει·  η αποδέσμευση από το πλήθος είναι σωτήρια. Γιατί αυτό, υπερασπίζοντας το λάθος του, έρχεται σε αντίθεση με τη λογική.

Ο Σενέκας καταλήγει:

Συμβαίνει έτσι το ίδιο ακριβώς πράγμα που γίνεται και στις εκλογές, όπου τα ίδια εκείνα άτομα που εξέλεξαν τους πραίτορες απορούν όταν η ευμετάβλητη λαϊκή εύνοια μετατοπισθεί στο θέμα της εκλογής των πραιτόρων. Το ίδιο πράγμα έχει τη μία στιγμή την εύνοιά μας, την άλλη την αποδοκιμασία μας· αυτή είναι η έκβαση κάθε απόφασης που ακολουθεί τις επιλογές του πλήθους.

Στην ίδια γραμμή με τον Σενέκα κινείται και ο Έριχ Φρομ, ο οποίος στο ογκώδες έργο του «Η υγιής κοινωνία»3 ανεδείκνυε το πλεονέκτημα που προσφέρει στον μαζάνθρωπο η εξομοίωσή του με τους πολλούς:

Εφόσον δεν είμαι διαφορετικός, εφόσον είμαι σαν τους άλλους και αναγνωρίζομαι απ’ αυτούς ως “κανονικός συνάνθρωπος”, μπορώ να νιώθω τον εαυτό μου ως “εγώ”. Είμαι “όπως με επιθυμείτε”, σύμφωνα με τη διατύπωση του Πιραντέλλο σ’ έναν τίτλο έργου του. Στη θέση της προατομιστικής ταυτότητας γένους αναπτύσσεται μια νέα ταυτότητα κοπαδιού, στην οποία η αίσθηση ταυτότητας στηρίζεται στην αναμφισβήτητη αίσθηση πως ανήκει κανείς στο πλήθος.

Αναφερόμενος στο «πρόβλημα της αίσθησης της ταυτότητας», ο συγγραφέας συμπληρώνει τα εξής:

Η ανάγκη να νιώθει κανείς την αίσθηση ταυτότητας πηγάζει από τις ίδιες τις συνθήκες της ανθρώπινης ύπαρξης, και είναι η πηγή των πιο έντονων επιθυμιών. Μια και δεν μπορώ να παραμείνω υγιής χωρίς την αίσθηση του “εγώ”, ωθούμαι στο να κάνω τα πάντα για ν’ αποκτήσω αυτή την αίσθηση. Η ανάγκη αυτή βρίσκεται πίσω από το έντονο πάθος για κοινωνική θέση και κονφορμισμό, και πολλές φορές είναι ισχυρότερη κι από την ανάγκη για φυσική επιβίωση. Τι μπορεί να είναι περισσότερο πρόδηλο από το γεγονός ότι οι άνθρωποι επιθυμούν να διακινδυνεύουν τη ζωή τους, να εγκαταλείπουν την αγάπη τους, να παραδίνουν την ελευθερία τους και να θυσιάζουν τις σκέψεις τους, μόνο και μόνο για να είναι ο καθένας τους μια μονάδα τού πλήθους, για να συμμορφώνεται και ν’ αποκτά έτσι κάποια αίσθηση ταυτότητας, έστω και απατηλή.

Συναφής και η διαπίστωση του Πασκάλ Μπρυκνέρ4:

Οι κοινωνίες μας είναι στοιχειωμένες από τον κομφορμισμό επειδή αποτελούνται από άτομα που επαίρονται για την πρωτοτυπία τους αλλά ευθυγραμμίζουν τη συμπεριφορά τους με τη συμπεριφορά των πάντων.

Υπέροχο και το χωρίο από την Διατριβή Α΄ του Επικτήτου5:

Εσύ πίστεψες ότι έπρεπε να φροντίζεις να είσαι όμοιος με τους άλλους ανθρώπους, έτσι ακριβώς όπως ούτε το νήμα θέλει να έχει κάτι διαφορετικό από τα άλλα νήματα. Εγώ, όμως, θέλω να είμαι πορφύρα, εκείνο το λίγο και λαμπερό, που κάνει και τα άλλα να φαίνονται ευπρεπή και ωραία. Γιατί μου λες, λοιπόν, «γίνε όμοιος με τους πολλούς»; Και μετά πώς θα γίνω πορφύρα; […] Τι προσφέρει η πορφύρα στο ρούχο; Τι άλλο από το να ξεχωρίζει σ’ αυτό ως πορφύρα και να προβάλλει για τα άλλα ως καλό παράδειγμα;

Θα ήταν φυσικά μεγάλη η παράλειψη να μη γίνει αναφορά στο θεατρικό έργο του Ερρίκου Ίψεν «Ένας εχθρός του λαού»6, όπου επισημαίνεται ότι: «η πλειοψηφία έχει τη δύναμη», αλλά «η μειοψηφία έχει πάντα δίκιο»7. Κατά την ιψενική θεώρηση, οι λίγοι είναι οι «εμπροσθοφυλακές» που «μάχονται για τις πρωτοπόρες αλήθειες στον κόσμο της Συνείδησης, δηλαδή εκείνες που καμμιά “πλειοψηφία” δεν μπορεί να καταλάβη», διότι «οι “αλήθειες” της πλειοψηφίας είναι τόσο παλιές που κοντεύουν να γεράσουν», κι «όταν […] μια αλήθεια γεράση, […] μετά βεβαιότητος γίνεται ψέμα»8. Παρεμφερής είναι και η σκέψη του Ηρακλείτου9:

Τι νου και τι μυαλό έχουν αυτοί; Δίνουν πίστη στους λαϊκούς αοιδούς και χρησιμοποιούν σα δάσκαλο τον όχλο, χωρίς να ξέρουν ότι «οι πολλοί είναι κακοί, και ότι οι λίγοι είναι οι αγαθοί».

Εν τω μεταξύ, όμως, δεν μας έφθανε η σατανική διαίρεση των πολιτών σε τρυπημένους και ατρύπητους, τώρα προστέθηκε και η διαίρεση σε Ρωσόφιλους και Ουκρανόφιλους. Εν τούτοις, τα στρατόπεδα των διαιρεμένων δεν είναι τέσσερα αλλά δύο:

  • Πας τρυπημένος εστί Ουκρανόφιλος
  • Πας ατρύπητος εστί Ρωσόφιλος

(Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα).

Το στρατόπεδο των τρυπημένων Ουκρανόφιλων χρησιμοποιεί ως επιθετικό όπλο την καθημερινή πλύση εγκεφάλου που ασκούν τα ΜΜΕ, ενώ το στρατόπεδο των ατρύπητων Ρωσόφιλων αμύνεται στο αδιάκοπο σφυροκόπημα των πυρών της εμβολιαστικής και εν ταυτώ ουκρανόφιλης προπαγάνδας.

Στο ερώτημα ποιος είναι ο διοικητής του στρατοπέδου των τρυπημένων Ουκρανόφιλων, μπορεί να δοθεί η εξής πειστική απάντηση: Ένα παγκόσμιο διευθυντήριο ολιγαρχών που προωθεί τη Νέα Τάξη Πραγμάτων χειραγωγώντας τις μάζες μέσω των μασονικών στοών στις οποίες έχουν ενταχθεί εκατοντάδες προσωπικότητες εντός και εκτός Ελλάδος. Αυτές επιτελούν καίριο ρόλο σε κεντρικά πόστα: σχολεία, πανεπιστήμια, δικηγορικούς συλλόγους, δικαιοσύνη κ.λπ.10

Έτσι εξηγείται η ευρέος φάσματος εξομοίωση απόψεων που παρατηρείται σήμερα περισσότερο παρά ποτέ – κι ας προσπαθεί ο Ουμπέρτο Έκο να διασκεδάσει τις εντυπώσεις λέγοντας ότι11:

μόνο οι αφελείς μασόνοι και οι ακόλουθοι κάποιας ναΐτικης τελετουργίας πιστεύουν ότι υπάρχουν μυστικά που παραμένουν απαραβίαστα.     

Συμπέρασμα: Ζούμε στην εποχή των μασόνων και, ταυτοχρόνως, στην εποχή των μουσώνων: Όποιος δεν εξομοιώνεται με τους μασόνους είναι στους μουσώνες.

(Οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα).

Πάντως, όποιος σκέπτεται να προσχωρήσει στους μασόνους για να αποφύγει τους μουσώνες, ας έχει κατά νουν τα ακόλουθα λόγια από την προαναφερθείσα Διατριβή του Επικτήτου, ο οποίος επισημαίνει ότι «αν με ρωτήσεις τι καλό έχει ο άνθρωπος, δεν έχω να σου πω τίποτε άλλο εκτός από το ότι έχει ένα είδος βούλησης»12:

Γιατί εσύ είσαι που γνωρίζεις τον εαυτό σου, πόση αξία έχεις για σένα και πόσο πουλάς τον εαυτό σου. Γιατί καθένας πουλά τον εαυτό του σε διαφορετική τιμή. […] Σκέψου, μόνο, πόσο πουλάς τη βούλησή σου. Άνθρωπε, αν δεν μπορείς να κάνεις τίποτε άλλο, μη την πουλήσεις φθηνά13.

ΥΓ: Άραγε, υπάρχει διοικητής στο στρατόπεδο των ατρύπητων Ρωσόφιλων ή είναι απλώς ένα ετερόκλιτο σκορποχώρι που πάει κόντρα στο «παγκοσμιοποιημένο χωριό»;

1 Τα εις εαυτόν, μτφ.: Γ. Αβραμίδης, εκδ. Θύραθεν, Αθήνα 2008, σελ. 151, αριθμ. 6.

2 Για μια ευτυχισμένη ζωή, μτφ.: Ν. Πετρόχειλος, εκδ. Πατάκη, 2011, σελ. 29/31.

3 Μτφ.: Δημ. Θεοδωρακάτου, εκδ. Μπουκουμάνη, Αθήνα 1973, σελ. 87.

4 Ο πειρασμός της αθωότητας, μτφ.: Λ. Αβαγιανού, εκδ. Αστάρτη, Αθήνα 1995, σελ. 46.

5 Μτφ.: Δ. Ν. Ιωαννίδου-Ι. Σ. Χριστοδούλου, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 103/105.

6 Μτφ.: Θ. Α. Παπαδημητρόπουλου, επιμ.: Ή. Ρ. Αποστολίδης, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 2016.

7 Σελ. 163.

8 Σελ. 164· για μια σύντομη ανάλυση του εν λόγω θεατρικού υπό το πρίσμα της εποχής του κορωνοϊού βλ. Κ. Βαθιώτη, Από την τρομοκρατία στην πανδημία. Υποχρεωτικές ιατρικές πράξεις στον πόλεμο κατά του αόρατου εχθρού, εκδ. Αλφειός, Αθήνα 2021, σελ. 267 επ.

9 Άπαντα, μτφ.: Τ. Φάλκος-Αρβανιτάκης, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 125.

10 Βλ. Μ. Βιτάλη, Η Μασονία διοικεί την Ελλάδα, εκδ. Αγαθός Λόγος, Αθήνα 2015.

11 Χρονικά μιας ρευστής κοινωνίας, μτφ.: Έφη Καλλιφατίδη, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα, 2017, σελ. 139.

12 Ό.π., σελ. 147.

13 Ό.π., σελ. 103/107.

Δεν υπάρχουν σχόλια: