Γράφει ὁ Παναγιώτης Κατραμάδος
Ἡ σημερινή κατάστασις χρειάζεται νηφαλιότης κατὰ τὴν κρίσιν τῶν
θεμάτων, παραλλήλως ὅμως ἀποφασιστικότης, εἰδάλλως ἡ ἀδράνεια θὰ
παγιδεύση τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος καὶ θὰ τὴν καταστήση δεσμίαν
ἀλλοτρίων συμφερόντων διὰ πολὺν καιρόν. Διὰ τοῦ παρόντος εὐελπιστῶμεν νὰ φωτίσωμεν ἀγνώστους πτυχὰς τῶν φλεγόντων ζητημάτων συμβάλλοντες εἰς τὰς ἐργασίας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, διότι, ὡς γνωστόν, αἱ ἀποφάσεις τῆς Ἑλλάδος δίδουν τόν τόνον εἰς τό τί θά πράξουν αἱ ὑπόλοιποι Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι.
Ἡ Σύνοδος τῆς Καρθαγένης ὁρίζει τὸ Αὐτοκέφαλον
Ἐκ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων τὸ «Οὐκρανικὸν» ἀποτελεῖ ἐκεῖνο ποὺ χρήζει ἀμέσου ἐπιλύσεως, τόσον διὰ νὰ ἀποφευχθῆ τὸ πρὸ θυρῶν μόνιμον σχίσμα, ὅσον καὶ διὰ νὰ σωθοῦν ζωαὶ μετὰ τὰ βίαια ἐπεισόδια ποὺ ἤδη ἤρχισαν.
Εἶναι γνωστὸν ὅτι ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενικὴ εἰς τὸν 38ον Κανόνα προβλέπει ὅτι «τοῖς πολιτικοῖς καὶ δημοσίοις τύποις καὶ ἡ τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων τάξις ἀκολουθείτω». Ὑπάρχει ὅμως ἕνας σαφέστερος Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Καρθαγένης, ἡ ὁποία μάλιστα ἐπεκυρώθη ἀπὸ τὴν Πενθέκτη. Ὁ 17ος τῆς Καρθαγένης ὁρίζει: «Ἤρεσεν, ἵνα ἡ Μαυριτανία Σιτιφένσης, ὡς ᾔτησε, τὸν πρωτεύοντα τῆς Νουμιδικῆς χώρας, ἧς τινὸς ἐκ τῆς συνόδου κεχώρισται, ἴδιον ἔχῃ πρωτεύοντα. Συναινέσει οὖν πάντων τῶν πρωτευόντων τῶν Ἀφρικανῶν ἐπαρχιῶν, καὶ πάντων τῶν ἐπισκόπων, διὰ τὸ μακροδαπές, ἔχειν ἐπετράπη».
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Καρθαγένης ἀπεφάσισαν, ἐπειδὴ ἡ Μαυριτανία ἀποτελοῦσε ἰδιαιτέραν περιοχήν, μακρὰν τῆς Νουμιδίας, νὰ ἀποκτήση ἰδικόν της προκαθήμενον καὶ Σύνοδον. Ποῖαι ἦσαν αἱ προϋποθέσεις; Πρῶτον, νὰ ὑποβληθῆ αἴτημα τῆς ἰδίας τῆς περιοχῆς, πού ἐπιθυμεῖ νὰ εἶναι αὐτοδιοίκητος καὶ δεύτερον, νὰ συμφωνήσουν ἅπαντες οἱ Ἐπίσκοποι τῆς διοικήσεως, εἰς τὴν ὁποίαν ἕως ἐκείνην τὴν στιγμὴν ἀνῆκεν. Ἐξάγεται τοιτουτοτρόπως τὸ συμπέρασμα ὅτι εἰς τὴν περίπτωσιν τῆς Οὐκρανίας, τίποτε δὲν ἐτηρήθη, διότι τὸ αἴτημα ἔθεσαν οἱ σχισματικοί, τὸ ὁποῖον ἀπηύθυναν πρὸς ἄλλην διοίκησιν καὶ δὲν ὑπῆρξε καμία συμφωνία τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ρωσίας (οὔτε κἄν τῶν Ἐπισκόπων τοῦ Φαναρίου, διὰ τὸ ὁποῖον ἀπεφάσισεν ὁ Πατριάρχης μὲ τὸν Σεβ. Γαλλίας χωρὶς νὰ ἐρωτηθῆ ἡ Ἱεραρχία).
Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία βοᾶ: Δὲν ὑπάρχει κάποιος παγκόσμιος «πρῶτος», ὁ ὁποῖος δῆθεν ἀποδίδει καὶ ὑπογράφει αὐτοκεφαλίας ἢ αἴρει αὐτάς, ὅπως καὶ ὅποτε ἐπιθυμεῖ. Ἡ ἰδία ἡ Σύνοδος τῆς Καρθαγένης τὸ καθιστᾶ αὐτὸ σαφές, ὅταν εἰς τὸν 39ον Κανόνα της ἀποφασίζει: «Τὸν τῆς πρώτης καθέδρας ἐπίσκοπον μὴ λέγεσθαι ἔξαρχον τῶν ἱερέων, ἢ ἄκρον ἱερέα, ἢ τοιουτότροπον τίποτε, ἀλλὰ μόνον ἐπίσκοπον τῆς πρώτης καθέδρας».Ἑπομένως, ὁ Ἐπίσκοπος τῆς πρώτης κατὰ σειρὰν Ἐπισκοπῆς εἶναι ἁπλῶς καὶ μόνον Ἐπίσκοπος τῆς Ἐπισκοπῆς του, τίποτε πλέον τούτου, δηλαδὴ δὲν ἔχει τὸ Φανάρι δικαίωμα ἀναμείξεως πουθενά.
Ἰσχυρίσθη ὅμως ὅτι ἐξήσκησε τὸ δικαίωμα ἐκκλήτου. Ἰσχύει; Ὑπῆρχε δυνατότης ἐκκλήτου; Τρεῖς λόγοι καθιστοῦν τὸ «ἔκκλητον» τοῦ κ. Φιλαρέτου Ντενισένκο ἄκυρον.
Πρῶτον, τὸ ἔκκλητον εἶναι δευτεροβάθμιος κρίσις μόνον ἀπὸ τὴν ἰδίαν Σύνοδον ποὺ ἀπεφάσισε τὴν καταδίκην μὲ διευρυμένην μορφὴν καὶ αὐτὴν τὴν διαδικασίαν ἤδη ὡλοκλήρωσεν ἀπὸ ἐτῶν τὸ Πατριαρχεῖον Μόσχας.
Δεύτερον, ὁ 9ος Κανὼν τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς περὶ τοῦ ἐκκλήτου, ἀναφέρει ὅτι ἡ διευρυμένη κρίσις γίνεται μὲ προεδρεύοντα «τὸν ἔξαρχον τῆς διοικήσεως, ἢ τὸν τῆς βασιλευούσης Κωνσταντινουπόλεως θρόνον» (διὰ τὰς τρεῖς διοικήσεις Πόντου, Μ. Ἀσίας καὶ Θράκης). Ἐφ’ ὅσον λοιπὸν ἐκρίθη ἀπὸ τὸν Μόσχας, τουτέστιν τὸν ἔξαρχον τῆς διοικήσεως, ἐκρίθη ὁριστικῶς.
Τρίτον, ὁ 4ος Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Ἀντιοχείας, ποὺ ἐπεκύρωσε καὶ ἡ Πενθέκτη, ὁρίζει ὅτι Ἐπίσκοπος ποὺ καθῃρέθη, ἀλλὰ παρ’ ὅλα αὐτὰ συνέχισε νὰ ἱερουργῆ δὲν ἔχει κἄν δικαίωμα νὰ προσφύγη εἰς ἑτέραν Σύνοδον: «μηκέτι ἐξὸν εἶναι αὐτῷ, μηδὲ ἐν ἑτέρᾳ συνόδῳ ἐλπίδα ἀποκαταστάσεως, μήτε ἀπολογίας χώραν ἔχειν, ἀλλὰ καὶ τοὺς κοινωνοῦντας αὐτῷ πάντας ἀποβάλλεσθαι τῆς ἐκκλησίας, καὶ μάλιστα, εἰ μαθόντες τὴν ἀπόφασιν τὴν κατὰ τῶν προειρημένων ἐξενεχθεῖσαν, τολμήσειαν αὐτοῖς κοινωνεῖν.» [μτφ: δὲν εἶναι δυνατὸν πλέον σὲ αὐτὸν οὔτε].
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου