Η Σοφία Βέμπο συνδέθηκε με το έπος του 1940 και έγινε σύμβολο, σφραγίζοντας με τη φωνή της την αντίσταση ενάντια στον κατακτητή.
Η φωνή της είναι ταυτισμένη με το αλβανικό έπος του 1940. Η ίδια είχε αναλάβει να εμψυχώσει τους Έλληνες που πολεμούσαν τους Ιταλούς στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Η Σοφία Μπέμπου ή αλλιώς Σοφία Βέμπο, όπως έμεινε στην ιστορία, γεννήθηκε το 1910 στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στην Τσαριτσάνη του νομού Λάρισας και κατόπιν στο Βόλο, όπου οι γονείς της εργάστηκαν ως καπνεργάτες.
Ξεκίνησε την καλλιτεχνική της πορεία τυχαία το 1930, τραγουδώντας σ’ ένα ζαχαροπλαστείο της Θεσσαλονίκης για να συνεισφέρει οικονομικά στο σπίτι της. Τρία χρόνια αργότερα κατέβηκε στην Αθήνα, όπου προσελήφθη από τον θεατρικό επιχειρηματία Φώτη Σαμαρτζή στο «Κεντρικόν», προκειμένου να συμμετάσχει στην επιθεώρηση «Παπαγάλος 1933».
Την ίδια περίοδο υπέγραψε και το πρώτο της συμβόλαιο στη δισκογραφική εταιρία Columbia, ερμηνεύοντας ερωτικά τραγούδια της εποχής και λόγω της ιδιαίτερης μπάσας φωνής της η καταξίωση δεν άργησε να έρθει.
«Παιδιά της Ελλάδος, παιδιά»
Το 1940 τα σύννεφα του πολέμου είχαν ήδη αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους στον ορίζοντα. Από τις αρχές του έτους η ίδια ανεβάσει ορισμένες θεατρικές παραστάσεις.
Το «Παιδιά της Ελλάδος Παιδιά» πέταξε στην Αλβανία, στα βουνά της Ηπείρου και αργότερα στο Ελ Αλαμέιν εμψυχώνοντας τα ελληνικά στρατεύματα. Γράφτηκε επάνω στη μελωδία της “Ζεχρά” (1938), ένα tango romance orientale του Μιχάλη Σουγιούλ και ο Μίμης Τραϊφόρου άλλαξε τους στίχους του Αιμίλιου Σαββίδη.
Ήταν το πρώτο τραγούδι της δόξας του ’40, το τραγούδι που έφερε έκρηξη στην καριέρα της Βέμπο. Το θέατρο «Μόντιαλ», όπου εμφανιζόταν η τραγουδίστρια, γεμάτο σε όλες του τις παραστάσεις παραχωρούσε τις μισές από τις καθημερινές του εισπράξεις για την ενίσχυση του ελληνικού στρατού.
«Παιδιά της Ελλάδος παιδιά, που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά,
παιδιά στη γλυκιά Παναγιά, προσευχόμαστε όλες, να ‘ρθετε ξανά..
Με της Νίκης τα κλαδιά, σας προσμένουμε παιδιά…»Τα τραγούδια του μετώπου
Την ίδια εποχή, ο Γιώργος Οικονομίδης και ο Πωλ Μενεστρέλ, που υπηρετούσαν μαζί τη θητεία τους, έβαλαν ελληνικούς στίχους στη μελωδία του ιταλικού τραγουδιού «Reginella Campangola».
Έτσι προέκυψε το θρυλικό «Κορόιδο Μουσολίνι» ή «Με το χαμόγελο στα χείλη». Αυτό το τραγούδι – σταθμός του ’40, που το ερμήνευσε η Βέμπο, αλλά και ο Νίκος Γούναρης, έγινε αμέσως πατριωτικός ύμνος.
«Κορόιδο Μουσολίνι, κανείς σας δε θα μείνει
εσύ κι η Ιταλία, η πατρίδα σου η γελοία, τρέμετ’ όλοι το χακί»
Το 1941 η Βέμπο ερμήνευσε το «Βάζει ο Ντούτσε τη Στολή του», παρωδία του Γιώργου Θίσβιου πάνω στη μεγάλη προπολεμική επιτυχία του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, «Πλέκει η Βάσω το Προικιό της», από τη μουσική κωμωδία του Θ. Συναδινού, “Κομμωτής Κυριών”.
«Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του και τη σκούφια την ψηλή του, μ’ όλα τα φτερά
και μια νύχτα με φεγγάρι την Ελλάδα πάει να πάρει, βρε τον φουκαρά!»Η Ελλάδα γέλαγε με τις μεγαλόστομες απειλές του Ντούτσε, καθώς
φανταζόταν ένα κοντόχοντρο γελοίο ανθρωπάκι να τριγυρνά μαδημένο και να
ξεφουσκώνει σαν αποκριάτικο μπαλόνι. Αυτή η γελοιοποίηση του Ντούτσε
αποδυνάμωνε τον τρόμο του πολέμου, γιγάντωνε το ηθικό του στρατού και
έδινε κουράγιο.
Όταν η Σοφία Βέμπο τραγούδησε το «Στον Πόλεμο Βγαίνει ο Ιταλός», παρωδία του Γιώργου Θίσβιου πάνω στη μεγάλη επιτυχία «Στ’ Λαρ’σα βγαιν’ ο Αυγερινός», χάλαγε ο κόσμος.
«- Πού ‘σαι ορέ Μπενίτο;
– Κρυμμένος στη σπηλιά
– Κατέβα παρακάτω
-Φοβάμαι τον τσολιά»
Και είχε ακόμα την τόλμη και το σθένος να τραγουδάει στίχους, όπως:
«Ντούτσε κορόιδο, τα έκανες ρόιδο αφότου φοράς το χακί
Και νόμιζες τη Μεσόγειο λίμνη φασιστική
Γκάφα σου πρώτη που πίστεψες ότι η Ελλάς σκλάβα ζει, παλαβέ
Και σου απάντησαν οι Έλληνες με το “Μολών Λαβέ”»Το «Μας Χωρίζει Ο Πόλεμος» το έγραψε το χειμώνα του 1941 ο Μιχάλης
Σουγιούλ, που υπηρετούσε τη θητεία του και το έμαθε στη Σοφία Βέμπο από
το τηλέφωνο, παίζοντας ακορντεόν μέσα σε κάποιον τηλεφωνικό θάλαμο. Κάθε
φορά που το ερμήνευε τα μάτια όλων βούρκωναν, μαζί με εκείνα των
γυναικών που είχαν αγαπημένα τους πρόσωπα στο μέτωπο.
«Μας χωρίζει ο πόλεμος, μα θεριεύει η ελπίδα
Πως για την γλυκιά πατρίδα φεύγω τώρα εκδικητής
Μας χωρίζει ο πόλεμος μ’ αν με νιώθει η ψυχή σου
Φέρνε με στην προσευχή σου να γυρίσω νικητής»
Το 1940 ήταν η δεκαετία που η Σοφία Βέμπο πήρε ενεργά μέρος στις πολιτικές εξελίξεις της Ελλάδας και έγινε σύμβολο σφραγίζοντας με τη φωνή της την αντίσταση ενάντια στον κατακτητή. Έγινε μούσα των στρατιωτών, τραγουδίστρια όλων των Ελλήνων, «Τραγουδίστρια της Νίκης».
Τότε, όλες οι επιθεωρήσεις προσάρμοσαν τη θεματική τους στην πολεμική επικαιρότητα και τα τραγούδια επαναγράφονται με πατριωτικούς στίχους. Η Σοφία Βέμπο τραγουδά σατιρικά και πολεμικά τραγούδια και γίνεται η εθνική φωνή που εμψυχώνει τους Έλληνες στρατιώτες στο μέτωπο και συγκλονίζει το πανελλήνιο.
Την ίδια εποχή, σε μία συμβολική πράξη, προσφέρει στο Ελληνικό Ναυτικό 2.000 χρυσές λίρες. Με την είσοδο των ναζιστικών στρατευμάτων στην Αθήνα φυγαδεύεται μεταμφιεσμένη σε καλόγρια στη Μέση Ανατολή, όπου συνεχίζει να τραγουδά για τα εκεί ελληνικά και συμμαχικά στρατεύματα.
Πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 11 Μαρτίου 1978 και η κηδεία της μετατράπηκε σε ένα πάνδημο συλλαλητήριο. Η “Τραγουδίστρια της Νίκης“ αποθεώθηκε εκείνη τη μέρα από τον ελληνικό λαό που τη θεωρούσε ηρωίδα του.
Πηγές: Μηχανή του Χρόνου, Huffpost.
1 σχόλιο:
Μία και Μοναδική.Ο θεός να την Αναπαύσει.
Κ.
Δημοσίευση σχολίου