Ο γέροντας Αγαθάγγελος Μιχαηλίδης γεννήθηκε το 1908 στην
Καππαδοκία, σπούδασε στην Αθωνιάδα Σχολή και διακρίθηκε για το
απαράμιλλο ήθος του έως την οσιακή κοίμησή του το 1991
Από τον Γιάννη Ζάννη
Ενα στιβαρό πνευματικό ανάστημα που, όπως υπογραμμίζει ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Χαράλαμπος Μπούσιας, δίκαια συγκαταλέγεται μεταξύ των αγιασμένων μορφών του τέλους του 20ού αιώνα είναι ο εκ Καππαδοκίας γέροντας Αγαθάγγελος Μιχαηλίδης, «ο απλός, θεόσοφος, προσηνής, αφιλοχρήματος, ταπεινός και χριστοφίλητος ιερομόναχος και πνευματικός», κατά τον χαρακτηρισμό του κ. Μπούσια.
Ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι ο γέροντας υπήρξε μια χαρισματική φυσιογνωμία του 20ού αιώνα: «Επεδείκνυε απαράμιλλο ήθος, ορθόδοξο φρόνημα και βιωμένο παράδειγμα σε όλη την ιερατική δια-
κονία ως την οσιακή κοίμησή του στις 13 Μαρτίου του 1991».
Γεννήθηκε το 1908 στο χωριό Μουταλάσκη της αγιοτόκου Καππαδοκίας, το οποίο, όπως αναφέρει ο μακαριστός γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης στο βιβλίο του «Μέγα Γεροντικό Εναρέτων Αγιορειτών του 20ού αιώνος» (Τόμος Γ΄), ήταν και το χωριό του Οσίου Σάββα του Ηγιασμένου. Το 1922 ήλθε στην Ελλάδα ως πρόσφυγας με τη μητέρα του και τις δύο αδελφές του, για να εγκατασταθούν αρχικά στην Κόρινθο και κατόπιν στη Θεσσαλονίκη, όπου ο κατά κόσμον Αθανάσιος Μιχαηλίδης εργάστηκε σε υποδηματοποιείο, για να εξασφαλίσει τον επιούσιο άρτο για τον ίδιον και τα μέλη της οικογενείας του, για να μπορεί να επαναλαμβάνει, όπως θα υπογραμμίσει χαρακτηριστικά ο κ. Χαράλαμπος Μπούσιας, το αποστολικό «ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσιν μετ' ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται» (Πράξ. κ΄ 34).
Η ΚΟΥΡΑ ΤΟΥ
Το 1930 πήγε στο Αγιον Ορος, όπου εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος, ενώ σπούδασε στην Αθωνιάδα Σχολή. Το 1940 χειροτονήθηκε διά-
κονος, ανήμερα μάλιστα την εορτή του Αγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, κατά την πανήγυρη της Μονής Ξενοφώντος, στην οποίαν επρόκειτο να παραμείνει άλλα 10 χρόνια. Οταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή Αθηνών, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το 1947 από τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο
(† 1961) και διετέλεσε πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας. Οπως λέει ο γέροντας Μωυσής στο βιβλίο του: «Μία εικοσαετία στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα διακρίθηκε ως ο πλέον φιλακόλουθος ιερεύς, άριστος εξομολόγος, αναπαύοντας πλήθη πιστών, ελεήμων, ανάργυρος και ευπροσήγορος».
ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΗΣ
Ο κ. Μπούσιας τονίζει: «Εδώ, στην Καλαμάτα, επί μια εικοσαετία διακρίθηκε ως ο πλέον φιλακόλουθος ιερέας, απλανής πνευματικός καθοδηγητής, πατέρας φιλόστοργος, ευσυμπάθητος, ελεήμων, αφιλάργυρος, με κενωτική αγάπη που ανέπαυε όλο το χριστεπώνυμο πλήρωμα... Εδώ επρόκειτο να γνωριστεί με τους μεγάλους σύγχρονους πατέρες Ιωήλ Γιαννακόπουλο και Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο, τον σημερινό Μητροπολίτη Σπάρτης Ευστάθιο και τον μακαριστό Μητροπολίτη Πρεβέζης Μελέτιο».
ΕΥΑΓΗ ΙΔΡΥΜΑΤΑ
«Αργότερα διετέλεσε Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης και προϊστάμενος μεγάλων ενοριακών ναών των Αθηνών, ενώ μετά τη συνταξιοδότησή του αποσύρθηκε στην Ιερά Μονή Καλαμίου Αργολίδος, όπου διετέλεσε πνευματικός της αδελφότητος».
Συνεχίζοντας, ο κ. Μπούσιας αναφέρει: «Ουδέποτε επεδίωκε να αποκτήσει χρήματα. Ο,τι του έδινε η αγάπη του κόσμου, που έβλεπε την ανιδιοτέλειά του, εκείνος το μοίραζε σε όσους είχαν ανάγκη, σε φτωχούς φοιτητές και σε ίδρυση ευαγών οίκων για την ανακούφιση νέων και γερόντων, έχοντας ενστερνιστεί τη ρήση του πατριώτη του Μεγάλου Βασιλείου “το γήρας περικράτησον, την νεότητα στήριξον”. Γηροκομείο στον Πειραιά, στέγη φοιτητών στα Πατήσια και η Μονή Καλαμίου στην Επίδαυρο είναι μερικά από τα ευαγή ιδρύματα του γέροντα».
Ο κ. Μπούσιας σημειώνει: «Ο π. Αγαθάγγελος, ως Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης, επέδειξε τη μεγάλη πνευματική του κατάρτιση και την ακεραιότητα στην τήρηση των ιερών ακολουθιών, στις οποίες ήταν πάντοτε παρών και προσευχόμενος.
Μετά δύο έτη παραιτήθηκε από το αξίωμα του Ηγουμένου, για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στο πνευματικό έργο της καθοδήγησης ψυχών. Οταν συνταξιοδοτήθηκε, αρχικά παρέμεινε στο Γουδί, φιλοξενούμενος και διακονούμενος από τη δασκάλα Ιωάννα Μαρκοπούλου, μιαν ευλαβέστατη ψυχή, η οποία, κατά τη συνήθεια του γέροντα, είχε πάντοτε ανοικτή την πόρτα του διαμερίσματός της για κάθε πνευματικό παιδί του γέροντα».
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Νικοπόλεως Μελέτιος, που τον γνώριζε καλά, γράφει σε σχετικό πόνημά του: «Ο π. Αγαθάγγελος διακρινόταν για την παιδική του απλότητα, την ταπείνωση, την αφάνεια και προ πάντων για τη γνήσια και ειλικρινή αγάπη του προς τον συνάνθρωπο και μάλιστα τον πονεμένο. Ηταν αληθινός ποιμένας και στοργικός πατέρας».
ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΠΟΙΜΗΝ
Αυτές τις αρετές επιβεβαιώνει και ο Χ. Μπούσιας «ως πνευματικό του τέκνο για μεγάλο χρονικό διάστημα», όπως λέει.
Τοπική εφημερίδα της Μεσσηνίας έγραφε γι’ αυτόν: «Ποίος εκτύπησε την θύραν του κελλίου του και δεν του άνοιξε; Ποίος εζήτησε την βοήθειάν του και του την ηρνήθη; Ποίος του υπέδειξε πάσχοντας και ενδεείς και δεν έσπευσε να έλθη αρωγός; Ποίος τέλος κατέφυγε σ' αυτόν δι’ οιονδήποτε θέμα του -πνευματικόν, οικογενειακόν, οικονομικόν κ.ά.- και δεν εύρε παραμυθίαν και συμπαράστασιν στοργικήν και πατρικήν;»
«Ηταν καλός και αγαθός άγγελος. Ηξερε πότε να στρίψει το τιμόνι, όπως και ο έμπειρος καπετάνιος»
Ο κ. Μπούσιας τονίζει χαρακτηριστικά: «Είχε μια μοναδική χάρη ο γέροντας Αγαθάγγελος. Να ελκύει και να αναπαύει ψυχές, να γίνεται ο καλός, ο αγαθός τους άγγελος... Δεν υπήρχε περίπτωση να τον προσεγγίσει κάποιος και να έφευγε απαρηγόρητος, απογοητευμένος, λυπημένος, αδικαίωτος. Η καθαρή του καρδιά, η απλοϊκότητα, η προσευχητική διάθεση και η αγάπη του προς τον Χριστό μετέδιδαν πάντοτε χαρά και αγαλλίαση σε όσους προσέφευγαν στο πετραχήλι του. Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού ο γέροντας ήταν κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος και εξωτερίκευε τις δωρεές Του: χαράν, ειρήνην, μακροθυμίαν, πραότητα (Γαλ. Ε΄ 22)».
ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥΣΕ ΚΛΙΝΗΡΗΣ
Αρρωστος, κλινήρης κάποτε, με 39-40 βαθμούς πυρετό, δεν εγκατέλειπε την εξομολόγηση. Μάταια κάποιος κληρικός φίλος του προσπαθούσε να τον πείσει να σταματήσει, αφού η κατάσταση της υγείας του δεν του το επέτρεπε. Μάλιστα, παρότρυνε τον κόσμο να φύγει. «Για όνομα του Θεού, ψήνεται στον πυρετό!» τους έλεγε. Μόνο μια γυναίκα επέμενε να τον δει, την οποίαν και δέχθηκε ο γέροντας, παρά τις αντιρρήσεις του κληρικού φίλου του. Οταν τελείωσε η εξομολόγηση, ο π. Αγαθάγγελος είπε στον άλλον κληρικό: «Αν δεν την άφηνες να έλθει να εξομολογηθεί, θα την έπαιρνες στον λαιμό σου. Πήγαινε κατευθείαν για αυτοκτονία».
Αξιοσημείωτη είναι και μια άλλη λεπτομέρεια που μας μεταφέρει ο Mέγας Yμνογράφος. «Ο γέροντας Αγαθάγγελος γνώριζε καλά την ακρίβεια της Εκκλησίας και ήταν ο ίδιος ακριβής στη συμπεριφορά του, εναρμονιζόμενος προς τους ιερούς κανόνες όπως μας παραδόθηκαν από τους Αγίους Πατέρες, χωρίς να παρεκκλίνει σε νεωτεριστικές διδασκαλίες. Ωστόσο, ήξερε να εφαρμόζει την οικονομία σαν φιλόστοργος πατέρας. Χωρίς επ’ ουδενί να θεωρεί ότι η ακρίβεια αντικαθίσταται από την οικονομία, τηρούσε την ακρίβεια των κανόνων του “Πηδαλίου” όπως ο έμπειρος καπετάνιος: Ηξερε πότε να στρίψει το τιμόνι και το χειριζόταν κατάλληλα, όταν αυτό έπρεπε να γίνει για τη σωτηρία ψυχών» λέει.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΜΕ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΑΙ Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΣΕ ΕΝΑ ΣΠΗΛΑΙΩΔΕΣ ΝΑΫΔΡΙΟ
Μάλιστα, διηγείται ένα χαριτωμένο περιστατικό: «Κάποτε ένας πιστός, που δεν είχε σχέση με την εξομολόγηση, πλησίασε τον τότε Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο Δασκαλάκη και πάνω στη συζήτηση του είπε ότι δεν εξομολογείται γιατί φοβάται τους κανόνες που επιβάλλουν οι πνευματικοί. Ο Μητροπολίτης χαμογέλασε και του είπε, δεν έχεις παρά να πας στο “αφετείο”! Εννοούσε βέβαια τον γέροντα Αγαθάγγελο, επί εικοσαετία πρωτοσύγκελο της Μητροπόλεως, ο οποίος εξομολογούσε πλήθος πιστών και όλους τους οικονομούσε, ώστε καμία ψυχή να μην πάει χαμένη. Ηταν, λέει, ο “πνευματικός της Καλαμάτας”, το “αφετείο” των ψυχών, ο γέροντας που παρείχε την άφεση των αμαρτιών με το διακριτικό χάρισμα του ενοικούντος σε αυτόν Παρακλήτου Πνεύματος. Ο άδολος, ανεπίληπτος, απλός, σεμνός, διακριτικός γέροντας με το απαράμιλλο ήθος, το ορθόδοξο φρόνημα και το βιωμένο παράδειγμα κοιμήθηκε τον ύπνο των δικαίων στις 13 Μαρτίου του 1991, του έτους κοιμήσεως του Οσίου Ιακώβου Τσαλίκη, του Οσίου Πορφυρίου και του υμνογράφου Γερασίμου Μικραγιαννανίτου».
ΜΟΝΗ ΚΑΛΑΜΙΟΥ
«Η εξόδιος ακολουθία του εψάλη στη Μονή Καλαμίου. Εκεί και ετάφη, σε ένα σπηλαιώδες ναΰδριο, που ανεγέρθη ειδικά για τον σκοπό αυτό. Ο γέροντας έγραφε στο ημερολόγιο του: «Ευχαριστώ τον Θεόν, τον Σωτήρα μου, διότι από νήπιο με έκαμε να αγαπώ μέχρι τρέλας το θυσιαστήριό Του, να θέλω να υπηρετώ Αυτόν και μόνον Αυτόν, και να επιθυμώ να εύρω την ευτυχία μου και την χαρά μου μόνο κοντά Του». Ο λόγιος και θεόσοφος γέροντας Ιωήλ Γιαννακόπουλος έλεγε περί αυτού: «Ο πατήρ Αγαθάγγελος είναι ό,τι λέει το όνομά του».
Θα τελειώσουμε αυτό το μικρό αφιέρωμα στον γέροντα Αγαθάγγελο Μιχαηλίδη δανειζόμενοι πάλι τα λόγια του μακαριστού π. Μωυσή από το προαναφερθέν πόνημά του: «Είχε πολύπλευρη προσφορά στην Εκκλησία του Χριστού, την οποία κόσμησε με το απαράμιλλο ήθος του και το βιωμένο του παράδειγμα. Τα πνευματικά του τέκνα δεν λησμονούν τη σεμνότητα, ταπεινότητα, απλότητα, διακριτικότητα και πνευματικότητά του, το ορθόδοξο ύφος και το λειτουργικό ήθος του».
Από την Εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια
Από τον Γιάννη Ζάννη
Ενα στιβαρό πνευματικό ανάστημα που, όπως υπογραμμίζει ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Χαράλαμπος Μπούσιας, δίκαια συγκαταλέγεται μεταξύ των αγιασμένων μορφών του τέλους του 20ού αιώνα είναι ο εκ Καππαδοκίας γέροντας Αγαθάγγελος Μιχαηλίδης, «ο απλός, θεόσοφος, προσηνής, αφιλοχρήματος, ταπεινός και χριστοφίλητος ιερομόναχος και πνευματικός», κατά τον χαρακτηρισμό του κ. Μπούσια.
Ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας επισημαίνει χαρακτηριστικά ότι ο γέροντας υπήρξε μια χαρισματική φυσιογνωμία του 20ού αιώνα: «Επεδείκνυε απαράμιλλο ήθος, ορθόδοξο φρόνημα και βιωμένο παράδειγμα σε όλη την ιερατική δια-
κονία ως την οσιακή κοίμησή του στις 13 Μαρτίου του 1991».
Γεννήθηκε το 1908 στο χωριό Μουταλάσκη της αγιοτόκου Καππαδοκίας, το οποίο, όπως αναφέρει ο μακαριστός γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης στο βιβλίο του «Μέγα Γεροντικό Εναρέτων Αγιορειτών του 20ού αιώνος» (Τόμος Γ΄), ήταν και το χωριό του Οσίου Σάββα του Ηγιασμένου. Το 1922 ήλθε στην Ελλάδα ως πρόσφυγας με τη μητέρα του και τις δύο αδελφές του, για να εγκατασταθούν αρχικά στην Κόρινθο και κατόπιν στη Θεσσαλονίκη, όπου ο κατά κόσμον Αθανάσιος Μιχαηλίδης εργάστηκε σε υποδηματοποιείο, για να εξασφαλίσει τον επιούσιο άρτο για τον ίδιον και τα μέλη της οικογενείας του, για να μπορεί να επαναλαμβάνει, όπως θα υπογραμμίσει χαρακτηριστικά ο κ. Χαράλαμπος Μπούσιας, το αποστολικό «ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσιν μετ' ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται» (Πράξ. κ΄ 34).
Η ΚΟΥΡΑ ΤΟΥ
Το 1930 πήγε στο Αγιον Ορος, όπου εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Ξενοφώντος, ενώ σπούδασε στην Αθωνιάδα Σχολή. Το 1940 χειροτονήθηκε διά-
κονος, ανήμερα μάλιστα την εορτή του Αγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, κατά την πανήγυρη της Μονής Ξενοφώντος, στην οποίαν επρόκειτο να παραμείνει άλλα 10 χρόνια. Οταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή Αθηνών, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το 1947 από τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο
(† 1961) και διετέλεσε πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας. Οπως λέει ο γέροντας Μωυσής στο βιβλίο του: «Μία εικοσαετία στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα διακρίθηκε ως ο πλέον φιλακόλουθος ιερεύς, άριστος εξομολόγος, αναπαύοντας πλήθη πιστών, ελεήμων, ανάργυρος και ευπροσήγορος».
ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΗΣ
Ο κ. Μπούσιας τονίζει: «Εδώ, στην Καλαμάτα, επί μια εικοσαετία διακρίθηκε ως ο πλέον φιλακόλουθος ιερέας, απλανής πνευματικός καθοδηγητής, πατέρας φιλόστοργος, ευσυμπάθητος, ελεήμων, αφιλάργυρος, με κενωτική αγάπη που ανέπαυε όλο το χριστεπώνυμο πλήρωμα... Εδώ επρόκειτο να γνωριστεί με τους μεγάλους σύγχρονους πατέρες Ιωήλ Γιαννακόπουλο και Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο, τον σημερινό Μητροπολίτη Σπάρτης Ευστάθιο και τον μακαριστό Μητροπολίτη Πρεβέζης Μελέτιο».
ΕΥΑΓΗ ΙΔΡΥΜΑΤΑ
«Αργότερα διετέλεσε Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης και προϊστάμενος μεγάλων ενοριακών ναών των Αθηνών, ενώ μετά τη συνταξιοδότησή του αποσύρθηκε στην Ιερά Μονή Καλαμίου Αργολίδος, όπου διετέλεσε πνευματικός της αδελφότητος».
Συνεχίζοντας, ο κ. Μπούσιας αναφέρει: «Ουδέποτε επεδίωκε να αποκτήσει χρήματα. Ο,τι του έδινε η αγάπη του κόσμου, που έβλεπε την ανιδιοτέλειά του, εκείνος το μοίραζε σε όσους είχαν ανάγκη, σε φτωχούς φοιτητές και σε ίδρυση ευαγών οίκων για την ανακούφιση νέων και γερόντων, έχοντας ενστερνιστεί τη ρήση του πατριώτη του Μεγάλου Βασιλείου “το γήρας περικράτησον, την νεότητα στήριξον”. Γηροκομείο στον Πειραιά, στέγη φοιτητών στα Πατήσια και η Μονή Καλαμίου στην Επίδαυρο είναι μερικά από τα ευαγή ιδρύματα του γέροντα».
Ο κ. Μπούσιας σημειώνει: «Ο π. Αγαθάγγελος, ως Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Πεντέλης, επέδειξε τη μεγάλη πνευματική του κατάρτιση και την ακεραιότητα στην τήρηση των ιερών ακολουθιών, στις οποίες ήταν πάντοτε παρών και προσευχόμενος.
Μετά δύο έτη παραιτήθηκε από το αξίωμα του Ηγουμένου, για να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στο πνευματικό έργο της καθοδήγησης ψυχών. Οταν συνταξιοδοτήθηκε, αρχικά παρέμεινε στο Γουδί, φιλοξενούμενος και διακονούμενος από τη δασκάλα Ιωάννα Μαρκοπούλου, μιαν ευλαβέστατη ψυχή, η οποία, κατά τη συνήθεια του γέροντα, είχε πάντοτε ανοικτή την πόρτα του διαμερίσματός της για κάθε πνευματικό παιδί του γέροντα».
Ο μακαριστός Μητροπολίτης Νικοπόλεως Μελέτιος, που τον γνώριζε καλά, γράφει σε σχετικό πόνημά του: «Ο π. Αγαθάγγελος διακρινόταν για την παιδική του απλότητα, την ταπείνωση, την αφάνεια και προ πάντων για τη γνήσια και ειλικρινή αγάπη του προς τον συνάνθρωπο και μάλιστα τον πονεμένο. Ηταν αληθινός ποιμένας και στοργικός πατέρας».
ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΠΟΙΜΗΝ
Αυτές τις αρετές επιβεβαιώνει και ο Χ. Μπούσιας «ως πνευματικό του τέκνο για μεγάλο χρονικό διάστημα», όπως λέει.
Τοπική εφημερίδα της Μεσσηνίας έγραφε γι’ αυτόν: «Ποίος εκτύπησε την θύραν του κελλίου του και δεν του άνοιξε; Ποίος εζήτησε την βοήθειάν του και του την ηρνήθη; Ποίος του υπέδειξε πάσχοντας και ενδεείς και δεν έσπευσε να έλθη αρωγός; Ποίος τέλος κατέφυγε σ' αυτόν δι’ οιονδήποτε θέμα του -πνευματικόν, οικογενειακόν, οικονομικόν κ.ά.- και δεν εύρε παραμυθίαν και συμπαράστασιν στοργικήν και πατρικήν;»
«Ηταν καλός και αγαθός άγγελος. Ηξερε πότε να στρίψει το τιμόνι, όπως και ο έμπειρος καπετάνιος»
Ο κ. Μπούσιας τονίζει χαρακτηριστικά: «Είχε μια μοναδική χάρη ο γέροντας Αγαθάγγελος. Να ελκύει και να αναπαύει ψυχές, να γίνεται ο καλός, ο αγαθός τους άγγελος... Δεν υπήρχε περίπτωση να τον προσεγγίσει κάποιος και να έφευγε απαρηγόρητος, απογοητευμένος, λυπημένος, αδικαίωτος. Η καθαρή του καρδιά, η απλοϊκότητα, η προσευχητική διάθεση και η αγάπη του προς τον Χριστό μετέδιδαν πάντοτε χαρά και αγαλλίαση σε όσους προσέφευγαν στο πετραχήλι του. Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού ο γέροντας ήταν κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος και εξωτερίκευε τις δωρεές Του: χαράν, ειρήνην, μακροθυμίαν, πραότητα (Γαλ. Ε΄ 22)».
ΕΞΟΜΟΛΟΓΟΥΣΕ ΚΛΙΝΗΡΗΣ
Αρρωστος, κλινήρης κάποτε, με 39-40 βαθμούς πυρετό, δεν εγκατέλειπε την εξομολόγηση. Μάταια κάποιος κληρικός φίλος του προσπαθούσε να τον πείσει να σταματήσει, αφού η κατάσταση της υγείας του δεν του το επέτρεπε. Μάλιστα, παρότρυνε τον κόσμο να φύγει. «Για όνομα του Θεού, ψήνεται στον πυρετό!» τους έλεγε. Μόνο μια γυναίκα επέμενε να τον δει, την οποίαν και δέχθηκε ο γέροντας, παρά τις αντιρρήσεις του κληρικού φίλου του. Οταν τελείωσε η εξομολόγηση, ο π. Αγαθάγγελος είπε στον άλλον κληρικό: «Αν δεν την άφηνες να έλθει να εξομολογηθεί, θα την έπαιρνες στον λαιμό σου. Πήγαινε κατευθείαν για αυτοκτονία».
Αξιοσημείωτη είναι και μια άλλη λεπτομέρεια που μας μεταφέρει ο Mέγας Yμνογράφος. «Ο γέροντας Αγαθάγγελος γνώριζε καλά την ακρίβεια της Εκκλησίας και ήταν ο ίδιος ακριβής στη συμπεριφορά του, εναρμονιζόμενος προς τους ιερούς κανόνες όπως μας παραδόθηκαν από τους Αγίους Πατέρες, χωρίς να παρεκκλίνει σε νεωτεριστικές διδασκαλίες. Ωστόσο, ήξερε να εφαρμόζει την οικονομία σαν φιλόστοργος πατέρας. Χωρίς επ’ ουδενί να θεωρεί ότι η ακρίβεια αντικαθίσταται από την οικονομία, τηρούσε την ακρίβεια των κανόνων του “Πηδαλίου” όπως ο έμπειρος καπετάνιος: Ηξερε πότε να στρίψει το τιμόνι και το χειριζόταν κατάλληλα, όταν αυτό έπρεπε να γίνει για τη σωτηρία ψυχών» λέει.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΜΕ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΑΙ Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΣΕ ΕΝΑ ΣΠΗΛΑΙΩΔΕΣ ΝΑΫΔΡΙΟ
Μάλιστα, διηγείται ένα χαριτωμένο περιστατικό: «Κάποτε ένας πιστός, που δεν είχε σχέση με την εξομολόγηση, πλησίασε τον τότε Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομο Δασκαλάκη και πάνω στη συζήτηση του είπε ότι δεν εξομολογείται γιατί φοβάται τους κανόνες που επιβάλλουν οι πνευματικοί. Ο Μητροπολίτης χαμογέλασε και του είπε, δεν έχεις παρά να πας στο “αφετείο”! Εννοούσε βέβαια τον γέροντα Αγαθάγγελο, επί εικοσαετία πρωτοσύγκελο της Μητροπόλεως, ο οποίος εξομολογούσε πλήθος πιστών και όλους τους οικονομούσε, ώστε καμία ψυχή να μην πάει χαμένη. Ηταν, λέει, ο “πνευματικός της Καλαμάτας”, το “αφετείο” των ψυχών, ο γέροντας που παρείχε την άφεση των αμαρτιών με το διακριτικό χάρισμα του ενοικούντος σε αυτόν Παρακλήτου Πνεύματος. Ο άδολος, ανεπίληπτος, απλός, σεμνός, διακριτικός γέροντας με το απαράμιλλο ήθος, το ορθόδοξο φρόνημα και το βιωμένο παράδειγμα κοιμήθηκε τον ύπνο των δικαίων στις 13 Μαρτίου του 1991, του έτους κοιμήσεως του Οσίου Ιακώβου Τσαλίκη, του Οσίου Πορφυρίου και του υμνογράφου Γερασίμου Μικραγιαννανίτου».
ΜΟΝΗ ΚΑΛΑΜΙΟΥ
«Η εξόδιος ακολουθία του εψάλη στη Μονή Καλαμίου. Εκεί και ετάφη, σε ένα σπηλαιώδες ναΰδριο, που ανεγέρθη ειδικά για τον σκοπό αυτό. Ο γέροντας έγραφε στο ημερολόγιο του: «Ευχαριστώ τον Θεόν, τον Σωτήρα μου, διότι από νήπιο με έκαμε να αγαπώ μέχρι τρέλας το θυσιαστήριό Του, να θέλω να υπηρετώ Αυτόν και μόνον Αυτόν, και να επιθυμώ να εύρω την ευτυχία μου και την χαρά μου μόνο κοντά Του». Ο λόγιος και θεόσοφος γέροντας Ιωήλ Γιαννακόπουλος έλεγε περί αυτού: «Ο πατήρ Αγαθάγγελος είναι ό,τι λέει το όνομά του».
Θα τελειώσουμε αυτό το μικρό αφιέρωμα στον γέροντα Αγαθάγγελο Μιχαηλίδη δανειζόμενοι πάλι τα λόγια του μακαριστού π. Μωυσή από το προαναφερθέν πόνημά του: «Είχε πολύπλευρη προσφορά στην Εκκλησία του Χριστού, την οποία κόσμησε με το απαράμιλλο ήθος του και το βιωμένο του παράδειγμα. Τα πνευματικά του τέκνα δεν λησμονούν τη σεμνότητα, ταπεινότητα, απλότητα, διακριτικότητα και πνευματικότητά του, το ορθόδοξο ύφος και το λειτουργικό ήθος του».
Από την Εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου