Όλοι μας σε δύσκολες καταστάσεις στη ζωή μας είτε δεχθήκαμε συμβουλές είτε επιχειρήσαμε εμείς οι ίδιοι να δώσουμε. Με τη συμβουλή μας επιθυμούμε να βοηθήσουμε τον άνθρωπο που βρίσκεται σε μία στενάχωρη κατάσταση να απεγκλωβιστεί από το πρόβλημά του και να βρει έναν τρόπο να το αντιμετωπίσει.
Φυσικά, υπάρχουν και άνθρωποι που δεν ενδιαφέρονται απόλυτα για εμάς, αλλά εκμεταλλευόμενοι την ευκαιρία, προσπαθούν να το παίξουν έξυπνοι ή σοφοί ή οτιδήποτε άλλο- δεν ενδιαφέρονται, ούτε λυπούνται όλοι πραγματικά για εμάς, αυτό είναι μία δυσάρεστη αλήθεια.
Πόσο, όμως, καλό είναι να δίνουμε συμβουλές; Τις έχει πραγματικά τόσο μεγάλη ανάγκη το άτομο που εκείνη τη στιγμή βιώνει ένα σημαντικό για εκείνον πρόβλημα; Μήπως τελικά βλάπτουμε περισσότερο τον άλλον, τον καθοδηγούμε λάθος ή τελικά δεν είμαστε απόλυτα εξειδικευμένοι στα πάντα ώστε να καθοδηγούμε;

Η ανάπτυξη της ενσυναίσθησης είναι δύσκολη διαδικασία

Δεν είναι απορίας άξιο πώς οι άνθρωποι πάντα έχουν συμβουλές και γνωρίζουν πώς να επιλύσουν τα προβλήματα των άλλων, αλλά, όταν βιώνουν και εκείνοι τα δικά τους, αισθάνονται το ίδιο πελαγωμένοι και προβληματισμένοι; Και αυτό, διότι όσο και να προσπαθήσεις να φορέσεις τα παπούτσια του άλλου, δε θα μπορέσεις να αισθανθείς ποτέ απόλυτα αυτό που περνάει ο άλλος, διότι δεν το βιώνεις εσύ.
Η αλήθεια είναι πως ο άλλος δεν έχει ανάγκη εκείνη τη στιγμή να του δώσουμε συμβουλή, ούτε να του κουνήσουμε το δάχτυλο ως φωτεινοί παντογνώστες. Ο άνθρωπος που περνάει μία δύσκολη κατάσταση και αισθάνεται άσχημα, έρχεται κοντά μας ως μία πονεμένη ψυχή που προσπαθεί να ακούσει μία γλυκιά κουβέντα, μία ενθάρρυνση που θα του δώσει ξανά το έναυσμα να πιστέψει στο καλύτερο αύριο. Ο άνθρωπος που θλίβεται μπροστά μας εκείνη τη στιγμή έχει περισσότερη ανάγκη να του πεις «όλα θα πάνε καλά» και να τον αγκαλιάσεις από το να του αραδιάζεις συμβουλές για το πώς πρέπει να δράσει και να φερθεί. Αυτό είναι ένα λάθος που πράττουμε όλοι και, κυρίως, οι γονείς στα παιδιά τους. Βιάζονται να συμβουλεύσουν ή να ασκήσουν δριμεία κριτική στα πάντα, χωρίς όμως να ενστερνιστούν τον ψυχικό κόσμο του παιδιού τους. Οι άνθρωποι δεν έρχονται κοντά μας για συμβουλές, όταν υποφέρουν ή όταν μας μιλάνε για αυτό που βιώνουν; ;Eχουν απλώς ανάγκη να το βγάλουν από μέσα τους, ώστε να καταλαγιάσει μέσα τους, έστω και λίγο, ο μεγάλος ψυχικός πόνος. Οι άνθρωποι ακούμε, για να απαντήσουμε και όχι για να συναισθανθούμε.

Ας μη βιαζόμαστε να συμβουλέψουμε

Είναι καλό να μη βιαζόμαστε να δίνουμε συμβουλές για τα πάντα, ακόμα και για πράγματα ή καταστάσεις που δε γνωρίζουμε καλά και δεν άπτονται των πεδίων που γνωρίζουμε. Αν δούμε πως ο δικός μας άνθρωπος βιώνει ένα σημαντικό εσωτερικό και προσωπικό αδιέξοδο, είναι καλύτερο να τον ενθαρρύνουμε να μιλάει ανοιχτά για αυτό και να του πούμε πως για τη διαχείρισή του είναι καλύτερο να απευθυνθεί σε έναν ειδικό.

Αντί να συμβουλεύουμε, είναι προτιμότερο να «ακούμε»

Είναι επίσης μεγάλο λάθος να συγκρίνουμε διαρκώς την κατάσταση του δικού μας ανθρώπου με δικές μας και να του αναφέρουμε συνεχώς πώς εμείς είχαμε συμπεριφερθεί τότε ή τι κάναμε και το ξεπεράσαμε. Επειδή ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός, δεν πρέπει να θεωρούμε ότι ο άλλος αντιλαμβάνεται τα πάντα όπως εμείς. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε από το να δώσουμε κατεβατά με συμβουλές, είναι να αγκαλιάσουμε τον άλλον, να τον φιλήσουμε, να τον αφήσουμε να ξεσπάσει την εσωτερική του ένταση και να του πούμε ότι τον αγαπάμε και όλα στο τέλος θα πάνε καλύτερα.
Πηγή: Ίδρυμα Νεότητας και Οικογένειας Ι. Α. Α, www.e-psychology.gr