Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

«Και ένδυμα ουκ έχω» ή Ο μανικός έρωτας προς τον Νυμφίον Χριστόν

Η Άκρα Ταπείνωσις. Του Νικολάου Τζαφούρη, 15ος αι. (τελευταίο τέταρτο).
Ίδρυμα: Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου

Στέκομαι σήμερα στην εξόχως συγκλονιστική Υμνογραφική έναρξη της Μεγάλης Εβδομάδος. Μια έναρξη ποιητικώς μοναδική και συγχρόνως εξόχως κατανυκτική, και μυστηριακή, θα λέγαμε, με τη γενικότερη ατμόσφαιρα της επερχομένης νυχτός, και «μυσταγωγική», όπως επιβάλλει η ποιητική παράδοσις του Βυζαντίου.

Στην Είσοδο του Νυμφίου Χριστού και στην αλληγορία του Γάμου που τον συνοδεύει, στέκομαι, λοιπόν. Σ’ εκείνη την εξόχως ερωτική πρόσληψη της Θεότητος. Και την προβαλλόμενη απέραντη θυσιαστική αγάπη του Κυρίου μας. Θυμίζω, έτσι, ενδεικτικά, εκείνο το:

«Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. γ’,16).

Να η απόλυτος κένωσις της Θεότητος και το άπειρον της αγάπης Του. Γιατί μόνον ερωτικώς μπορούμε να προσλάβουμε το Θείον. Αυτό μας το υπέδειξε ενωρίς και ο Αριστοτέλης, καθώς ο Θεός, ως το «ακίνητον κινούν» έλκει τα όντα «ως το ερώμενον τα ερώντα». Αλλά και επιμόνως οι Πατέρες και οι άγιοι της εκκλησίας μας. Και οι σύγχρονοι Γέροντες, για να πάω στον άγιο Πορφύριο.

Ο ίδιος ο Κύριος προβάλλει ως ο μανικός εραστής:

«Μακάριος όστις τοιούτον προς Θεόν εκτήσατο έρωτα, οίον μανικός εραστής προς την εαυτού ερωμένην κέκτηται… η δε καρδία μου αγρυπνεί διά το πλήθος του έρωτος», μας υποδεικνύει ο άγιος Ἰωάννης της Κλίμακος. (Κλίμαξ 30, 11 κ. εξ).

Θα μπορούσαμε εδώ να γυρίσουμε και στο «Άσμα ασμάτων», για να οδηγηθούμε σ’ αυτό το αλληγορικό και συνακόλουθα απροσμέτρητο βάθος του έρωτος της Θεότητος:
«εγώ καθεύδω, και η καρδία μου αγρυπνεί.
φωνή αδελφιδού μου, κρούει επί την θύραν
άνοιξόν μοι, αδελφή μου, η πλησίον μου,
περιστερά μου, τελεία μου,
ότι η κεφαλή μου επλήσθη δρόσου
και οι βόστρυχοί μου ψεκάδων νυκτός.» κλπ.

Επιστρέφοντας στον «νυμφώνα» του Κυρίου μας και Σωτήρος μας Χριστού, συναντούμε ποιητικώς τη δεσπόζουσα σημειολογία του ενδύματος, που τη βρίσκουμε επαναλαμβανόμενη και στον παραβολικό λόγο του Κυρίου, και στην επίμονη, από μέρους του Κυρίου μας, πρόσκλησή μας εις τους Γάμους Του.

Στον τόπο, δηλαδή, της χαράς και της σωτηρίας και της αναστάσεως. Αλλά στην ανάγκη ή την προϋπόθεση να φέρουμε τα πρέποντα ενδύματα. Αυτά της ψυχής. Όχι κοσμικώς, λοιπόν, πλέον, αλλά πνευματικώς. Εν μετανοία.

Και σκέφτομαι εκείνο το εν κατακλείδι Τροπάριον:

«Τον νυμφώνα σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ· λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, φωτοδότα, και σώσον με».

Έτσι αμήχανοι και ενεοί παρακολουθούμε τον νυμφώνα του Κυρίου, κεκοσμημένον και περίλαμπρο, αδυνατούντες να εισέλθουμε εις την χαράν Του, καθώς δεν έχουμε το πρέπον και επιβαλλόμενον ένδυμα εισόδου. Δεν έχουμε διανύσει, δηλαδή, την οδό της μετανοίας και της ταπεινότητος και της αγάπης, ούτε κι εκείνη την κλίμακα των αρετών, για να πάμε και πάλι στον Σιναΐτη άγιο Ιωάννη της Κλίμακος.

Έτσι, λοιπόν:
«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός» μας υποδεικνύει η εκκλησία μας, «και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ουν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της Βασιλείας έξω κλεισθής· αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, άγιος ει ο Θεός, διά της Θεοτόκου, ελέησον ημάς».

Αγρυπνούντες, λοιπόν, πρέπει πάντοτε να τελούμε και εν επιφυλακή, έτοιμοι να εισέλθουμε εις την χαράν του Κυρίου μας. Εις την χαράν του Νυμφίου Χριστού. Εις την χαράν της αναστάσεως.

Δεν είναι τυχαία η υπόδειξη του Κυρίου προς τους μαθητές Του, και εντέλει προς όλους ημάς, τη συγκλονιστική εκείνη νύχτα της Γεθσημανή, έτσι όπως μας τη διασώζει ο Ευαγγελιστής Μάρκος, με εκείνο το «Γρηγορείτε και Προσεύχεσθε»:
«Γρηγορείτε και προσεύχεσθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν· το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής· και πάλιν απελθών προσηύξατο τον αυτόν λόγον ειπών». (Μάρκ. ιδ’, 38 – 39).

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: