Ο Φώτης του αθέατου δρόμου
Φυλάω μέσα μου ένα κλάμα για σένα. Φουσκώνει σαν μεγάλο ποτάμι και δεν θέλω να το αφήσω να ξεσπάσει γιατί φοβάμαι την σύσταση του ύδατος που έχει πάρει από τα δικά σου συστατικά και δεν είμαι σίγουρη για το τί συμβαίνει όταν απελευθερωθεί στο περιβάλλον όλο αυτό που ήσουν εσύ. Κοίτα πόσο εύκολα λέω....."ήσουν" ενώ ο παρατατικός και ο αόριστος δεν υπήρξαν ποτέ οι χρόνοι σου! Εσύ υπήρξες ο ενεστώς που λατρέψαμε και το μέλλον που ελπίσαμε γιατί έτσι είναι πάντα αυτοί που απλώνουν το χαμόγελό τους προστατευτικό δίχτυ κάτω από το σάλτο μορτάλε της πόλης, των ανθρώπων και των καιρών. Ο Φώτης μας.......
Περπατούσες στις οδούς και προετοίμαζες τρίβους λησμονημένης δικαιοσύνης, ευλογούσες τον κόσμο και γινόμασταν εκόντες-άκοντες προσευχόμενοι, υπήρχες και δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι είχαμε προσελκύσει το έλεος του Κυρίου, μας χαιρετούσες και τα παιχνιδάκια των παιδικών μας χρόνων στοιχίζονταν πίσω από τις "καλημέρες σου", κάτω από τα γένια σου ή ακολουθούσαν τα βήματα των τρύπιων παπουτσιών σου. Δεν καταλάβαμε ποτέ με ακρίβεια αν εσύ έκανες πρόβα αγιοσύνης ή εμείς πρόβα συνύπαρξης με αγίους αλλά εκείνο που νιώσαμε, βιώσαμε και μαρτυρούμε είναι πως από χθες τα ξημερώματα που σε πήραν οι άγγελοι λιγόστεψε τραγικά η αθωότητα στην πόλη. Επίσης πως χωρίς εσένα τα παραμύθια μας είναι λιγότερο φωτεινά, στα γέλια μας κρέμονται πια μικρές μαύρες κορδέλες σαν τα πένθη που παλιά φορούσαν οι άντρες στα πουκάμισά τους και τα χιόνια που περιμένουμε αυτόν τον χειμώνα θα έχουν μια μεγάλη κόκκινη γραμμή στο κέντρο σαν αίμα που σου ανήκε (ως είδος πορείας) εν ζωή ή σαν έρωτας τώρα που συναντάς τον Θεό. Φυλάω μέσα μου για σένα ένα κλάμα, ένα μικρό λιβάνι και μια φωτιά για να ανάψω το λιβάνι. Ωσαύτως δε, ένα κερί και την καρδιά μου για νάχω λόγο ν'αφήσω ελεύθερο το κλάμα νάρθει να σβήσει την καρδιά δηλαδή, η οποία έχει στριμωχτεί δίπλα στο κερί και καίγεται παλεύοντας να σε δει στο φως του εσπερινού. Ανοήτως, βεβαίως, καθώς εσύ ανεβαίνεις ήδη και σε λούζει το ανέσπερον, δηλαδή το δικό Του Φως ...
πηγή
Ξεφύτρωσε στους δρόμους της πόλης μας [Βόλου] ξαφνικά και σχεδόν από το πουθενά, στην δεκαετία του'80.
Ένας λεπτός, ψηλός άντρας απροσδιορίστου ηλικίας, (πριν λίγο καιρό έμαθα ότι είναι στα 82 του πλέον αλλά καθόλου δεν του φαίνεται) που φορούσε, χειμώνα - καλοκαίρι, το ίδιο χακί μπουφάν, έμοιαζε βρώμικος και είχε μακριά μαλλιά.
Κυκλοφορούσε στο κέντρο της πόλης, μοίραζε λουλούδια στις γυναίκες (και μοιράζει ακόμη), έλεγε διάφορα ακατανόητα και κάποιες φορές μιλούσε για αγάπη και για Θεό.
Δεν ήξερε κανείς να πει από πού κρατούσε η σκούφια του.
Τότε ήμουν στα ντουζένια της δημοσιογραφικής μου πορείας και είχα το περιοδικό "Ώρες".
Έστειλα -θυμάμαι- έναν συνάδελφο να του πάρει συνέντευξη και βγήκε ένα πολύ όμορφο κομμάτι, όπου όμως ο Φώτης, παρεκτός των φιλοσοφημένων θέσεών του, που βασίζονταν στο "αγαπάτε αλλήλους", δεν μας είχε διαφωτίσει σχετικά με την καταγωγή του. Ωστόσο το περιοδικό είχε μόλις κερδίσει έναν ιδιότυπο διαφημιστή, καθώς αυτός ο παράξενος άνθρωπος φώναζε στους δρόμους "Ώρες... να διαβάζετε τις Ώρες, φιλάκια στις Ώρες".
Η μόνη πληροφορία που αποκτήσαμε από κείνη την συνέντευξη ήταν πως έμενε σε μια σπηλιά, στον λόφο της Γορίτσας (περιοχή αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, στην άκρη της πόλης).
Όσο περνούσαν τα χρόνια, τόσο ο Φώτης γινόταν κάτι σαν εκ των ων ουκ άνευ της πόλης.
Τον γνώριζαν όλοι πια, έμπαινε στα καταστήματα, έλεγε "καλημέρα" και ευχές, άφηνε ένα κέρμα για το καλό και φεύγοντας έλεγε "Να αγαπάτε. Ακούτε; Μόνο αγάπη."
Οι άνθρωποι άρχισαν ολοένα και λιγότερο να τον θεωρούν μουρλό.
Μετά σταμάτησαν να τον λένε και παράξενο.
Ήταν και είναι απλά ο Φώτης, κάτι σαν ξωτικό, σαν δια κάτι σαλός (μερικοί λένε πως δια τον έρωτα γυναικός παρεφρόνησε αλλά εμένα μου μοιάζει σαν πολύ στα καλά του).
Μια εποχή τον βρήκα να μένει κάτω από το σκέπαστρο ενός ξωκκλησιού στην Πορταριά. Μου είπαν πως τούτο το ενδιαίτημα τον φιλοξένησε για καναδυό χρόνια.
Ο ναίσκος είναι των Ταξιαρχών -δεν ορκίζομαι ότι είχε παρτίδες με τους Αρχαγγέλους-.
Όμως το ξανασκέφτηκα όταν τον συνάντησα -ανήμερα της γιορτής των Αγγέλων- και μου είπε πως στους δρόμους της πατρίδας μας κυκλοφορούν εκατομμύρια άγγελοι. (Το αναφέρω στο δημοσίευμά μου "Εκατομμύρια άγγελοι".....).
Ο τωρινός τόπος διαμονής του είναι έξω από την πόλη, σε ένα παράπηγμα μέσα στο κτήμα κάποιου, στην περιοχή Κογιάτικα (μετά τον οικισμό Φυτόκο).
Με τον καιρό, το μόνο που άλλαξε είναι ότι δεν φορά πια εκείνο το χακί μπουφάν, "πλούτισε" και ό,τι του δίνουν το δίνει ελεημοσύνη, μιλάει περισσότερο -λέγοντας πάντα όμως ό,τι γουστάρει και μόνον, το ύφος του προσδιορίζεται πλέον ως ενός αγαπημένου ανθρώπου και αυτές τις μέρες ρυθμίζει την κυκλοφορία, σε μια διασταύρωση πίσω από τον μητροπολιτικό ναό.
Είναι δίπλα το γραφείο μου και τον άκουσα ένα μεσημέρι να φωνάζει: "Μπορείς, μπορείς, πάτα γκάζι, φύγε. Ευχαριστώ. Καλά Χριστούγεννα. Ευλόγησον. Ευλόγησον."
Βγήκα στο μπαλκόνι και τον είδα να σταματά αυτοκίνητα για να περάσουν άλλα και είδα τους οδηγούς όλους χαμογελαστούς (πρώτη φορά είδα τόσους ανθρώπους μαζεμένους, να χαμογελούν αλλά και να υπακούν σε παραγγέλματα).
Ανάμεσα στις κουβέντες που έχουμε ακούσει απ' αυτόν είναι πως δεν του λείπει τίποτε, πως ο άνθρωπος αν αγαπά είναι πλήρης, πως για να ζήσουμε, θέλουμε μόνο τον Θεό. Δεν κάνει διδασκαλία. Περπατάει στους δρόμους και μονολογεί, σαν να είναι μόνο αυτός και ο εαυτός του. Ξέρει ότι τον ακούμε και μεις αλλά δεν δείχνει να τον ενδιαφέρει. Μοιάζει σαν να εκτελεί κάποιο καθήκον...Κήρυκος ίσως, σε μια πόλη ανθρώπων με κουρασμένες ακοές που μόνο το αλλόκοτο και μη συμβατικό, μπορεί να κάνει το ους τους ευήκοον....
Καμιά φορά λέει "γεια σου ομορφούλα, να χαίρεσαι την ομορφιά σου" και ξαναθυμόμαστε τα αγόρια που σφύριζαν κάτω από αρχαία παράθυρα, άλλοτε πάλι το ακούμε σαν "Χαίρε κεχαριτωμένη" που δεν μας ανήκει αλλά πιστοποιεί την χαμένη ομορφιά της καθαυτής γυναικός (που διασώθηκε μετά την Εύα).
Όπως και νάχει, ο Φώτης δεν ορίζεται, δεν χαρακτηρίζεται, δεν ανήκει, δεν υπόκειται, δεν περιορίζεται.
Μόνη εξαίρεση, ένα απόγευμα που τον είδα να κάθεται μαζεμένος και αμίλητος στα σκοτάδια του ναού, μετά τον εσπερινό. Κοίταζε την Πλατυτέρα συνέχεια και δεν έδινε σημασία στον κόσμο που μπαινόβγαινε για ένα κεράκι. Όταν είδε τον ιερέα σηκώθηκε, είπε "την ευχή σου πάτερ" και έκανε μία υπόκλιση.
Βρήκα την ευκαιρία και του είπα "καλησπέρα Φώτη" και κείνος μόνο κούνησε το κεφάλι προς τα κάτω και αυτό ήταν όλο. Μετά ξαναγύρισε στην θέαση της Πλατυτέρας.
Εγώ έφυγα, ο Φώτης έμεινε. Πού ακριβώς και με ποιούς έμεινε, Κύριος οίδε...
Η φτώχεια σαν... επιλογή...
Το ήθος που χάνεται
Προχθές το μεσημέρι ήταν... Γύριζα στο σπίτι μου μετά από μια μέρα δουλειάς,με το αυτοκίνητο γεμάτο παιδιά και το κεφάλι μου γεμάτο μέριμνες,προβλήματα και πονοκέφαλο...Είχα βγει από την πόλη και κοντά στα πρώτα χωράφια είδα από μακριά μια γνώριμη φιγούρα...Πριν φτάσουμε,ένα χαμογελαστό πρόσωπο μας χαιρετούσε... Ο Φώτης... Για το Φώτη σας έχω μιλήσει και σε προηγούμενη ανάρτηση... Για την απλότητα και την ταπεινότητά του... Προχθές όμως κι άλλη μια βεβαιότητα απέκτησα γι' αυτόν... Αυτή της ανατρεπτικότητας της ζωής του...
Έψαξα στο αυτοκίνητο να βρω κάτι να του δώσω σαν ανταπόδοση της καλοσύνης του (όχι τόσο για τα λεφτά όσο από αγάπη και ευγνωμοσύνη για τις συμβουλές που κάθε φορά μου δίνει) και βρήκα μόνο ένα μικρό σακουλάκι με στραγάλια και σταφίδες... Του το πρόσφερα... Πήρε δυο σταφίδες και αρνήθηκε να πάρει το σακουλάκι..."Θα περπατήσω και θα με βαραίνει" μου είπε...
Κίνησε να φύγει... Μια φιγούρα ξερακιανή, λίγο σκυφτή από τα χρόνια, αλλά
ανάλαφρη, σα να πετούσε... Καθόμουν και τον παρακολουθούσα, με τη
βεβαιότητα πως είχα το προνόμιο να παρακολουθώ τον πιο ελεύθερο άνθρωπο
της γης και ταυτόχρονα τον πιο ανατρεπτικό... Χωρίς τίποτα στα χέρια
του, μόνο μια χούφτα κέρματα για να τα μοιράσει...
Δεν το βλέπω από την πλευρά της αγιότητας - που σίγουρα θα μπορούσα να
το
δω κι έτσι... Σκεφτόμουν καθώς τον έβλεπα να απομακρύνεται τις τόσες
επαναστάσεις που έχουν γίνει στα πλαίσια της ταξικής πάλης για την
διεκδίκηση ενός κόσμου δικαίου, από ανθρώπους ιδεολόγους (έχω πολλούς
τέτοιους φίλους), το αίμα που έχει χυθεί, τη βία για μικρές κατακτήσεις,
τους τόνους από μελάνι για την περιγραφή τρόπων ανατροπής της
καθεστηκυίας τάξης και την εγκαθίδρυση συστημάτων δικαιότερων τα
οποία -κατά κανόνα- ανατρέπονται στην πράξη....
Όμως πουθενά στον κόσμο οι τόσοι άνθρωποι δεν κατάφεραν να κάνουν την
επανάσταση πράξη όπως ο Φώτης, που έχει... επιλέξει τη φτώχεια...
Δεν υπάρχει ανατρεπτικότερη πράξη από το να επιλέγεις να μοιράζεις λεφτά τα οποία εσύ -σύμφωνα με την κρατούσα άποψη- χρειάζεσαι περισσότερο από αυτούς στους οποίους τα δίνεις... ["Ν": αυτό ακριβώς είναι το πνεύμα των ορθόδοξων ασκητών, που, αφού έχουν το Χριστό, δε χρειάζονται τίποτ' άλλο]. Ούτε επαναστατικότερη από το να μην ανέχεσαι ούτε λεπτό να σε βαραίνει κάτι που δεν σου είναι απολύτως απαραίτητο (ανάλογη αυτής του Διογένη του κυνικού φιλοσόφου, ο οποίος πέταξε το μόνο περιουσιακό του στοιχείο, την κούπα με την οποία έπινε νερό, όταν είδε κάποιον να πίνει νερό με τα χέρια του)...
Το σύστημα -έχω σιγουρευτεί πια- δεν μπορεί να νικηθεί από μέσα... Μπορεί μόνο να αχρηστευθεί αν κανείς δεν μπλεχτεί στα γρανάζια του... Γι αυτό μόνο οι άνθρωποι που καταφέρνουν να ζουν έξω από το σύστημα μπορούν να το νικήσουν... Οι υπόλοιποι το χρειαζόμαστε, γι' αυτό εύκολα μας εκβιάζει. Σκεφτείτε πόσο γρήγορα θα κατέρρεε ένα σύστημα καπιταλιστικό αν κανείς δεν χρειάζονταν και δεν αγόραζε τα κάθε λογής σκουπίδια που του πλασάρει. Αν όλοι αγόραζαν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, τα όντως απαραίτητα και όχι όσα μας φαίνονται απαραίτητα....
Κι αυτό αποδεικνύεται αν σκεφτεί κανείς σε τι μπορεί να επηρεάσει η
οικονομική κρίση έναν άνθρωπο σαν το Φώτη... Τρώει πολύ λίγο, σαν πουλάκι,
και ποτέ δεν συσσωρεύει την τροφή του σε ψυγεία, κελάρια και καταψύκτες
όπως οι περισσότεροι από εμάς... Γιατί ο άνθρωπος χρειάζεται λιγοστό
θρεπτικό φαγητό για να ζήσει και φυσικά καθόλου απαραίτητα δεν του είναι
τα κάθε λογής σκουπίδια που το σύστημα του πασάρει σαν -τάχα-
απαραίτητα για την κάλυψη των αναγκών του (λίγα χόρτα, μια φέτα ψωμί και
μια χούφτα ξηροί καρποί είναι -σύμφωνα με τους υγιεινιστές- μια πλήρης
τροφή)...
Αυτό -το ότι είναι λιτοδίαιτος- τον κάνει αδύνατο, ευκίνητο και υγιή, ώστε
να μη χρειάζεται τους γιατρούς και τα φάρμακα (όσα χρόνια τον ξέρω ποτέ
δεν τον είδα άρρωστο ή ανήμπορο από αρρώστια). Άλλη πονεμένη ιστορία αυτή
των γιατρών και των φαρμάκων. Στο σπίτι μου έχω κρατήσει από παλιά
λογαριασμό για τις αντιβιώσεις που οι γιατροί έχουν γράψει στα βιβλιάρια
των παιδιών μου όταν ήταν άρρωστα από ιώσεις (προληπτικά δικαιολογήθηκαν,
όταν τους ρώτησα γιατί δίνουν αντιβίωση στην ίωση) και που ποτέ δεν
χρειάστηκε να πάρουν... Από τα 4 παιδιά μου μόνο ο ένας γιος μου πήρε δύο
φορές αντιβίωση όταν είχε οστρακιά...
Το εμπόριο υγείας είναι μια ανήθικη και βλακώδης ιστορία... Έχω ακούσει
γιατρό να λέει πως σε λίγο θα δημιουργούν αρρώστους γιατί πλήθυναν πολύ
οι γιατροί και δεν έχουν αρκετούς πελάτες ώστε να γίνουν πλούσιοι... Στα
πλαίσια αυτά κάνουν ό,τι μπορούν για να συκοφαντήσουν σαν
κομπογιαννίτικες τις εναλλακτικές μορφές θεραπείας όπως αυτή της
Αφαρμάκου Ιατρικής (Υγιεινιστική) για λόγους ευνόητους (ποτέ δεν άκουσα από
συμβατικό γιατρό να μου μιλάει για την πανάκεια της θεραπευτικής -την
σταφυλοθεραπεία- και μόλις πριν δυο χρόνια έμαθα πως γιατρός του
Θεαγένειου Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης μίλησε σε φίλη καρκινοπαθή για την
αναγκαιότητα της σωστής διατροφής και διαβίωσης στον πόλεμο κατά του
καρκίνου)...
Η στέγη δεν ήταν ποτέ πρόβλημα για τον Φώτη αφού ένα μεγάλο μέρος της
ζωής του το πέρασε σε μια σπηλιά στην άκρη της πόλης, ενώ πάντα ζει σε
παλιά καλύβια που του παραχωρούν φίλοι του, από αυτά που οι υπόλοιποι δεν
καταδέχονται να έχουν σα μόνιμη κατοικία...
Το θέμα της στέγης των ανθρώπων είναι επίσης παρεξηγημένο... Ο άνθρωπος δεν χρειάζεται όλα αυτά τα μεγάλα σπίτια που διαθέτει... Στην πιο ακραία μορφή στέγασης ανήκουν οι Λάπωνες που "με το πέτσινο ρούχο τους και μια πέτσινη σακούλα που ρίχνουν πάνω από το κεφάλι και τους ώμους τους κοιμούνται πάνω στο χιόνι" (Χ. Ν. Θορώ, Ουώλντεν). Οι Ινδιάνοι ζούσαν σε σκηνές από ύφασμα ακόμη και στις δυσκολότερες συνθήκες ενώ άλλοι έφτιαχναν σπίτια με υλικά από τη φύση, όπως φλούδες δένδρων που τις έβγαζαν από τους κορμούς την εποχή που ανεβαίνει ο χυμός...
Αλλά ακόμη και στα δικά μας μέρη όλοι ξέρουμε τα πέτρινα σπιτάκια που
έφτιαχναν παλιά οι άνθρωποι, ζεστά και γερά, που το χειμώνα διέθεταν ένα
μικρό δωμάτιο -το "χειμωνιάτικο"- στο οποίο ζούσε όλη η οικογένεια μέχρι
να ανέβει η θερμοκρασία κοντά στο Μάη (στο πατρικό μας σπίτι στην Κρήτη
το δωμάτιο ήταν τόσο μικρό που ο πατέρας μου λέει πως μετά βίας χωρούσαν
μέσα τα έντεκα άτομα του σπιτιού,ενώ η γιαγιά μου διηγούνταν γελώντας
πως, όταν το βράδυ κοιμόντουσαν και ήθελε κανείς να αλλάξει πλευρό, έπρεπε
να ειδοποιήσει τους υπόλοιπους να κάνουν χώρο). Όλα τα υπόλοιπα...
δωμάτια και έπιπλα και έργα τέχνης και υπερβολές στην άνεση και την
πολυτέλεια δεν μπορούν σίγουρα να θεωρηθούν πρώτης ανάγκης και πρέπει
όλοι να σκεφτόμαστε ποια κενά (ψυχολογικής κυρίως φύσεως) μας καλύπτουν...
Αν πεις για ρούχα, ζήτημα είναι στη ζωή του ολόκληρη να έχει λιώσει τρεις αλλαξιές... Φοράει τα ίδια σχεδόν πάντα μέχρι να μην φοριούνται και μπαλωμένα... Η βιομηχανία της μόδας πόσο μπορεί να αντέξει σε μια φιλοσοφία και στάση ζωής σαν του Φώτη; Και δεν υπάρχει πιο άχρηστη επίπλαστη ανάγκη από αυτή της κατοχής ρούχων περισσότερων από αυτά που χρειάζεται κάποιος. Ούτε μεγαλύτερη ανοησία από το να θεωρείται το ρούχο ενδεικτικό της αξίας ενός ανθρώπου... Οι ιερείς και μοναχοί περνούν όλη τη ζωή τους ντυμένοι σε ένα ρούχο, το ράσο τους, κι αυτό καθόλου δεν τους κάνει κατώτερους ανθρώπους, αλλά το αντίθετο, ουσιαστικότερους...
Το θέμα της μετακίνησης που μας ταλαιπωρεί πολύ, τόσο με την εξασφάλιση
των απαραίτητων καυσίμων, όσο και με τη ρύπανση που προκαλεί, ο Φώτης το
έχει λύσει κόβοντας τον... Γόρδιο Δεσμό... Όπου θέλει να πάει πηγαίνει με
τα πόδια, αργά αλλά ανέξοδα... Τον έχω συναντήσει σε Μοναστήρι πάνω στο
βουνό που εγώ έκανα με το αυτοκίνητο μιάμιση ώρα να φτάσω... Ήταν εκεί
ήδη όταν έφτασα... Τον ρώτησα πώς τα κατάφερε και μου απάντησε πως έφυγε
λίγο νωρίτερα... Δεν έχει άλλωστε τίποτα να τον βιάζει... Επίσης έχει
αποδεχτεί το αυτονόητο, πως δηλαδή στον τόπο που γεννήθηκε θα ζήσει και
επομένως δεν υπάρχει άμεση ανάγκη για ταξίδια ανά τον κόσμο, στα οποία
έχουν επιδοθεί όλοι οι άνθρωποι τούτου του κόσμου. Τα ταξίδια του είναι
καθημερινά και οι αποστάσεις τους καθορίζονται από την αντοχή των ποδιών
του και μόνο...
Μπορώ να μιλάω ώρες ολόκληρες για τη δυνατότητα του ανθρώπου να ζήσει σε
επιλεγμένη φτώχεια (όχι ανέχεια) και για το πόσο
οικολογικό, ανθρώπινο, θεάρεστο και αναγκαίο είναι αυτό. Τι αίσθηση
ελευθερίας σου δίνει. Η ελευθερία μόνο ως τέτοια μπορεί να οριστεί... Μόνο
η αυτάρκεια που είναι σχεδόν συνώνυμη της φτώχειας μπορεί να μας
ελευθερώσει...
Όμως η εφαρμογή της θεωρίας είναι δύσκολη... Είναι για λίγους γενναίους που άφησαν τον εαυτό τους στα χέρια του Θεού, που δεν αγωνιούν για το αύριο, που δεν χρειάζονται την ασφάλεια γιατί ξέρουν πως αυτή είναι χίμαιρα, που θέλουν να ζουν σαν αετοί και δεν ανέχονται να είναι τρένα πάνω στις ράγες του κατεστημένου....
Ο Φώτης σε λίγο χάθηκε από τα μάτια μου... Έσυρα τα βαριά -από τις
αλυσίδες που συνειδητά κρέμασα πάνω τους- πόδια μου και ξεκίνησα προς
την αντίθετη κατεύθυνση. Ήξερα πως το λάθος μου είναι στην επιλογή... Στην
πραγματικότητα έχω επιλέξει τα δεσμά. Όχι,δεν με μελαγχόλησαν οι
σκέψεις αυτές... Αντίθετα με δυνάμωσαν... Ελπίζω να βρω το θάρρος να
πετάξω κι εγώ λίγες από τις αλυσίδες μου, να αλαφρώσω λιγάκι... ποτέ δεν
ξέρεις πότε θα βρεις τη δύναμη να δεις κατάματα την αλήθεια και να
αλλάξεις... Σήμερα έχω τα γενέθλιά μου και τη συνάντηση με το Φώτη τη
θεωρώ το καλύτερο δώρο.
Ο Φώτης μιλάει για την κρίση - Η κοινωνία του Βόλου μέσα από μια διαφορετική ματιά
Φυλάω μέσα μου ένα κλάμα για σένα. Φουσκώνει σαν μεγάλο ποτάμι και δεν θέλω να το αφήσω να ξεσπάσει γιατί φοβάμαι την σύσταση του ύδατος που έχει πάρει από τα δικά σου συστατικά και δεν είμαι σίγουρη για το τί συμβαίνει όταν απελευθερωθεί στο περιβάλλον όλο αυτό που ήσουν εσύ. Κοίτα πόσο εύκολα λέω....."ήσουν" ενώ ο παρατατικός και ο αόριστος δεν υπήρξαν ποτέ οι χρόνοι σου! Εσύ υπήρξες ο ενεστώς που λατρέψαμε και το μέλλον που ελπίσαμε γιατί έτσι είναι πάντα αυτοί που απλώνουν το χαμόγελό τους προστατευτικό δίχτυ κάτω από το σάλτο μορτάλε της πόλης, των ανθρώπων και των καιρών. Ο Φώτης μας.......
Περπατούσες στις οδούς και προετοίμαζες τρίβους λησμονημένης δικαιοσύνης, ευλογούσες τον κόσμο και γινόμασταν εκόντες-άκοντες προσευχόμενοι, υπήρχες και δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι είχαμε προσελκύσει το έλεος του Κυρίου, μας χαιρετούσες και τα παιχνιδάκια των παιδικών μας χρόνων στοιχίζονταν πίσω από τις "καλημέρες σου", κάτω από τα γένια σου ή ακολουθούσαν τα βήματα των τρύπιων παπουτσιών σου. Δεν καταλάβαμε ποτέ με ακρίβεια αν εσύ έκανες πρόβα αγιοσύνης ή εμείς πρόβα συνύπαρξης με αγίους αλλά εκείνο που νιώσαμε, βιώσαμε και μαρτυρούμε είναι πως από χθες τα ξημερώματα που σε πήραν οι άγγελοι λιγόστεψε τραγικά η αθωότητα στην πόλη. Επίσης πως χωρίς εσένα τα παραμύθια μας είναι λιγότερο φωτεινά, στα γέλια μας κρέμονται πια μικρές μαύρες κορδέλες σαν τα πένθη που παλιά φορούσαν οι άντρες στα πουκάμισά τους και τα χιόνια που περιμένουμε αυτόν τον χειμώνα θα έχουν μια μεγάλη κόκκινη γραμμή στο κέντρο σαν αίμα που σου ανήκε (ως είδος πορείας) εν ζωή ή σαν έρωτας τώρα που συναντάς τον Θεό. Φυλάω μέσα μου για σένα ένα κλάμα, ένα μικρό λιβάνι και μια φωτιά για να ανάψω το λιβάνι. Ωσαύτως δε, ένα κερί και την καρδιά μου για νάχω λόγο ν'αφήσω ελεύθερο το κλάμα νάρθει να σβήσει την καρδιά δηλαδή, η οποία έχει στριμωχτεί δίπλα στο κερί και καίγεται παλεύοντας να σε δει στο φως του εσπερινού. Ανοήτως, βεβαίως, καθώς εσύ ανεβαίνεις ήδη και σε λούζει το ανέσπερον, δηλαδή το δικό Του Φως ...
πηγή
Κείμενα για τον Φώτη:
Ξεφύτρωσε στους δρόμους της πόλης μας [Βόλου] ξαφνικά και σχεδόν από το πουθενά, στην δεκαετία του'80.
Ένας λεπτός, ψηλός άντρας απροσδιορίστου ηλικίας, (πριν λίγο καιρό έμαθα ότι είναι στα 82 του πλέον αλλά καθόλου δεν του φαίνεται) που φορούσε, χειμώνα - καλοκαίρι, το ίδιο χακί μπουφάν, έμοιαζε βρώμικος και είχε μακριά μαλλιά.
Κυκλοφορούσε στο κέντρο της πόλης, μοίραζε λουλούδια στις γυναίκες (και μοιράζει ακόμη), έλεγε διάφορα ακατανόητα και κάποιες φορές μιλούσε για αγάπη και για Θεό.
Δεν ήξερε κανείς να πει από πού κρατούσε η σκούφια του.
Τότε ήμουν στα ντουζένια της δημοσιογραφικής μου πορείας και είχα το περιοδικό "Ώρες".
Έστειλα -θυμάμαι- έναν συνάδελφο να του πάρει συνέντευξη και βγήκε ένα πολύ όμορφο κομμάτι, όπου όμως ο Φώτης, παρεκτός των φιλοσοφημένων θέσεών του, που βασίζονταν στο "αγαπάτε αλλήλους", δεν μας είχε διαφωτίσει σχετικά με την καταγωγή του. Ωστόσο το περιοδικό είχε μόλις κερδίσει έναν ιδιότυπο διαφημιστή, καθώς αυτός ο παράξενος άνθρωπος φώναζε στους δρόμους "Ώρες... να διαβάζετε τις Ώρες, φιλάκια στις Ώρες".
Η μόνη πληροφορία που αποκτήσαμε από κείνη την συνέντευξη ήταν πως έμενε σε μια σπηλιά, στον λόφο της Γορίτσας (περιοχή αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, στην άκρη της πόλης).
Όσο περνούσαν τα χρόνια, τόσο ο Φώτης γινόταν κάτι σαν εκ των ων ουκ άνευ της πόλης.
Τον γνώριζαν όλοι πια, έμπαινε στα καταστήματα, έλεγε "καλημέρα" και ευχές, άφηνε ένα κέρμα για το καλό και φεύγοντας έλεγε "Να αγαπάτε. Ακούτε; Μόνο αγάπη."
Οι άνθρωποι άρχισαν ολοένα και λιγότερο να τον θεωρούν μουρλό.
Μετά σταμάτησαν να τον λένε και παράξενο.
Ήταν και είναι απλά ο Φώτης, κάτι σαν ξωτικό, σαν δια κάτι σαλός (μερικοί λένε πως δια τον έρωτα γυναικός παρεφρόνησε αλλά εμένα μου μοιάζει σαν πολύ στα καλά του).
Μια εποχή τον βρήκα να μένει κάτω από το σκέπαστρο ενός ξωκκλησιού στην Πορταριά. Μου είπαν πως τούτο το ενδιαίτημα τον φιλοξένησε για καναδυό χρόνια.
Ο ναίσκος είναι των Ταξιαρχών -δεν ορκίζομαι ότι είχε παρτίδες με τους Αρχαγγέλους-.
Όμως το ξανασκέφτηκα όταν τον συνάντησα -ανήμερα της γιορτής των Αγγέλων- και μου είπε πως στους δρόμους της πατρίδας μας κυκλοφορούν εκατομμύρια άγγελοι. (Το αναφέρω στο δημοσίευμά μου "Εκατομμύρια άγγελοι".....).
Ο τωρινός τόπος διαμονής του είναι έξω από την πόλη, σε ένα παράπηγμα μέσα στο κτήμα κάποιου, στην περιοχή Κογιάτικα (μετά τον οικισμό Φυτόκο).
Με τον καιρό, το μόνο που άλλαξε είναι ότι δεν φορά πια εκείνο το χακί μπουφάν, "πλούτισε" και ό,τι του δίνουν το δίνει ελεημοσύνη, μιλάει περισσότερο -λέγοντας πάντα όμως ό,τι γουστάρει και μόνον, το ύφος του προσδιορίζεται πλέον ως ενός αγαπημένου ανθρώπου και αυτές τις μέρες ρυθμίζει την κυκλοφορία, σε μια διασταύρωση πίσω από τον μητροπολιτικό ναό.
Είναι δίπλα το γραφείο μου και τον άκουσα ένα μεσημέρι να φωνάζει: "Μπορείς, μπορείς, πάτα γκάζι, φύγε. Ευχαριστώ. Καλά Χριστούγεννα. Ευλόγησον. Ευλόγησον."
Βγήκα στο μπαλκόνι και τον είδα να σταματά αυτοκίνητα για να περάσουν άλλα και είδα τους οδηγούς όλους χαμογελαστούς (πρώτη φορά είδα τόσους ανθρώπους μαζεμένους, να χαμογελούν αλλά και να υπακούν σε παραγγέλματα).
Ανάμεσα στις κουβέντες που έχουμε ακούσει απ' αυτόν είναι πως δεν του λείπει τίποτε, πως ο άνθρωπος αν αγαπά είναι πλήρης, πως για να ζήσουμε, θέλουμε μόνο τον Θεό. Δεν κάνει διδασκαλία. Περπατάει στους δρόμους και μονολογεί, σαν να είναι μόνο αυτός και ο εαυτός του. Ξέρει ότι τον ακούμε και μεις αλλά δεν δείχνει να τον ενδιαφέρει. Μοιάζει σαν να εκτελεί κάποιο καθήκον...Κήρυκος ίσως, σε μια πόλη ανθρώπων με κουρασμένες ακοές που μόνο το αλλόκοτο και μη συμβατικό, μπορεί να κάνει το ους τους ευήκοον....
Καμιά φορά λέει "γεια σου ομορφούλα, να χαίρεσαι την ομορφιά σου" και ξαναθυμόμαστε τα αγόρια που σφύριζαν κάτω από αρχαία παράθυρα, άλλοτε πάλι το ακούμε σαν "Χαίρε κεχαριτωμένη" που δεν μας ανήκει αλλά πιστοποιεί την χαμένη ομορφιά της καθαυτής γυναικός (που διασώθηκε μετά την Εύα).
Όπως και νάχει, ο Φώτης δεν ορίζεται, δεν χαρακτηρίζεται, δεν ανήκει, δεν υπόκειται, δεν περιορίζεται.
Μόνη εξαίρεση, ένα απόγευμα που τον είδα να κάθεται μαζεμένος και αμίλητος στα σκοτάδια του ναού, μετά τον εσπερινό. Κοίταζε την Πλατυτέρα συνέχεια και δεν έδινε σημασία στον κόσμο που μπαινόβγαινε για ένα κεράκι. Όταν είδε τον ιερέα σηκώθηκε, είπε "την ευχή σου πάτερ" και έκανε μία υπόκλιση.
Βρήκα την ευκαιρία και του είπα "καλησπέρα Φώτη" και κείνος μόνο κούνησε το κεφάλι προς τα κάτω και αυτό ήταν όλο. Μετά ξαναγύρισε στην θέαση της Πλατυτέρας.
Εγώ έφυγα, ο Φώτης έμεινε. Πού ακριβώς και με ποιούς έμεινε, Κύριος οίδε...
Η φτώχεια σαν... επιλογή...
Το ήθος που χάνεται
Προχθές το μεσημέρι ήταν... Γύριζα στο σπίτι μου μετά από μια μέρα δουλειάς,με το αυτοκίνητο γεμάτο παιδιά και το κεφάλι μου γεμάτο μέριμνες,προβλήματα και πονοκέφαλο...Είχα βγει από την πόλη και κοντά στα πρώτα χωράφια είδα από μακριά μια γνώριμη φιγούρα...Πριν φτάσουμε,ένα χαμογελαστό πρόσωπο μας χαιρετούσε... Ο Φώτης... Για το Φώτη σας έχω μιλήσει και σε προηγούμενη ανάρτηση... Για την απλότητα και την ταπεινότητά του... Προχθές όμως κι άλλη μια βεβαιότητα απέκτησα γι' αυτόν... Αυτή της ανατρεπτικότητας της ζωής του...
Σταμάτησα το αυτοκίνητο και πιάσαμε την κουβέντα για λίγη ώρα... Με
ρώτησε με πραγματικό ενδιαφέρον για όλα τα μέλη της οικογένειάς μου και
μου έδωσε συμβουλές γεμάτες σοφία... Κατόπιν τον αποχαιρέτησα και μπήκα
στο αυτοκίνητο να φύγω... Ο Φώτης δεν κρατούσε τίποτα στα χέρια του... Ενώ
όσα χρόνια τον ξέρω περπατάει κρατώντας μια πλαστική σακούλα, τον
τελευταίο καιρό κυκλοφορεί χωρίς αυτή, με άδεια χέρια... Πριν λοιπόν
ξεκινήσω, ανοίγει τη χούφτα του όπου κρατούσε λίγα κέρματα, βγάζει και
αφήνει στη θέση του συνοδηγού ένα ευρώ... "Να πάρεις στα παιδιά μια
σοκολάτα από εμένα" μου είπε...
Πρέπει να σας πω ότι αυτό ο Φώτης το κάνει
συχνά... Το να μοιράζει λεφτά εννοώ... Και σε εμένα και σε πολλούς
άλλους... Πριν λίγο καιρό σε συζήτηση που είχαμε στην τάξη, γεμάτος απορία
ένας μαθητής μου μου διηγήθηκε ανάλογο περιστατικό: "Κυρία, στο δρόμο
προχθές περπατούσα με τη μητέρα μου και ένας φτωχός μας έδωσε
λεφτά!!!!"....
Έψαξα στο αυτοκίνητο να βρω κάτι να του δώσω σαν ανταπόδοση της καλοσύνης του (όχι τόσο για τα λεφτά όσο από αγάπη και ευγνωμοσύνη για τις συμβουλές που κάθε φορά μου δίνει) και βρήκα μόνο ένα μικρό σακουλάκι με στραγάλια και σταφίδες... Του το πρόσφερα... Πήρε δυο σταφίδες και αρνήθηκε να πάρει το σακουλάκι..."Θα περπατήσω και θα με βαραίνει" μου είπε...
Δεν υπάρχει ανατρεπτικότερη πράξη από το να επιλέγεις να μοιράζεις λεφτά τα οποία εσύ -σύμφωνα με την κρατούσα άποψη- χρειάζεσαι περισσότερο από αυτούς στους οποίους τα δίνεις... ["Ν": αυτό ακριβώς είναι το πνεύμα των ορθόδοξων ασκητών, που, αφού έχουν το Χριστό, δε χρειάζονται τίποτ' άλλο]. Ούτε επαναστατικότερη από το να μην ανέχεσαι ούτε λεπτό να σε βαραίνει κάτι που δεν σου είναι απολύτως απαραίτητο (ανάλογη αυτής του Διογένη του κυνικού φιλοσόφου, ο οποίος πέταξε το μόνο περιουσιακό του στοιχείο, την κούπα με την οποία έπινε νερό, όταν είδε κάποιον να πίνει νερό με τα χέρια του)...
Το σύστημα -έχω σιγουρευτεί πια- δεν μπορεί να νικηθεί από μέσα... Μπορεί μόνο να αχρηστευθεί αν κανείς δεν μπλεχτεί στα γρανάζια του... Γι αυτό μόνο οι άνθρωποι που καταφέρνουν να ζουν έξω από το σύστημα μπορούν να το νικήσουν... Οι υπόλοιποι το χρειαζόμαστε, γι' αυτό εύκολα μας εκβιάζει. Σκεφτείτε πόσο γρήγορα θα κατέρρεε ένα σύστημα καπιταλιστικό αν κανείς δεν χρειάζονταν και δεν αγόραζε τα κάθε λογής σκουπίδια που του πλασάρει. Αν όλοι αγόραζαν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, τα όντως απαραίτητα και όχι όσα μας φαίνονται απαραίτητα....
Το θέμα της στέγης των ανθρώπων είναι επίσης παρεξηγημένο... Ο άνθρωπος δεν χρειάζεται όλα αυτά τα μεγάλα σπίτια που διαθέτει... Στην πιο ακραία μορφή στέγασης ανήκουν οι Λάπωνες που "με το πέτσινο ρούχο τους και μια πέτσινη σακούλα που ρίχνουν πάνω από το κεφάλι και τους ώμους τους κοιμούνται πάνω στο χιόνι" (Χ. Ν. Θορώ, Ουώλντεν). Οι Ινδιάνοι ζούσαν σε σκηνές από ύφασμα ακόμη και στις δυσκολότερες συνθήκες ενώ άλλοι έφτιαχναν σπίτια με υλικά από τη φύση, όπως φλούδες δένδρων που τις έβγαζαν από τους κορμούς την εποχή που ανεβαίνει ο χυμός...
Αν πεις για ρούχα, ζήτημα είναι στη ζωή του ολόκληρη να έχει λιώσει τρεις αλλαξιές... Φοράει τα ίδια σχεδόν πάντα μέχρι να μην φοριούνται και μπαλωμένα... Η βιομηχανία της μόδας πόσο μπορεί να αντέξει σε μια φιλοσοφία και στάση ζωής σαν του Φώτη; Και δεν υπάρχει πιο άχρηστη επίπλαστη ανάγκη από αυτή της κατοχής ρούχων περισσότερων από αυτά που χρειάζεται κάποιος. Ούτε μεγαλύτερη ανοησία από το να θεωρείται το ρούχο ενδεικτικό της αξίας ενός ανθρώπου... Οι ιερείς και μοναχοί περνούν όλη τη ζωή τους ντυμένοι σε ένα ρούχο, το ράσο τους, κι αυτό καθόλου δεν τους κάνει κατώτερους ανθρώπους, αλλά το αντίθετο, ουσιαστικότερους...
Όμως η εφαρμογή της θεωρίας είναι δύσκολη... Είναι για λίγους γενναίους που άφησαν τον εαυτό τους στα χέρια του Θεού, που δεν αγωνιούν για το αύριο, που δεν χρειάζονται την ασφάλεια γιατί ξέρουν πως αυτή είναι χίμαιρα, που θέλουν να ζουν σαν αετοί και δεν ανέχονται να είναι τρένα πάνω στις ράγες του κατεστημένου....
Ο Φώτης μιλάει για την κρίση - Η κοινωνία του Βόλου μέσα από μια διαφορετική ματιά
Ο ερημίτης - κοσμοκαλόγερος Φώτης ["Ν": χωρίς κακία, θεωρώ το χαρακτηρισμό κάπως πεζό για έναν άνθρωπο, που -καθώς φαίνεται- η ζωή του είναι φτιαγμένη από την ουσία της ποίησης]
άφησε πίσω του το επάγγελμα ως τσαγκάρης και τους δικούς του ανθρώπους, και τα
τελευταία 40 χρόνια ζει μια ασκητική ζωή, αφιερώνοντας την καθημερινότητα και
την ψυχή του σε άπορες οικογένειες, αδιαφορώντας για τις δικές του ανάγκες.
Τριγυρνώντας στους δρόμους του Βόλου,
ο ίδιος πέρα από το χαμόγελό του και τα λουλούδια που προσφέρει, δίνει τα ψιλά
του στους καταστηματάρχες, στους περαστικούς, στην εκκλησία και σε όποιον έχει
ανάγκη. Δεν κρατάει κανένα χρηματικό ποσό για τον ίδιο. Όσοι δεν τον γνωρίζουν
-και ειδικότερα τα νέα παιδιά- νομίζουν ότι είναι ζητιάνος ή ο τρελός της πόλης
λόγω και της ενδυμασίας του. Οι υπόλοιποι έχουν μεγαλώσει μαζί του και έχουν
μάθει από τον ίδιο τι θα πει να προσφέρεις αγάπη χωρίς να περιμένεις
ανταπόδοση.
Ένας άνθρωπος, αληθινός, με καλή και
καθαρή καρδιά, η ψυχάρα του Βόλου όπως τον αποκαλούν οι περισσότεροι. Ο ίδιος
δεν έχει ανάγκη καμία πολιτεία, καμία τρόικα, αντιθέτως αυτός προσφέρει με την
αγάπη του ό,τι μπορεί. Ελεύθερος, φιλοσοφημένος, ανεξάρτητος από όλα τα άσχημα
της κοινωνίας ακόμα και στα 82 του χρόνια κοιτάζει με τα δικά του «καθαρά»
μάτια με αισιοδοξία και ελπίδα τον κόσμο γύρω του.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ ΑΝΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΙΤΗ
Φώτο: Ηλίας Καράτσαλος - Ταχυδρόμος, Πανθεσσαλική Εφημερίδα
Για αρκετό διάστημα ζούσε στις σπηλιές
της Γορίτσας. Ο ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ τον συνάντησε στο ησυχαστήριό του, σ’ ένα κτήμα στην
περιοχή Κογιάτικα, έκταση που του έχει προσφερθεί. Η εικόνα που αντικρίσαμε
ήταν ένα σπίτι - καλύβα μέσα σε μια μεγάλη πράσινη έκταση τελείως απομονωμένη
από δρόμους και σπίτια. Το «σπίτι» του δεν έχει τις πολυτέλειες και τις ανέσεις
τις δικές μας, γιατί ο ίδιος δεν τα έχει ανάγκη, όπως μας είπε.
Ζει χωρίς ρεύμα, νερό και θέρμανση.
Κύρια ασχολία του είναι το κτήμα. Από κει καθημερινά κατεβαίνει με τα πόδια στο
κέντρο της πόλης για να έρθει σε επαφή με τον κόσμο. Ο ίδιος, πρόσχαρος,
συνομίλησε μαζί μας περνώντας τα δικά του μηνύματα. Αναφέρθηκε για τη σχέση του
με τους ανθρώπους, την επιλογή του σ’ αυτόν τον τρόπο ζωής και για το πώς
βλέπουν τα δικά του μάτια την οικονομική κρίση.
Δήλωσε ότι υπάρχει βοήθεια προς αυτόν
από ανθρώπους φτωχούς αλλά και με οικονομική άνεση. «Εμένα με ξέρουν όλοι
σχεδόν στο Βόλο σαν έναν απλό άνθρωπο και αυτός είμαι, επιβιώνω όπως όλοι, είτε
έχω λεφτά είτε όχι» είπε ο ίδιος.
Όσον αφορά στην προσφορά του ίδιου
στην κοινωνία υποστήριξε: «Εγώ δεν έχω λεφτά να βοηθήσω, αλλά με την παρουσία
μου προσπαθώ να βοηθήσω τον άλλο σε ό,τι θέλει. Όταν μπορώ να προσφέρω
οικονομική βοήθεια, φυσικά και δίνω κάτι χωρίς απαίτηση αμοιβής. Βέβαια μπορώ
να «χαρίσω» επικοινωνία και σοφά λόγια, πέρα από τα υλικά αγαθά, σε όποιον
θέλει. Είμαι ανοιχτός σε όλους τους ανθρώπους».
Στη συναναστροφή που έχει με τον
κόσμο διακρίνει ότι οι άνθρωποι έχουν πολλά προβλήματα πλέον εξαιτίας της
οικονομικής κρίσης. Χαρακτηριστικά αναφέρει: «Οι κόντρες και οι διαφορές μεταξύ
των ανθρώπων έρχονται εκεί που ο άνθρωπος χάνει τον έλεγχο και ζητάει κάτι που
δεν το έχει ανάγκη. Αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων και του χρήματος έφερε
στεναχώριες και προβλήματα στον άνθρωπο. Όλοι είχαν μάθει σ’ ένα καλό
αυτοκίνητο, μια καλύτερη ποιότητα ζωής και πλέον «μαραζώνουν» στην ιδέα ότι θα
τα στερηθούν».
Όσον αφορά στην επιλογή του ν’
ασκητέψει, ο ίδιος θεωρεί ότι αγκάλιασε την ορθοδοξία. «Αισθάνομαι πολύ όμορφα,
κάνω καλές σκέψεις, πράξεις, οι κινήσεις μου προσπαθώ να είναι πιο έντιμες και
«καθαρές». Αισθάνομαι πλούσιος με όλα αυτά. Αυτός είναι ο δικός μου βίος. Δεν
έχω διαφορές με τους ανθρώπους, τους δέχομαι όλους».
Ο ίδιος βλέπει από τη δική του ματιά
την ιδέα του χρήματος, υποστηρίζοντας: «Πρώτα οι άνθρωποι πρέπει ν’ αγαπάνε το
Θεό και μετά τους συνανθρώπους, από κει και μετά ο άνθρωπος είναι πλούσιος και
χωρίς χρήματα. Οι άνθρωποι μεταξύ τους πλέον δεν έχουν επικοινωνία, έχουν μόνο
κόντρες και διαφορές οι οποίες δεν έχουν κανένα όφελος.
Η εξέλιξη των χρημάτων έφερε αυτό το
γεγονός. Η κατάσταση έφτασε σε σημείο ο άνθρωπος να φοβάται τον γείτονα, τους
συνανθρώπους, τους ξένους, ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό».
Η άποψή του για τη σημερινή πολιτική
της χώρας είναι η ακόλουθη: « Ένα μέρος των ανθρώπων διαμαρτύρεται για την
κυβέρνηση, η οποία από την πλευρά της κάνει ό,τι μπορεί και βοηθάει όσο είναι
δυνατό. Πλέον οι αποφάσεις της όμως εξαρτώνται από τα μεγάλα κράτη. Μπορούνε να
μας βοηθήσουν και μας, βοηθάνε τόσο όσο μπορούν, αλλά εμείς σαν λαός θέλουμε
περισσότερα, είμαστε απαιτητικοί».
Συνεχίζοντας τονίζει ότι οι άνθρωποι
έχουν χάσει την αξία της ζωής: «Δεν είμαστε ευτυχισμένοι με αυτό που έχουμε,
όπως το πιο απλό, ένα πιάτο φαγητό. Και ας μην έχεις λεφτά στην τσέπη, μόνο με
αυτό είσαι πλούσιος. Πιστεύουμε ότι αν έχουμε πολλά λεφτά είμαστε ασφαλείς. Τα
λεφτά κάνουν μόνο λεφτά. Η ομορφιά της ζωής είναι η πίστη μας και η αγάπη. Ο
άνθρωπος δεν είναι ούτε από κέρμα ούτε από χαρτί.
Όλοι είμαστε το ίδιο, αναπνέουμε το
ίδιο οξυγόνο, ανεξαρτήτως χρώματος και κοινωνικής κατάστασης. Σημασία έχει να
επικοινωνήσουμε με αγάπη, τα λεφτά δεν έχουν τόσο αξία και ο άνθρωπος δεν
πρέπει να έχει αυτό σαν πρώτη επιθυμία. Τίποτα δεν είναι δικό μας, μόνο η
αναπνοή».
Στα λόγια του αναφέρει «Και ο πιο
φτωχός που δεν έχει μία δραχμή στην τσέπη του και αυτός θεωρείται πλούσιος
γιατί πιο πολλά αξίζει η προσωπικότητά του. Σημαντικό είναι να έχει ευθύνη για
τη παρουσία του στην κοινωνία, να μην κάνει λάθη. Όταν αρχίζουν και ζητάνε τα
πλούτη, ξεκινάει ο διαχωρισμός στην κοινωνία. Το καλύτερο δώρο είναι ο άνθρωπος
να είναι υγιέστατος και χαμογελαστός».
Στην ερώτηση αν θα ήθελε ν’ αλλάξει
κάτι στη ζωή του, υποστήριξε: «Δεν θέλω ν’ αλλάξει κάτι στη ζωή μου, είμαι
γεμάτος αγαθά και πιστεύω στο Θεό».
Τέλος άφησε το δικό του μήνυμα: «Ο
άνθρωπος πρέπει να βλέπει τον συνάνθρωπο σαν αδερφό του, όποιος και να είναι
αυτός, ό,τι και να είναι, αρκεί να έχει μέσα του στοιχεία καλά, να μεταφέρει
χαρά και από κει και πέρα δεν έχει ανάγκη από τίποτα άλλο. Η μητέρα Ελλάδα
είναι ευλογημένη και έχει μια μεγάλη αγκαλιά για όλους. Έχουμε πλούτο και δεν
το γνωρίζουμε».
Το σχόλιό μας: Ο Θεός να ευλογεί & να προστατεύει αυτό το πουλί του ουρανού, τον ελεύθερο άνθρωπο. Είναι ευτυχής όποιος τον θέσει ως πρότυπο, απ' αυτά που μας ανάγουν στην ελευθερία και την ποιοτική ζωή, αλλά και στο Χριστό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου