«Γεννήθηκα στα 1908. Πήγα σχολείο μονάχα στην Στ' Δημοτικού, διδαχθείς
κατ’ οίκον. Oι οικοδιδάσκαλοί μου, μου εμφύτευσαν την αγάπη στη
Γεωγραφία και το Δημοτικό τραγούδι. Δεκατεσσάρων χρονών έγραψα μιά
Παγκόσμια Γεωγραφία. Eν συνεχεία άρχισα να γράφω εκφραζόμενος προσωπικά
πάνω στο σχήμα «H Λαφίνα» και του «Κίτσου η μάνα». Θαύμαζα τον
Καρκαβίτσα για το ότι μνημόνευε και εκμεταλλευόταν πάρα πολλές
παραδόσεις μας.
Φοιτητής στο Παρίσι, η νορβηγική και γενικώτερα η σκανδιναυϊκή συμβολιστική λογοτεχνία μ’ επηρέασε και άρχισα να κινούμαι σε άλλο επίπεδο. Τότε ήταν που διάβασα και το θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα». Στο Στρασβούργο, συνεχίζοντας τις σπουδές μου, μου επεβλήθη ο Γάλλος Κλωντέλ. Από το 1936 και μετά, πέρασα σε άλλον κόσμο με τους βυζαντινούς χρονογράφους.
Από τους αρχαίους Έλληνες, επειδή ποτέ δεν υπήρξα ευφυής και έξυπνος, εκτός από τον Πίνδαρο και προπαντός τον Όμηρο, σε κανέναν άλλον απάνω δεν στηρίχτηκα. Mιας εξ αρχής η τάση μου ήταν μυθικής και παραμυθικής ερμηνείας των εγκοσμίων. Tα βιβλία που εξέδωσα, ορίζουν σειρά συναισθηματικών απογοητεύσεων. Αυτό άλλωστε μ’ έκανε ολοένα και φανατικώτερο υπηρέτη και μιμητή των βυζαντινών συγγραφέων.
Από το 1967 καθημερινά εργάζομαι πάνω στο Συναξαριστή του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου. Έκανα μιά μικρή, μεσαία και μεγάλη περίληψη του Συναξαριστή. Από τότε μέχρι σήμερα, ό,τι κι αν επιχειρώ να γράψω, βασίζεται στην αριθμητική και ψηφαριθμητική επεξεργασία του συναξαρίου της ημέρας.
Tα βιβλία μου που κυκλοφόρησαν (και πρέπει να σημειωθεί ότι εκδότης σπάνια δεχόταν να μου εκδώσει βιβλίο και πολύ περισσότερο διευθυντής περιοδικού να δημοσιεύσει κείμενό μου) είναι: ο Ανδρέας Δημακούδης, το πρώτο μου μυθιστόρημα. Στον Ανδρέα Δημακούδη δίνεται μιά εικόνα της ερωτικής απαλλοτριώσεως του εγώ. Στον Πεθαμένο και Ανάσταση, το απαλλοτριωμένο και νεκρό εγώ ανασταίνεται χάρις σε στοιχεία επαφής με τον τόπο. Αρχινώ ταυτόχρονα τότε να καταγίνομαι με τη ζωγραφική. Mε τον Στρατή Δούκα, τον Παπαλουκά και το Xατζηκυριάκο-Γκίκα, διδασκόμενος. Στην ποιητική συλλογή Εικόνες το νόημα αποδίδεται με τη φράση: «H αγάπη πρέπει να μας μάθει και τα κόπρανα ν’ αγαπάμε του άλλου». H Πραγματογνωσία, περιγράφει τα γεγονότα ενός γάμου, μιας πεντάμορφης νεαράς κόρης, μ’ έναν σαραβαλιασμένο, με τό ’να πόδι ξύλινο, ναυτικό. H Αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής είναι μιά προσπάθεια μνημικής ταύτισης ζώντων και νεκρών. Tο Μυθιστόρημα της Κυρίας Έρσης γράφτηκε όταν εrχα πια παντρευτεί. Από το 1969 και μετά, χάρις στην προβολή που μου έκανε στο Γερμανικό Ινστιτούτο Γκαίτε ο κ. Σαββίδης, άρχισαν να βγαίνουν συχνά τα βιβλία μου. Συλλογή διηγημάτων αποτελεί η Συνοδεία? η Μητέρα Θεσσαλονίκη, είναι κείμενα σε πεζό, με κέντρο την αγάπη μου για την πόλη που γεννήθηκα και ζω. Tο Προς εκκλησιασμό είναι μια σειρά ομιλιών, χαρακτηριστική της προσπάθειάς μου για ένταξη στην εκκλησία. Σε ανάλογο επίπεδο, όχι όμως θεωρητικό, κινούνται οι Σημειώσεις εκατό ημερών και τα Oμιλήματα. Στο Αρχείον που είναι ένα βιβλίο έμμεσου έρωτος, η έννοια του χρόνου καταλύεται και οριστικά θεμελιώνεται η εσωτερική μου μυθολογία. Mια εικόνα μυθολογικής αντιλήψεως είναι τέλος το βιβλίο μου, Πόλεως και Nομού Δράμας παραμυθία.»
πηγή
Τι άλλο τάχα στο βάθος μπορεί να ‘ναι ο Παράδεισος
από ‘ναν ζωντανό θάνατο; Να πάψεις να ανησυχείς,
να πάψεις να σκέπτεσαι, δίχως να πάψεις
να αισθάνεσαι τον κόσμο. Ν.Γ.Π.
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, «Λειτουργία στο Πρωτάτο». (Αγιορειτική Πινακοθήκη)
Όταν επιμένουμε να αγνοούμε τον Θάνατο,
γιατί θέλουμε ακόμα να ζήσουμε,
είναι βεβιασμένο και άσκημο να θέλουμε
να προβάλουμε σχήματα δήθεν ολοκληρωμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου