Λιτανείες.
Η
λέξη λιτανεία παράγεται από το ρήμα λιτανεύω, το οποίο σημαίνει παρακαλώ,
δέομαι ικετευτικά με μεγάλη δύναμη και δηλώνει ικεσία θερμή. Στην εκκλησιαστική
γλώσσα λιτανεία είναι η θρησκευτική τελετή με ευχές και ύμνους και με τη
συμμετοχή κλήρου και λαού σε πομπή ιερής πορείας, από ιερό τόπο, κυρίως από
κάποιο ναό, σε άλλο τόπο, προς επίκληση της βοήθειας του Θεού ή προς απόδοση
τιμής σε κάποιο Άγιο.
Στο
Οδοιπορικό της Αιθερίας είναι δυνατόν να ανιχνευτεί ένας μεγάλος αριθμός
λιτανειών που πραγματοποιούνταν κατά την διάρκεια του λειτουργικού έτους.
Πρωτίστως, ανευρίσκεται η λιτανεία κατά την διάρκεια του λυχνικού, με την οποία
μετέβαινε καθημερινά ο λαός με ύμνους, συνοδεύοντας τον επίσκοπο από την
Ανάσταση στον Σταυρό. Αυτή η λιτανεία είναι ο πρόδρομος της λιτής του σημερινού
βυζαντινού τυπικού.
Άλλη
μία λιτανεία πραγματοποιόταν στον εβδομαδιαίο κύκλο κατά την ημέρα της
Κυριακής. Με την ανατολή του ηλίου, όλο το εκκλησίασμα πήγαινε με λιτανεία στο
Μαρτύριο, όπου τελούνταν η Θεία Ευχαριστία, η οποία παρατεινόταν μέχρι την
τέταρτη και πέμπτη ώρα. Η όλη ακολουθία τελείωνε με άλλη μία λιτανεία και
επιστροφή με ύμνους στο ναό της Αναστάσεως.
Την
ενάτη ώρα της Παρασκευής κατά την Τεσσαρακοστή τελούσαν στη Σιών την συνήθη
ακολουθία εκτός από τη θεία Λειτουργία. Μετά την απόλυση, συνόδευαν τον
επίσκοπο με ύμνους στην Ανάσταση. Η παρούσα λιτανεία ολοκληρωνόταν με την άφιξη
στο ναό της Αναστάσεως την ώρα του εσπερινού, όπου έλεγαν ύμνους και αντίφωνα
μέχρι την απόλυσή του. Στο τέλος των έξι εβδομάδων της Μ. Τεσσαρακοστής, οι
αγρυπνίες τελούνταν στην Ανάσταση από τον εσπερινό της Παρασκευής, την ώρα που
επέστρεφαν από την Σιών ψάλλοντας ύμνους, έως το πρωί του Σαββάτου, που
τελούσαν την θεία Λειτουργία στην Ανάσταση. Τα ίδια επαναλαμβάνονταν όλες τις
εβδομάδες των νηστειών.
Στον
κύκλο των κινητών εορτών και ιδιαίτερα το Πάσχα, εμφανίζονται αρκετές λιτανείες
από τον λαό του Θεού και τον ιερό κλήρο. Κατά την διάρκεια του Σαββάτου προ της
Μεγάλης Εβδομάδας, στο ναό του Λαζάρου, στη Βηθανία, μεγάλο πλήθος συνόδευε τον
επίσκοπο με λιτανευτική πομπή. Ψαλλόταν ύμνοι και επίκαιρα αντίφωνα και
ακουγόταν αναγνώσματα που σχετιζόταν με την εορτή. Μετά από αυτά, επέστρεφαν
όλοι στην πόλη, όπου τελούνταν στο ναό της Αναστάσεως το Λυχνικόν.
Την
Κυριακή των Βαΐων, το πρωί, πήγαιναν στο Μαρτύριο και μετά την απόλυση της
ακολουθίας, συνόδευαν με ύμνους τον επίσκοπο στην Ανάσταση, όπου τελούνταν το
σύνηθες τυπικό της Κυριακής.
Γύρω στην ενάτη ώρα μετέβαιναν με ύμνους στο
Εμβώμιο. Την ενδεκάτη ώρα κατέρχονταν από την κορυφή του όρους των ελαιών μέχρι
την πόλη και έως την Ανάσταση. Ήδη κατά τον δ΄ αιώνα είχε καθιερωθεί στα
Ιεροσόλυμα η λιτανεία της συγκεκριμένης Κυριακής, κατά την οποία τα πλήθη των
πιστών, ξεκινώντας από το όρος των ελαιών, μετά την ακολουθία που γινόταν εκεί
και έχοντας επικεφαλής τον επίσκοπο, διέτρεχαν όλη την πόλη ψάλλοντας ύμνους με
την επαναλαμβανόμενη επωδό: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὁνόματι Κυρίου»
Κατά
την Μεγάλη Δευτέρα, την ενάτη ώρα ο λαός συναθροιζόταν στο Μαρτύριο και όχι
στην Σιών, όπως το διάστημα που προηγήθηκε, ενώ μετά την απόλυση του εσπερινού
στην Σιών, μετέβαιναν στην Ανάσταση.
Κατά
την Μεγάλη Τρίτη, μετά την ακολουθία στο ναό του Μαρτυρίου, γινόταν αργά τη
νύχτα μετάβαση και σύναξη στο όρος των Ελαιών και την Μεγάλη Τετάρτη ο επίσκοπος
προπεμπόταν με ύμνους από το Μαρτύριο προς την Ανάσταση.
Την
Μεγάλη Πέμπτη, την 8η ώρα, γινόταν λατρευτική σύναξη στο Μαρτύριο και μετά την
απόλυση έρχονταν πίσω από το Σταυρό, όπου ο επίσκοπος προσέφερε την Θεία
Ευχαριστία. Κατά την πρώτη εσπερινή ώρα γινόταν σύναξη στο ναό του του Ελαιώνος
έως την έκτη ώρα, οπότε ανέρχονταν με ύμνους στο Εμβώμιο, όπου συνέχιζαν με αναγνώσματα
ύμνους και αντίφωνα.
Την
Μεγάλη Παρασκευή το πρωί, κατέρχονταν από το Εμβώμιο και προχωρούσαν μέχρι τον
τόπο, όπου ο Κύριος προσευχήθηκε και στη συνέχεια κατέρχονταν με τον επίσκοπο
στην Γεθσημανή. Όλοι επέστρεφαν στην πόλη με τα πόδια, ψάλλοντας ύμνους και
συνόδευαν τον επίσκοπο μέχρι την πύλη και από εκεί διαβαίνοντας όλη την πόλη
μέχρι τον Σταυρό. Από την έκτη ώρα μέχρι την ενάτη γινόταν στο Σταυρό
αγιογραφικές αναγνώσεις. Αμέσως μετά όλοι μετέβαιναν στο Μαρτύριο, όπου
τελούσαν ότι προέβλεπε το τυπικό και συνέχιζαν στην Ανάσταση την τεταγμένη
ακολουθία.
Στην
πασχάλια αγρυπνία οι νεοφώτιστοι, αφού εξέρχονταν από την κολυμβήθρα,
οδηγούνταν μαζί με τον επίσκοπο στην Ανάσταση και ακολούθως έρχονταν στο
Μαρτύριο, όπου όλος ο λαός αγρυπνούσε. Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας και
την απόλυση, με ψαλμούς και ύμνους επέστρεφαν πίσω στην Ανάσταση
Την
Κυριακή του Πάσχα, τελούνταν λιτανεία στο Μαρτύριο, όπως και την Τρίτη και την
Τετάρτη. Μετά την απόλυση στο Μαρτύριο, ερχόταν στην Ανάσταση. Την Τετάρτη
μετέβαιναν με λιτανεία στο όρος των Ελαιών, την Πέμπτη στην Ανάσταση, την
Παρασκευή στην Σιών, το Σάββατο μπροστά στο Σταυρό, και την Κυριακή του Θωμά
στο Μαρτύριο.
Όλες
τις ημέρες της Διακαινησίμου εβδομάδας, ανέβαιναν στο όρος των Ελαιών και στο
Εμβώμιο και μετά κατέβαιναν ψάλλοντας ύμνους στην Ανάσταση την ώρα του
λυχνικού. Την Κυριακή του Πάσχα, μετά την απόλυση του εσπερινού, στην Ανάσταση,
όλος ο λαός οδηγούσε τον επίσκοπο στην Σιών, όπου τελούσαν την καθορισμένη ακολουθία.
Την
Κυριακή του Θωμά, αμέσως μετά την έκτη ώρα, όλος ο λαός ανέβαινε στο όρος των
Ελαιών και έπειτα, ψάλλοντας ύμνους, ανέβαιναν στο Εμβώμιο και από εκεί
μετέβαιναν στην Ανάσταση, όπου τελούσαν τον εσπερινό, όπως και στον Σταυρό και
έπειτα επέστρεφαν στην Σιών.
Τις
Κυριακές του Πεντηκοσταρίου πήγαιναν πάντοτε στο Μαρτύριο, και από εκεί,
ψάλλοντας ύμνους, μετέβαιναν στην Ανάσταση. Την Πεντηκοστή η ακολουθία
πραγματοποιούνταν στην Ανάσταση και με το ξημέρωμα, πορεύονταν όλος ο λαός με
λιτανευτική πομπή στο Μαρτύριο, όπου τελούσαν το μυστήριο της Θείας
Ευχαριστίας. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, όλοι ψάλλοντας ύμνους
συνόδευαν τον επίσκοπο στην Σιών. Την έκτη ώρα στο Εμβώμιο συνέχιζαν με τις
κατάλληλες αναγνώσεις μέχρι την ενάτη, οπότε κατέρχονταν με πομπή ψάλλοντας
ύμνους, ώστε μετά την δεκάτη ώρα να φτάσουν στο ναό του όρους των Ελαιών για να
τελέσουν το λυχνικό και να πραγματοποιήσουν μία νέα λιτανεία μέχρι το Μαρτύριο
και μετά στην Ανάσταση και τον Σταυρό, με κατάληξη την Σιών
Κατά
την εορτή των Επιφανείων, γινόταν αγρυπνία στη Βασιλική της Βηθλεέμ, και μετά
το πέρας αυτής, με λιτανευτική πομπή κατευθύνονταν κλήρος και λαός με τα πόδια
στα Ιεροσόλυμα, στην Ανάσταση, συνοδεύοντας τον επίσκοπον και ψάλλοντας: «Εὐλογημένος
ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου». Την τεσσαρακοστή από την ημέρα των Επιφανείων
διεξαγόταν με λιτανευτική πομπή προς την Ανάσταση, όπως κατά το Πάσχα, η εορτή
της παραστάσεως του Κυρίου στο ναό, η Υπαπαντή.
Όλες
οι λιτανείες χαρακτηρίζονται από μία ιεροπρέπεια. Οι συμμετέχοντες σε αυτές
είναι κληρικοί και λαϊκοί, άνδρες και γυναίκες, νέοι, ηλικιωμένοι, αλλά και
βρέφη στην αγκαλιά της μητέρας τους και αθώα νήπια, εύρωστοι, αλλά και
ασθενείς. Ιδιαίτερα στη λιτανεία της Κυριακής των Βαΐων τα βρέφη και παιδιά
έχουν την τιμητική τους. Όπως και κατά την πορεία του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα, τα
νήπια που έφεραν μαζί τους οι γονείς στην αγκαλιά, κρατούσαν κλαδιά φοινίκων ή
ελαιών και όλοι μικροί και μεγάλοι έψαλλαν: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὁνόματι
Κυρίου».
Όλοι
συνόδευαν τον επίσκοπο στις λιτανείες με μια καρδιά και μία ψυχή και έψαλλαν
τους τεταγμένους ύμνους βαδίζοντας πεζοί. Η πεζοπορία γινόταν με αργό ρυθμό και
χωρίς βιασύνη, για να μην κουραστεί ο λαός, ο οποίος ήταν καταπονημένος και
εξαντλημένος από τις αγρυπνίες και τις καθημερινές νηστείες, ιδιαίτερα σε
περιόδους νηστειών.
Η
λιτανεία δηλώνει μία κίνηση και ζωή στη λατρεία, μία συμπόρευση και συμμετοχή
του λαού του Θεού στα γεγονότα της επίγειας ζωής του Κυρίου. Προσδίδει έναν
πανηγυρικό τόνο σε κάθε εκδήλωση αναβίωσής τους.
πηγή:Αιθερίας, Οδοιπορικόν εις το Σινά και τους Αγίους Τόπους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου